“Δημοκρατία θέλετε; Πάρτε την!” – Όταν η χωροφυλακή του Γεωργίου Παπανδρέου τσάκιζε απεργούς του Καρέλα στο Λαύριο
Τίποτε δεν είχε να ζηλέψει η κυβέρνηση του “Γέρου” της Δημοκρατίας στην καταστολή του εργατικού κινήματος από τους δεξιούς προκατόχους της, όπως απέδειξε η μεγάλη απεργία στην κλωστοϋφαντουργία “ΑΙΓΑΙΟΝ” το 1964, που πνίγηκε στα δακρυγόνα και τη βία της χωροφυλακής.
Εργατούπολη ήδη από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, το Λαύριο γινόταν συχνά θέατρο μεγάλων απεργιακών κινητοποιήσεων. Μια από τις ιστορικότερες έλαβε χώρα τέτοιες μέρες το 1964 στην κλωστοϋφαντουργία “ΑΙΓΑΙΟΝ” ιδιοκτησίας Καρέλα, όπου οι άθλιες συνθήκες εργασίες είχαν ωθήσει τους εργαζόμενους σε μια πρώτη σημαντική κινητοποίηση το 1957, δυο χρόνια μετά την πρώτη λειτουργία του εργοστασίου. Τότε η εργοδοσία κατόρθωσε με απόλυση συνδικαλιστών και άλλων μπροστάρηδων της απεργίας να τσακίσει για χρόνια τις αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων, ενώ και το σωματείο βρισκόταν σταθερά σε φιλεργοδοτικά χέρια έκτοτε, όπως εξάλλου και η διοίκηση του τοπικού εργατικού κέντρου, που είχε αναδειχθεί και σε μάστορα αλχημειών με σωματεία – σφραγίδες. «Για τους εργαζόμενους του ΑΙΓΑΙΟΝ η εργατική Νομοθεσία είχε καταργηθεί. Κάθε επιδίωξη των εργαζομένων για εφαρμογή των Συλλογικών Συμβάσεων εργασίας, την πληρωμή των ημερομισθίων ασθενείας και των υπερωριών, συναντούσε την απόλυση, αλλά και τη γνωστοποίηση προς τις βιομηχανίες του Λαυρίου, οι οποίες έκλειναν την πόρτα σε κάθε απολυμένο του ΑΙΓΑΙΟΝ. Τα πρόστιμα, οι παραβιάσεις του ωραρίου εργασίας, οι αργίες και οι απειλές ήταν στην ημερήσια διάταξη», σημειώνει ο Κωνσταντίνος Πόγκος στο βιβλίο του «Λαύριο, το εργατικό κίνημα τη δεκαετία του 1960».
Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει όταν στις αρχαιρεσίες του επιχειρησιακού σωματείου στις 8 Μάρτη 1964 αναδείχθηκαν αγωνιστές συνδικαλιστές, με τον απερχόμενο εργοδοτικό πρόεδρο Μαγκλάρα να λαμβάνει μόλις 19 ψήφους επί 318 ψηφισάντων. Η νέα διοίκηση έσπευσε να αποστείλει στις 2 Απρίλη έγγραφο στον υπουργό Εργασίας της κυβέρνησης Ένωσης Κέντρου, που μόλις το Φλεβάρη της ίδιας χρονιάς είχε κερδίσει την αυτοδυναμία με 53%. Χαρακτηριστικά αναφερόταν στο έγγραφο «Η επιχείρηση επιβάλλει στους εργαζόμενους να εργάζονται πέραν του 8ωρου και επιπλέον συνεχή εργασίαν με κόντρα βάρδια ολόκληρον (16ωρο). Με τον ίδιο τρόπο χρησιμοποιεί γυναίκες στην Γ’ βάρδια, από τις 2 μ.μ. έως και τις 6 π.μ. Επιβάλλει πρόστιμα και αργίες με διάφορες προφάσεις επιτυγχάνοντας έτσι την τρομοκράτηση των εργαζομένων, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει εσωτερικώς κανονισμός (…) Η αίθουσα εστίασης παραμένει κλειστή». Το σωματείο αγκαλιάστηκε από τους εργαζόμενους, καθώς ακόμα και αρκετοί από όσους δεν είχαν ψηφίσει στις αρχαιρεσίες συμμετείχαν σε γενική συνέλευση 500 ατόμων για να ενημερωθούν για τις ενέργειες των συνδικαλιστών. Ενώ η κυβέρνηση Παπανδρέου κώφευε στα αιτήματα των εργατών, η εργοδοσία προσπάθησε να δωροδοκήσει τρία μέλη της διοίκησης του σωματείου με το σημαντικό τότε ποσό των 1000 δραχμών, γεγονός που οι ίδιοι κατήγγειλαν σε νέα συνέλευση στους συναδέλφους τους. Στην ίδια συνέλευση αποφασίστηκε η πραγματοποίηση 48ωρης απεργίας στις 12 Μάη, για την οποία εξελέγη 11μελής απεργιακή επιτροπή, με 5 γυναίκες (που στο εργοστάσιο ήταν η πλειοψηφία) που αποφάσισε να επιστρέψει στην εργοδοσία “τα μολυσμένα και άτιμα” αργύρια της εξαγοράς.
Σύσσωμοι οι χίλιοι περίπου εργαζόμενοι συμμετείχαν στην απεργία, οδηγώντας την εργοδοσία να δεσμευθεί για αύξηση ημερομισθίου, τήρηση του 8ωρου, καταβολή ημερομισθίων που παρανόμως παρακρατούνταν σε μέρες ασθενείας και αύξηση του μεροκάματου. Ο Καρέλας όμως δεν είχε σκοπό να τηρήσει το λόγο του, κάτι που οδήγησε σε κλείσιμο του εργοστασίου στις 9 Ιούνη και απεργία πείνας εργαζομένων του εργοστασίου. Την επομένη το Λαύριο νέκρωσε καθώς εργαζόμενοι από όλους τους κλάδους της πόλης μαζεύτηκαν έξω από το εργοστάσιο “Αιγαίον”. Διαδόθηκαν τεχνηέντως φήμες ότι οι απεργοί κατέστρεφαν το εργοστάσιο, κάτι το οποίο μετά την απεργία διαψεύστηκε από τους ίδιους τους μηχανικούς και προϊστάμενους της επιχείρησης. Παρά τις νέες προφορικές διαβεβαιώσεις της εργοδοσίας υπό την πίεση της μεγάλης αλληλεγγύης, όχι απλώς δεν υλοποιήθηκε η συμφωνία, αλλά υπήρξε και εκδικητική απόλυση 12 εργαζομένων, ανάμεσά τους το σύνολο σχεδόν της διοίκησης του σωματείου. Σε ένδειξη συμπαράστασης, στις 21 Ιούλη τριακόσιοι εργάτες ξανάρχισαν την απεργία πείνας κλεισμένοι στο εστιατόριο και τα αποδυτήρια. Με την πρόφαση ότι οι απεργοί παρεμπόδιζαν όσους ήθελαν να προσέλθουν στην εργασία τους, ο Καρέλας ζήτησε τη συμβολή της αστυνομίας, σε πρώτη φάση όμως ο εισαγγελέας θεώρησε αβάσιμες τις εργοδοτικές καταγγελίες. Παρόλαυτα πράγματι κατέφτασαν ισχυρές και πάνοπλες αστυνομικές δυνάμεις αποκλείοντας το εργοστάσιο και τοποθετώντας σε κάθε γωνία πολυβόλα. Την επομένη, στις 22 Ιούλη 1964 ορίστηκε συνάντηση αντιπροσωπείας με τον υπουργό εργασίας Μπακατσέλο. Την ίδια μέρα η αστυνομία επιτέθηκε με αγριότητα στους απεργούς μέσα στο εργοστάσιο με δακρυγόνα, γκλομπς και πυροβόλα όπλα. Σύμφωνα με μαρτυρίες εργατών οι χωροφύλακες φώναζαν την ώρα που χτυπούσαν τους απεργούς: “Δημοκρατία θέλετε; Πάρτε την!”
Τα επεισόδια μάλιστα εξαπλώθηκαν σε όλο το Λαύριο, που βρέθηκε σε κατάσταση πολιορκίας, περνώντας ακόμα και στα σπίτια, όπου έπεσαν ακόμα και δακρυγόνα σύμφωνα με μαρτυρίες. Ο απολογισμός ήταν 100 απεργοί ελαφρά τραυματίες, 17 απεργοί και 17 χωροφύλακες σε σοβαρότερη κατάσταση, ανάμεσά τους ένας ανάπηρος που χτυπήθηκε από σφαίρα χωροφύλακα στο πόδι ενώ έβλεπε τις συγκρούσεις στην αυλή του σπιτιού του. Η καταστολή συνεχίστηκε με σύλληψη 100 απεργών του εργοστασίου αλλά και άλλων συνδικαλιστών της πόλης. Σε ένδειξη συμπαράστασης την επομένη απήργησαν τα μεγαλύτερα εργοστάσια του Λαυρίου. Παρότι 50 από τους συλληφθέντες παραπέμφθηκαν σε δίκη, οι έντονες αντιδράσεις οδήγησαν στην επ’αόριστον αναβολή της. Ο τύπος της εποχής κάλυψε εκτεταμένη τα γεγονότα, με τίτλους όπως Λαύριον: Αίµα-και φόβος. Ο πολεµικός συναγερµός εξακολουθεί εις την πόλιν των ταραχών µετά την άγριαν µάχην» (“Μεσηµβρινή”, 23 lουλίου). «Συµπλοκή χωροφυλάκων και απεργών. Η µάχη του Λαυρίου ήρχισε χθες µόλις έφυγε ο εισαγγελεύς» (“Έθνος”, 23 lουλίου 1964). «Πόλεµος στο Λαύριο, άφθονο αίµα» (“Αθηναϊκή”, 23 lουλίου). “Άγρια επίθεσις κατά απεργών στο Λαύριο, που εξελίχθηκε σε πολεµική επιχείρηση µε ριπές αυτοµάτων κατά των κατοίκων της πόλης”) (“Αυγή”, 23 Ιουλίου).
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στην αντίδραση του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος προέβη σε δηλώσεις “ίσων αποστάσεων”, αποδοκιμάζοντας φραστικά τη στάση της χωροφυλακής, που ωστόσο δεν υπέστη καμία περαιτέρω κύρωση, νουθετώντας όμως παράλληλα τους εργάτες πως μπορούσαν να διεκδικούν “με όλα τα νόμιμα μέσα” τα αιτήματα τους, όχι όμως και να τα επιβάλλουν “δια της βίας”, τη στιγμή μάλιστα που η μόνη βία προερχόταν από την εργοδοσία και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του “κεντρώου” κράτους.
Το περιστατικό έγινε και θέμα σκίτσου από τον Μποστ, με τη μαμά- Ελλάδα να επιπλήττει χωροφύλακα για τις “διανομές δημοκρατίας” (σκωπτική αναφορά στις διανομές συσσιτίου που είχε εξαγγείλει η κυβέρνηση Παπανδρέου), που έκαναν ένα βρέφος βραχεί πάνω του με κίνδυνο να νομίζει η μαμά του πως το έπαθε μόνο του.
Μετά την απεργία το αγωνιστικό σωματείο διαλύθηκε, ενώ τη θέση των απεργών πήραν άτομα από αγροτικές περιοχές που δεν είχαν επαφή με το συνδικαλιστικό κίνημα. Χρειάστηκε να περάσουν 20 χρόνια μέχρι την επόμενη απεργία στο εργοστάσιο, καθώς σωματείο συγκροτήθηκε μόλις στις αρχές της δεκαετίας του ’80, καθώς ως τότε κάθε απόπειρα συγκρότησης σωματείου σκόνταφτε στην απόλυση όσων υπέγραφαν υπέρ της δημιουργίας του.