“Ένας ολόχρυσος ήλιος με τις ολοφώτεινες αχτίνες του στέλνει τη ζωή στα στρατόπεδα της Νίκης σου και μαζί τους το μελτέμια της Μεσογείου φέρνουν τις φωνές της συμπαράστασης στο δίκιο σου.”
“Κι ως με τον άνεμο θα πάλευε ο καπνός σου κ’ η στάχτη σου θα ράντιζε τον κόσμο, φτερά αητού να κόλλαγαν στις ρόδες σου, του ρήγα αιθέρα αμάξι να γινόσουν και σα ν’ αντίκρυσαν από μακριά κόκκινα λάβαρα ν’ αγρίευαν οι ταύροι σου, να χύνονταν στον κάμπο!”
“Ετοιμάσου, ζαλίστηκαν τα πελάγη κι αλυχτάνε τα σκυλιά του φεγγαριού. Ετοιμάσου! – Να μην είναι η θέση σου κενή στους αγώνες! “
“Λες: Πολύν καιρό έλπιζες. Δε μπορείς άλλο πια να ελπίζεις. Έλπιζες τι; Πως ο αγώνας θαν’ εύκολος;
Δεν είν’ έτσι. Η θέση μας είναι χειρότερη απ’ όσο νόμιζες…”
Ένα αδημοσίευτο ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη
Ω αγωνιστή Ναπολέοντα Σουκατζίδη Η θυσία σου παράδειγμα για όλες τις γενιές Μύρια γαρύφαλλα στον τάφο σου στολίδι Και τα λόγια σου σε όλες τις καρδιές.
“Εγώ κι εγώ και πάλι εγώ, κι εγώ το σιχαμένο σαν βδέλλα πώς μας κόλλησε κι ακόμα το υπομένω; μην ξανακούσω να πεις: εγώ! Κι εσύ αν μ’ ακούσεις ποτέ, με τις χειρότερες βρισιές σου να με λούσεις…”
“Θα βγει πρωί ακούγοντας το κλάμα του περαματάρη, σαν παιδιού αθώο και θ’ ακουμπήσει το ένα πόδι στη στεριά και το άλλο στον ωκεανό Με πανοπλίες γεμάτος έτοιμος για της ζωής του το ταξίδι…”
Ένα τραγούδι σε ποίηση του Γιώργου Δ. Μπίμη
“Θέλω να πω για τη μεγάλη σιωπή Που δεν έχει στον ουρανό της φεγγάρι Δεν έχει άλογο για να κινήσει η συνοδειά Κι’ έχει ξεχάσει το ποτάμι…”