Ένα λουλούδι άνθισε στη δροσεράδα του κήπου μου κι ανήγγειλε τον εξάγγελο της εξεγερμένης νιότης σου.
Ο Αλέξανδρος Μάτσας δεν είναι από τους ευρύτερα γνωστούς ποιητές. Το έργο του παραγνωρισμένο και άδικα υποτιμημένο όπως και τόσων άλλων. «Είναι ο ποιητής που όχι με ηχηρό, αλλά με βαθειά αισθαντικό τρόπο αποτύπωσε καίριες στιγμές από την σύγχρονή μας ιστορία: ως παθιασμένος εραστής της.»
Εκείνο το «πρώην» κόκκινος είναι μέγιστος τίτλος για να ανέλθεις στα ανώτερα των αστικών αξιωμάτων.
«…Όχι, αυτός ο κόσμος δεν είναι πια ο ίδιος, ποτέ πια δε θα γίνει δικός σου. Δε σε πρόδωσε εκείνος, είναι τα μάτια σου που τον έχουν προδώσει…»
Ένα αγοράκι τόσο δα στον μπαμπά του πάει. “Τι είν’ καλό και τι κακό;” το μικρό ρωτάει.
Το Γενάρη του 1938 ο Ναζίμ Χικμέτ συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι προέτρεπε τις Τούρκικες Ένοπλες Δυνάμεις σε εξέγερση. Καταδικάστηκε σε 28 χρόνια φυλακή. Μέσα στη φυλακή συνεχίζει να γράφει ποιήματα. Τα περισσότερα τα έστελνε σε γράμματα στην οικογένειά του ή στους φίλους του…
Σαν σήμερα, στις 6 του Απρίλη 1964, κυκλοφόρησε ο κύκλος τραγουδιών «Καταχνιά (κατοχή – αντίσταση – απελευθέρωση)», ένας από τους σημαντικότερους δίσκους στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού
Εκείνοι που ψηφίζουνε στο Ελ Σαλβαδόρ για το λαοπρόβλητο Πρόεδρο των ΗΠΑ Εκείνοι που εδώ δεν έχουνε πατρίδα ούτε θεό παρά μονάχα ένα αγρόκτημα και στο οποίο αγρόκτημα ήρθαν Αμερικάνοι να στήσουν κάτι φάμπρικες (Επειδή το Ελ Σαλβαδόρ του 1970 πολύ λίγο απέχει από την Ελλάδα του 2019, ενώ η αστική του τάξη καθόλου)
Ο Απρίλης είναι ο μήνας της. Ο μήνας που γεννήθηκε, ο μήνας που πέθανε. «θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη» θα νιώσει στο ποίημά της «Σαν πεθάνω». Τον Απρίλη συναντάμε και στο ημερολόγιό της: «… Ο Απρίλης πεθαίνει μα μέσα μου δεν εννοεί να πεθάνει τίποτε!…»… «Ο μήνας που μου έδωκε τη ζωή κι ο μήνας που όταν μπη μου παίρνει κάθε ίχνος ζωής! Μια μελαγχολία χωρίς όρια με πνίγει»…
Ποτέ η Μαρία Πολυδούρη, που αγάπησε τόσο παράφορα τον Καρυωτάκη, δεν τον αγάπησε τόσο όσο πόνεσε για το χαμό του. Και δεν αντιπροσώπευε γι’ αυτήν έναν τυφλό έρωτα. Ήξερε τη ζωή, εγνώριζε τους ανθρώπους και τους άντρες. Κι όσο πιο πολύ γνώριζε και πλούταινε, τόσο κι ο ποιητής ανέβαινε στη συνείδησή της και γινότανε ασύγκριτος και αναντικατάστατος.