Την Πέμπτη, 30 Μαΐου 2024, από ώρα 14.00 έως ώρα 19.00, στη μνήμη του πολυγραφότατου σπουδαίου πεζογράφου, από τους κορυφαίους της μεταπολεμικής γενιάς, μελετητή και μεταφραστή της Ρωσικής Λογοτεχνίας – Χαιρετισμοί – Ομιλίες – Εμπειρίες νέων από τα βιβλία του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου – Έκθεση βιβλίων
«Καταπιάστηκα με την ιστορία όλης της κοινωνίας. Εξήγησα πολλές φορές το πλάνο μου μ’ αυτήν τη μόνη φράση: “Μια γενιά είναι ένα δράμα, με τέσσερις ως πέντε χιλιάδες έξαλλα πρόσωπα. Το δράμα αυτό, είναι το έργο μου”»…
Ο Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ, γεννήθηκε την 1η του Απρίλη του 1809, στην Ουκρανία. Ο Ντοστογιέφσκι, ο Τολστόι, και ο Τσέχωφ επηρεάστηκαν από τον Γκόγκολ
Ο Βουτυράς δεν κρατούσε το σπαθί της έρευνας, παρά την πένα της καταγραφής κοινωνικών πληγών, ονείρων και επιδιώξεων, αλλά και την αντιπολεμική σάλπιγγα και τον κλάδο ελιάς για την ειρήνη. Ήταν ο φωτογράφος της εποχής του, ο καημός και ο πόνος της νεότερης Ελλάδας.
Σαν σήμερα γεννήθηκε ο μεγάλος θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και σκηνοθέτης Ερρίκος Ίψεν. Είχε ένα μεγάλο ιδανικό: Τη δημιουργία μιας ανώτερης ζωής, αφήνοντας πίσω τις προκαταλήψεις, τη θρησκοληψία, την ηθική κατάπτωση. Μέσα από το έργο του καταπολέμησε, όπως ο ίδιος πίστευε, τα αίτια της ανθρώπινης δυστυχίας
Ο μεγάλος αυτός συγγραφέας, πόνεσε πραγματικά τους δυστυχισμένους ανθρώπους και όπως λέει ο ίδιος: «Έσκυψα πάνω στο φτωχό και στον εργάτη και τον αγκάλιασα μ’ όλη μου την αγάπη. Η πείνα, ο μόχθος, η αρρώστια, η δυστυχία με κράτησαν νύχτες άγρυπνο να συλλογιέμαι…»
“Το σύνολο του πεζογραφικού και σεναριακού έργου του, αλλά προπάντων «Τα σταφύλια της οργής» και η νουβέλα «Άνθρωποι και ποντίκια» θα στέκουν υπεράνω του συμβιβασμού του, την περίοδο του μακαρθισμού, αλλά και του «Νόμπελ» που έλαβε το 1960”
«Ξεχάσαμε την ακατάλυτη αλήθεια: Ο λύκος δεν παίζει με τ’ αρνί. Ανοίξαμε την πόρτα και, μόλις μπήκε στο μαντρί… Νίκησε η αντίδραση, όμως είναι αδύνατο να γονατίσει ένα λαό, που χάρηκε έστω και για λίγο τη λευτεριά, που ένιωσε τη δύναμή του και κατάλαβε τι είναι ικανός να κάνει…»
«…Βλέπω, πως κάποτε είχα φροντίσει για τους δυστυχισμένους και τους παρηγόρησα, γεμάτος αισιοδοξία, γαλήνη και πίστη. Βλέπω, πως έχω ένα βωμό στις καρδιές τους, καθώς και στις καρδιές όλων των απογόνων τους. Βλέπω τώρα πόχω άσπρα μαλλιά, να με θυμούνται συχνά και τα μάτια τους βουρκώνουν από δάκρυα…»
Η Αθήνα της δεκαετίας του εξήντα, μέσα από τον δομημένο ρεαλισμό, αποκτά εκ νέου υπόσταση, όχι ως εξωτερική απεικόνιση μίας πράξης, αλλά ως ανατομία μίας πραγματικότητας.