“Ξετυλίγω την κλωστή λίγο λίγο απ’ το κουβάρι πώς με σέρνει, λες ζητεί στα ουράνια να με πάρει!…”
“Ζητείται χέρι του λαού τον ταμπουρά να ξεκρεμάσει. Αυτόν με τις διακόσιες τις χορδές.”
Όταν ο Καζαντζίδης τραγούδησε Ναζίμ Χικμέτ…
“Χέρια που επανάσταση ξέρουν να τραγουδούν της παρηγόριας προσευχές δε κάθονται να πουν…” Το να «εγκλωβίζεται» ο Ρεμπώ στους «καταραμένους» ποιητές, σίγουρα βολεύει τους εκπροσώπους της τάξης που ο ποιητής πολέμησε με τη δύναμη των στίχων του.
Ταξιδεύοντας στο κάθε σου φιλί Ανατρέπεται η τάξη των πραγμάτων Είμαι Γιάνκης στου Αρθούρου την Αυλή Και Αλίκη εσύ στη Χώρα των Θαυμάτων
“Πόσο μοιάζεις με όλα του κόσμου τα παιδιά. Δεν θα σε συναντήσω όμως τώρα παιδάκι μου καλό, όχι τώρα…”
“Είμαστ’ όλοι πολύ μικροί. Δίχως φίρμα. Μπουλούκια μάς λένε. Άγνωστοι θεατρίνοι. Ένας Μίμης, η Κατινίτσα, κάποια Ίρμα κι άλλοι πολλοί ακόμα θλιμένοι αρλεκίνοι…”
Θνητοί οι πρωταγωνιστές Θεοί εμείς απ’ την πλατεία Και σταυρωμένοι εραστές Κι επαναστάτες με αιτία
“Στην χώρα μου πια δεν γελούν μόνο πουλούν όσα πονούν Ντύσου καλά, ήρθε ο βοριάς κι είναι φονιάς…”
Είμαι εργάτης της πόλης, τεχνίτης που λέμε σε τούτη τη χώρα, όμως το ιδανικό μου βλασταίνει σε έναν πλατύ διεθνιστικό ορίζοντα, στο δικαίωμα του να είσαι ελεύθερος και να απαιτείς δικαιοσύνη, αν και για να αγγίξεις αυτή την τελειότητα είναι απαραίτητο να χυθεί το δικό σου και το ξένο αίμα. (Από το Πρώτο Μανιφέστο του Σαντίνο, 1 Ιουλ. 1927)