Να ’ναι για μιαν αργοπορημένη ανατροπή; Για κείνη την ξεχασμένη βεβαιότητα; Ή να ’ναι γιατί… «ην εγγύς έλθει θάνατος, ουδείς βούλεται θνήσκειν»;
Ξέρετε τι θα πει φόβος; Όχι ο συνηθισμένος φόβος της επίθεσης, του ατυχήματος ή του θανάτου, αλλά ο αποτρόπαιος τρόμος που σου στεγνώνει το στόμα και σου σφίγγει το λαρύγγι… Ο φόβος που κάνει τις παλάμες σου να ιδρώνουν και καταπίνεις το σάλιο σου για να μην πνιγείς…
Ο Τσιώλης ενήλικας, καλείται να μιλήσει για τον Τσιώλη παιδί. Αλήθεια μήπως αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος δεν ήταν για πάντα ένα μικρό παιδί; Το βιβλίο δεν είναι μεγάλο σε έκταση, μα γεμάτο. Καθώς διάβαζα, ήταν σαν να ακούω τον ίδιο να μου αφηγείται τα γεγονότα, η φωνή του μέσα στο μυαλό μου.
Μαζί με σένα, παιδί μου, εκφραζόταν, μεγάλωνε και φώλιαζε μέσα μου η μητρότητα. Αυτό το πρωτόγνωρο για μένα δομικό στοιχείο της ύπαρξής μου. Γεννούσε νέας ποιότητας συναισθήματα, αντιλήψεις και δυνάμεις…
“Φοβάσαι μη λυγίσω; Άκου, φίλε μου, να κάνω δήλωση γιατί; Να κερδίσω τι: δυο μήνες ζωή κι ύστερα; πάλι θα πεθάνω. Κι αν ζήσω χίλια χρόνια μήπως θα χορτάσω; Θα πω νισάφι; όχι! Δεν έχει σημασία πόσο θα ζήσει κανένας, μα πώς θα ζήσει…”
Κάποιος είπε πως στο δρόμο τούτο κατοικούν «πόρνες, ρουφιάνοι, χαρτοπαίχτες, μπάσταρδοι» -εννοούσε, δηλαδή, πως κατοικούν άνθρωποι λογής λογής. Αν τους κοίταζε όμως από μιαν άλλη χαραμάδα, ίσως τότε να ’χε πει πως κατοικούν «άγγελοι, άγιοι και οσιομάρτυρες» -και πάλι θα εννοούσε το ίδιο.
“Έτσι είναι… Κάθε πράγμα έχει τέλος… Κάποτε φτάνει ο κόμπος στο χτένι…” – Άγνωστο διήγημα της Γαλάτειας Καζαντζάκη
Η Λευκή Πανούκλα δεν περιορίζεται πια στους δυστυχισμένους του κόσμου αυτού. Κάνει ό,τι έκανε και πριν από εκατό χρόνια. Αιωρείται σαν μολυσμένο σύννεφο πάνω από τον ορίζοντα της Δύσης, έστω κι αν ακόμα τα θύματά της είναι μόνο οι φτωχοί.
Καμαρώστε τους, πιο κτήνη τώρα απ’ ό,τι τα σκυλιά και οι μύγες, να χάνονται, κρύβοντας προσεκτικά, για να μην τους δουν οι άλλοι, τη μοναχική τους απόλαυση, κι ίσως να λένε με το νου τους πως η ευτυχία είναι έγκλημα και η ηδονή ντροπή!
Είσαι μάνα κι έχεις δίκιο να με ρωτήσεις…δεν είμαστε μείς που θελήσαμε τον πόλεμο, δεν τον αρχίσαμε εμείς…πρέπει να δώσουμε το αίμα μας, τη ζωή μας, για να συντρίψουμε, για να εξοντώσουμε αυτό το τέρας. Αν δεν το κάνουμε αυτό, τότε δεν θα είμαστε άξιοι να φέρουμε το όνομα Άνθρωπος…