Το Δόγμα Τρούμαν 1947: Αλλαγή σκυτάλης από το βρετανικό στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό
Θέμα της ομιλίας ήταν η κατάσταση στην Ελλάδα και την Τουρκία, που κατά τον Τρούμαν απειλούνταν από το Σοβιετικό επεκτατισμό. Eπρόκειτο κι επισήμως για το τέλος της πολιτικής αποκλιμάκωσης κι αναμονής έναντι της ΕΣΣΔ που προέκρινε η προηγούμενη κυβέρνηση του Φραγκλίνου Ρούζβελτ, και την πρώτη εφαρμογή της πολιτικής της ανάσχεσης.
Σαν σήμερα το 1947 εκφωνήθηκε στο Αμερικανικό Κογκρέσο από τον πρόεδρο Χάρυ Τρούμαν μια από τις σημαντικότερες ομιλίες της μεταπολεμικής ιστορίας. Η αμερικανική κυβέρνηση έχοντας πλήρη συναίσθηση της σημασίας της ομιλίας είχε φροντίσει όλοι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί της χώρας με τα παραρτήματα τους διεθνώς να είναι συνδεδεμένα με το Κογκρέσο. Στο Μόναχο της Δυτικής Γερμανίας ισχυρός πομπός ήταν έτοιμος να μεταδώσει μεταφρασμένο στα ρωσικά τον λόγο του πρέδρου στην ΕΣΣΔ. Την επομένη η “Φωνή της Αμερικής” προβλεπόταν να μεταδώσει την ομιλία σε οκτώ γλώσσες ολόκληρη και σε 25 περιληπτικά. Θέμα της ομιλίας ήταν η κατάσταση στην Ελλάδα και την Τουρκία, που κατά τον Τρούμαν απειλούνταν από το Σοβιετικό επεκτατισμό. Στην χώρα μας ήδη μαινόταν ο εμφύλιος, τον οποίο αδυνατούσε να καταστείλει η άρχουσα τάξη, ενώ οι σύμμαχοι της Βρετανοί αδυνατούσαν πλέον να αντεπεξέλθουν στα βάρη του ρόλου τους στην Ελλάδα, χώρας παραδοσιακά στη σφαίρα επιρροής της Μ. Βρετανίας από τον καιρό της του αγώνα της Ανεξαρτησίας ακόμα. Δεν είναι τυχαίο που στις 12 Φλεβάρη η βρετανική κυβέρνηση είχε γνωστοποιήσει στην αμερικανική ότι στις 31 Μάρτη θα έληγε η οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα. Οι πρώτες απόπειρες προσέγγισης των ΗΠΑ στην κατεύθυνση της στήριξης του αστικού καθεστώτος στην Ελλάδα είχαν πραγματοποιηθεί ήδη από το 1945, τότε όμως ακόμα οι ΗΠΑ δεν έδειχναν πρόθυμες για ανάληψη μιας τέτοιας πρωτοβουλίας.
Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο ότι η αμερικανική παρουσία στην Ελλάδα δεν ήταν εντελώς ανύπαρκτη προ του 1947. Κατά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τα γερμανικά στρατεύματα, μια μικρή μονάδα αμερικανικού στρατού συνόδευσε τα βρετανικά στρατεύματα, επισήμως με μόνο στόχο την επίβλεψη της διανομής των προϊόντων και τροφίμων της ΟΥΝΡΑ. Η ΟΥΝΡΑ είχε ιδρυθεί το 1943 από 43 χώρες, με στόχο την παροχή αρωγής στις χώρες που είχαν υποφέρει από το φασιστικό ζυγό. Στην πραγματικότητα το 73% των κεφαλαίων του οργανισμού ήταν αμερικανικό, καθιστώντας της ΗΠΑ ηγεμονεύουσα δύναμη στον τρόπο και την ποσότητα διανομής της βοήθειας. Στην περίπτωση της Ελλάδας ειδικότερα, αφενός το ποσοστό κάλυψης των τεράστιων αναγκών ήταν μικρό, αφετέρου αρκετά είδη διατίθενταν σε ημέτερους με πολιτικά κριτήρια ή ως αποτέλεσμα διαφθοράς. Οι Αμερικανοί, μαθαίνοντας κι επισήμως τη διάθεση απεμπλοκής των Βρετανών από τα ελληνικά πράγματα, αφενός άρχισαν να καταστρώνουν άμεσα σχέδια για τη βέλτιστη μετάβαση της Ελλάδας στον έλεγχό τους, αφετέρου ενημέρωσαν την ελληνική κυβέρνηση για τις προθέσεις τους στις 28 Φλεβάρη του ίδιου χρόνου. Λίγες μέρες αργότερα, στις 3 Μάρτη, υποβλήθηκε επίσημο αίτημα από ελληνικής πλευράς για χορήγηση βοήθειας από τις ΗΠΑ. Το κείμενο του αιτήματος είχε υπαγορευθεί από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στον Έλληνα επιτετραμμένο στην Ουάσινγκτον. Το γεγονός πως οι Αμερικανοί διαμόρφωσαν οι ίδιοι εκ των προτέρων τους όρους χορήγησης της βοήθειας δε σημαίνει ότι απλώς “επιβλήθηκαν” άνωθεν στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία όχι απλώς είχε απόλυτη ανάγκη την αμερικανική στήριξη, αλλά με ζήλο την επιδίωξε κι έκανε στα επόμενα χρόνια ό,τι μπορούσε για να την παρατείνει στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
Ο Τρούμαν τόνισε στην ομιλία του ότι δεδομένων των καταστροφών που είχε υποστεί η Ελλάδα στο β’παγκόσμιο πόλεμο και την κακή κατάσταση του στρατού από άποψης αριθμού κι εξοπλισμού, καθιστούσε πολύ πιθανή την ανατροπή της ελληνικής κυβέρνησης από την “τρομοκρατική δράση” των ενόπλων που καθοδηγούνταν από τους κομμουνιστές. Μόνο οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να παρέχουν την απαραίτητη βοήθεια σε εφόδια κι εξοπλισμό. Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, μπορεί ο κομμουνιστικός κίνδυνος να μην ήταν άμεσος, υπήρχε ωστόσο φόβος ντόμινο σε περίπτωση επικράτησης των ανταρτών στην Ελλάδα. Επιπλέον, λόγω της ιστορικής αντιπαλότητας των δύο χωρών, κρίθηκε σκόπιμο να υπάρξει ισόρροπη βοήθεια σε αμφότερες τις αστικές της τάξεις, ύψους 400 εκ. δολλαρίων, παρότι η κρίση στην Ελλάδα ήταν σαφώς πιο οξεία. Ο αντίκτυπος της ομιλίας στην Ελλάδα ήταν φυσικά τεράστιος. Λίγες μόνο μέρες μετά την εξαγγελία του δόγματος Τρούμαν, η εκδοτική ναυαρχίδα της ελληνικής αστικής τάξης, η “Καθημερινή”, κυκλοφόρησε με άρθρο του εκδότη της Γ.Α Βλάχου, εξέφραζε απόλυτα τη συνειδητή επιλογή της τάξης του να τεθεί υπό την αιγίδα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, αν και δε λησμονούσε ομολογουμένως και το βρετανικό: “… Το αφεντικό μας ένα είναι, δυο μάλλον: η Αμερική, η Αγγλία. Μ’ αυτούς θα ζήσωμε, μ’ αυτούς έχουμε συνδέσει την τύχη μας, μ’ αυτούς θα πορευτούμε, μ’ αυτούς, αναγκαστικώς, θα περιμένωμε ώρας παγκοσμίου συνεννοήσεως, γενικής ειρήνης, καλύτερους καιρούς”. Από πλευράς ΚΚΕ, το οποίο για τους επόμενους λίγους μήνες ως το τέλος του 1947 θα παρέμενε στα όρια της νομιμότητας μέχρι την πλήρη απαγόρευσή του στις 27 Δεκέμβρη, η αντίδραση συνοψίζεται στο άρθρο του τότε γενικού γραμματέα Νίκου Ζαχαριάδη, που αντανακλώντας την επικρατούσα γραμμή του κόμματος περί εξάρτησης της Ελλάδας, σημείωνε στις 14 Μάρτη πως : “Ο μοναρχοφασισμός έχει, επί τέλους, το λόγο του Προέδρου Τρούμαν. Δεν ξέρουμε αν θα μείνει ευχαριστημένος. Εκείνο όμως που ασφαλώς κατάφερε, είναι να αποκτήσει έναν ακόμα τίτλο προδοσίας και ξεπουλήματος της Ελλάδας στους ξένους”.
Τυπικά η εφαρμογή του δόμγματος Τρούμαν ξεκινά με την υιοθέτησή του ως νόμο των ΗΠΑ στις 22 Μάη του 1947, ενώ στην Ελλάδα η συγκεκριμενοποίηση των όρων εφαρμογής του θα περίμενε ως την Ελληνοαμερικανική Συμφωνία στις 20 Ιούνη 1947 και τη συνακόλουθη συγκρότηση της Αμερικανικής Αποστολής Βοήθειας στην Ελλάδα (AMAG), με επικεφαλής των Ντουάιντ Γκρίσγουολντ, που διέθετε πρακτικά απεριόριστες αρμοδιότητες, αποτελώντας κράτος εν κράτει.
Το Δόγμα Τρούμαν ασφαλώς βέβαια δεν είχε μόνο τοπική ή περιφερειακή εμβέλεια, αλλά αποτελούσε προπομπό για τη στάση των ΗΠΑ καθ’όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, σταθμός του οποίου εξάλλου υπήρξε η ίδια η ομιλία. Ο ίδιος ο Τρούμαν αντιλαμβανόταν το πνεύμα της παρέμβασής του ως μια πράξη αντίστασης κατά του “ολοκληρωτισμού”, ενώ όπως δήλωνε δυο δεκαετίες μετά την ομιλία: ” Η Αμερική προειδοποιούσε επίσημα πως δε θα επιτρεπόταν στην πορεία του Κομμουνισμού να επιτύχει τον σκοπό της από αμέλειά μας “. Eπρόκειτο κι επισήμως για το τέλος της πολιτικής αποκλιμάκωσης κι αναμονής έναντι της ΕΣΣΔ που προέκρινε η προηγούμενη κυβέρνηση του Φραγκλίνου Ρούζβελτ, και την πρώτη εφαρμογή της πολιτικής της ανάσχεσης, όπως την είχε εισηγηθεί ο Αμερικανός διπλωμάτης Τζωρτζ Κένναν το 1946 και εκ νέου τον Ιούλη του 1947, λίγους μήνες μετά την ομιλία. Ο αμερικανός πρόεδρος επί της ουσίας διατράνωνε την πρόθεση των ΗΠΑ να στηρίξουν ολόπλευρα οποιαδήποτε κυβέρνηση απειλούνταν ή απλώς θεωρούσε πως απειλούνταν από ισχυρά κομμουνιστικά κινήματα ή την ΕΣΣΔ, ανεξάρτητα από το βαθμό δημοκρατικότητας στο εσωτερικό τους. Παρότι εξακολουθεί να υπάρχει διχογνωμία μεταξύ των ιστορικών για το αν το Δόγμα Τρούμαν αποτελεί προάγγελο, τόσο του σχεδίου Μάρσαλ, όσο και της ίδρυσης του ΝΑΤΟ (1949), κανείς δεν μπορεί να υποτιμήσει τη σημασία του ως ενός δεδομένου που σφράγισε ως κατευθυντήρια γραμμή την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ως και την ανατροπή του υπαρκτού σοσιαλισμού την περίοδο 1989-1991.