«Ο Μαξίμ στην Εξουσία» των Γκρ. Κόζιντσεφ και ο Λ. Τράουμπεργκ, στους κινηματογράφους από τη New Star

Η τελευταία ταινία της τριλογίας σε πλήρη έκδοση, μας δείχνει την Πετρούπολη μετά τη νίκη του Οχτώβρη, πάντα μέσα από τον ήρωα της τριλογίας, τον Μαξίμ.

«Ο Μαξίμ στην Εξουσία»
Vyborgskaya Storona / The Vyborg Side

Κοινωνική Ασπρόμαυρη Διάρκεια: 105′ (ολοκληρωμένη στην πλήρη της έκδοση)

Παραγωγή: Σοβιετική Ένωση Σκηνοθεσία: Γκριγκόρι Κόζιντσεφ, Λεονίντ Τράουμπεργκ

Πρωταγωνιστούν: Μπορίς Τσιρκόφ, Βαλεντίνα Κιμπάρντινα, Μιχαήλ Ζαροφ

ΔΙΑΝΟΜΗ -NEW STAR
Από 14 Νοέμβρη στους κινηματογράφους

Ο εξπρεσιονισμός, ολοφάνερος στις εσωτερικές σκηνές, διαχέεται μέσα στον ρεαλισμό και του δίνει μια διάσταση σαφέστατα ποιητική. Έπειτα, τα επιλεγμένα από τον Σοστακόβιτς τραγούδια λειτουργούν σαν υποσημείωση, ενώ η πριν και μετά απ’ αυτά δράση «προσγειώνεται» και «απογειώνεται» όπως περίπου στο μιούζικαλ, κι αυτό διαβρώνει διακριτικά την ορθόδοξη ρεαλιστική αφήγηση.Ο Μαξίμ στην εξουσία είναι η λογική κατάληξη μιας εκρηκτικής νιότης και μιας θυελλώδους επιστροφής. Αλλά η εξουσία που ασκεί ο Μαξίμ σαν διευθυντής τράπεζας είναι κι αυτή εκρηκτική και θυελλώδης, δηλαδή, ατόφια λαϊκή. Δεν γνωρίζει τους νόμους της οικονομίας, γνωρίζει όμως τη λογική της και αυτό είναι υπεραρκετό για μια γνήσια λαϊκή εξουσία. Η τριλογία τελειώνει το 1918 με τον λαϊκό ήρωα Μαξίμ στη (λαϊκή) εξουσία. Δεν ξέρουμε τι απέγινε ο ίδιος ή οι απόγονοί του μερικά χρόνια αργότερα, ενώ οι σκηνοθέτες περιορίζονται σε ένα ανοιχτό προς το μέλλον (και τη δράση) πλάνο που μπορεί να λειτουργήσει σαν ερωτηματικό.

Η τελευταία ταινία της τριλογίας του «Μαξίμ», των Γκριγκόρι Κόζιντσεφ και Λεονίντ  Τράουμπεργκ, υπό τον πρωτότυπο τίτλο, «Βίμποργκσκαγια Στορονά»(1) (σσ. «Η μεριά του Βίμποργκ») του 1938, με την ελληνική εκδοχή του να είναι το απλούστερο, «Ο Μαξίμ στην εξουσία», μας δείχνει την Πετρούπολη μετά τη νίκη του Οχτώβρη, πάντα μέσα από τον ήρωα της τριλογίας, τον Μαξίμ.
Οι σκηνοθέτες «ανιχνεύουν» τα πρώτα βήματα της νεογέννητης σοβιετικής εξουσίας. «Και
πάλι όμως», γράφει ο Χανιούτιν(2) «η βασική κατάσταση της ταινίας, από την μια είναι εξαιρετικά σοβαρή και από την άλλη, γεμάτη χιούμορ». Ο Μαξίμ είναι πλέον κομισσάριος της κρατικη τράπεζας. «Ο ήρωάς μας κοιμάται σε ένα ντιβάνι στο Σμόλνι* και πάνω από το κεφάλι του μια πινακίδα γράφει: “Για υποθέσεις της Κρατικής τράπεζας να ενοχλείται μετά τις 7 το πρωί”. Και στην συνέχεια, η ζαλάδα του ήρωα μπροστά στα μυστικά των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, το φανερό σαμποτάζ των υπαλλήλων και η επιμονή του επαναστατικού ηγέτη, που με την υποστήριξη των μαζών διευθύνει την περίπλοκη οικονομική μηχανή. Στην διαδικασία της εξέλιξης – από τις αρχικές εκδοχές του “Ο Μαξίμ στην εξουσία” έως την τελική μορφή της – η ταινία έχασε κάπως τις κωμικές στιγμές της. Χάθηκε η οξύνεια της σκηνής της αρχικής έλευσης του Μαξίμ στην τράπεζα, όταν φοβήθηκε τον θυρωρό με τη ντεράστια γενειάδα. Χάθηκε ακόμα και η σκηνή – η οποία υπήρχε στο δημοσιοποιημένο σενάριο – του
δημόσιου υπαλλήλου, Καπίτσιν, ο οποίος συμφώνησε να δουλέψει για τη νέα εξουσία, αλλά
μόνο με το ζόρι: “Κι αν δεν κρατηθείτε πολύ, τότε εγώ τι θ’ απογίνω;”. Αυτή η απώλεια ήταν
πολύ ευαίσθητη. Στον Καπίτσιν, ο Κόζιντσεφ και ο Τράουμπεργκ πρόβαλαν την φιγούρα του
μπουρζουά ειδικού με την διπλή ψυχολογία.
Η ίδια κοινωνική εγρήγορση που επέδειξαν οι σκηνοθέτες βλέποντας τον Καπίτσιν, τους
βοήθησε να επιλέξουν από την εποχή φιγούρες, όπως η σκοτεινή στρατιωτίνα, Ευδοκία
Κοζλόβα και ο πρώην υπάλληλος, ο γλύφτης των αρχόντων και νυν αναρχικό, Πλατόν Ντίμπα.
(…)
(…) Η βασική νίκη του φιλμ ήταν ο ίδιος ο Μαξίμ. Εδώ συνενώθηκαν η δημαιουργική αίσθηση
της ιστορίας και ξεκάθαρη αντίληψη των σύγχρονων ζητημάτων. (…)
Στην αρχή της ταινίας, όπου ο Μαξίμ εμφανίζεται ντυμένος με το δερμάτινο σακάκι του
κομισσάριου, υπάρχουν στιγμές που επιτρέπει στον εαυτό του να θυμάται τον παλιό,
σκανταλιάρικο νεαρό από τα εργατικά περίχωρα. Αλλά το μέγεθος των υποχρεώσεων, ο
φόρτος της δουλειάς, κάνουν τον ήρωα όλο και πιο σοβαρό, σκληρό. Στο φινάλε της ταινίας
συναντιέται με τους υπαλλήλους της τράπεζας, σπασμένους, ταπεινωμένους, εκτεθειμένους,
που ζητάνε άδεια να γυρίσουν στην δουλειά: “Είμαστε φιλήσυχοι Ρώσοι”. “Εσεις, Ρώσοι;” τους
διακόπτει εξαγριωμένος ο Μαξίμ. “Τολμάτε ακόμα να μιλάτε για την Ρωσία; Τι έχετε πάνω σας
ρωσικό, κύριοι Σουμάχερ, Ματσίεβσκι, Αντρεζέν; τα επίθετά σας είναι γερμανικά, με τους
σπιούνους μάθατε αγγλικά και τάξη ονειρευόσασταν να φέρετε ιαπωνική”. Μια υπογράμμιση
στον καθορισμένο χρόνο. Ακριβώς στην δεκαετία του ‘30, όπου τόσο δυνατά ακούγονται τα
εθνικο-πατριωτικά θέματα, οι αρνητικοί χαρακτήρες αποδίδονται όχι μόνο την ταξική του
εχθρότητα προς το προλεταριάτο, αλλά και ως αποστάτες του έθνους.(…)».
Γράφει ο ίδιος ο Κόζιντσεφ (3): «Οταν μπροστά μας τέθηκε το ζήτημα για την τρίτη συνέχεια
της ταινίας για την Οχτωβριανή Επανάσταση, επιλέξαμε πρώτ’ απ’ όλα εκείνο το κομμάτι, το
οποίο, όπως φαίνεται, στην τέχνη, στον κινηματογράφο δεν είχε αναδειχθεί μέχρι τότε. Στην
πλειοψηφία των περιπτώσεων των ταινιών για το ‘17, ξεκινούσαν από τα γεγονότα του Ιούλη** ή από την επανάσταση του Φλεβάρη και τέλειωναν με την έφοδο στα Χειμερινά Ανάκτορα, δηλαδή, με τις πιο έντονες, τις πιο πετυχημένες στιγμές για την συναισθηματική φόρτιση της ταινίας. Εμείς δοκιμάσαμε να αφήσουμε εκτός οθόνης την έφοδο στα Χειμερινά Ανάκτορα και να δείξουμε την επόμενη μέρα της γέννησης του νέου κράτους. Και η ταινία έγινε, με κάποιο τρόπο, εσκεμμένα πρωτόγονη, ξεκίνησε από τον λόγο του Λένιν, δηλαδή, ουσιαστικά, με το επίγραμμα: “Στην ρίζα θα σπάσει ο παλιός κρατικός μηχανισμός και θα δημιουργηθεί νέος μηχανισμός καθοδήγησης στο πρόσωπο των σοβιετικών οργανώσεων”. Βάζουμε το επίγραμμακαι αμέσως μετά προσπαθούμε με όλα τα απεικονιστικά συστήματα της ταινίας, αυτήν την θέση να την ανοίξουμε, όχι ως δήλωση ή σύνθημα, αλλά στην μέγιστη αποκάλυψη αυτού του θέματος, κάθε θέσης του, κάθε λεπτομέρειας.
Όταν βάλαμε αυτό το ζήτημα μπροστά μας, αμέσως επιλέξαμε και το υλικό. Χρειαζόμασταν ένα διττό υλικό. Από την μια μεριά ο παλιός κρατικός μηχανισμός, που πάει προς διάλυση και από την άλλη μεριά χρειαζόμασταν τα αρχικά, βασικά στοιχεία της νέας εξουσίας, τα Σοβιέτ. Γι’ αυτό η δράση της ταινίας (και πάνω σε αυτό βρίσκεται η τεράστια δραματουργική δυσκολία της και μια ολόκληρη σειρά ατελειών της) ….. , την τράπεζα και τα Σοβιέτ. Κάποιοι σύντροφοι και εδώ και στο Λένινγκραντ, μας κατηγόρησαν, ότι η ταινία είναι λιγότερο ευνοϊκή προς την
πλευρά της τράπεζας, από όσο είχε γραφτεί στο σενάριο. Αυτό δεν συνέβη τυχαία. Το θέμα
είναι, ότι τα γεγονότα που συμβαίνουν στην τράπεζα, δεν λύθηκαν μέσα στην τράπεζα. Το
σαμποτάζ των δημοσίων υπαλλήλων έσπασε όχι μόνο χάρη, ότι εντός της τράπεζας λήφθηκαν εκείνα ή τα άλλα κατασταλτικά μέτρα, αλλά και γιατί μεγάλωνε η νέα εξουσία. Και αυτή η αφηγηματική γραμμή αποτέλεσε την δραματουργία της ταινίας. Οι ήρωές μας στερούνται συγκεκριμένου επαγγέλματος. Σε αυτήν την ταινία ο Μαξίμ είναι και τραπεζικός και τσεκίστ*** και εισαγγελέας και εκτελεστής μιας ολόκληρης σειρά διαφορετικών καθηκόντων. Κάτι που αποτελεί, σε έναν μεγάλο βαθμό, χαρακτηριστικό για την ζωή του κοινωνικού εργαζόμενου εκείνης της εποχής.
Η ταινία γεννήθηκε από την αίσθηση του χάους και της δίνης των πρώτων ημερών της νέας
ζωής. Ετσι δημιουργήθηκε όλο το Σοβιέτ, όταν ακόμη καρφώνουν την πινακίδα, φτιάχνουν τα
έπιπλα, ακόμη δεν έχουν κινηματογραφηθεί τα δάση. Ολο αυτό πρέπει να μυρίζει  σοβάντισμα.
Ξεκινά η μέρα της νέας ζωής. Από τον σωρό του αστείου, του λυρικού, του μικροσκοπικού και, ίσως, του προσωπικού, από όλο αυτό αναπτύσσεται ο τεράστιας κλίμακας νέος κόσμος.
Θα ήθελα να μιλήσω λίγο σχετικά με το στυλ. Σήμερα στην τέχνη μας εμφανίζεται ένα είδος
γενικού ΜΧΑΤ****, δηλαδή η δημιουργική διαδικασία του παιξίματος του ηθοποιού, η οποία
έχει επεξεργαστεί με υπέροχο τρόπο στο σύστημα του ΜΧΑΤ, αλλά αυτό που φαίνεται ως
προπαρασκευαστικό της δημιουργικής διαδικασίας, μετατρέπεται σε στυλ παιξίματος. Αυτό
που γίνεται στον κινηματογράφο, είναι ένα ΜΧΑΤ, όχι πρώτης ποιότητας, που έχει παρθεί από δεύτερο χέρι. Μας φάνηκε, ότι πολύ περισσότερο θα μας βοηθήσει το μάθημα, όχι τόσο αυτού του είδους θεατρικής τέχνης, όσο ενός χαμηλότερου είδους, διότι στα χαμηλά είδη του θεάτρου μπορεί περισσότερο να βρεθούν οι παραδόσεις της δολκλορικής τέχνης και του λαϊκού ήρωα.
Αν παρακολουθούσατε προσεκτικά την ταινία, θα βλέπατε, ότι στον τομέα του παιξίματος των
ηθοποιών, εδώ έχουμε ένα απροκάλυπτο μελόδραμα, ένα απροκάλυπτο βαριετέ, μια φάρσα
κλπ. Για να μην μιλήσουμε για τα τραγούδια, στην οποία χτίστηκε ολόκληρη σειρά από
τεχνικές».

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: