Αδαμάντιος Κοραής: Ο “ισορροπιστής” του νεοελληνικού διαφωτισμού
Λιγότερο ριζοσπαστικός από το Ρήγα ή των ανώνυμο συγγραφέα της “Ελληνικής Νομαρχίας”, ο Κοραής εξέφρασε με τη σκέψη του ένα σημαντικό τμήμα της εξωστρεφούς εμπορικής και ναυτικής αστικής τάξης που έμελε να πρωταγωνιστήσει στην εθνικοαπελευθερωτική και αστική συνάμα επανάσταση του 1821.
Ο Αδαμάντιος Κοραής υπήρξε μαζί με το Ρήγα Φεραίο η πιο αναγνωρίσιμη μορφή του νεοελληνικού διαφωτισμού, ο οποίος προετοίμασε ιδεολογικά την έλευση της Ελληνικής Επανάστασης. Λιγότερο ριζοσπαστικός, κυρίως σε πολιτικά και γλωσσικά θέματα, από το Ρήγα ή των ανώνυμο συγγραφέα της “Ελληνικής Νομαρχίας”, ο Κοραής εξέφρασε με τη σκέψη του ένα σημαντικό τμήμα της εξωστρεφούς εμπορικής και ναυτικής αστικής τάξης, που παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της, έμελε να πρωταγωνιστήσει στην εθνικοαπελευθερωτική και αστική συνάμα επανάσταση του 1821.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1748 σαν σήμερα σε οικογένεια εμπόρων και λογίων, κι έδειξε από μικρός την έφεσή του στα γράμματα. Αποφοίτησε από την περίφημη Ευαγγελική Σχολή της πόλης και κατόπιν επιθυμίας της οικογένειάς του μετέβη στο Άμστερνταμ για να ασχοληθεί με το εμπόριο, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, κάτι που τον έκανε να επιστρέψει στη Σμύρνη το 1777. Στην ολλανδική πρωτεύουσα είχε ωστόσο την ευκαιρία να διευρύνει τη μόρφωση και τη γλωσσομάθειά του. Το 1782 πήγε να σπουδάσει ιατρική στο πανεπιστήμιο του Μονπελιέ, λαμβάνοντας τον τίτλο του διδάκτορα χάρη σε διατριβή για τον Ιπποκράτη. Από το 1788 ως το τέλος της ζωής έζησε το Παρίσι, όπου αφιερώθηκε στις κλασικές σπουδές, βιοποριζόμενος με μεταφράσεις ιατρικών έργων και αντιγραφές κωδίκων.
Ζώντας στο Παρίσι, είδε από κοντά τα γεγονότα της Γαλλικής Επανάστασης, χωρίς να την έχει προβλέψει, τα οποία τον επηρέασαν σημαντικά, παρότι ήταν περισσότερο προσανατολισμένος στα πιο “μετριοπαθή” ιδανικά της Αμερικανικής Επανάστασης, διατηρώντας αλληλογραφία με τον τρίτο πρόεδρο των ΗΠΑ και πρωτεργάτη της τελευταίας, Τόμας Τζέφερσον. Με ιδιαίτερη αποστροφή αντιμετώπισε τη ριζοσπαστιότερη, ιακωβίνικη φάση της Γαλλικής Επανάστασης, ενώ αργότερα αν και χαιρέτισε την άνοδο του Ναπολέοντα, σύντομα απογοητεύτηκε, χαρακτηρίζοντάς τον τύρρανο.
Ο Κοραής ενθάρρυνε τους αστούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της διασποράς να ανοίγουν νέες βιβλιοθήκες και σχολεία για το “φωτισμό” του γένους, τον οποίο θεωρούσε αναγκαία προϋπόθεση του απελευθερωτικού αγώνα, μαζί με την “μετακένωση” ιδεών από τη Δυτική Ευρώπη στους υπό οθωμανική κυριαρχία ελληνικούς πληθυσμούς. Ο ίδιος εξάλλου όφειλε πολλά σε εύπορους εμπόρους, όπως τους αδερφούς Ζωσιμά, που χρηματοδότησαν την περίφημη σειρά Ελληνική Βιβλιοθήκη, η οποία συνεχίστηκε σε 17 τόμους ως το 1827 και αποτελούνταν από φιλολογικές εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, η σημασία των οποίων έγκειται κυρίως στους προλόγους που ο ίδιος ο Κοραής συνέγραφε, με τίτλο “Αυτοσχέδιοι σχεδιασμοί περί της ελληνικής παιδείας και γλώσσης”.
Αν και θεωρούσε σε όλη του τη ζωή πρόωρη τη στιγμή κατά την οποία ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, δε δίστασε να εκφράσει τη χαρά του στην προσωπική του αλληλογραφία, ενώ δραστηριοποιήθηκε στο φιλελληνικούς κύκλους των Παριστίων, μεταφράζοντας και εκδίδοντας “Θούρια” και “σαλπίσματα”, ενώ παράλληλα έβγαζε λόγους κι έγραφε επιστολές σε πρόσωπα της διεθνούς πολιτικής ώστε να τους επηρεάσει υπέρ της ελληνικής υπόθεσης. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήλθε σε ακραία σύγκρουση με την πολιτική του Καποδίστρια, την οποία ο ίδιος θεωρούσε τυρρανική.
Σε εκκλησιαστικά ζητήματα, γνωστή είναι η πολεμική που άσκησε στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Άνθιμο που είχε εκδώσει την “Πατρική διδασκαλία” ώστε να στηλιτεύσεις τις φωνές που ζητούσαν απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία. Με το κείμενό του “Αδελφική Διδασκαλία” , ο Κοραής καυτηρίασε την υποταγή της εκκλησιαστικής ηγεσίας στην οθωμανική εξουσία. Πιστός χριστιανός ο ίδιος, εισηγούνταν τη διοικητική αναμόρφωση της ορθόδοξης εκκλησίας σε προτεσταντικά πρότυπα, ενώ προβληματικές από τη σημερινή σκοπιά κρίνεται η θέση του πως η απρόσκοπτη ένταξη μουσουλμάνων και εβραίων στην ελλαδική επικράτεια ήταν εθνικά επιζήμια.
Έντονες κριτικές είχαν δεχτεί από νωρίς και οι γλωσσικές του απόψεις, που έμειναν γνωστές ως “μέση οδός”, δηλαδή άρνηση τόσο της επαναφοράς της αρχαίας γλώσσας, όσο και της δημοτικής ως είχε, καθώς την προτιμούσε αποκαθαρμένη και “διορθωμένη” από “βαρβαρισμούς”. Πολλοί επικριτές του υποστήριξαν πως άνοιξε το δρόμο για την καθιέρωση της καθαρεύουσας στο δημόσιο κι εκπαιδευτικό βίο της χώρας τα επόμενα 150 χρόνια, στην πραγματικότητα ωστόσο το ιδίωμα που προσιδίαζε σε αυτό που αργότερα θα ονομαζόταν καθαρεύσουσα προϋπήρχε, χωρίς να μπορεί να αποδοθεί σε κάποιον συγκεκριμένο λόγιο. Έφυγε από τη ζωή στις 6 Απρίλη 1833, μετά από πτώση που επιδείνωσε την ήδη βεβαρυμένη υγεία του, σε ηλικία 84 ετών στο Παρίσι.