Αλήθεια και ψέματα για τις «διώξεις» του ελληνισμού στην ΕΣΣΔ
Αποκαλυπτικά στοιχεία και ντοκουμέντα που ανατρέπουν άλλο ένα κατασκεύασμα του αντικομμουνισμού. Απάντηση στα ψέματα των απολογητών του καπιταλισμού.
Η προσπάθεια ορισμένων κύκλων να αξιοποιήσουν την αντικομμουνιστική φιέστα στην Εσθονία για να προωθήσουν διαφόρων ειδών επιδιώξεις, θυμίζει το «τώρα που βρήκαμε παπά, να θάψουμε πέντε – έξι». Ετσι, κάτω από το γενικό τίτλο «εγκλήματα του κομμουνισμού», είδαμε πλάι στα γνωστά περί «Κατίν» και «λιμού» να προστίθενται τα χιλιομασημένα και πάντα διαψευσμένα περί «γενοκτονίας των Ποντίων επί Στάλιν».
Ο «Ριζοσπάστης» έχει ανατρέψει με σειρά άρθρων τη σχετική φιλολογία στο παρελθόν. Υπενθυμίζουμε σήμερα ορισμένα από τα στοιχεία που απαντούν στον αντικομμουνιστικό ισχυρισμό.
1. Ο Αμερικανός ιστορικός T. Martin υποστήριξε πως καμιά άλλη χώρα δεν κατάφερε να προσεγγίσει ποτέ το εύρος των ευνοϊκών προγραμμάτων που εφάρμοσε η Σοβιετική Ενωση («για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία») για την ανάπτυξη των εθνοτήτων. Η σοβιετική πολιτική προσανατολίστηκε γύρω από τη συστηματική προώθηση της ιδιαίτερης εθνικής ταυτότητας και της εθνικής συνείδησης μεταξύ των μη ρωσικών λαών της ΕΣΣΔ. Αυτό επετεύχθη μέσω α) της δημιουργίας εθνικών περιοχών, με διευρυμένο καθεστώς αυτονομίας και αυτοδιοίκησης, και β) μιας δυναμικής προώθησης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που στοιχειοθετούσαν μια δοσμένη εθνική – πολιτιστική ταυτότητα: Ηθη και έθιμα, γλώσσα, μουσεία, λογοτεχνία και ποίηση κ.ά. (Martin T., 2001, «The Affirmative Action Empire» σελ. 13-18).
2. Πράγματι, κατά τη δεκαετία του 1930, πάρθηκαν μια σειρά μέτρων από τις σοβιετικές αρχές που είχαν να κάνουν:
α) Με τη διαπίστωσή τους, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, πως οι εθνικές οργανώσεις και θεσμοί (όπως οι αυτόνομες εθνικές περιοχές, τα εθνικά σχολεία κ.λπ.), αντί να αποδυναμώσουν τις εθνικιστικές τάσεις στις περιοχές αυτές, μετατράπηκαν σε εφαλτήρια για την ενίσχυσή τους.
β) Με την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη και τη διαπίστωση πως ένας δεύτερος ιμπεριαλιστικός πόλεμος ήταν αναπόφευκτος. Οι αυξανόμενες επαφές τμήματος της διασποράς με τις φασιστικές κυβερνήσεις του εξωτερικού, σε συνδυασμό με το ρόλο που έπαιξε ο αστικός εθνικισμός (ως «πέμπτη φάλαγγα») κατά την ιμπεριαλιστική επέμβαση στην ΕΣΣΔ το 1919-1920, δημιούργησε εύλογες ανησυχίες στη σοβιετική κυβέρνηση.
Υπήρχαν Ελληνες που είχαν σχέση με τα παραπάνω; Ο ερευνητής Ιβάν Τσούχα, τα στοιχεία του οποίου είχαν παρουσιαστεί σε σχετικό άρθρο του «Ταχυδρόμου» (18/6/2005), αναφέρει πως «μια εκδοχή είναι …η πληροφορία από την Αθήνα να μιλούσε για ενδεχόμενη αυτονομιστική κίνηση Ελλήνων που έμεναν στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και δημιουργία ακόμη και ανεξάρτητου κράτους στο Νότο της ΕΣΣΔ. Πίσω από την κίνηση αυτή, σύμφωνα πάντοτε με τις ίδιες πηγές, βρίσκονταν Ελληνες που διατηρούσαν στενές σχέσεις με το φασιστικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά… Είχε προηγηθεί η άρνηση του μεταξικού καθεστώτος να δεχτεί τον επαναπατρισμό αρκετών χιλιάδων Ελλήνων που ζούσαν στη Σοβιετική Ενωση, δίχως ωστόσο να έχουν πάρει σοβιετικά διαβατήρια».
Αυτή η εκδοχή φαίνεται να επιβεβαιώνεται ακόμα και από το αντικομμουνιστικό βιβλίο των Beck και Godin (ψευδώνυμα δύο Σοβιετικών συγγραφέων που ήταν στη φυλακή την εποχή εκείνη στην ΕΣΣΔ), που δημοσιεύτηκε (για ευνόητους λόγους) στις ΗΠΑ το 1951: «Ετυχε να είμαστε πολύ καλά πληροφορημένοι για τους Ελληνες αυτούς, επειδή ένας από μας μοιραζόταν το κελί με έναν άνθρωπο, που, σύμφωνα με δική του ομολογία, επρόκειτο να γίνει υπουργός Παιδείας στη σχεδιαζόμενη Μεγάλη Ελληνική Δημοκρατία, η οποία επρόκειτο να ιδρυθεί με ξένη – και ειδικά ελληνική – βοήθεια στη Νότια Ρωσία» (Beck F. & Godin W., 1951, «Russian Purge and the Extraction of Confession» σελ. 140).
Το ότι υπήρχαν στην Ελλάδα σύλλογοι Ελλήνων από τη Ρωσία (κυρίως πρώην κεφαλαιούχοι που είχαν χάσει τις περιουσίες τους με την Οκτωβριανή Επανάσταση) που διατηρούσαν καλές σχέσεις και ιδεολογική συμπάθεια /συγγένεια με το καθεστώς Μεταξά, είναι γεγονός. Σε υπόμνημα του Σωματείου «Ελλήνων εκ Ρωσίας», αναφέρεται πως ο εκτοπισμός Ελλήνων έγινε με κριτήριο τις εθνικιστικές και αντικομμουνιστικές τους πεποιθήσεις (Παυλίδη Ε., 1953, «Ο Ελληνισμός της Ρωσίας», σελ. 400 και 407).
Ορισμένοι ερευνητές ισχυρίζονται πως η ύπαρξη υπονομευτικών ομάδων ανάμεσα στους Ελληνες – και γενικότερα – δεν ήταν τίποτε άλλο από χαλκευμένες κατηγορίες των αρχών. Και όμως, η ύπαρξη αυτών των ομάδων επιβεβαιώνεται και μέσα από τα επίσημα στοιχεία του ελληνικού κράτους. Ετσι, στην αίτηση του Αλεξίου Ελευθεριάδη προς τις προξενικές αρχές (22/9/1935), αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Πλην εάν εγώ απηλλάγην εκ των δεινών της Κομμουνιστικής Ρωσίας υπάρχουν εκεί οικογένειαι υποφέρουσι τα πάνδεινα διότι είναι εχθροί του Κομμουνιστικού καθεστώτος. Οι άνθρωποι ούτοι υπό την ηγεσία μου κατ’ επανάληψιν εξεγερθέντες κατά τα έτη 1929 και ιδίως κατά τα έτη 1931-1932 έστρεψαν τα όπλα εναντίον των κομμουνιστών, πλην όμως δεν είχον την τύχην να ιδούν τας προσπάθειάς των ευδοκιμούσας, βραδύτερον δε συνελαμβάνοντο μεθ’ εμού και εξορίζοντο εις τη Σιβηρίαν υποφέροντες τα μέγιστα υπό των κομμουνιστών» («Περί χορηγήσεως αδείας καθόδου εν Ελλάδι υπηκόων Ελλήνων διαμενόντων εν Ρωσία», Αρχείο ΥΠΕΞ, Φάκελος 45.5).
3. Στο επίκεντρο της έρευνας και των μέτρων που έλαβαν οι σοβιετικές αρχές, δεν περιελήφθησαν οι Ελληνες αδιακρίτως, όπως ισχυρίζονται μερικοί, αλλά συγκεκριμένα όσοι α) είχαν ταξικό συμφέρον να αλλάξει το κοινωνικοοικονομικό καθεστώτος, β) δεν είχαν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις και ούτε θα στρατεύονταν σε περίπτωση πολέμου, ή γ) σε περίπτωση εμπόλεμης κατάστασης, θα ήταν σε θέση λόγω της επαγγελματικής τους κατάστασης να προκαλέσουν κάποιο σοβαρό πρόβλημα. Να σημειωθεί πως η ελληνική υπηκοότητα αποκτήθηκε είτε την περίοδο 1917-1920 (εποχή της εθνικιστικής – αυτονομιστικής έξαρσης), είτε την περίοδο 1927-1931 από γαιοκτήμονες που έτσι εξαιρούνταν από την κολεκτιβοποίηση.
Ενδεικτικό του ταξικού προσανατολισμού των μέτρων που ελήφθησαν, αποτελεί το γεγονός πως από τους Ελληνες που συνελήφθησαν από την ελληνική περιοχή, το 32% προερχόταν από τα κολχόζ (κατηγορούμενοι για σαμποτάζ), το 27% βρισκόταν σε εξειδικευμένες θέσεις, το 13% κατείχε διευθυντικές θέσεις, το 10% ήταν υπάλληλοι, το 6% εκπαιδευτικοί, ενώ μόλις το 3% ήταν εργάτες (Αγτζίδης Β., 2001, «Παρευξείνιος Διασπορά», σελ. 480).
4. Οσον αφορά, τέλος, τα νούμερα που παρατίθενται γύρω από την έκταση των διώξεων, οι «εκτιμήσεις» ποικίλλουν. Ορισμένοι κάνουν λόγο ακόμα και για εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένων. Η μόνη σχετικά αξιόπιστη διασταύρωση που μπορούμε να κάνουμε εμείς, είναι με τα στοιχεία που παρατίθενται από μια έρευνα με βάση τα επίσημα κρατικά αρχεία της ΕΣΣΔ και κάνουν λόγο για 2.610 Ελληνες εκτοπισμένους το 1942 (αριθμός που έπεσε στους 1.247 το 1947) (Pohl J. O., 1999, «Ethnic Cleansing in the USSR, 1937-1949» σελ. 123).
Από την άλλη μεριά, ο συνολικός αριθμός των μετεγκατεστημένων, σύμφωνα με τα αρχεία της KGB (αναφέρονται ως «ειδικοί μέτοικοι»), μέχρι το 1953 ανερχόταν σε 14.760. Η γεωγραφική κατανομή τους επίσης δείχνει ότι ελάχιστος αριθμός εξ αυτών εγκαταστάθηκε σε περιοχές της Σιβηρίας, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία μεταφέρθηκε σε προάστια μεγάλων αστικών κέντρων (στις πόλεις Molotov, Sverdlovsk, ακόμα και στη Μόσχα). Σημειωτέον πως οι «ειδικοί μέτοικοι» αποζημιώνονταν για τις περιουσίες που άφηναν πίσω, ενώ το σοβιετικό κράτος εξασφάλιζε την επαγγελματική τους αποκατάσταση και προσέφερε μια ιδιαίτερα εκτενή σειρά διευκολύνσεων για την αγορά βασικών αγαθών (τους πρώτους μήνες η προμήθεια τροφίμων γινόταν δωρεάν), την αγορά ή οικοδόμηση οικιών κ.λπ. (Απόφαση Νο. 5859 της Κρατικής Επιτροπής Αμυνας 11/5/1994, Βιβλιοθήκη Κογκρέσου των ΗΠΑ).
Η αφερεγγυότητα του ιδεολογήματος περί «μαζικών διώξεων» και «γενοκτονίας» αποδεικνύεται επίσης από τη συνεχόμενη αυξητική πορεία του συνολικού αριθμού των Ελλήνων στην ΕΣΣΔ, η οποία σε καμιά απολύτως περίοδο δεν παρουσιάζει μείωση ή στασιμότητα.
5. Ερευνα Αμερικανών ιστορικών στα κρατικά αρχεία της ΕΣΣΔ, που δημοσιεύτηκε στο «American Science Review», προσέφερε πρόσθετο φως στην υπόθεση, αποδομώντας από τα θεμέλιά τους τις διάφορες «θεωρίες» περί εθνοκάθαρσης των μειονοτήτων στην ΕΣΣΔ. Η έρευνα αυτή κατέληγε συμπερασματικά πως η λεγόμενη «περίοδος της τρομοκρατίας» (αναφέρονται στην περίοδο 1936-1940) «στόχευε κυρίως στις ελίτ, παρά στις εθνικές ομάδες αυτές καθαυτές». Επηρέασε δηλαδή μέλη εθνοτήτων, τα οποία ανήκαν στη διοικητική και οικονομική ελίτ (και τα οποία αντιμετώπιζαν κατηγορίες διαφθοράς, κατάχρησης εξουσίας κ.λπ.), λόγω της θέσης που κατείχαν και όχι εξαιτίας της καταγωγής τους.
6. Οσον αφορά τη διάρκεια των ποινών, το 1939, κατά τα τέλη, δηλαδή, της περιόδου του περιβόητου «μεγάλου τρόμου», στο σύνολο των ποινών, μόλις το 0,1% των περιπτώσεων αφορούσαν κάθειρξη άνω των 10 ετών (το 4% αφορούσε κάθειρξη από 5 έως 10 έτη και το 95,9% μέχρι 5 έτη). Τα στοιχεία που παρουσίασε η Ελληνική Πρεσβεία της Μόσχας στο υπουργείο των Εξωτερικών επιβεβαιώνουν τα παραπάνω ευρήματα (Getty J. A., Rittersporn, Zemskov V. N., 1993, «Victims of the Soviet Penal System in the pre-war Years: A First Approach on the Basis of Archival Evidence» στο American Science Review, 98 (4)).
7. Στο σύνολό τους, τα δεδομένα που προέκυψαν από την εξέταση των κρατικών αρχείων της ΕΣΣΔ φαίνεται να υποστηρίζουν «την υπόθεση» που είχε ήδη αρχίσει να υποστηρίζεται από μεγάλη μερίδα της επιστημονικής κοινότητας «ενός προοδευτικά αντι-ελίτ προσανατολισμού της ποινικής πολιτικής» κατά τη δεκαετία του 1930 και έπειτα. Παράλληλα, οι συγγραφείς της μελέτης κατέληξαν πως οι «ισχυρισμοί ότι ο τρόμος έπεσε με ιδιαίτερο βάρος στις μη ρωσικές εθνικότητες δεν προκύπτει από τα δεδομένα των έγκλειστων τη δεκαετία του 1930. Ο συνήθης ισχυρισμός ότι οι περισσότεροι εκ των κρατουμένων ήταν “πολιτικοί”, επίσης φαίνεται αναληθής. Από την άλλη μεριά, τα νέα στοιχεία υποστηρίζουν την άποψη, στην οποία κατέληξαν και άλλες στατιστικές έρευνες και μελέτες άλλων τύπων, πως οι διώξεις στόχευαν τη σοβιετική ελίτ». Και για να τεθεί η συζήτηση στη σωστή της βάση, αξίζει να σημειωθεί τέλος πως, σύμφωνα με την ίδια μελέτη, το ποσοστό των εγκλείστων στην ΕΣΣΔ το διάστημα 1936-1939, μια περίοδο έντονης ταξικής πάλης, ήταν χαμηλότερο του αντίστοιχου των ΗΠΑ τη δεκαετία του 1990 (2,4% έναντι 2,8%, αντίστοιχα).
Στην ερώτηση αν «κυνηγούσανε γενικά τους Ελληνες σαν εθνότητα», μια επαναπατρισθείσα που ανήκε σε εύπορη οικογένεια απάντησε με ειλικρίνεια: «Οχι όλους, τους πλούσιους, τους ευκατάστατους»… (Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, συνεντεύξεις).
Η πλειοψηφία του ελληνισμού στη Σοβιετική Ενωση απέδειξε έμπρακτα την εκτίμηση και αφοσίωσή της στο νέο κοινωνικοπολιτικό καθεστώς κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Χιλιάδες Ελληνες πολέμησαν στην πρώτη γραμμή ενάντια στη φασιστική επίθεση και έδωσαν τη ζωή τους για την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής τους πατρίδας. Ακόμα και σε περιοχές κατεχόμενες από τους ναζί, δεν ήταν λίγοι οι Ελληνες που έσπευσαν μαζικά να ενισχύσουν τις γραμμές των παρτιζάνων που δρούσαν στα μετόπισθεν.
Πηγή: Ριζοσπάστης