«Δε μπορεί, η νίκη θα είναι δική μας!» – Η Ρόζα Ιμβριώτη αποχαιρετά τον Πέτρο Κόκκαλη
Αγαπούσε τη ζωή και το λαό. Γι’ αυτό κι αρνιόταν την κακή χρήση της επιστήμης. «Για να αποδώσουν, έλεγε, οι επιστημονικές έρευνες, πρέπει να φέρνουν την ευτυχία στον άνθρωπο, όχι την καταστροφή». Ήθελε οι επιστήμονες να έχουν βαθύτατη συνείδηση της ευθύνης τους σαν ταγοί του λαού.
Στις 15 του Γενάρη 1962, έφευγε από τη ζωή μετά από καρδιακή προσβολή, ο Πέτρος Κόκκαλης, πρωτοπόρος χειρουργός, καθηγητής Ιατρικής, πολιτικό στέλεχος του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Είχε γεννηθεί στις 18 του Σεπτέμβρη 1896. Ο Πέτρος Κόκκαλης υπηρέτησε τα πανανθρώπινα ιδανικά της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, θέτοντας την επιστήμη και τη ζωή του στον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση του ανθρώπου μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του.
Τον Γενάρη του 1962 στην «Επιθεώρηση Τέχνης» δημοσιεύεται κείμενο της Ρόζας Ιμβριώτη, με το οποίο η δασκάλα του λαού μας «αποχαιρετά» τον σπουδαίο επιστήμονα και άνθρωπο, και σκιαγραφεί την προσωπικότητά του αναφερόμενη και στη γνωριμία τους. Ιδιαίτερη σημασία κατέχει σήμερα, τις μέρες της πανδημίας, η θέση του Πέτρου Κόκκαλη μπροστά στην επιστήμη του, αλλά και για τους επιστήμονες. Μια θέση ξεκάθαρη: «Ήθελε οι επιστήμονες να έχουν βαθύτατη συνείδηση της ευθύνης τους σαν ταγοί του λαού» όπως σημειώνει η Ρόζα Ιμβριώτη.
Αντιγράφουμε από το τεύχος 85 της «Επιθεώρησης Τέχνης»:
Πέτρος Κόκκαλης
της Ρόζας ΙμβριώτηΈνας μεγάλος ουμανιστής επέθανε. Ο Πέτρος Κόκκαλης σωριάστηκε πάνω στο έργο του, από καρδιακή προσβολή. Μια θαρραλέα καρδιά έπαψε να χτυπάει. Χάθηκε ένας εξαίρετος επιστήμονας κι ένας εξαίρετος πανεπιστημιακός δάσκαλος. Ήταν πραγματικά εξαίρετος επιστήμονας ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Πέτρος Κόκκαλης κι η προσωπικότητά του θα πάρει μια μέρα τη θέση της μέσα στην κληρονομιά του έθνους. Μάλιστα μπορούμε να προσθέσουμε, ότι έχει γίνει από τους ξακουστούς επιστήμονες που υπογραμμίζουν τη θέση της ελληνικής πατρίδας μέσα στον κόσμο. Τιμήθηκε τελευταία από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας με ένα από τα ανώτερα κρατικά βραβεία το «Λάβαρο της Εργασίας». Το έργο του Κόκκαλη έχει μέσα του το πνεύμα του ελληνικού λαού και την ζωτικότητά του. Ολόκληρο το έργο του καταυγάζεται από την προσπάθεια «να φανούμε οι επιστήμονες άξιοι του ελληνικού λαού».
Πριν δυο χρόνια συναντηθήκαμε στο Βερολίνο, όπου διηύθυνε το Ινστιτούτο Πειραματικής Χειρουργικής για την καρδιά και τα αιμοφόρα αγγεία στη Γερμανική Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου. Το θέμα της κουβέντας ήταν «το νόστιμον ήμαρ». Και σαν να έκαμε αξιολόγηση της ως τότε πολιτείας του είπε: «Κι όμως κι αν είχα μια μικρή μόνο ελπίδα πάλι θα «αποδυόμουνα» σ’ αυτή τη μάχη, κι αν ήξερα ακόμα πως εγώ θα την έχανα, γιατί είμουνα βέβαιος ότι θα την κερδίσουν όλοι οι άλλοι». Μ’ αυτή τη βεβαιότητα στάθηκε ο Κόκκαλης στο πλευρό του λαού από τη στιγμή που μπήκε ο καταχτητής. Όρθωσε το ανάστημά του απέναντι στους ανάξιους που ετοίμαζαν την προδοσία, απέναντι στους δειλούς κι αναποφάσιστους, ενάντια στην υποδούλωση της Ελλάδας, απέναντι στους ξενόδουλους και στους στραγγαλιστές της ελευθερίας της. Ήταν μια πράξη πίστης στην αναπόφευκτη τελική νίκη. Πατριώτης με αλάνθαστη προβλεπτικότητα πήρε χωρίς κανένα δισταγμό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, και γίνηκε μέλος της Πολιτικής Επιτροπής της Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Σαν Υπουργός της Παιδείας και Υγιεινής μέσα στην πυρά του αγώνα εργάστηκε μαζί με άλλους επιστήμονες και παιδαγωγούς για να μπουν οι βάσεις της αναδιοργάνωσης της εθνικής εκπαίδευσης και ζητούσε την ορθολογιστική αναπροσαρμογή της όλης παιδείας.
Το έργο του Κόκκαλη, η θέση που πήρε στις τύχες της Πατρίδας, έδειχνε την πίστη του πως η ιδέα της Δημοκρατίας δεν είναι ξένη προς την επιστημονική πολιτική. Αντίθετα είναι η προϋπόθεση, ο απαραίτητος όρος για την ανάπτυξη και προκοπή της επιστήμης. «Δεν υπάρχει, έλεγε, απομονωμένη επιστημονική έρευνα, ανεξάρτητη από την εθνική πολιτική». Τόνιζε με πάθος πως οι ανάγκες της επιστήμης είναι ανάγκες εθνικές. Κι η μόνη επιλογή που απομένει στον επιστήμονα είναι ή να ικανοποιήσει αυτές τις ανάγκες ή να τις αμελήσει. Πίστευε πως η επιστημονική πρόοδος κατά μεγάλο ποσοστό είναι αποτέλεσμα του «καθημερινού μόχθου» του λαού. «Αυτές οι μάζες», έλεγε, «που μιλάμε γι’ αυτές με δύσκολα κρυμμένη περιφρόνηση, ξεχνούμε ότι είναι η προϋπόθεση της ζωής μας κι όχι μόνο τής υλικής μα και της πνευματικής».
Αγαπούσε τη ζωή και το λαό. Γι’ αυτό κι αρνιόταν την κακή χρήση της επιστήμης. «Για να αποδώσουν, έλεγε, οι επιστημονικές έρευνες, πρέπει να φέρνουν την ευτυχία στον άνθρωπο, όχι την καταστροφή». Ήθελε οι επιστήμονες να έχουν βαθύτατη συνείδηση της ευθύνης τους σαν ταγοί του λαού. Να αρνηθούν να θέσουν την δραστηριότητά τους στην υπηρεσία του πυρηνικού ολέθρου, των πολέμων. Γι’ αυτό γίνηκε μέλος του Παγκόσμιου Συμβουλίου της Ειρήνης και προσπαθούσε να γίνουν οι επιστήμονες ο μοχλός για να λυθούν ειρηνικά τα προβλήματα που βασανίζουν την ανθρωπότητα. «Να ενεργήσουμε ενωμένοι, διαλαλούσε σε ένα Συνέδριο της Ειρήνης, οι επιστήμονες όλου του κόσμου, να αναπτύξουμε φιλικές σχέσεις, να ρίξουμε τα μυστικά των πυρηνικών όπλων που μας χωρίζουν, να αρνηθούμε τις υπηρεσίες μας στους εγκληματίες των πολέμων. Αλλά, βέβαια, μόνοι οι επιστήμονες δε μπορούμε να φέρουμε αποτέλεσμα. Απ’ εδώ βγαίνει η ευθύνη του επιστήμονα να πάρει σαφέστατη πολιτική θέση. Γιατί η λύση όλων αυτών των προβλημάτων είναι συνδεδεμένη με το δίλημμα: ειρήνη ή πόλεμος, ελευθερία ή υποδούλωση». Τούτο εδώ καθορίζει το ρόλο του επιστήμονα μέσα στην πάλη για την ειρήνη. Η παρέμβασή του θα βοηθήσει τους λαούς να δώσουν λύσεις σύμφωνες με τα συμφέροντα της επιστήμης και του έθνους. Ο επιστήμονας για τον Κόκκαλη μόνο τότε ήταν γνήσιος, άμα ζούσε μέσα στο λαό, αν δεν ξέκοβε απ’ αυτόν, γιατί εκεί έβρισκε, όπως έλεγε, «τη δροσοπηγή». Προ πάντων τον είχε συνεπάρει το κίνημα του λαού. Τον συγκινούσε η έξαρση, το ύψος το ηθικό, η λεβεντιά του. θυμάμαι καλά τα όσα έλεγε σε μια συγκέντρωση των νέων: «Πού θα έβρισκα, τόσο πλήθος ανθρώπων που να έχει τόσο υψηλή συνείδηση, πού θα έβρισκα τόσο πλήθος αγοριών και κοριτσιών που να διψούνε για γνώση, για ποιότητα, πνευματική και ηθική, τόσο πλήθος παιδιών που να έχει κάμει μοναδικό του έργο το αιματηρό και βασανιστικό έργο της εθνικής ανεξαρτησίας, της λευτεριάς και της ειρήνης; Ζω ένα έπος. Γεμίζω από αισιοδοξία όσο σας βλέπω. Δε μπορεί, η νίκη θα είναι δική μας!». Σήμερα άντρες και γυναίκες πια εκείνα τα παιδιά τής Εθνικής Αντίστασης αποχαιρετούν το «τίμιον κάρα». Καταφιλούν το πρόσωπο του αγωνιστή κάτω από το γαλανό ουρανό της Αττικής, που τόσο τον νοσταλγούσε κι όλοι υπόσχονται να μη λησμονήσουν τις υποθήκες του.