18 Φλεβάρη 1952. Η είσοδος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ κι η στάση των κομμάτων
Η υπερψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου υπήρξε σχεδόν ομόφωνη, καθώς μόνο η ΕΔΑ και ο Μιχάλης Κύρκος για λογαριασμό του Δημοκρατικού Ριζοσπαστικού Κόμματος καταψήφισαν την απόφαση.Από την πρώτη στιγμή το ΠΓ του εκτός νόμου τότε ΚΚΕ αντιτάχθηκε σθεναρά στην επικείμενη είσοδο.
Τρία χρόνια μετά την ίδρυση της Βορειοατλαντικής συμμαχίας το 1949, η Ελλάδα από κοινού με την Τουρκία εντάχθηκαν στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο, γνωστότερο ως ΝΑΤΟ. Το σκεπτικό της κοινής αυτής εισόδου ανέλυε την εποχή εκείνη ο Ντιν Άτσεσον, υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ σε ομιλία του στη Γερουσία των ΗΠΑ: “Η εισδοχή των δύο χώρων δε θα συντελέσει μόνον εις την ενίσχυσιν της ιδικής των ασφαλείας, αλλά και των άλλων χωρών του Συμφώνου, περιλαμβανομένης και της ιδικής μας. Αρκεί να ρίξωμεν ένα βλέμμα – συνέχισε ο Ατσεσον – εις τον χάρτην, διά να είδωμεν ποία είναι η στρατηγική σημασία των δύο χωρών διά τη δυτικήν άμυναν: φρουρούν τας ανατολικάς προσβάσεις προς την Μεσόγειον, περιλαμβανομένων και των στενών της Ιταλίας, από τη Μαύρην Θάλασσαν προς την Κεντρικήν Μεσόγειον.Επιπλέον, η Τουρκία πλευροκοπεί τας χερσαίας οδούς, αι οποίαι άγουν από τη Ρωσίαν προς τας πλούσιας πετρελαιοπηγάς της Μέσης Ανατολής. Είναι δε γνωστή η απόφασις της Ελλάδος και της Τουρκίας να διατηρήσουν την ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν των και να αναπτύξουν περαιτέρω τη δύναμίν των εις αποφασιστικόν φράγμα εναντίον του επιθετικού κομμουνισμού, ιδιαιτέρως εις την Μέσην Ανατολήν”.
Η πορεία της ένταξης είχε ξεκινήσει στις 20 Σεπτέμβρη του 1951, όταν στην Οττάβα του Καναδά αποφασίστηκε να γίνει δεκτό το αίτημα εισόδου των δύο χωρών. Από την πρώτη στιγμή, και συγκεκριμένα την επόμενη μέρα της απόφασης, το ΠΓ του εκτός νόμου τότε ΚΚΕ αντιτάχθηκε σθεναρά στην επικείμενη είσοδο, αναφέροντας πως “Ο πολεμικός κίνδυνος γίνεται πιο άμεσος τώρα, που η Ελλάδα έγινε δεκτή στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο”, προβλέποντας μεταξύ άλλων των κίνδυνο αμερικανικών πολεμικών τυχοδιωκτισμών στα Βαλκάνια, κάτι που έμελε να επιβεβαιωθεί με τραγικό τρόπο τέσσερις δεκαετίες αργότερα. Το πρωτόκολλο προσχώρησης Ελλάδας και Τουρκίας στη Συμμαχία υπογράφηκε στο Λονδίνο τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου, ενώ επίσημα η προσχώρηση της χώρας μας στο ΝΑΤΟ πραγματοποιήθηκε σαν σήμερα, στις 18 Φλεβάρη 1952, επί κυβερνήσεως Πλαστήρα -Βενιζέλου, ενάμιση περίπου μήνα πριν την εκτέλεση του Μπελογιάννη και των συντρόφων του. Η υπερψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου υπήρξε σχεδόν ομόφωνη, καθώς μόνο η ΕΔΑ και ο Μιχάλης Κύρκος για λογαριασμό του Δημοκρατικού Ριζοσπαστικού Κόμματος καταψήφισαν την απόφαση. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τοποθετήσεις των βασικών αστικών κομμάτων, για την επιχειρηματολογία που μοιάζει να αναπαράγεται σχεδόν απαράλλαχτη 66 χρόνια μετά. Ο τότε πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας σημείωνε ότι:
«Η κυβέρνησις είναι ευτυχής σήμερον, διότι με την ψήφισιν, σχεδόν ομοφώνως, από τη Βουλήν του νομοσχεδίου περί εισόδου της Ελλάδος εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον, επικυρώνεται γεγονός χαρμόσυνον και πολύ σοβαρόν… Δεν πρέπει να γίνεται λόγος, ότι η Ελλάς ημπορεί να ακολουθήση άλλην πολιτικήν… Είναι μία μεγάλη επιτυχία το ότι εισήλθεν η Ελλάς εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον, διότι τιμάται ούτως από τους ομόφρονας και δημοκρατικούς λαούς του Ατλαντικού Συνασπισμού… Δεν ημπορεί κανείς να μην παραδεχτεί, ότι όταν η Ελλάς συμμετέχει εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον μετά των Μεγάλων Δυνάμεων αι οποίαι κατοικούνται από ελεύθερους δημοκρατικούς λαούς, αισθάνεται εαυτήν ασφαλεστέρα… Αι άλλαι θεωρίαι περί ουδετερότητος και ειρηνεύσεων είναι θεωρίαι αι οποίαι δεν έχουν καμμίαν σχέσιν με το γεγονός αυτό. Θα επεθύμουν εν προκειμένω να περιορισθή η συζήτησις της Βουλής, διότι έχομεν και άλλα έργα με τα οποία πρέπει να ασχοληθούμε».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης του “Ελληνικού Συναγερμού”, στρατάρχης Παπάγος, σε κλίμα “εθνικής ομοψυχίας” υπερθεμάτιζε υπογραμμίζοντας πως:
«Αίσθημα πλήρους ικανοποιήσεως με κατέχει διά την αποδοχήν της Ελλάδος ως ισοτίμου μέλους εις τον Οργανισμόν του Βορειοατλαντικού Συμφώνου. Η συμμετοχή μας εις την Βορειοατλαντικήν οργάνωσιν αποτελεί την καλυτέραν πιστοποίησιν ότι αι Ηνωμέναι Πολιτείαι και τα άλλα κράτη – μέλη του Συμφώνου πανηγυρικώς ανεγνώρισαν τη μεγάλην συνδρομήν την οποίαν προσέφερεν η Πατρίς μας εις τους κοινούς αγώνας διά την ελευθερίαν και την δημοκρατίαν». Η ομοιότητα των τοποθετήσεων καθιστά το κατασυκοφαντημένο σύνθημα “Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος;” των εκλογών που ακολούθησαν το φθινόπωρο εκείνης της χρονιάς πολύ πιο εύλογο από τη φήμη του.
Σήμερα, πάνω από εξίμιση δεκαετίας μετά, η ένταξη στο σημαντικότερο ιμπεριαλιστικό οργανισμό του καιρού μας εξακολουθεί να αποτελεί την πλέον αδιαπραγμάτευτη επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης, που διαγκωνίζεται με εκείνες της Τουρκίας κυρίως και δευτερευόντως των άλλων χωρών της περιοχής για τα “πρωτεία” της εξυπηρέτησης των συμφερόντων της συμμαχίας, προσδοκώντας στη διαβόητη “γεωστρατηγική αναβάθμιση”, τουτέστιν την αποκόμιση μεγαλύτερου μεριδίου στη λεία σε βάρος των λαών της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων. Επιδίωξη που καθημερινά σχεδόν αποδεικνύεται πως μπορεί ανά πάσα στιγμή να σημάνει ανάφλεξη με αλυσιδωτές επιπτώσεις. Διαπίστωση “ξύλινη” ίσως, όσο ξύλινα είναι και τα φέρετρα των ανθρώπων που ήδη πληρώνουν καθημερινά στη γειτονιά μας τις συνέπειες των ενδοϊμπεριαλιστικών οργανισμών. Δεν είναι μόνο χρέος μας να τους σταματήσουμε, αλλά και επιταγή επιβίωσης.