Πότε γιόμιζαν οι τοίχοι με κόκκινα γράμματα της φωτιάς και συνθήματα πούταν γεμάτα καταφρόνια για το κουβέρνο, τους προσκυνημένους και το Γ’ Ράιχ, και πότε γιόμιζαν οι δρόμοι οι δρόμοι, από μικρά χαρτάκια, που καλούσαν το λαό σε αγώνα, να σταθεί ολόρθος και να χτυπάει τους τυράγνους…
Ναι, καλά το καταλάβατε. Είμαι ντελιβεράς. Ντελίβερι μπόι αν το θεωρείται πιο σικ. Μεταξύ μας, όπως και να το πεις, τα ίδια σκατά είναι.
Για την εποχή εκείνη μεγάλη υπόθεση το χιλιάρικο, σχεδόν ένας μισθός…
Tην Παρασκευή 13 Σεπτέμβρη βρέθηκαν στην Αλεξανδρούπολη ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, και ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος. Η Αλεξανδρούπολη αποτελεί στρατηγικό πυλώνα για να ικανοποιηθούν οι επιδιώξεις των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή και προορίζεται να αποτελέσει «αποθήκη» συγκέντρωσης ΝΑΤΟικών δυνάμεων. Ας σαρκάσουμε όλα όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό, με ένα μικρό διήγημα.
Με το διήγημα αυτό ο Γ. Σκαρίμπας πρωτοεμφανίστηκε, το 1929, στα γράμματα, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο σε πανελλήνιο διαγωνισμό του περιοδικού «Ελληνικά Γράμματα», με κριτική επιτροπή τους Κ. Μπαστιά, Φ. Κόντογλου, Κ. Καρθαίο και Λ. Κουκούλα.
Το διήγημα «Οι πορτοκαλιές», του Κωνσταντίνου Λίχνου, βραβεύτηκε στον Διαγωνισμό πρωτότυπου λογοτεχνικού έργου για τα 100 χρόνια του ΚΚΕ.
— «Κρήτη» βέβαια, ξακουσμένο κουρσάρικο, πούναι πια γραμμένο στην Ιστορία. Τριάντα φορές έσπασε, στο μεγάλο Σηκωμό του νησιού, τον αποκλεισμό και κουβάλαγε πολεμοφόδια και ζωοτροφές στους επαναστάτες.
Όλα τα μηνύματα τελειώναν έτσι: «Μάνα, θα σε φέρομεν κ’ εσένα εδώ, εις πολιτεία Βιρτζίνια». «Μάνα, κάμνομεν το πρέπον για να πάρομεν άδεια να σε φέρομεν εδώ, εις πολιτεία Βιρτζίνια». «Μάνα, θα έρθεις εδώ, εις πολιτεία Βιρτζίνια».
Το βιβλίο του «Η φωτιά», ανήκει στα σπουδαιότερα έργα της παγκόσμιας αντιμιλιταριστικής λογοτεχνίας. Ο σπουδαίος Γάλλος αντιφασίστας συγγραφέας Ανρί Μπαρμπίς το έχει αφιερώσει: «στη μνήμη των συντρόφων που έπεσαν…».
Εσύ κι εγώ και οι άλλοι της ηλικίας μας ήμασταν πολύ μικροί για να καταλαβαίναμε τι σήμαινε όλη αυτή η ιστορία…Η αγαπημένη Άκρα χανότανε, ήδη…Το απόγευμα, σαν φτάσαμε στη Σιδώνα, ήμασταν πια πρόσφυγες…