Η Καισαριανή τίμησε την επέτειο του ΟΧΙ του ελληνικού λαού ενάντια στο φασισμό-ναζισμό (φωτογραφίες)
Μέσα σε κλίμα περηφάνιας πραγματοποιήθηκε ο φετινός εορτασμός στην Καισαριανή για την επέτειο του ΟΧΙ του ελληνικού λαού ενάντια στο φασισμό-ναζισμό.
Μέσα σε κλίμα περηφάνιας πραγματοποιήθηκε ο φετινός εορτασμός στην Καισαριανή για την επέτειο του ΟΧΙ του ελληνικού λαού ενάντια στο φασισμό-ναζισμό.
Την επιμνημόσυνη δέηση ακολούθησε ομιλία του Αντιδημάρχου Καισαριανής Σίμου Πολυχρονάκη για τη σημασία της επετείου. Στη συνέχεια στεφάνια κατέθεσαν εκ μέρους του Δημοτικού Συμβουλίου ο Δήμαρχος Καισαριανής, Ηλίας Σταμέλος, καθώς και εκπρόσωποι κρατικών και τοπικών φορέων της πόλης μας. Πολλοί αντί στεφάνου προσέφεραν οικονομική ενίσχυση σε διάφορους φορείς, μεταξύ άλλων και στο Μουσείο ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης Καισαριανής.
Στην ομιλία του ο Αντιδήμαρχος ανέφερε πως: «Η 28η Οκτωβρίου του 1940 και η κατοπινή πάλη του ελληνικού λαού ενάντια στη φασιστική τριπλή κατοχή αποτελεί και στις μέρες μας πηγή έμπνευσης και διδαγμάτων, λειτουργεί ως κάλεσμα για λαϊκή αντίσταση και οργάνωση.
Τιμάμε σήμερα αυτούς που με το αίμα τους πότισαν το δένδρο της λευτεριάς. Τον αγώνα και τους νεκρούς στο κυρίως μέτωπο των μαχών αλλά και στ μετόπισθεν. Τους ΕΑΜίτες, τους θρυλικούς ΕΠΟΝίτες, τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, τους ανθρώπους που μαζί με τόσους άλλους επώνυμους και ανώνυμους, δε λυπήθηκαν τους κόπους και τις θυσίες, στάθηκαν αγέρωχοι στα βασανιστήρια, τις διώξεις, το εκτελεστικό απόσπασμα.»
Αναφερόμενος στην σημαντική προσφορά της ίδιας της Καισαριανής σε αυτόν τον αγώνα τόνισε ότι: «σε τούτο τον τόπο, στην Καισαριανή, που αποτέλεσε κάστρο της πάλης ενάντια στον φασισμό, νιώθουμε ιδιαίτερα την ευθύνη της υπεράσπισης της ιστορικής αλήθειας. Την ευθύνη της αντίστασης στην επιχείρηση παραχάραξής της, τόσο από αυτούς που την εχθρεύονται ανοιχτά, όσο και από αυτούς που θέλουν να την προσαρμόσουν σε «βολικά καλούπια».
Ο Αντιδήμαρχος στάθηκε ιδιαίτερα στο σύμβολο της αντίστασης ενάντια στον φασισμό, στο Σκοπευτήριο Καισαριανής – «τη ματωμένη καρδιά της Ελλάδας» καθώς:
«αυτός ο ιερός χώρος που για δεκαετίες χιλιάδες Καισαριανιώτες πάλεψαν να αποδοθεί στη μνήμη, στο λαό και τις ανάγκες του, συνεχίζει εδώ και χρόνια να αποτελεί την αφορμή για να ανιχνεύουμε και να ανατρέχουμε στην ιστορική μας κληρονομιά. Αποτελεί και σήμερα κέντρο της πάλης ενάντια στον φασισμό που σηκώνει ξανά κεφάλι, αλλά και της αντίστασης στην κατάπτυστη θεωρία των δύο άκρων των σπουδαγμένων επιτελείων της ΕΕ, που προσπαθεί να ταυτίσει το φασισμό με το λαϊκό αγώνα, με ό,τι πιο προοδευτικό έδωσε στο πέρασμά της η ανθρωπότητα.
Κάθε χρόνο πραγματικά χιλιάδες είναι οι επισκέπτες που οργανωμένα ξεναγούνται στο «Θυσιαστήριο», το «Μνημείο των πεσόντων» και πλέον στο «Μουσείο ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης». Ανάμεσά τους εκατοντάδες σχολεία και συλλογικοί φορείς απ’ όλη την Ελλάδα. Σε πείσμα -είναι η αλήθεια- των διάφορων νοσταλγών του φασισμού και του ναζισμού στην πόλη μας.»
Στην ομιλία του αναφέρθηκε στην τελευταία εξέλιξη με την οριστική απομάκρυνση της Σκοπευτικής Εταιρείας από τον ιερό χώρο επισημαίνοντας ότι: «Από τις 20 του προηγούμενου μήνα, και έπειτα από κοντά εννιά δεκαετίες, ξεριζώθηκε από τον χώρο του Σκοπευτηρίου και το τελευταίο ίχνος της βέβηλης παρουσίας της Σκοπευτικής Εταιρείας, που αμπαλάρισε και τα τελευταία εναπομείναντα πράγματά της και πήγε στον αγύριστο.
Για την εξέλιξη αυτή οι Καισαριανιώτες και οι Καισαριανιώτισσες έχουν κάθε λόγο να νιώθουν περήφανοι. Χωρίς τη δική τους πάλη, την επιμονή και την αποφασιστικότητά τους τίποτα δε θα είχε πραγματοποιηθεί. Και από αυτό το βήμα ξεκαθαρίζουμε ότι θα συνεχίσουμε τις διεκδικήσεις, την προσπάθεια αναβάθμισης και ανάδειξης του Σκοπευτηρίου, για να είναι αντάξιο της ιστορίας που κουβαλάει και των αναγκών του λαού. Θα συνεχίσουμε ακούραστα την προσπάθεια υπεράσπισης της ιστορικής αλήθειας.»
Στάθηκε στα συμπεράσματα που μας προσφέρει η δεκαετία του 1940-1949 και στο σύγχρονο μήνυμα αυτής, προκειμένου με μεγαλύτερη ωριμότητα να αντιμετωπίσουμε τα καθήκοντα του παρόντος και του μέλλοντος. Γιατί « αυτοί που αγωνίστηκαν για να απελευθερώσουν την Ελλάδα, μη λογαριάζοντας θυσίες και κόπους, πάλευαν παράλληλα με την απελευθέρωση από τον κατακτητή και για την κοινωνία των αναγκών και των ονείρων τους. Αυτήν που θα κατοχύρωνε το δικαίωμα στη δουλειά, στη μόρφωση, στον ελεύθερο χρόνο και θα απαγόρευε την πείνα, την φτώχεια, την ανεργία. Αυτό ήταν το κίνητρο που έδωσε δύναμη σε αυτόν τον αγώνα, έναν αγώνα που δεν δόθηκε για γυρίσουν στα παλιά. Λαοκρατία έλεγε το ΕΑΜ, μια κοινωνία που θα εξασφάλιζε ότι ο λαός που παράγει τον πλούτο, θα τον δικαιούται και θα τον απολαμβάνει.
Το καθήκον αυτό παραμένει επίκαιρο σήμερα. Σήμερα που οι νέοι κήρυκες της υποταγής παρουσιάζουν ως «εθνικό στόχο» την ανάπτυξη που θα στηριχθεί πάνω στα ερείπια των εργατικών λαϊκών δικαιωμάτων. Που παρουσιάζουν σαν προνόμιο την συμμετοχή της χώρας σε όλα τα πολεμικά σχέδια και στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Που την προσήλωση τους στα αντιλαϊκά μέτρα και τους χαριεντισμούς τους με τους παγκόσμιους ηγέτες της αντίδρασης, επιχειρούν να συγκαλύψουν με αναφορές στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και προκλητικές επισκέψεις στην Μακρόνησο.
Το παρελθόν τιμά πραγματικά μόνο εκείνος που βρίσκεται στο πλευρό του λαού κι όχι εναντίον του.
Η αντίσταση μπροστά στην βαρβαρότητα που έχει ετοιμαστεί για το μέλλον της νέας γενιάς, η πάλη για τα σύγχρονα δικαιώματα στη δουλειά, στη μόρφωση, στην υγεία, στον ελεύθερο χρόνο, είναι το σημερινό ΟΧΙ που είναι καθήκον να υψώσουμε.
Με τα λόγια του ποιητή:
Όποιος αγωνίζεται μπορεί και να χάσει,
Όποιος δεν αγωνίζεται έχει ήδη χάσει.
Καλή συνέχεια στους αγώνες που έρχονται!»