Εφιάλτης…

Κυριολεκτικά μια «τρίχα» από ένα βιομηχανικό ολοκαύτωμα, με ανυπολόγιστες καταστροφές. Και το κράτος μπροστά σε ένα επαναλαμβανόμενο τέτοιο έγκλημα, στέλνει ένα μήνυμα με το 112 και «καθάρισε»…

«Εφιάλτης» στη Μαγνησία από το ενδεχόμενο ενός Βιομηχανικού Ατυχήματος Μεγάλης Έκτασης, «εφιάλτης» και στον Ασπρόπυργο με την πυρκαγιά σε βιομηχανική εγκατάσταση, με τον καπνό να σκεπάζει όλη τη Δυτική Αττική. «Εφιάλτης» και στην αποθήκη πυρομαχικών στη Νέα Αγχίαλο που οι εκρήξεις συνταράσσουν όλη τη Μαγνησία.

Κυριολεκτικά μια «τρίχα» από ένα βιομηχανικό ολοκαύτωμα, με ανυπολόγιστες καταστροφές. Και το κράτος μπροστά σε ένα επαναλαμβανόμενο τέτοιο έγκλημα, στέλνει ένα μήνυμα με το 112 και «καθάρισε»… Πότε για να φύγουν όπως όπως από τη φωτιά όπως στη Μαγνησία, πότε για να κλειδαμπαρωθούν καλοκαιριάτικα στα σπίτια τους, όπως χτες στα δυτικά της Αθήνας.

Ο εφιάλτης αυτός επαναλαμβάνεται πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. Πυρκαγιές και εκρήξεις σε εργοστάσια και αποθήκες, σε βυτιοφόρα και σε υποσταθμούς της ΔΕΗ, δασικές πυρκαγιές όπως το 2021 αλλά και φέτος στην Αττική δίπλα σε μεγάλες βιομηχανικές ζώνες, έντονη σεισμική δραστηριότητα, πλημμύρες. Και κάθε φορά, βγαίνει στην επιφάνεια η τραγική αλήθεια: Το σημερινό αντιλαϊκό κράτος τού «πάμε κι όπου βγει» δεν έχει κανένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την προστασία του λαού, απέναντι σε φυσικά φαινόμενα και βιομηχανικούς κινδύνους γιατί δεν θέλει και δεν μπορεί. Γιατί ένα τέτοιο σχέδιο είναι κόστος εκτός προτεραιοτήτων για το κράτος των επιχειρηματικών ομίλων, γιατί ένα τέτοιο σχέδιο θα προσκρούσει αντικειμενικά στο κυνήγι των επιχειρηματικών ομίλων για το μέγιστο κέρδος.

Έτσι η εκάστοτε κυβέρνηση παρουσιάζει ως «φυσικό επακόλουθο» τους μεγάλους κινδύνους από τη βιομηχανική δραστηριότητα, προκειμένου να δικαιολογεί τις καταστροφές. Μόνο που, ακριβώς επειδή η βιομηχανική δραστηριότητα είναι επικίνδυνη, θα έπρεπε να υπάρχουν μέτρα και σχεδιασμός τέτοιος ώστε να ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες για ατύχημα, ειδικά σήμερα με τις σύγχρονες τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις.

Το πρόβλημα λοιπόν είναι ότι η συνολική λειτουργία τέτοιων εγκαταστάσεων δεν εντάσσεται σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που να παίρνει υπόψη του όλες τις παραμέτρους και τους κινδύνους για την περιοχή, για την υγεία των εργαζομένων και των κατοίκων, για το αποτύπωμα στο περιβάλλον, ειδικά σε επιχειρήσεις που ακόμα και η «φυσιολογική» λειτουργία τους έχει ήδη αποδειχτεί ιδιαίτερα επιβαρυντική. Κυρίως, όμως, είναι κρίσιμο το εάν προβλέπονται τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης, περιορισμού και αντιμετώπισης των κινδύνων σε πραγματικές συνθήκες.

Γίνεται κάτι τέτοιο; Σε καμία περίπτωση. Αντίθετα, κυβερνήσεις και Περιφέρειες χωροθετούν και δίνουν άδεια λειτουργίας σε βιομηχανίες δίπλα σε κατοικημένες περιοχές. Μεγάλες Βιομηχανικές Περιοχές, με χιλιάδες εργαζόμενους, συνορεύουν με οικισμούς δεκάδων χιλιάδων κατοίκων. Μέσα στις ζώνες επικινδυνότητας των ΒΙΠΕ βρίσκονται οικισμοί, παιδικοί σταθμοί, σχολεία, αγροτοκαλλιέργειες, γειτονεύουν δασικές περιοχές, πλήθος επιχειρήσεων με εκατοντάδες εργαζόμενους, Εθνικές οδοί και άλλες οδοί μεταφοράς. Το ίδιο το νομοθετικό πλαίσιο επιτρέπει τη λειτουργία μιας σειράς εγκαταστάσεων μέσα στον αστικό ιστό. Στο όνομα της αντιμετώπισης της γραφειοκρατίας έχουν μειωθεί οι αναγκαίοι έλεγχοι άδειας λειτουργίας. Σε πολλές περιπτώσεις αρκεί μια υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη, η οποία μπορεί και να μην ελεγχθεί ποτέ αν δεν γίνει σχετική καταγγελία. Λειτουργούν τοξικές «βόμβες» μέσα στον αστικό ιστό με σοβαρό κίνδυνο ενός μεγάλου βιομηχανικού ατυχήματος – ντόμινο.

Τα δε πρωτόκολλα ασφαλείας σήμερα περιορίζονται στη σύνταξη σχεδίων αντιμετώπισης τεχνολογικών ατυχημάτων και σε ορισμένες γενικές οδηγίες ενημέρωσης του κοινού. Ακόμα κι όταν υπάρχουν κάποια σχέδια στα χαρτιά, αυτά παρουσιάζουν σημαντικές ελλείψεις ή είναι παρωχημένα, καθώς έχει αλλάξει σημαντικά η παραγωγική δραστηριότητα από όταν συντάχθηκαν. Κυρίως, όμως, στις μελέτες αυτές δεν εξετάζεται ολοκληρωμένα η αλληλεπίδραση μεταξύ δραστηριοτήτων σε μια περιοχή αλλά μεμονωμένα κάθε επιχείρηση. Το κράτος, αντίθετα, διαχρονικά θωρακίζει την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου με την απουσία ουσιαστικού ελέγχου για την εφαρμογή της νομοθεσίας, αλλά και με τη διατήρηση κενών ώστε να μην εφαρμόζεται αυτή αποτελεσματικά. Π.χ., πόσο «ολοκληρωμένος» μπορεί να είναι ένας σχεδιασμός πρόληψης όταν σε μεγάλα εργοστάσια με επικίνδυνες δραστηριότητες γενικεύεται η δουλειά – λάστιχο, πολλαπλασιάζονται οι εργολαβικοί και ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι που δεν «στεριώνουν» στον χώρο δουλειάς, οπότε δεν εξοικειώνονται και με τα όποια μέτρα ασφαλείας; Τι «πρόληψη» να γίνει σε περιοχές, όπως ο Ασπρόπυργος, που δεν έχει γίνει ποτέ μια άσκηση εκκένωσης ή διαφυγής στον πληθυσμό, που είναι έτσι κι αλλιώς ένας λαβύρινθος, με αδιέξοδα, μάντρες στο πουθενά κ.λπ.; Μπορεί λοιπόν αυτό το εξάμβλωμα να το «θεραπεύσει» ένα κράτος και μια κυβέρνηση που υπηρετεί την εμπορευματοποίηση της γης και εφαρμόζει έναν χωροταξικό σχεδιασμό με βάση τα «θέλω» των βιομηχάνων;

Ο κίνδυνος βιομηχανικού ατυχήματος και οι τραγικές επιπτώσεις του είναι λοιπόν «γέννημα – θρέμμα» της αναρχίας της καπιταλιστικής παραγωγής, του ανταγωνισμού και της μόνιμης προσπάθειας για ένταση της εκμετάλλευσης. Είναι δηλαδή φαινόμενο με αιτία και βαθιά ρίζα στο σημερινό σύστημα. Οι εφιαλτικές εικόνες των τελευταίων ημερών επιβεβαιώνουν τη ζωτική ανάγκη να βρεθούν στο επίκεντρο της διεκδίκησης τα μέτρα ουσιαστικής πρόληψης και προστασίας, με ευθύνη του κράτους και της εργοδοσίας. Να βρεθεί στο στόχαστρο της πάλης ο πραγματικός αντίπαλος, το ίδιο το σύστημα της εκμετάλλευσης που γεννάει τέτοιους ανυπολόγιστους κινδύνους για τον λαό.

 

Αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Παρασκευής 28 Ιούλη 2023

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: