Αντώνης Αγγελούλης / Βρατσάνος: Ο διοικητής των σαμποτέρ του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ που επέστρεψε τα παράσημά του
Η θαυμάσια και λαμπρή δράση των τμημάτων μηχανικού του Ολύμπου στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης συνδέονταν με τ’ όνομα του. Ήταν ένας απ’ τους πιο δημοφιλείς ηγέτες του ΔΣΕ και δίκαια έχαιρε της μεγάλης εκτίμησης όχι μονάχα ανάμεσα στους σαμποταριστές, αλλά και σε όλους τους μαχητές και διοικητές του ΔΣΕ.
«Για τους σαμποταριστές μας δεν υπάρχουνε φραγμοί
Το φανέρωσαν στην πάλη, στα γεφύρια, στη γραμμή.
Τα χέρια κάτω από τη γη, τη γη την πατρική,
εκδίκηση στον κάθε εχθρό, ΕΚΔΙΚΗΣΗ – ΦΩΤΙΑ – ΦΩΤΙΑ!..»
(Από το τραγούδι των μπουρλοτιέρηδων του ΔΣΕ)
Με τη στρατιωτική του καθοδήγηση και δράση έγινε φόβος και τρόμος για τους Γερμανούς καταχτητές στην περιοχή του Ολύμπου και, στη συνέχεια, για τον καθοδηγούμενο από τους Αμερικανούς κυβερνητικό στρατό στο Γράμμο και το Βίτσι. Με την αταλάντευτη πορεία του ως το τέλος της ζωής του, μένοντας πιστός στις αρχές και στα ιδανικά για τα οποία ποτέ δεν δίστασε ν’ αναμετρηθεί με τον θάνατο, πέρασε στο πάνθεο των ηρώων του λαϊκού επαναστατικού κινήματος και στη λαϊκή συνείδηση και μνήμη.
Ο Αντώνης Αγγελούλης γεννήθηκε στη Λάρισα το 1919 και την πρώτη του επαφή με τα εκρηκτικά και τις ανατινάξεις την απόχτησε σε πολύ νεαρή ηλικία, δουλεύοντας με τον πατέρα του στα φουρνέλα, στο άνοιγμα δρόμων.
Στο αλβανικό μέτωπο πολέμησε γενναία τους Ιταλούς και Γερμανούς εισβολείς, συμμετέχοντας σε σαμποταριστικές ενέργειες ως έφεδρος ανθυπολοχαγός του Μηχανικού – δυναμιτιστής καταστροφών. Με την κατάρρευση του μετώπου περνάει στις γραμμές της ΕΑΜικής Αντίστασης, εντάσσεται στον ΕΛΑΣ και γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Στον ΕΛΑΣ αποχτά το ψευδώνυμο «Βρατσάνος». Οι σαμποταριστικές επιχειρήσεις του Βρατσάνου χαρακτηρίζονταν από βαθιά γνώση και σχεδιασμό, πονηριά, εφευρετικότητα και απαράμιλλο ηρωισμό στην εκτέλεσή τους, προκάλεσαν τεράστιες απώλειες και προβλήματα στον εχθρό, επηρέασαν την τροπή του πολέμου και ανάγκασαν τους στρατηγούς εχθρών και συμμάχων να αναγνωρίσουν και να αντιμετωπίσουν με θαυμασμό και σεβασμό τους μπουρλοτιέρηδες του ΕΛΑΣ και τον καπετάνιο τους.
Το Τάγμα Μηχανικού Ολύμπου του ΕΛΑΣ με διοικητή τον Αντώνη Βρατσάνο, αποτελούνταν από δύο λόχους σαμποτέρ, έναν λόχο πολυβόλων και 500 άντρες και έδρασε στην περιοχή του Ολύμπου, όπου την περίοδο 1942 – 1944 ανατίναξε συνολικά 48.000 μέτρα σιδηροδρομικών γραμμών, 36 γέφυρες, 47 σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις, κατάστρεψε 20 αμαξοστοιχίες γεμάτες έμψυχο δυναμικό και πολεμικό υλικό και 12 ατμομηχανές, διέκοψε τη σιδηροδρομική συγκοινωνία για 1.324 ώρες και προκάλεσε στον εχθρό απώλειες 3.065 αξιωματικών και στρατιωτών.
Κορυφαίο επίτευγμα της αντιστασιακής σαμποταριστικής δράσης του Βρατσάνου ήταν η ανατίναξη από το Τάγμα Μηχανικού, της «Ταχείας 53» (γερμανικής αμαξοστοιχίας που κατευθυνόταν στο Ανατολικό Μέτωπο), στις 23 του Φλεβάρη 1944, που θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα σαμποτάζ στην Ευρώπη κατά των Γερμανών ναζί. Η αμαξοστοιχία ήταν γεμάτη με Γερμανούς αξιωματικούς και στρατιώτες και η ανατίναξή της στοίχισε στους κατακτητές 450 νεκρούς, μεταξύ των οποίων ένας στρατηγός με το επιτελείο του και 150 αξιωματικοί της Βέρμαχτ. Στην επιχείρηση αυτή ο Βρατσάνος τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι από θραύσμα και το τραύμα αυτό θα τον ταλαιπωρήσει μέχρι το τέλος της ζωής του.
Για την ανατίναξη της «Ταχείας 53» και τα άλλα στρατιωτικά κατορθώματά του, ο Αντώνης Βρατσάνος παρασημοφορήθηκε από τον στρατάρχη Χάρολντ Αλεξάντερ, διοικητή των δυνάμεων της Μέσης Ανατολής και Ανώτατο Διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων της Μεσογείου. Όμως, μετά την απελευθέρωση, σε μια «ασυνήθιστη» πράξη, ξένη προς τα «πρωτόκολλα» της βρετανικής αυτοκρατορίας, ο Βρατσάνος επισκέπτεται την αγγλική πρεσβεία στην Αθήνα και επιστρέφει τις τιμές σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την επέμβαση των Άγγλων στην Ελλάδα, καταγγέλλοντας το μεταβαρκιζιανό κράτος που καταδιώκει και εξασκεί φονική βία στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Η περήφανη αυτή πράξη του ήταν το προοίμιο αυτού που θα ακολουθούσε: Τον Ιούλη του 1946 ο Αντώνης Βρατσάνος βρίσκεται ξανά στην πρώτη γραμμή του ένοπλου αγώνα, αυτή τη φορά κατά της νέας αγγλοαμερικάνικης κατοχής.
Στις 6 του Οκτώβρη 1947, με απόφαση του Αρχηγείου Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας του ΔΣΕ, ιδρύεται η Σχολή Αξιωματικών Μηχανικού-Σαμποτέρ του Γενικού Αρχηγείου (ΣΑΜΓΑ) του ΔΣΕ. Με την ίδια διαταγή ο Βρατσάνος που ήταν μέλος του Γενικού Αρχηγείου τοποθετείται διευθυντής της Σχολής. Ο Δημήτρης Κατσής, μαθητής στη β΄ σειρά της ΣΑΜΓΑ (και αργότερα εκπαιδευτής ο ίδιος στη γ΄ σειρά), που θα συνδέσει την πολεμική του δράση με τη διοίκηση του Βρατσάνου και θα φτάσει να γίνει διοικητής τάγματος σαμποτέρ, θα γράψει στα απομνημονεύματά του για τον διοικητή του: «Ο Αντώνης Βρατσάνος ήταν ο αναγνωρισμένος ηγήτορας των σαμποταριστικών σχηματισμών του ΔΣΕ. Αγνός αξιωματικός λαϊκού τύπου με εξαιρετικές στρατιωτικές και διοικητικές ικανότητες, με υπέροχο ταλέντο και άρτια κατάρτιση μηχανικού μπουρλοτιέρη, με τεράστια πολεμική και σαμποταριστική εμπειρία στο παρελθόν. Η θαυμάσια και λαμπρή δράση των τμημάτων μηχανικού του Ολύμπου στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης συνδέονταν με το όνομα του. Ήταν ένας απ’ τους πιο δημοφιλείς ηγέτες του ΔΣΕ και δίκαια έχαιρε της μεγάλης εκτίμησης όχι μονάχα ανάμεσα στους σαμποταριστές, αλλά και σε όλους τους μαχητές και διοικητές του ΔΣΕ. Αυτοί που έζησαν μαζί του, γνωρίζουν ότι ο Βρατσάνος στο κάθε του βήμα, στον πόλεμο, την εκπαίδευση, την πορεία, την ανάπαυλα, στις πιο δύσκολες στιγμές της αντάρτικης ζωής, παντού δεν άφηνε στιγμή που να μην εμπνέει τους κατώτερούς του με τα παράδειγμα των καλύτερων επαναστατικών παραδόσεων του λαού μας.»
Το Μηχανικό ή Σαμποτέρ ήταν επίλεκτα τμήματα εξειδικευμένα σε διάφορα όπλα και εκρηκτικές ύλες. Εκτός του συνηθισμένου οπλισμού είχαν στη διάθεσή τους δυναμίτη, νάρκες, τα φοβερά και τρομερά αντιαρματικά πάντζερ-φάου και τα αποτελεσματικά αγγλικά πίατ, εύφλεκτες ύλες, καλώδια κλπ. Η δουλειά των σαμποτέρ ήταν πολύ επικίνδυνη και απαιτούσε από τους μαχητές και τις μαχήτριες, εκτός από ανδρεία και πνεύμα αυτοθυσίας, εφευρετικότητα και επιδεξιότητα, καθώς και ειδικές ικανότητες που αποχτιόνταν με καλή εκπαίδευση. Στην εκπαίδευση σημαντική συμβολή κατείχαν οι σχετικές εκδόσεις και η αρθρογραφία που λάβαινε χώρα στο περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» και σε άλλα έντυπα του ΔΣΕ.
Σε μια από τις ελάχιστες φωτογραφίες του από την εποποιία του ΔΣΕ στο Γράμμο και το Βίτσι, ο Βρατσάνος διακρίνεται πάνω σε μια μοτοσικλέτα (τσεχοσλοβάκικο μοντέλο Jawa) και είναι άξιο απορίας πώς βρέθηκε εκεί και κυρίως πώς συντηρούνταν στις τάξεις ενός στρατού με τρομερές ελλείψεις στον τομέα του Μηχανικού και βέβαια σε καύσιμα, σε αντίθεση με τον κυβερνητικό στρατό που απολάμβανε πακτωλούς δολαρίων και υπερσύγχρονου εξοπλισμού σε όλους τους τομείς και κάθε επίπεδο. Οι απορίες αυτές λύνονται από την Κατίνα Λατίφη, που μεταξύ άλλων εξιστορεί κι ένα απίστευτο περιστατικό. Ο Βρατσάνος καταφέρνει πάνω στη μοτοσικλέτα του να ξεφύγει από τα πυρά δυο Σπιτφάιερ (από τα πιο διάσημα καταδιωκτικά αεροσκάφη όλων των εποχών), που τον σημαδεύουν, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά τις δαιμόνιες ικανότητές του, γιατί το όνομά του έγινε θρύλος και τραγουδήθηκε απ’ το λαό μας.
Ο Αντώνης Αγγελούλης (Βρατσάνος) εκτός από καταξιωμένος διοικητής ήταν και ένας ακούραστος συγγραφέας. Στο βιβλίο του «Βροντάει ο Όλυμπος» (1944) περιγράφει τη δράση του Τάγματος Μηχανικού Ολύμπου και παράλληλα καταγγέλλει την τρομοκρατία του μεταβαρκιζιανού καθεστώτος και την παραχάραξη της ιστορίας της Αντίστασης από την αντίδραση και τους Άγγλους. Αλλά και στις βουνοκορφές του Γράμμου και του Βίτσι, ανάμεσα στις συνεχείς πορείες και μάχες πάντα εκμεταλλευόταν τον λιγοστό «ελεύθερο» χρόνο για να γράψει εγχειρίδια και άρθρα που έδιναν πολύτιμη βοήθεια στους αξιωματικούς και μαχητές σαμποταριστές του ΔΣΕ. Τον Γενάρη του 1948 κυκλοφόρησε η μπροσούρα του με τίτλο «Βοήθημα Καταστροφών-Ναρκοπολέμου», ένα βιβλίο πολύ χρήσιμο για τους αξιωματικούς και μαχητές των μονάδων σαμποτέρ. Παράλληλα, εξειδικευμένα άρθρα του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» την περίοδο 1948-49.
Τον Απρίλη του 1949 δημιουργήθηκε με διαταγή του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ η Ταξιαρχία Μηχανικού – Σαμποτέρ με διοικητή τον συνταγματάρχη Αντώνη Αγγελούλη (Βρατσάνο). Τη σημασία των μονάδων του Μηχανικού-Σαμποτέρ εξάρουν οι ίδιοι οι στρατηγοί του κυβερνητικού στρατού, που στις αναφορές τους στο Γενικό Επιτελείο παραδέχονται την αποτελεσματική δράση τους και ότι το 50% των απωλειών των δυνάμεων του κυβερνητικού στρατού οφειλόταν στο ναρκοπόλεμο.
«Οι λαϊκοί αγωνιστές που παλεύουν μέσα απ’ τις γραμμές του Δημοκρατικού μας Στρατού με την ιδιότητα του Δυναμιτιστή, πρέπει νάχουν βαθιά συναίσθηση της σοβαρότητας της αποστολής τους. Η αποφασιστικότητα, η παλικαριά, η περιφρόνηση μπροστά στον κίνδυνο και η βαθιά προσήλωση στην εκπλήρωση του μαχητικού καθήκοντος, είναι συστατικά στοιχεία, που συγκροτούν τον Δυναμιτιστή του Λαϊκού μας Στρατού και που θα πρέπει παράλληλα και δίχως άλλο να συμβαδίζουν με την επίμονη εξάσκηση για την τεχνική κατάρτιση και προπαρασκευή του στην εκτέλεση των καταστροφών…»
Αντώνη Αγγελούλη (Βρατσάνου), «Βοήθημα καταστροφών – ναρκοπολέμου» (εκδ. Γενικού Αρχηγείου ΔΣΕ, 1947)
Με την υποχώρηση του ΔΣΕ ο Βρατσάνος βρίσκεται πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη, πρωτεύουσα της ΣΣΔ του Ουζμπεκιστάν. Μετά την 6η Ολομέλεια, το 1956, διαγράφεται από το ΚΚΕ. Στη συνέχεια μεταβαίνει στη Ρουμανία. Από εκεί αγωνίστηκε ακατάπαυστα για τον ελεύθερο, χωρίς όρους, επαναπατρισμό όλων των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων που είχαν καταφύγει στις Λαϊκές Δημοκρατίες μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου και που η μισαλλοδοξία των μεταπολεμικών ελληνικών κυβερνήσεων κρατούσε μακριά από την πατρίδα. Θα ζήσει συνολικά 33 χρόνια στην αναγκαστική υπερορία, χωρίς να απαρνηθεί τις ιδέες του και τους συναγωνιστές του.
Επίμονος ερευνητής ιστορικών στοιχείων από τα χρόνια της Αντίστασης, θα ταξιδέψει σε διάφορες χώρες και θα ερευνήσει τα αρχεία του πολέμου. Με επιστολές και άλλες δημόσιες παρεμβάσεις θα καταγγέλλει την παραπληροφόρηση και θα αποκαθιστά πάντα με αδιάσειστα στοιχεία την στρεβλή παρουσίαση των γεγονότων από ιστορικούς και δημοσιολογούντες.
Ο Αντώνης Αγγελούλης – Βρατσάνος ανήκει στη «δρακογενιά» των επαναστατών – λαϊκών αγωνιστών που έφυγαν από τη ζωή χωρίς να δει και να ζήσει ο ίδιος την ουσιαστική αναγνώριση και αποκατάσταση από τη μεριά της πολιτείας των αγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης και της εποποιίας του ΔΣΕ. Σε μια ακόμα συμβολική πράξη διαμαρτυρίας και καταγγελίας, όταν επαναπατρίστηκε αρνήθηκε να κάνει αίτηση για αναγνώριση από την πολιτεία της αντιστασιακής του δράσης.
Στις 25 του Νοέμβρη 2008, από το κρεβάτι ενός νοσοκομείου, κίνησε για το τελευταίο του ταξίδι, όπως πορεύτηκε στην πολυκύμαντη ζωή του: περήφανος, αξιοπρεπής και ήσυχος «όπως εκείνος που ’χει κάνει το καθήκον του». Δίχως να χαρεί τη δικαίωση των αγώνων και των θυσιών, αφήνοντας όμως βαριά και τίμια παρακαταθήκη το μπαρούτι και τα γραφτά του στις γενιές που κρατούν αναμμένο το φιτίλι του αγώνα.
Σημείωση Ν. Π. / Οικ.: Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην Κατιούσα στις 25 του Νοέμβρη 2017. Ξαναδημοσιεύεται εδώ με προσθήκες.