30 χρόνια από τις αντεπαναστατικές ανατροπές στην ΕΣΣΔ: Γιατί το ΚΚΕ μιλάει για αντεπανάσταση και όχι για «κατάρρευση»;
Αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις χαρακτήρισαν τις αντεπαναστατικές ανατροπές στην ΕΣΣΔ «λαϊκές εξεγέρσεις» ανθρώπων που επιθυμούσαν «ελευθερία και οικονομική ανάπτυξη». Επιμένουν να χρησιμοποιούν τη φράση «κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού»…Είναι όμως πράγματι έτσι;
Αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις χαρακτήρισαν τις αντεπαναστατικές ανατροπές στην ΕΣΣΔ «λαϊκές εξεγέρσεις» ανθρώπων που επιθυμούσαν «ελευθερία και οικονομική ανάπτυξη». Επιμένουν να χρησιμοποιούν τη φράση «κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού». Με αυτούς τους χαρακτηρισμούς στοχεύουν να κυριαρχήσει στη νέα γενιά η άποψη πως όσοι ζούσαν στην ΕΣΣΔ και τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη επιθυμούσαν την καπιταλιστική παλινόρθωση, να εμπεδώνεται, όπως περιγραφικά συχνά αναφέρεται, πως η πρώτη προσπάθεια σοσιαλιστικής οικοδόμησης ήταν «νομοτελειακό να καταρρεύσει γιατί οι ιδέες του κομμουνισμού είναι πρακτικά ανεφάρμοστες». Είναι όμως πράγματι έτσι;
Παρεκκλίσεις από νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης…
Τα γεγονότα την περίοδο 1989-1991 δεν προέκυψαν στο κενό. Ήταν μια κορύφωση κοινωνικοοικονομικών συνθηκών που πηγάζουν από εξελίξεις προηγούμενων δεκαετιών. Το ΚΚΕ εστιάζοντας ακριβώς σε αυτές τις συνθήκες έχει καταλήξει σε κάποια σημαντικά συμπεράσματα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και τις αιτίες ανατροπής της, ενώ συνεχίζει τη διερεύνηση και την εμβάθυνση. Η σοσιαλιστική-κομμουνιστική κοινωνία αναπτύσσεται στη βάση συγκεκριμένων νομοτελειών. Επειδή είναι ανώτερος, μη εκμεταλλευτικός κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός,ο σοσιαλισμοσς, οι σχέσεις παραγωγής-κατανομής δεν αναπτύσσονται αυθόρμητα, όπως σε όλους τους προηγούμενους, προϋποθέτουν τη συνειδητή δράση της εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας της, του Κομμουνιστικού Κόμματος. Τα ΚΚ, που ηγούνται της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, οφείλουν να αναπτύσσουν τη θεωρία του επιστημονικού κομμουνισμού, να εφαρμόζουν επιστημονική-ταξική πολιτική συνειδητοποιώντας τις νομοτέλειες που υπάρχουν.
Η πείρα από την πρώτη απόπειρα οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας έδειξε πως τα ΚΚ που αναμετρήθηκαν με αυτό το καθήκον δεν κατάφεραν να λύσουν πάντα τις πρωτόγνωρες αντιφάσεις και δυσκολίες που προέκυψαν σε αυτή την πορεία, παρά τα πρωτοφανή επιτεύγματα που υπήρξαν λόγω της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα που χρησιμοποιούν τα αστικά επιτελεία για να «αποδείξουν» πως η ΕΣΣΔ δεν μπορούσε να επιβιώσει είναι πως «ένα σύστημα που δεν έχει ως κίνητρο της παραγωγής το κέρδος, όλα ρυθμίζονται κεντρικά και η “αγορά” δεν λειτουργεί, είναι καταδικασμένο να αποτύχει». Όμως, τα προβλήματα στην οικονομία της ΕΣΣΔ, που όντως υπήρξαν, προέκυψαν όταν, αντί να σχεδιαστεί η εμβάθυνση των σοσιαλιστικών σχέσεων αυτές «αδυνάτισαν», υιοθετήθηκαν καπιταλιστικά κριτήρια στην παραγωγή-κατανομή, όταν «αφέθηκαν» να λειτουργήσουν τα «στοιχεία» της αγοράς. Τα αστικά επιτελεία παρουσιάζουν την πραγματικότητα «ανεστραμμένη». Δεν είναι οι κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής που «απέτυχαν». Το ακριβώς αντίθετο συνέβη. Το ότι το ΚΚ έκανε τέτοιες επιλογές δεν σημαίνει πως οι κομμουνιστικές σχέσεις είναι «ανεφάρμοστες». Η σοσιαλιστική, που είναι ανώριμη κομμουνιστική κοινωνία, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό «κληρονομεί» κατάλοιπα του καπιταλισμού. Η ταξική πάλη συνεχίζει να υπάρχει, επιβιώνουν μέχρι ενός σημείου κοινωνικές δυνάμεις που για μια σειρά λόγους αντιπαλεύουν το «βάθεμα» της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Νέοι άνθρωποι είναι πιθανό να έχουν ακούσει την προπαγάνδα αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων πως στην ΕΣΣΔ ωφελημένος ήταν μόνο ένας «κομματικός και κρατικός μηχανισμός εξουσίας». Ποια είναι η αλήθεια;
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ταξικές αντιθέσεις υπάρχουν στον σοσιαλισμό και αναπαράγονται στο βαθμό που δεν ξεπερνιούνται τα κατάλοιπα της προηγούμενης κοινωνίας. Αυτές ενισχύθηκαν και παγιώθηκαν όταν στην οικονομία έγιναν συγκεκριμένες επιλογές στην κατεύθυνση της «αγοράς» και του καπιταλισμού. Βεβαίως, αυτό εκφράστηκε σε δυνάμεις, στελέχη του μηχανισμού διεύθυνσης των εργοστασίων, στελέχη των συνεταιριστικών μονάδων αγροτικής παραγωγής, του εξωτερικού εμπορίου κ.ά.
Άλλωστε, σε αυτές τις δυνάμεις στηρίχτηκε η «περεστρόικα» (αλλαγή-ανασυγκρότηση, έτσι ονομάστηκαν οι μεταρρυθμίσεις του Μ. Γκορμπατσόφ, τελευταίου Γενικού Γραμματέα του ΚΚΣΕ). Τέτοιες κοινωνικές δυνάμεις ήταν οι κάτοχοι του λεγόμενου «σκιώδους κεφαλαίου». Χρημάτων δηλαδή που προέρχονταν από το επιχειρησιακό κέρδος, από τη «μαύρη» αγορά και άλλες εγκληματικές ενέργειες σε βάρος της κοινωνίας. Αντικειμενικά, λοιπόν, ήθελαν να επιβάλουν τη νόμιμη δράση τους με την επαναφορά της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Δεν επειδίωκαν δηλαδή μόνο να «φρενάρουν» την επέκταση και την πλήρη κυριαρχία των σοσιαλιστικών σχέσεων, αλλά είχαν συμφέρον από την ανατροπή τους. Έτσι, τη δεκαετία του 1980, με όχημα την «περεστρόικα» προωθήθηκε η θεσμική κατοχύρωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής που έγινε πράξη με νόμο το 1987, με την αποδοχή της «ποικιλομορφίας των σχέσεων ιδιοκτησίας» στην ΕΣΣΔ. Το Κόμμα μας, με βάση και τις Συνεδριακές του αποφάσεις, έχει επισημάνει πως απαιτείται συνέχιση της έρευνας, χωρίς μηδενιστική λογική και συναισθηματισμούς, για το τι οδήγησε ΚΚ που πραγματοποίησε την επανάσταση να γίνει φορέας αντεπαναστατικής δράσης.
Σε όλες τις παραπάνω εξελίξεις σαφώς και επιδρούσαν οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί, ο στόχος τους να διαλύσουν την ΕΣΣΔ. Αναμφίβολα, στην εξέλιξη των πραγμάτων έπαιξαν ρόλο οι ανυπολόγιστες καταστροφές που υπέστη η ΕΣΣΔ (τόσο σε υποδομές όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό) κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την επικράτηση του σοσιαλισμού και σε άλλες χώρες της Ευρώπης η ιμπεριαλιστική παρέμβαση αναβαθμίστηκε από τα «μέσα» και από τα «έξω» των σοσιαλιστικών κρατών, ενώ αξιοποιήθηκαν και μεγάλες στρατιωτικές επεμβάσεις για την αναχαίτιση του επαναστατικού κινήματος σε μια σειρά κράτη. Σε αυτή τη κατεύθυνση, ιδιαίτερα οι ΗΠΑ ακολούθησαν μια πολιτική για να διευρύνουν την επιρροή τους στον μεταπολεμικό κόσμο διεισδύοντας οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά σε χώρες της Ευρώπης (Σχέδιο Μάρσαλ, Δόγμα Τρούμαν, ίδρυση ΝΑΤΟ κ.ά.). Ρόλο έπαιξε και το ότι με την απειλή ενός πυρηνικού πλήγματος (όπως φρόντισαν να διατρανώσουν οι ΗΠΑ με τη ρήξη ατομικών βομβών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι), η ΕΣΣΔ οδηγήθηκε σε μια κούρσα αμυντικών εξοπλισμών που της σπαταλούσε πολύτιμους πόρους. Ταυτόχρονα, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις οργάνωναν και μια τεράστια αντικομμουνιστική προπαγανδιστική εκστρατεία, δημιουργούσαν θύλακες αντεπαναστατικής δράσης μέσα στο έδαφος της ΕΣΣΔ. Σε όλη την πορεία στήριζαν τις πολιτικές επιλογές που συνιστούσαν παρέκκλιση από τη σοσιαλιστική πορεία, είχαν «ανοιχτή αγκαλιά» για όσους, προερχόμενους από την ΕΣΣΔ, επέλεγαν να περάσουν «απέναντι».
Αντιδράσεις υπήρξαν. Όμως οι συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις που υπήρχαν στο ΚΚ δεν κατόρθωσαν έγκαιρα να αποκαλύψουν τον προδοτικό αντεπαναστατικό χαρακτήρα της γραμμής που επικράτησε τελικά και στο 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1986. Σε αυτές τις εξελίξεις αποδείχθηκαν αδύναμες να κυριαρχήσουν, να οργανώσουν την απάντηση του λαού. Ως συνέπεια αυτού, με το ΚΚ, που αποτελεί την πρωτοπορία της τάξης, να ηγείται της αντεπανάστασης, η όποια αντίδραση από τον λαϊκό παράγοντα δε θα μπορούσε να κινηθεί στην κατεύθυνση υπεράσπισης της Σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Βέβαια έχει πολύ ενδιαφέρον πως ακόμα κι έτσι οι λαϊκές μάζες δεν αρνούνταν τον σοσιαλισμό. Τα συνθήματα που χρησιμοποίησε η «περεστρόικα» ήταν «επανάσταση μέσα στην επανάσταση», «σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο», «περισσότερος σοσιαλισμός», «επιστροφή στις λενινιστικές αρχές»! Είναι επίσης ενδεικτικό πως τον Μάρτη του 1991, σε δημοψήφισμα που έγινε στις Σοβιετικές Δημοκρατίες που είχαν παραμείνει στην ΕΣΣΔ, ψήφισαν 148,5 εκατομμύρια (79,5%) και υπέρ της διατήρησης της ΕΣΣΔ τάχθηκαν 113,5 εκατομμύρια, το 77,85%.
Το βασικό δηλαδή σε όλη αυτή τη πορεία ήταν πως, όσο η σοβιετική ηγεσία έπαιρνε μέτρα που αποδυνάμωναν τον κοινωνικό χαρακτήρα της ιδιοκτησίας και δυνάμωναν το ατομικό-ομαδικό συμφέρον, αναμφίβολα καλλιεργούνταν και η αδιάφορη στάση απέναντι στα ζητήματα της οικοδόμησης, στην άσκηση κριτικής απέναντι σε παρεκκλίσεις, στη συμμετοχή στην άσκηση του εργατικού ελέγχου στην παραγωγή. Με σταθμό το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, το 1956, η υποχώρηση των σοσιαλιστικών-κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, «αντιστοιχήθηκε» και σε μέτρα στον τρόπο άσκησης της εξουσίας. Για παράδειγμα, σταδιακά αυξήθηκε ο χρόνος θητείας των οργάνων, ενισχύθηκε η «μονιμότητα» των στελεχών στα Σοβιέτ κ.λπ. Το 1988 το σύστημα των Σοβιέτ είχε εκφυλιστεί πλήρως. Υπήρχε μονιμότητα στη θητεία, υψηλές αμοιβές των στελεχών, διαχωρισμός εκτελεστικών και νομοθετικών λειτουργιών κ.λπ.
Αναμφίβολα με τη νίκη της αντεπανάστασης, το κομμουνιστικό εργατικό κίνημα υπέστη μεγάλο πλήγμα. Είναι τρομερές οι συνέπειες για την εργατική τάξη σε όλο τον κόσμο. Όμως η ιστορία διδάσκει πως δεν είναι μοναδικό φαινόμενο στην κοινωνική εξέλιξη το «νέο» να μην εδραιώνεται μεμιάς, να συντελείται ένα πισωγύρισμα. Και η ίδια η πορεία επικράτησης των καπιταλιστικών σχέσεων έναντι της φεουδαρχίας αυτό επιβεβαιώνει. Το Κόμμα μας δεν έχει παραιτηθεί ποτέ από το καθήκον της υπεράσπισης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης τον 20ο αιώνα. Δεν πέταξε «το μωρό μαζί με τα νερά». Έχει συναίσθηση των δυσκολιών που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τα ΚΚ σε αυτή τη διαδρομή και συνεχίζει την ερευνητική-μελετητική δουλειά ώστε να βαθύνει στις αιτίες των αντεπαναστατικών ανατροπών, να αποκτούμε συνεχώς νέα εφόδια κοιτώντας προς το μέλλον, τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις του 21ου αιώνα. Η πεποίθηση πως η Ιστορία δεν τελειώνει στον καπιταλισμό δεν είναι πολιτική επιλογή. Το ότι αυτός με την επαναστατική δράση των μαζών θα ανατραπεί και θα οικοδομηθεί η σοσιαλιστική-κομμουνιστική κοινωνία δεν είναι κάποια «θεωρία», προβάλλει ως αναγκαιότητα από τον κοινωνικό χαρακτήρα που ήδη έχει προσλάβει η παραγωγή στον καπιταλισμό με τα αποτελέσματά της να τα καρπώνονται μια «χούφτα» μέτοχοι μονοπωλιακών ομίλων. Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ δίνουν όλες τους τις δυνάμεις στην αναζωογόνηση της σοσιαλιστικής προοπτικής. Ο Σοσιαλισμός τον 21ο αιώνα θα ξεκινήσει αναμφίβολα από καλύτερη αφετηρία σε σχέση με το 1917, έχοντας ταυτόχρονα «εγγράψει» την πολύτιμη πείρα από την πρώτη απόπειρα οικοδόμησής του.
Αναδημοσίευση από την έντυπη έκδοση του “Οδηγητή” (#1093, Δεκέμβρης 2021)