Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης (21 Μάρτη), μερικά ποιήματα από τρεις διαφορετικές συλλογές του ποιητή (και δοκιμιογράφου και μεταφραστή) Άρη Δικταίου, που αναφέρονται στον ποιητή, στην ποίηση και στην ποιητική.
Ήταν π’ αναγνώρισα στον τόνο εκείνου του ήχου τον ίδιο τόνο που ’χαν οι φωνές εχθρών και φίλων κι είδα στα μάτια του καθενός το μίσος να λάμπει για τον άλλον – Ω! Τι άγρια που ’ναι τα πάθη για τα πρωτεία και την περιουσία.
«…και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!»
Κριτική παρουσίαση δύο εκδόσεων για το Μαγιακόφσκι από τον Καστανιώτη: το ποίημα του μεγάλου σοβιετικού ποιητή για το Λένιν, σε επιμέλεια Αλέξη Πάρνη, και την έρευνα της Σερένα Βιτάλε “ο Μαγιακόφσκι σιχαινόταν το κουτσομπολιό”, για την αυτοκτονία του ποιητή -μια έρευνα που θα ήταν προτιμότερο να την έχει κάνει κάποιος μαρξιστής ιστορικός.
ο ένας τα εκρηκτικά ταχτοποιούσε κι ο άλλος ερχόταν σημαιοστολισμένος, ο ένας είχε οπλίσει την τορπίλα, στην πάσα Αμερική ψευδόταν ο άλλος, γλίστραγε ο ένας, ύπουλο χταπόδι, μειλίχιος ήταν ο άλλος, σαν μια θείτσα.
Ανάσα δεν τραβιέται πια στη Χίο. Διάσημη σε έκανε ζωγράφος στα Παρίσια σε πίνακα που μύριζε μαστίχα και χρώμα λαβωμένο.
Δεν υπάρχει πιο εμβληματικό, πιο όμορφο, πιο σπαρακτικό, πιο ερωτικό μοιρολόι από την Μαργιόλα. Στην Ήπειρο η Μαργιόλα αρχίζει γάμους, τελειώνει κηδείες και συμμετέχει σπαρακτικά σε ζωντανούς αποχωρισμούς, όπως αυτούς των ξενιτεμένων.
Η συμπάθειά του για τους ναυαγούς της θάλασσας και της ζωής (όλοι και ζωντανοί και πνιγμένοι είναι ναυαγοί) φανερώνει ποιος είναι ο Αίτιος πίσω από το πούσι που τον κρύβει. Ο Αίτιος και ο Υπεύθυνος για το σκοτωμό των ανθρώπων του Λαού είτε με τον πόλεμο είτε με την πείνα και για το πνευματικό και το ηθικό τους σκοτάδι, είναι ο ίδιος διεθνικός Μινώταυρος, ο καπιταλισμός…
Ήταν και ο χαλκός μες στο στόμα που δεν τον άφηνε να ησυχάσει. Μια μεταλλική γεύση, στυφή, σαν έγνοια. Σηκώθηκε, φόρεσε το καπέλο του και έπεσε στο νερό, και αισθάνθηκε για πρώτη φορά στη ζωή του ανάλαφρος, έτσι όπως παράκουσε το Χάρο.
Είδε αυτός μακριά κι είδε κοντά μας κι ακόμα φεγγοβόλα είν’ η ματιά του λες και ο χρόνος δεν την ξεθωριάζει: τα μάτια είναι της Κούβας τ’ ανθισμένα.