29.4.1945: Η απελευθέρωση του Νταχάου-Το στρατόπεδο “πρότυπο” των ναζί
Ήταν το πρώτο οργανωμένο στρατόπεδο συγκέντρωσης, και το μόνο που δε σταμάτησε να λειτουργεί από την ίδρυσή του το 1933 ως την απελευθέρωση, λειτουργώντας ως πρότυπο για τα στρατόπεδα που ακολούθησαν.
Σαν σήμερα το 1945 απελευθερώθηκε από αμερικανικά στρατεύματα το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, 20 χλμ περίπου έξω από το Μόναχο. Ήταν το πρώτο οργανωμένο στρατόπεδο συγκέντρωσης, και το μόνο που δε σταμάτησε να λειτουργεί από την ίδρυσή του το 1933 ως την απελευθέρωση, λειτουργώντας ως πρότυπο για τα στρατόπεδα που ακολούθησαν. Οι ναζί είχαν αρχίσει να προβαίνουν σε μαζικές συλλήψεις πολιτικών τους αντιπάλων, ήδη από τη νύχτα της πυρκαγιάς στο Ράιχσταγκ στις 27 Φλεβάρη 1933. Επρόκειτο κυρίως για κομμουνιστές, αλλά και σοσιαλδημοκράτες και ορισμένους συντηρητικούς ή φιλελευθέρους βουλευτές του Ράιχσταγκ και των τοπικών κοινοβουλίων, υψηλόβαθμα κομματικά στελέχη ή συνδικαλιστές. Υπήρχαν ακόμα μεμονωμένοι ευγενείς κρατούμενοι, από αριστοκρατικές οικογένειες που σε αντίθεση με την πλειοψηφία της τάξης τους, αντιτίθενταν στους ναζί. Οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν σε αυτοσχέδιους χώρους κράτησης, που έγιναν γνωστοί ως “άγρια” στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Με διαταγή του τότε διευθυντή της πολιτικής αστυνομίας της Βαυαρίας, Χάινριχ Χίμλερ, κατασκευάστηκε στις 22 Μάρτη της ίδιας χρονιάς ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης για άντρες κρατούμενους, στις εγκαταστάσεις ενός παλιού εργοστασίου πυρίτιδας και πυρομαχικών. Μετά από τρεις μήνες τη διεύθυνση του στρατοπέδου, που είχε περάσει στα Ες-Ες, ανέλαβε ο Τέοντορ Άικε, που είχε στόχο να δημιουργήσει ένα “στρατόπεδο πρότυπο κι υπόδειγμα” για τα υπόλοιπα, και πράγματι τόσο η κτιριακή, όσο και οι διοικητική διάρθρωση του Νταχάου υπήρξε παράδειγμα το οποίο ακολούθησαν λιγότερο ή περισσότερα όλα τα στρατόπεδα που ακολούθησαν. Αρχικά μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο πολιτικοί κρατούμενοι, μια και το Νταχάου προοριζόταν ως βασικός μοχλός καταστολής αντιφρονούντων, ενώ αργότερα μεταφέρθηκαν και ποινικοί κρατούμενοι, μάρτυρες του Γιεχωβά, ομοφυλόφυλοι, τσιγγάνοι, διαφωνούντες ιερείς όπως ο Μάρτιν Νιμέλερ, αλλά και Εβραίοι, όπως για παράδειγμα μετά το πογκρόμ του Νοέμβρη 1938, όταν μεταφέρθηκαν 10.000 κρατούμενοι στο στρατόπεδο. Μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρονταν πλέον κυρίως αλλοδαποί κρατούμενοι, όπως ο γ.γ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τους ναζί τον Απρίλη του 1941.
Για ένα διάστημα λίγων μηνών, από τον Οκτώβρη του 1939 ως το Φλεβάρη του 1940 οι κρατούμενοι μεταφέρθηκαν σε άλλα στρατόπεδα, προκειμένου το Νταχάου να λειτουργήσει ως χώρος εκπαίδευσης μονάδων των Ες-Ες. Από τον Οκτώβρη του 1941 άρχισαν να μεταφέρονται και Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου, που εκτελούνταν κατά χιλιάδες. Τους πρώτους μήνες λειτουργίας του στρατοπέδου το ναζιστικό καθεστώς με τη βοήθεια του ελεγχόμενου τύπου προσπάθησε να παρουσιάσει μια ωραιοποιημένη εικόνα του Νταχάου με στημένες φωτογραφίες καθαρών, καλοταϊσμένων και και καλοντυμένων κρατουμένων, η αλήθεια όμως ήδη είχε αρχίσει να γίνεται γνωστή από τη μπροσούρα του Χανς Μπάιμλερ, κομμουνιστή βουλευτή κι αργότερα μάρτυρα των Διεθνών Ταξιαρχιών στην Ισπανία, που κατόρθωσε πρώτος να δραπετεύσει από το στρατόπεδο το Μάη του 1933, δημοσιεύοντας από το εξωτερικό το κείμενο “Στο στρατόπεδο θανάτου του Νταχάου”. Τις φρικτές τους εμπειρίες μετέφεραν κι όσοι κρατούμενοι απελευθερώνονταν μετά από παρέλευση της ποινής τους ή λόγω αμνηστίας.
Το χειμώνα του 1942 άρχισαν τα ιατρικά πειράματα πάνω στους κρατουμένους, προκαλώντας τους μεταξύ άλλων τεχνητές φλεγμονές για να ελέγξουν την αποτελεσματικότητα διαφόρων φαρμάκων, επίσης τους υπέβαλαν σε διάφορες συνθήκες υψηλής ή χαμηλής ατμοσφαιρικής πίεσης καθώς και σε τεχνητή υποθερμία. Το 1942/43 η διοίκηση του στρατπέδου έφτιαξε ένα θάλαμο αερίων δίπλα στο κρεματόριο του στρατοπέδου, η λειτουργία του οποίου μέχιρ σήμερα δεν παραμένει εξακριβωμένη. Το σύνολο των Εβραίων κρατουμένων μεταφέρθηκε κατόπιν εντολής του Χίμλερ στο Άουσβιτς, στις 5 Οκτώβρη 1942.
Tα έργα καταναγκαστικής εργασίας των κρατουμένων στο Νταχάου περιλάμβαναν την κατασκευή δρόμων, δουλειά στα λατομεία, ακόμα και καλλιέργεια βρυών και λειχηνών. Από το 1942 άρχισε η εντατική απασχόληση των κρατουμένων στην αμυντική βιομηχανία. Το 1944 η διοίκηση του στρατοπέδου αποφάσισε η κατασκευή αεροπλάνων να γίνεται υπόγεια, για προστασία από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς. Για το λόγο αυτό μεταφέρθηκαν περίπου 30.000 κρατούμενοι από στρατόπεδα της Ανατολικής Ευρώπης, κυρίως Εβραίοι, για την κατασκευή τεράστιων υπόγειων εργοστασίων.
Όταν η διοίκηση του στρατοπέδου κατάλαβε πως πλησιάζει το τέλος, αποφάσισε να στείλει στις 26 Απρίλη περίπου 7.000 κρατούμενους σε μια πορεία θανάτου προς τα νότια, ενώ δυο μέρες αργότερα οι ναζί εγκατέλειψαν το στρατόπεδο, που στις 29 Απριλίου απελευθέρωσαν μονάδες του αμερικανικού στρατού.
Στα 12 χρόνια λειτουργίας του στρατοπέδου φυλακίστηκαν περίπου 200.000 άνθρωποι, ενώ υπολογίζεται πως έχασαν τη ζωή τους πάνω από 41.500 από αυτούς. Μετά την απελευθέρωση οι Αμερικανοί φυλάκισαν εκεί άνδρες των Ες-Ες, μέχρι και την ολοκλήρωση των δικών του Νταχάου του 1948, που κατέληξαν σε δεκάδες εκτελέσεις, αν και σημαντικός αριθμός ενόχων είχε ήδη διαφύγει στο εξωτερικό. Τα επόμενα χρόνια το στρατόπεδο χρησιμοποιήθηκε ως προσωρινός χώρος διαμονής Γερμανών που έφταναν διωγμένοι από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, λόγω της στήριξης που η πλειονότητα εξ αυτών είχε δώσει στους ναζί. Το 1960 ο χώρος του κρεματορίου μετατράπηκε σε προσωρινό μουσείο, ενώ πέντε χρόνια αργότερα ιδρύθηκε ο “χώρος μνήμης του Νταχάου”, που περιλαμβάνει ένα σημαντικό μέρος του παλιού στρατοπέδου. Το 2010 ο Χορστ Κέλερ υπήρξε ο πρώτος εν ενεργεία Γερμανός πρόεδρος που συμμετείχε σε τελετή μνήμης των θυμάτων, ενώ το 2015 η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ εκφώνησε ομιλία με αφορμή τα 70 χρόνια από την απελευθέρωση του στρατοπέδου. Άγνωστοι έκλεψαν το 2014 την πύλη της εισόδου με τη διαβόητη επιγραφή “Arbeit macht frei” (η εργασία απελευθερώνει), η οποία εντοπίστηκε λίγα χρόνια μετά μετά από ανώνυμη πληροφορία στο Μπέργκεν της Νορβηγίας, χωρίς να γίνει γνωστή η ταυτότητα των δραστών.