“Βγες έξω, σύντροφε! Ρίσκαρε Τη δεκάρα, που ούτε δεκάρα πια δεν είναι Τον τόπο για ύπνο που πάνω του πέφτει η βροχή Και της δουλειάς τη θέση που αύριο θα χάσεις!…”
Από τα 20 συνολικά ποιήματα που έχει γράψει ο Τσε (όλα σχεδόν μεταξύ 1954-1956) αυτό είναι το μοναδικό, εξ όσων γνωρίζω, που έχει μελοποιηθεί (2011).
“…Ακούς, ακούς; ζυγώνουν οι ξυπόλυτοι –ζητιάνοι της χαράς και της αγάπης– οι καταφρονεμένοι, με τα χοντρά, τα ροζιασμένα δάχτυλα και την αδέξια την περπατησιά, για να σου στρίψουν το άσπρο σου λαιμάκι –και για να σ’ αφανίσουν, μια για πάντα, μεταξωτή μηγιάγγιχτη κουκλίτσα, καμαρωτή μικρούλα τιγριδούλα, κοκώνα με τη σάπια την ψυχή!…”
Ως ελάχιστος φόρος τιμής στη Σοφία Αδαμίδου, που πέρασε με εντιμότητα, με ήθος και με αξιοπρέπεια από τους σύντομους δρόμους της ζωής της… Αιωνία η μνήμη της…
Το σημαντικότερο στοιχείο της μεγαλοσύνης του Σολωμού έγκειται στο ότι στο έργο του διαμόρφωσε γλώσσα για το Γένος, όπως λεγόταν το έθνος στις μέρες του, βασισμένη στη λαϊκή λαλιά. Η κατηγορία, που του απεύθυναν οι «σοφολογιότατοι», ότι «βάνει παντού και στα πάντα δάσκαλο τον λαό» ήταν γι’ αυτόν ο μέγιστος έπαινος.
Ένα ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη
Ολόκληρη η ποίηση της Πατ Πάρκερ αποτελεί πρωτίστως μια πράξη αγάπης· μια καθημερινή, επίμονη, επαναστατική πράξη αγάπης, όπως ακριβώς η στάση ενός ευσυνείδητου πολιτικού όντος. Αγάπη, Δικαιοσύνη, Ελευθερία είναι τα τρία συστατικά της ποίησης μα και της ύπαρξής της.
“Όσο μπόρεσα έφερ’ αντίσταση σ’ αυτό το ποτάμι όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει, κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό στα ξεροπόταμα και παρασύρθηκα…”
“Ναι, κεφάλι θα σηκώσουν κι η γνώση θα φτερουγίσει με σταθερά τα βήματα τον εικοστό πρώτο διαβαίνοντας…”
“Να χτίζεις μη θαρρείς πούναι να τραγουδάς ένα τραγούδι Μα είναι λεβέντες όλο πείσμα οι χτίστες Κ’ η οικοδομή ανεβαίνει, μ΄ έφοδο τον ουρανό κυριεύει Ψηλά και πιο ψηλά, πάντα ψηλότερα…”