“Σήμερα των Φώτων αγρυπνώ και νηστεύω για όλα τα μαρτύρια του κόσμου…”
“Τα μαύρα πουλιά που τόσα έχουν δει Στους τόπους της σφαγής στους τόπους που δεν άντεξαν των ανθρώπων τον πόνο…”
“Φταις εσύ, που όλα τα ανέχεσαι, το άδικο, τη βία, τα φονικά και στέκεις αδιάφορος για όλα όσα στάζουνε καυτό κερί στην καρδιά του ανθρώπου…”
Ένα αδημοσίευτο ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη
Στις 29 του Δεκέμβρη 1926, ο ποιητής, ο μεγαλύτερος λυρικός της Γερμανίας από την εποχή του μεσαίωνα, άνοιξε τα φτερά του για να τον δεχτεί ο αδελφός του, ο θάνατος.
“Πού είσαι Χριστέ, τώρα που γεννιέσαι να δεις τα έργα των πλασμάτων που έφτιαξες κατ’ εικόνα και ομοίωσή σου; “
“Ένας μικρός χριστός γεννιέται πάλι αύριο, μόνος στον κόσμο…”
“κι εμείς που λέγαμε θα αλλάξουμε τα πάντα οι ίδιοι αλλάξαμε ζωές και διαδρομή…”
“Όσες φορές να χρειαστεί θα σου το πω: κοίτα και μάθε τα σημεία των καιρών, ένα αύριο δίχως μέλλον σου ετοιμάζουν, γι’ αυτό ανασκευάζουνε το παρελθόν.”
“Η πρώτη μου ποιητική συλλογή είναι σκέψεις που ντύθηκαν με λέξεις εναρμονισμένες με τα χρώματα της ψυχής μου. Σκοτεινά, θαμπά, ξεθωριασμένα, φωτεινά, ζωηρά συναντήθηκαν για να χαρίσουν σε κάθε ποίημα τη δική του ξεχωριστή απόχρωση.”