Όλα τα παιδικά μου παράπονα στον καπνό του πρωινού τσιγάρου, μαύρες μέρες, η πόλη σκοτεινή, μοναξιά, κάποιος αγκαλιάζει το άγαλμα στο πάρκο και κλαίει… Ποια η αρχή και ποιο το τέλος;
“Μέσα σας κλαίει το μαύρο φτωχολόϊ, κι όλα σας, κ’ η χαρά σας, μοιρολόϊ πικρό κι αργό· μαύρος, φτωχός και σκλάβος και ακαμάτης, στενόκαρδος, αδούλευτος, – διαβάτης μ’ εσάς κ’ εγώ…”
Ένα αδημοσίευτο ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη
Το εμβληματικό ποίημα γράφτηκε στη Μακρόνησο από τον εξόριστο Μ. Λουντέμη. Στο κολαστήριο της Μακρονήσου βρέθηκε εξόριστος, μαζί με χιλιάδες άλλους κομμουνιστές και αγωνιστές, και ο Λάζαρος Κυρίτσης, που πριν λίγες μέρες έφυγε από τη ζωή στα 102 του χρόνια.
“Κοκκινίσετε λοιπόν όμοια με της σημαίας μου το ύφασμα τέτοιον έπαινο ακούγοντας κι ας πα’ να ‘σαστε σεις δέκα φορές που λέει ο λόγος οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής…”
“«Μην καρτεράτε να λυγίσουμε» Βροντοφώναζες στους διώκτες σου Μ’ ορμή σθεναρή, «Μήτε για μια στιγμή» Και συθέμελα δονούσε η φυλακή…”
Αφιερωμένο στον Βλαδίμηρο Ιλίτς Λένιν
Για τα 32 χρόνια από την αναχώρηση του Γιάννη Ρίτσου.
ΟΜΩΣ ο άνθρωπος είναι ένα παιδί εργατικό και ανόητο που έχει κάνει το παιχνίδι μια μέρα γεμάτη ιδρώτα.
“Έχε ζεσταμένο στα γόνατά σου ένα πουκάμισο κι έχε το νου σου στην πόρτα και στη δημοσιά μην ακουστώ, γιατί, δίχως λειψό αποφέγγαρο κι άστρι, κάθε φορά από την άκρη θα έρχομαι του κόσμου…”