60 χρόνια από την ανέγερση του τείχους του Βερολίνου: Κλάμα και οδυρμός για το «σιδηρούν παραπέτασμα»…
Μια οργανωμένη απάντηση στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα
Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, τα μέσα προπαγάνδας των καπιταλιστών πλημμυρίζουν από κλάμα και οδυρμό για το «σιδηρούν παραπέτασμα» (την ανέγερση του τείχους στο Βερολίνο στις 13 Αυγούστου 1961) και προετοιμάζονται για τους πανηγυρισμούς μιας άλλης μέρας, της 9ης Νοέμβρη του 1989, που επικράτησε η αντεπανάσταση.
Στους μηχανισμούς της καπιταλιστικής προπαγάνδας, το τείχος έχει χαρακτηριστεί ως «έγκλημα», ως «αίσχος», ως «Τείχος της Ντροπής» που χώριζε ένα έθνος, μια πόλη, οικογένειες κ.ο.κ. Οσο κι αν προσπαθούν να το κρύψουν όμως, η ιστορική αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Κι αποδεικνύει ότι ο ιμπεριαλισμός ήταν αυτός που τελικά ύψωσε το τείχος. Ας δούμε συνοπτικά τα βασικά γεγονότα της εποχής.
Ο πόλεμος δεν τελείωσε
Το μεταπολεμικό μέλλον της Γερμανίας καθοριζόταν από τις αποφάσεις του Πότσνταμ, με σκοπό τη δημιουργία ενός ενιαίου γερμανικού κράτους, αποστρατιωτικοποιημένου, αποναζιστικοποιημένου, δημοκρατικά οργανωμένου.
Με βάση τη Συμφωνία για τον μηχανισμό ελέγχου της Γερμανίας, ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία έλεγχαν στρατιωτικά το δυτικό τμήμα της Γερμανίας, ενώ η ΕΣΣΔ το ανατολικό τμήμα. Ο ίδιος καταμερισμός έγινε και στο Βερολίνο. Χωρίστηκε σε τομείς και το δυτικό του τμήμα ελεγχόταν στρατιωτικά και διοικητικά από ΗΠΑ – Αγγλία – Γαλλία, ενώ το ανατολικό του από την ΕΣΣΔ.
Το Βερολίνο ήταν γεωγραφικά στην Ανατολική Γερμανία και το κέντρο του απείχε 187 χιλιόμετρα από τα τότε σύνορα Ανατολικής – Δυτικής Γερμανίας.
Από την πρώτη στιγμή που καθορίστηκαν οι τομείς ελέγχου από τα τέσσερα κράτη, η συμφωνία δεν εφαρμοζόταν από τις ΗΠΑ – Αγγλία – Γαλλία.
Στους τομείς που έλεγχαν οι ΗΠΑ, Αγγλία και Γαλλία (δυτικό τμήμα της Γερμανίας), μερικούς μήνες μετά τα ναζιστικά στρατεύματα δεν διαλύονταν, το χιτλερικό κράτος έμενε ανέπαφο, οι εγκληματίες πολέμου προστατεύονταν. Τους ήταν χρήσιμοι ενάντια στην ΕΣΣΔ, αλλά και ενάντια στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Σκοπός τους από την αρχή ήταν η δημιουργία δυνάμεων επίθεσης στον σοσιαλισμό.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, τον Μάρτη 1948 συνεδρίασε για τελευταία φορά το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου, που ήταν το αρμόδιο όργανο εξουσίας στη Γερμανία έως την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας του Πότσνταμ και τη δημιουργία του νέου γερμανικού κράτους.
Λίγους μήνες μετά, τον Ιούνη, οι στρατιωτικοί διοικητές (από τις ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία) των δυτικών ζωνών ανήγγειλαν μια χωριστή νομισματική μεταρρύθμιση, την εισαγωγή του προσανατολισμένου στο δολάριο μάρκου-Γ. Η διαχωριστική γραμμή προς τη σοβιετική ζώνη γίνονταν πλέον νομισματικό και πρακτικά κρατικό σύνορο.
Σε αντίθεση με τις υπάρχουσες συμφωνίες, οι στρατιωτικοί διοικητές των δυτικών δυνάμεων εισήγαγαν το νόμισμα, το μάρκο-Γ., και στους δυτικούς τομείς του Βερολίνου. Ετσι δημιούργησαν αυτό που ονομάστηκε «κρίση του Βερολίνου», έφεραν κοντά τον κίνδυνο μιας στρατιωτικής σύγκρουσης και οδήγησαν στη διάσπαση της πόλης.
Ανοιχτή υπονομευτική δράση
Τον Σεπτέμβρη 1948 συγκροτήθηκε σε Σώμα στη Βόννη της Δυτικής Γερμανίας, από απεσταλμένους αντιπροσώπους των Κοινοβουλίων των κρατιδίων των δυτικών ζωνών κατοχής, ένα Κοινοβουλευτικό Συμβούλιο.
Αυτό ψήφισε τον Μάη 1949 ένα Σύνταγμα, τον βασικό νόμο για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Τον Σεπτέμβρη 1949 σχηματίστηκε κυβέρνηση με καγκελάριο τον χριστιανοδημοκράτη Κόνραντ Αντενάουερ. Είχε ήδη συντελεστεί η διάσπαση της Γερμανίας, ενώ είχε προηγηθεί η διάσπαση του Βερολίνου.
Η κυβέρνηση Αντενάουερ άρχισε να εξοπλίζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία Γερμανίας και στόχευε στην είσοδο της ΟΔΓ στο ΝΑΤΟ, που ιδρύθηκε τον Απρίλη του 1949.
Σε άμεση απάντηση, στις 7 Οκτώβρη του 1949, στον τομέα του Βερολίνου που έλεγχε η ΕΣΣΔ σύμφωνα με τη Διάσκεψη του Πότσνταμ, συνεδρίασαν οι εκπρόσωποι των κομμάτων και των οργανώσεων που δρούσαν στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας και ίδρυσαν τη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (ΓΛΔ).
Το 1950 ξέσπασε η ιμπεριαλιστική επίθεση κατά της ΛΔ της Κορέας ενώ στην Ευρώπη προετοιμαζόταν η ανατροπή του καθεστώτος στη ΓΛΔ. Δυνάμωνε η υπονομευτική δράση μέσα στο έδαφος της ΓΛΔ, ιδιαίτερα στον κρατικό μηχανισμό και τις επιχειρήσεις λαϊκής ιδιοκτησίας.
Η κύρια προσπάθεια των μονοπωλιακών δυνάμεων της ΟΔΓ και των ΗΠΑ στρεφόταν στην επιτάχυνση της επαναστρατιωτικοποίησης της ΟΔΓ και στην επιθετική της προετοιμασία κατά των σοσιαλιστικών χωρών, με πρώτο στόχο τη ΓΛΔ.
Το 1951, με την παρότρυνση των ΗΠΑ και τη συγκατάθεση των υπόλοιπων Ευρωπαίων εταίρων, αποφασίστηκε η δημιουργία στρατιωτικών δυνάμεων, ισχύος 150.000 ανδρών, όπως ζήτησε ο καγκελάριος της ΟΔΓ.
Σημαντικό βήμα που ενίσχυε πολύπλευρα τις ενέργειες των ιμπεριαλιστικών κύκλων ήταν η είσοδος της ΟΔΓ στην Ευρωπαϊκή Ενωση Ανθρακα και Χάλυβα (Απρίλης 1951), που αποτελούσε τη βάση εξοπλισμού του NATO στη Δυτική Ευρώπη.
Παράλληλα, στο έδαφος της ΓΛΔ δυνάμωνε η αντίδραση του ιμπεριαλισμού και των υπολειμμάτων του στο έδαφός της, που διευκολύνονταν από τα ανοιχτά σύνορα του Βερολίνου. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, η σοσιαλιστική οικοδόμηση στη ΓΛΔ γινόταν ακόμη πιο περίπλοκη και το καθεστώς βρισκόταν μπροστά σε πολλά νέα προβλήματα, που η λύση τους αποδείχτηκε εξαιρετικά δύσκολη.
Τα αντεπαναστατικά γεγονότα του 1953
Απέναντι στις επιθετικές ιμπεριαλιστικές διαθέσεις οι σοβιετικές δυνάμεις πήραν μέτρα προστασίας των κατοίκων του Ανατολικού Βερολίνου. Απαγόρεψαν στο διάστημα από 19 Ιούνη έως τις αρχές Ιούλη 1948 τη διέλευση προς το Βερολίνο από τις τρεις άλλες ζώνες παντός είδους οχημάτων και προσώπων, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς τροφίμων.
Οι ιμπεριαλιστές απάντησαν με τη λεγόμενη «αερογέφυρα του Βερολίνου» και με προκλήσεις, προκειμένου να εξαναγκάσουν την ΕΣΣΔ να ρίξει «την πρώτη ντουφεκιά». Μάλιστα, τον Ιούλη του 1948, η Ουάσιγκτον μετέφερε στη Δυτική Ευρώπη 60 στρατηγικά βομβαρδιστικά μεγάλων αποστάσεων τύπου Β-29 ικανά για μεταφορά ατομικών βομβών.
Σε εμπιστευτική αναφορά της CIA (12/6/1948) με τίτλο «Επίδραση των σοβιετικών περιοριστικών μέτρων στη θέση των ΗΠΑ στο Βερολίνο», που απευθυνόταν προς τον Αμερικανό Πρόεδρο, τονίζονταν τα εξής:
«Σε αντίθεση με πολλές δημοσιευμένες αναφορές, η κύρια επιζήμια επίδραση στις ΗΠΑ, από τα σοβιετικά περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν στο Βερολίνο από της αποχωρήσεως της ΕΣΣΔ από το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου, δεν ήταν η παρεμβολή στις μεταφορές και στις προμήθειες, αλλά η περικοπή συγκεκριμένων δράσεων των ΗΠΑ, οι οποίες, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, σχετίζονται με την κατασκοπεία, την προπαγάνδα και με επιχειρήσεις της τετραμερούς διοίκησης».
Τον Ιούνη του 1953 ξέσπασαν τα πρώτα αντεπαναστατικά γεγονότα στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (ΓΛΔ), με την καθοδήγηση προβοκατόρων, που ήταν από καιρό προετοιμασμένοι. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και εγκληματίες πολέμου, που αποφυλακίστηκαν ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό από τους Αμερικανούς.
Η κατάθεση ενός απ’ τους προβοκάτορες, ονόματι Καλκόφσκι, αναφέρει: «Πήραμε αποστολή να επιδράμουμε στα κυβερνητικά χτίρια, να κάνουμε εμπρησμούς, να ληστέψουμε καταστήματα, να ρίχνουμε κάτω τους λαϊκούς αστυνομικούς και γενικά να δράσουμε ενάντια στα όργανα της εξουσίας και με τα όπλα».
Βρέθηκαν επίσης στρατιωτικά αμερικανικά αυτοκίνητα με μπουκάλες βενζίνης που στάθμευαν στα σύνορα του ανατολικού τομέα του Βερολίνου, ενώ ο αγγλικός αστικός Τύπος, όπως το περιοδικό «Εκόνομιστ», έγραψε ότι η προβοκάτσια ήταν αποτέλεσμα μεγάλων προσπαθειών των δυτικών δυνάμεων.
Η αντεπανάσταση αντιμετωπίστηκε με επιτυχία από το ΕΣΚΓ και τα κρατικά όργανα εξουσίας, που κινητοποίησαν την πλειοψηφία της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών δυνάμεων, ενώ η παρουσία επίσης του σοβιετικού στρατού είχε τη δική της συμβολή σ’ αυτό.
Η κλιμάκωση
Τον Μάη του 1955, η ΟΔΓ γίνεται μέλος του ΝΑΤΟ. Ετσι ενισχύεται η υπονομευτική επιθετική δράση ενάντια στη ΓΛΔ. Τον Μάρτη του 1958, η Βουλή της Βόννης αποφάσισε τον εξοπλισμό των στρατιωτικών δυνάμεων της ΟΔΓ με σύγχρονα όπλα και τον Απρίλη οι υπουργοί Αμυνας του NATO αποφάσισαν την επιτάχυνση της εγκατάστασης 30 μεραρχιών στην Κεντρική Ευρώπη και τον εξοπλισμό τους με πυρηνικά όπλα.
Η ίδρυση της ΕΟΚ και η παραπέρα ανάπτυξη του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού στην ΟΔΓ – που είχε ήδη μετατραπεί στη δεύτερη οικονομική δύναμη στον καπιταλιστικό κόσμο, μετά τις ΗΠΑ – δημιουργούσαν νέες δυνατότητες για επεκτατική δράση και πρώτ’ απ’ όλα κατά της ΓΛΔ.
Στα τέλη του 1959, ο στρατός της ΟΔΓ αριθμούσε 240.000 άνδρες και είχε μετατραπεί στην κυριότερη στρατιωτική δύναμη ξηράς του NATO στην Κεντρική Ευρώπη. Στα σύνορα με τη ΓΛΔ και τη ΛΔ Τσεχοσλοβακίας στάθμευαν μόνιμα μηχανοκίνητα τμήματα, έτοιμα για δράση.
Η δεύτερη απόπειρα αντεπαναστατικής δράσης στο έδαφος της ΓΛΔ έγινε το 1961. Στις αρχές Αυγούστου, οι δυνάμεις του NATO στην Κεντρική Ευρώπη τέθηκαν σε κατάσταση συναγερμού. Τα αμερικανικά τανκς έκαναν προκλητικά την εμφάνισή τους στο έδαφος της ΓΛΔ. Διέσχισαν την Πύλη του Βραδεμβούργου, όπου κυμάτιζε η σημαία της ΓΛΔ, και κατευθύνονταν προς το κέντρο του Βερολίνου.
Η πρόκληση αποφεύχθηκε χάρη στην υπεράσπιση από τους εργατικούς φρουρούς της πρωτεύουσας της ΓΛΔ, που έφραξαν τον δρόμο στον επιδρομέα. Οι ερπύστριες των τανκς των ΗΠΑ και του NATO σταμάτησαν, αλλά η απειλή συνέχιζε να υπάρχει. Επιβαλλόταν η διασφάλιση των συνόρων.
Τη νύχτα της 12ης προς 13η Αυγούστου έκλεισαν τα ανοιχτά σύνορα με το Δυτικό Βερολίνο και την ΟΔΓ. Ετσι, μετά και τη δεύτερη ιμπεριαλιστική επέμβαση, η ΓΛΔ αναγκάστηκε, για την υπεράσπισή της από την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, να σηκώσει το «Τείχος του Βερολίνου».
Τα μέτρα αυτά ήταν αναγκαία και υποχρεωτικά για την αναχαίτιση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της ΟΔΓ και των άλλων κρατών του NATO, που σχεδίαζαν την προσάρτηση της ΓΛΔ με μια «παρέλαση νίκης» στη λεωφόρο «Ούντερ ντερ Λίντεν», αλλά απέτυχαν παταγωδώς.
Πηγή: Ριζοσπάστης