108 χρόνια από τις σφαγές και τις εκτοπίσεις του αρμένικου λαού
Η 24η Απριλίου του 1915 έχει οριστεί ως μέρα μνήμης των εκτεταμένων διώξεων, λεηλασιών, εκτοπίσεων και σφαγών που υπέστησαν οι Αρμένιοι από την τουρκική αστική τάξη.
Η 24η Απριλίου του 1915 έχει οριστεί ως μέρα μνήμης των εκτεταμένων διώξεων, λεηλασιών, εκτοπίσεων και σφαγών που υπέστησαν οι Αρμένιοι από την τουρκική αστική τάξη. Ολα αυτά ήταν ακόμη ένα μέσο στη στρατηγική επιδίωξη της τελευταίας να καταλάβει την οικονομική και πολιτική πρωτοκαθεδρία σε έναν γεωγραφικό χώρο που θεωρούσε δικό της. Επιδίωξη που σκόνταφτε στην οικονομική και πολιτική ισχύ που είχαν οι κεφαλαιούχοι μειονοτήτων, όπως και των Αρμενίων, μέχρι τότε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Αυτή η τραγωδία, όπως και πολλές που βίωσαν οι λαοί εκείνη την περίοδο, δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία», αλλά η σκληρή πραγματικότητα διαμόρφωσης των αστικών κρατών στην ευρύτερη περιοχή, στο φόντο της όξυνσης των αντιθέσεων ανάμεσα στις υπάρχουσες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Πραγματικότητα που περιλαμβάνει τους βαλκανικούς πολέμους, με σφαγές και βίαιες εκτοπίσεις αλλοεθνών ή αλλόθρησκων, αναγκαστικές εθνικές αφομοιώσεις, τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα αντίστοιχα ματωμένα γεγονότα στην εναπομείνασα Οθωμανική Αυτοκρατορία, που άνοιξαν τον δρόμο για την ίδρυση του τουρκικού αστικού κράτους.
Ειδικότερα η σύγκρουση ανάμεσα στην τουρκική και αρμένικη αστική τάξη μπήκε σε νέα φάση με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και την είσοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ιμπεριαλιστική συμμαχία των λεγόμενων Κεντρικών Δυνάμεων απέναντι σε αυτή της Αντάντ. Η εκτόπιση του αρμένικου λαού προωθήθηκε με το προκάλυμμα της πολεμικής στήριξης της αρμένικης αστικής τάξης στην ιμπεριαλιστική συμμαχία της Αντάντ και τη θεώρηση συνολικά των Αρμενίων ως «πέμπτης φάλαγγας» στα ανατολικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Από την πλευρά της η αρμένικη αστική τάξη, υπολογίζοντας σε ήττα της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας των Κεντρικών Δυνάμεων, στην οποία μετείχε και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, έθετε επί τάπητος στους νικητές τη δημιουργία δικού της κράτους και μάλιστα με τεράστια γεωγραφική έκταση.
Ωστόσο, αν και οι Κεντρικές Δυνάμεις έχασαν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, οι υποσχέσεις της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας της Αντάντ αποδείχτηκαν κάλπικες. Και σε αυτήν την περίπτωση βέβαια επιβεβαιώθηκε πως ουδεμία εμπιστοσύνη πρέπει να υπάρχει στη στήριξη των ισχυρών καπιταλιστικών δυνάμεων, όπως σε αυτή που προσδοκούσε μπολιάζοντας και τον λαό η αρμένικη αστική τάξη, αφού αυτή εξαρτάται από την πορεία των δικών τους συμφερόντων.
Στην έκδοση που επιμελήθηκε το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ «1922. Ιμπεριαλιστική εκστρατεία και Μικρασιατική Καταστροφή» σημειώνεται χαρακτηριστικά:
«Οι επιπλέον συμμαχικές στρατιωτικές δυνάμεις που απαιτούνταν για την εδραίωση της αρμένικης ανεξαρτησίας υπολογιζόταν τότε σε 15.000 άντρες. Αριθμός, όχι ιδιαίτερα μεγάλος – για τα δεδομένα των Συμμάχων – το οποίο όμως κανείς δεν διατίθεντο να παραχωρήσει. Ηδη από τον Απρίλη του 1920, “οι Συμμαχικές κυβερνήσεις” είχαν συμφωνήσει πως δεν θα έστελναν στρατό στην Αρμενία, προκειμένου να επικεντρώσουν τις διαθέσιμες δυνάμεις τους στη διαφύλαξη των δικών τους συμφερόντων.
Έτσι, όταν με τη Συνθήκη των Σεβρών ανακηρύχτηκε η ανεξαρτησία της Αρμενίας, ο αρμένικος λαός είχε μείνει ουσιαστικά εκτεθειμένος και μετέωρος μεταξύ των φιλοδοξιών της αστικής του τάξης, της επιθετικής μανίας της τούρκικης αστικής τάξης και των “ψυχρών υπολογισμών” των αστικών τάξεων – μελών της Αντάντ, που συνέχιζαν να κόβουν και να ράβουν στην περιοχή».