Ένας αντιπρόεδρος για όλες τις (βρώμικες) δουλειές
Από τα “300 κιλά” που θα γίνουμε από το φαΐ μέχρι τους μακροχρόνια ανέργους που “δουλεύουν μαύρα” άρα δε δικαιούνται επίδομα, ο Άδωνις Γεωργιάδης συνεχίζει να είναι και μες στην πανδημία ο άνθρωπος των ειδικών προπαγανδιστικών αποστολών της κυβέρνησης.
Με εξαίρεση τα μπουμπουκομπότ και κάποιες πολιτικά ανίατες ακροδεξιές περιπτώσεις, η υπόλοιπη Ελλάδα αγαπάει να μισεί τον Άδωνι Γεωργιάδη. Ο ίδιος όχι απλά δεν ενοχλείται από αυτό, αλλά φαίνεται και να το επιδιώκει με κάθε ευκαιρία, αφού ως (ελλαδ)έμπορας χρόνια στο κουρμπέτι γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα ότι “δεν υπάρχει κακή δημοσιότητα”. Δεν ενοχλούνται όμως και στο κόμμα του, γνωρίζοντας ότι ο Άδωνις είναι ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Να λέει δηλαδή μεγαλόφωνα αυτά που άλλα μέλη της κυβέρνησης προτιμούν να υπονοούν ή απλά να το εφαρμόζουν ντε φάκτο μέσω των πολιτικών τους, κι αν ποτέ τους τεθεί ζήτημα για τα όσα λέει ο αντιπρόεδρος – μην ξεχνιόμαστε – της ΝΔ και υπουργός ανάπτυξης, να μπορούν αν χρειαστεί να τα αποδίδουν στην “ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του”.
Το συνηθισμένο ρόλο του επιτελεί λοιπόν για μια ακόμα φορά ο Γεωργιάδης σε καιρούς πανδημίας, αναλαμβάνοντας να πάρει πάνω τους τις λιγότερο “εύπεπτες” πλευρές των οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης στα χρόνια του κορονοϊού. Μάλιστα, μέσα σε διάστημα λίγων ημερών κάνει απανωτές “επιθέσεις” γιατί μάλλον πολύ αέρα πήραν κάποιοι και οφείλει να τους βάλει στη θέση τους. Αποδεικνύοντας το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τη σιλουέτα των εργαζόμενων, ο Άδωνις Γεωργιάδης αναρωτήθηκε τι τα θέλει πια τα λεφτά ο Έλληνας, αφού δεν έχει κάπου να τα ξοδέψει, με ορατό τον κίνδυνο της παχυσαρκίας από υπερκατανάλωση φαγητού: “Πόσο θα φάει πια; 300 κιλά θα γίνει ο καθένας;”. Για να μην πούμε ότι οι παχύσαρκοι ανήκουν και στις ευπαθείς ομάδες στον κορονοϊό. Ελάχιστες μέρες μετά και συγκεκριμένα αμέσως μετά το χθεσινό διάγγελμα του πρωθυπουργού για τη χορήγηση επιδόματος 400 στους μακροχρόνια ανέργους, αλλά όχι για τους πάνω από 12 μήνες, δηλαδή την πλειονότητα αυτής της κατηγορίας, ο Άδωνις είπε ότι για να επιβιώνει κάποιος 30 με 40 μήνες “κάπου στην πραγματικότητα εργάζεται, απλώς δεν τον δηλώνει”. Προφανώς ο υπουργός δεν έχει ακούσει για ανθρώπους που ζουν με τους γονείς τους ως τα … γεράματα για αυτό το λόγο, ή που περιμένουν τη σύνταξη των παππούδων για να συντηρηθεί. Ναι, κάποιοι μπορεί να κάνουν περιστασιακά μαύρα μεροκάματα, ή ακόμα και να έχουν “σταθερή” μαύρη εργασία, στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων ωστόσο αυτό δεν αποτελεί επιλογή τους, αλλά αποτέλεσμα επιβολής από εργοδότες που αλωνίζουν. Είναι δουλειά του κράτους να ελέγχει και να πατάσσει την αδήλωτη εργασία, όχι να ζητά από τους άνεργους να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες και να τους αντιμετωπίζει εκ προοιμίου ως καταχραστές επιδομάτων. Στον επόμενο τόνο, ίσως οι άνεργοι που δεν επιδοτούνται να πρέπει να παρουσιάσουν και ιατρικά πιστοποιητικά υποσιτισμού για να δικαιούνται ενίσχυσης.
Σε άλλη του, ραδιοφωνική παρέμβαση, ο υπουργός υπερασπίστηκε και τις εισπρακτικές εταιρείες, δηλώνοντας ότι μπορούν να παρενοχλούν όσους δε βρίσκονται μεταξύ των εργαζομένων και των επιχειρήσεων που εντάσσονται στο επίδομα των 800 ευρώ, φέρνοντας ως παράδειγμα τους συνταξιούχους και τους δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι προφανώς μπορούν να πιέζονται ανεμπόδιστα σε συνθήκες καραντίνας με αμέτρητα τηλεφωνήματα.
Είναι βέβαιο ότι την επόμενη μέρα, όταν το πρόταγμα θα είναι η “ανάκαμψη πάση θυσία” (των εργαζομένων), ο Άδωνις θα συνεχίσει να εκτελεί το ρόλο του, το θέμα δεν είναι μόνο να εκτονωνόμαστε από τον καναπέ στον οποίο προς το παρόν αναγκαστικά είμαστε προσδεδεμένοι σε βάρος του προσώπου, αλλά να βγαίνοντας από την απομόνωση να βάλουμε σε καραντίνα μια πολιτική που έχει ανάγκη από Γεωργιάδηδες.