“Ξέραμε πως θα διψάσουμε τον χειμώνα, με δηλητήρια και ψήγματα χρυσού το νερό, μοιραίο μίγμα αργού, σιωπηλού θανάτου. Με πείσμα, γερά σφίξαμε τις γροθιές μας να μην χαθούμε στον βωμό του πλούτου τους!”
“Αιώνες δεν απόστασες να γέρνεις σαν το νωθρό το βόδι στο ζυγό, να σου θερίζουν άλλοι ό,τι εσύ σπέρνεις, αργούς να τρέφεις στάζοντας ιδρό;”
“Ποιος τον έρωτα θα διαφυλάξει στο πιο κρυφό μέρος της καρδιάς;”
“Κρατάω τα πρακτικά του μέλλοντος, λευκές οι σελίδες του κι ανυπόγραφες. Πώς να κρατηθώ; Μέσα κι έξω θύελλες και ταραχές…”
Με το ποίημα «Λες» του Μπέρτολτ Μπρεχτ τιμάει την Παγκόσμια Μέρα Κατά των Ναρκωτικών (26 Ιούνη) το Σωματείο Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης.
“Άκου, πώς παίρνουν οι αγέρες χιλιάδων χρόνων τη φωνή! Μέσα στο λόγο το δικό μου όλ’ η ανθρωπότητα πονεί…”
“Πάντα αναρωτιέμαι για σένα πώς βλέπεις τον κόσμο μέσα από τέτοια μάτια και μέσα απ´ τα δανεικά σου ματογυάλια…”
Απάντηση στο ερώτημα «Πόσο αργεί ακόμη να ξημερώσει;» δεν πρόλαβε να δώσει. Δεν έζησε στο αλλοιωμένο τοπίο, στην εποχή των «ατυχημάτων» που ζούμε σήμερα εμείς. Υποψιάστηκε μόνο και έγραψε…
“Καταδικασμένους μας είχαν να περνάμε πένθιμα στο πλάι των πόθων μας ξαφνικά ερωτευτήκαμε σαν έφηβοι την ζωή και φανερώνουμε χαμόγελα που γίνονται τραγούδι…”
“Παράφορα σε είχα αγαπήσει, σε χρόνια μακρινά κι ευλογημένα κι αρχαίες νυκτωδίες είχα ζήσει, μα όλα αυτά φαντάζουνε πια ξένα…”