Ποίημα του Γιάννη Ρίτσου εμπνευσμένο από την ηρωική μάχη της Αθήνας, ενάντια στην ωμή στρατιωτική επέμβαση των Άγγλων, το Δεκέμβρη του 1944.
Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, το μεγαλύτερο ομαδικών έγκλημα των χιτλερικών καταχτητών στην Ελλάδα συγκλόνισε και ενέπνευσε τους ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης, πολλοί από τους οποίους συμμετείχαν ενεργά στην Αντίσταση.
Οι στίχοι του απλοί, λαγαροί, άμεσοι. Το έργο του Γ. Δροσίνη αποπνέει ανθρωπιά, που δεν θα σταματήσει ποτέ ν’ αποτελεί τον συνδετικό ιστό που ενώνει εποχές και ανθρώπους.
Μια μάνα απευθυνόμενη στο μικρό αγόρι της, με αισιοδοξία και πίστη, του μιλά για τις μανάδες που αγωνίστηκαν και θα συνεχίσουν να αντιπαλεύουν τον παλιό κόσμο, αλλά και εκείνο «το πιο δύσκολο / το πιο βαρύ», που «είναι να νικάς την απογοήτευση / και νάναι πάντα η ψυχή του / ψυχή μαχητή».
Έριξε ο Σκόμπυ όλα του τ’ αεροπλάνα, τα κανόνια και τα τανκς ενάντια στον άοπλο λαό της Αθήνας για να του πάρει τη λευτεριά την ακριβοπληρωμένη από τα χέρια του…
“…Τούτο της Γης το θαλασσόδαρτο αγκωνάρι. Λικνίζει κάτου από το Δρύ και την Ιτιά το Διάκο, τον Κολοκοτρώνη και τον Άρη.”
Σημαντικός λυρικός ποιητή μας της μεταπολεμικής περιόδου, ο Λάμπρος Πορφύρας γεννήθηκε το 1879 και έφυγε από τη ζωή στις 3 του Δεκέμβρη 1932.
Αφιερώνεται στους συναγωνιστές, από το κίνημα κατά των αιολικών ανεμοτεράτων, που απειλούνται με διώξεις. ΟΧΙ στην τρομοκρατία και την ποινικοποίηση των αγώνων.
Φιντέλ: Πόσα τουφέκια φέρνεις; Ραούλ: Πέντε. Φιντέλ: Και δύο που έχω εγώ, εφτά! Εντάξει, τώρα κερδίζουμε τον πόλεμο!
“…Μη μου μιλάς λοιπόν για πλάνα και στρατηγικές Για χτεσινά διδάγματα και ώριμες συνθήκες Αυτοί που πέσανε κι αυτοί που αύριο θα πέσουν φαντάσματα είναι και με κυνηγούν…”