Η δολοφονία του Έρνστ Τέλμαν – Μια φασιστική εκτέλεση στην υπηρεσία του γερμανικού ιμπεριαλισμού
Η εξόντωση του Τέλμαν εκτός από άλλη μία πράξη φασιστικής βαρβαρότητας ήταν και μια επιλογή επιβίωσης του γερμανικού ιμπεριαλισμού ενόψει της επόμενης μέρας.
Όταν ο Χίτλερ με τον Χίμλερ στις 14 Αυγούστου 1944 πήραν την απόφαση “Ο Τέλμαν πρέπει να εκτελεστεί” ομολογούσαν την ήττα τους μετά από 11 χρόνια κράτησης και βασανισμών του μεγάλου κομμουνιστή ηγέτη. Είχαν προσπαθήσει τα πάντα, από τη δωροδοκία μέχρι την πιο σαδιστική βία για να τον κάνουν να αποκηρύξει τις ιδέες του και να τον παρουσιάσουν ως “μετανοούντα” στην κοινωνία. Ο ίδιος όμως κατέγραψε στις σημειώσεις της φυλακής τι ήταν αυτό που τον κρατούσε σταθερό παρά τις απίστευτες κακουχίες στη φυλακή: Για τον άνθρωπο που παλεύει για την απελευθέρωση της εργαζόμενης ανθρωπότητας, η ζωή έχει ένα πιο πλήρες νόημα και με τον ίδιο τρόπο ο πόνος χάνει το νόημα του για εκείνον, καθώς αποδίδει στη ζωή μια υψηλότερη αξία.”
Το διεθνές κίνημα αλληλεγγύης, από την πρώτη στιγμή της σύλληψης του γ.γ του ΚΚΓ μπορεί να μην ήταν ικανό να αποτρέψει την εκτέλεση του Τέλμαν, αλλά σίγουρα την καθυστέρησε για καιρό και απέτρεψε να γίνει στα σκοτεινά κι αθόρυβα, όπως τόσες και τόσες εκτελέσεις ανώνυμων αγωνιστών. Ξένες αντιπροσωπείες ζητούσαν επανειλημμένα να επισκεφτούν έναν από τους διασημότερους κρατούμενους του χιτλερικού καθεστώτος. Η διαφαινόμενη κατάρρευση του ναζιστικού στρατού ωστόσο, μετά τις απανωτές νίκες των Σοβιετικών αλλά και το άνοιγμα του δεύτερου μετώπου το καλοκαίρι του 1944 έκανε το πληγωμένο θηρίο να αντιδρά με ακόμα μεγαλύτερη αγριότητα, βλέποντας ότι ο εχθρός του επρόκειτο να επικρατήσει στη μεταπολεμική Γερμανία. Ο ίδιος ο Τέλμαν γνώριζε τον κίνδυνο, γράφοντας σε συγκρατούμενό του το Γενάρη της ίδια χρονιάς: “Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να μου συμβεί αύριο ή μεθαύριο…Το χιτλερικό καθεστώς δε θα διστάσει σε μια τέτοια κατάσταση να βγάλει από τη μέση τον Τέλμαν μια για πάντα…”
Στις 18 Αυγούστου οι δειλοί φονιάδες αφαίρεσαν τη ζωή του Τέλμαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλτ, κοινοποιώντας την είδηση του θανάτου του σχεδόν ένα μήνα μετά, στις 14 Σεπτέμβρη, κάνοντας λόγο για θάνατο από συμμαχικό βομβαρδισμό. Η εξόντωση του Τέλμαν εκτός από άλλη μία πράξη φασιστικής βαρβαρότητας ήταν και μια επιλογή επιβίωσης του γερμανικού ιμπεριαλισμού ενόψει της επόμενης μέρας. Η σκέψη του προελαύνοντος Κόκκινου Στρατού να απελευθερώνει πολιτικούς κρατούμενους από τα στρατόπεδα και τις φυλακές, με πιθανό έναν ηγετικό ρόλο του Τέλμαν στο διογκούμενο αντιφασιστικό κίνημα γέμιζε με τρόμο τους ναζί, που με την επιχείρηση “Δηλητήριο” προχώρησαν σε 4 ως 5 χιλιάδες συλλήψεις αντιφασιστών με βάσει έτοιμες λίστες.
Χαρακτηριστικός ήταν εξάλλου ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η μνήμη του Τέλμαν στη μεταπολεμική Δυτική Γερμανία. Σε αντίθεση με τη σοσιαλιστική ΓΛΔ, όπου όπως είναι αναμενόμενο τιμήθηκε με πληθώρα μνημείων και αναφορών ως ένας από τους πρόδρομους της ίδρυσης του πρώτου εργατοαγροτικού κράτους σε γερμανικό έδαφος, ο δυτικογερμανικός ιμπεριαλισμός όχι μόνο προσπάθησε να αποσιωπήσει όσο γινόταν τη θυσία του, αλλά και μετά τη γερμανική επανένωση έκανε τα πάντα για να απαλείψει την “ενοχλητική” του ανάμνηση. Δεν είναι τυχαίος ο πόλεμος που δέχτηκε το μνημείο Τέλμαν στο ομώνυμο πάρκο, που προσπάθησαν πολλές φορές να κατεδαφίσουν για “αισθητικούς” λόγους. Σε αυτή την προσπάθεια πρωταγωνίστησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ο “Κύκλος Κουρτ Σουμάχερ” (από τον ηγέτη του πρώτου μεταπολεμικού SPD στην ΟΔΓ), αποτελούμενος μάλιστα από πρώην πολιτικούς κρατούμενος των ναζί που ανήκαν στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Με επιστολή τους το 1993 στον τότε δήμαρχο του Βερολίνου Μάνφρεντ Ρένερ, ζητούσαν την αφαίρεση κάθε κομμουνιστικού μνημείου από το Βερολίνο, συγκεντρώνοντας τα βέλη του στο μνημείο του Τέλμαν, που εντασσόταν στο “πνεύμα λενινιστικής μνημειακής προπαγάνδας” ενώ και ο ηγέτης που ενσάρκωνε ήταν υπεύθυνος για “έναν άκριτο φιλοσοβιετισμό” του ΚΚΓ.
Το μνημείο τελικά παραμένει στη θέση του ως σήμερα, ωστόσο συνειδητά αφέθηκε στην εγκατάλειψη και τα γκράφιτι, προκαλώντας κατά καιρούς πολλές αυθόρμητες και οργανωμένες αντιδράσεις κατοίκων και πολιτικών φορέων. Από το 2006 επίσημα ο Δήμος Βερολίνου είναι υπεύθυνος για την συντήρηση του μνημείου, χωρίς ωστόσο να έχει αλλάξει κάτι ουσιαστικό ως προς την παραμελημένη εικόνα που παρουσιάζει, σε αντίθεση με την κατά κανόνα φροντισμένη παρουσία άλλων μνημείων της γερμανικής πρωτεύουσας.
Με στοιχεία από το άρθρο του Κουρτ Γκοσβάιλερ ” Η δολοφονία του Έρνστ Τέλμαν και η διαχείριση της μνήμης του”