Εκεί που στέκεται ακόμα το άγαλμα του Λένιν: «Οι επαναστάσεις είναι μέρες γιορτής για τους καταπιεσμένους και τους εκμεταλλευόμενους»

«Βαδίζουμε σαν συμπαγής ομάδα από έναν απόκρημνο και δύσκολο δρόμο, πιασμένοι γερά χέρι με χέρι. Είμαστε απ’ όλες τις μεριές κυκλωμένοι από εχθρούς και είμαστε σχεδόν πάντα αναγκασμένοι να βαδίσουμε κάτω από τα πυρά τους»…

Ανήμερα της επετείου 100 χρόνων από το θάνατο του Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ, όπως είναι το πραγματικό όνομα του Λένιν, την Κυριακή 21 Γενάρη, οι Οργανώσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στη Βάδη – Βυρτεμβέργη πραγματοποίησαν ιστορικό περίπατο στη Στουτγάρδη σε τοποθεσίες που έζησε και έδρασε ο μεγαλύτερους  επαναστάτης που ανέδειξε το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα στον 20ό αιώνα. Αντίστοιχα, μέλη και φίλοι της Κομματικής Οργάνωσης Δρέσδης του ΚΚΕ επισκέφθηκαν το άγαλμά για τον Λένιν που βρίσκεται στην πόλη Ρίζα, 55 χιλιόμετρα δυτικά της Δρέσδης.

Εκεί που ολοκληρώθηκε το «Τι να κάνουμε»

Πρώτος σταθμός όσων συμμετείχαν στον ιστορικό περίπατο στη Στουτγάρδη ήταν το σπίτι που έμεινε ο Λένιν το 1901 (Furtbachstrasse 12, 70178 Stuttgart), ως φιλοξενούμενος του εκδότη και βουλευτή του τότε Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Dietz. Εκεί ολοκλήρωσε το μνημειώδες έργο του «Τι να κάνουμε; Τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας» το οποίο και κυκλοφόρησε στις αρχές Μάρτη του ίδιου χρόνου στην Στουτγάρδη.

 

«Οι επαναστάσεις είναι μέρες γιορτής για τους καταπιεσμένους και τους εκμεταλλευόμενους»

Το βιβλίο κυκλοφόρησε πλατιά στις σοσιαλδημοκρατικές οργανώσεις στη Ρωσία, έβαλε το ζήτημα για τη σημασία του συνειδητού παράγοντα που αποτελεί το προλεταριακό κόμμα. Γράφτηκε σε μια περίοδο έντονου προβληματισμού και αντιπαράθεσης στη ρωσική σοσιαλδημοκρατία ανάμεσα στις συνεπείς μαρξιστικές θέσεις και τις οπορτουνιστικές απόψεις.

Στο κέντρο αυτής της αντιπαράθεσης βρέθηκε το ζήτημα του ρόλου και του χαρακτήρα του εργατικού κόμματος, σημείωσε ο Παναγιώτης Αλωπούδης, μέλος του Τομεακού Γραφείου Γερμανίας του ΚΚΕ, που μίλησε στους συγκεντρωμένους και συνόψισε ορισμένα βασικά ζητήματα που πραγματεύεται το βιβλίο όπως: Ο Λένιν επεξεργάστηκε θεωρητικά την αναγκαιότητα ενός επαναστατικού Κόμματος Νέου Τύπου και έβαλε τα θεμέλια για τη συγκρότηση του επαναστατικού Κόμματος Νέου Τύπου, αναδεικνύοντας την ανάγκη σφυρηλάτησης ενός ισχυρού κόμματος, με μέλη συνειδητούς αγωνιστές – μαχητές, που η οργανωτική του συγκρότηση θα αποτυπώνει την πρωτοπόρα επαναστατική ιδεολογία του.

Ο Λένιν θεωρούσε το Κόμμα ένα οργανωμένο και πειθαρχημένο σύνολο, που για να γίνει κανείς μέλος του έπρεπε να αποδέχεται το Πρόγραμμά του, να το υποστηρίζει με υλικά μέσα και να συμμετέχει προσωπικά σε μία από τις Κομματικές Οργανώσεις του. Το ζήτημα αυτό αποτύπωνε ουσιαστικά τη διαπάλη για την πολιτική φυσιογνωμία και τη δυνατότητα του Κόμματος να εκπληρώνει το ρόλο του ως επαναστατικής πρωτοπορίας που καθοδηγεί την εργατική τάξη στην ιστορική της αποστολή, όπως αποδείχθηκε και από την εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων, που δικαίωσε τις επεξεργασίες του Λένιν.

«Βαδίζουμε σαν συμπαγής ομάδα από έναν απόκρημνο και δύσκολο δρόμο, πιασμένοι γερά χέρι με χέρι. Είμαστε απ’ όλες τις μεριές κυκλωμένοι από εχθρούς και είμαστε σχεδόν πάντα αναγκασμένοι να βαδίσουμε κάτω από τα πυρά τους», είναι ένα μόνο απόσπασμα από αυτό το σπουδαίο έργο.

Δεύτερος σταθμός ήταν ο χώρος που διοργανώθηκε το 7ο Συνέδριο της Β΄ Διεθνούς  το 1907 στη Στουτγάρδη  (Liederhalle Berliner Platz 1-3, 70174 Stuttgart). Εκεί πάρθηκαν σημαντικές αποφάσεις για τον αγώνα της εργατικής τάξης ενάντια στον πόλεμο και την καπιταλιστική εκμεταλλευτική κοινωνία. Στο συνέδριο αυτό, οι Λένιν και Λούξεμπουργκ κατέθεσαν την ακόλουθη τροπολογία: ,η οποία και έγινε αποδεκτή: «σε περίπτωση πολέμου η εργατική τάξη και οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποί της στις ενδιαφερόμενες χώρες είναι υποχρεωμένοι, χρησιμοποιώντας την υποστήριξη του Διεθνούς Γραφείου, να κάνουν ό,τι μπορούν για να εμποδίσουν την κήρυξη πολέμου με όλα τα μέσα που θεωρούν σκόπιμα, και που το είδος τους εξαρτάται από το βαθμό όξυνσης της ταξικής πάλης και της γενικής πολιτικής κατάστασης». Όμως, «σε περίπτωση που, παρ’ όλα αυτά, ο πόλεμος εκραγεί, αυτοί πρέπει […] να επιδιώξουν μ’ όλα τα μέσα να χρησιμοποιήσουν την οικονομική και πολιτική κρίση που θα προκαλέσει ο πόλεμος, για να εξεγείρουν τις λαϊκές μάζες και να επιταχύνουν την πτώση της καπιταλιστικής ταξικής κυριαρχίας».

Εκεί που στέκεται ακόμα το άγαλμα του Λένιν

«Στεκόμαστε με σεβασμό και περηφάνεια μπροστά στο  άγαλμα του Λένιν, που φιλοτεχνήθηκε το 1975 από τον σοβιετικό γλύπτη Νικολάι Τόμσκι, Πρόεδρο της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Σοβιετικής Ένωσης. Τοποθετήθηκε μπροστά από το δημαρχείο της πόλης ως δώρο των χαλυβουργών της Νικόπολης της Ουκρανικής ΣΣΔ στη Ρίζα, η οποία στην περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης ήταν κέντρο της μεταλλουργικής βιομηχανίας» σημείωσε ο Δημήτρης Αμπατιέλος, μέλος του Τομεακού Γραφείου Γερμανίας του ΚΚΕ.

Στο κέντρο της πόλης το άγαλμα αυτό παρέμεινε έως τις αντεπαναστατικές ανατροπές, όταν το 1991 απομακρύνθηκε για να τοποθετηθεί, εδώ, δίπλα στο Σοβιετικό Νεκροταφείο, όπου βρίσκονται οι τάφοι 116 στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού και σοβιετικών κρατουμένων σε στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων για τις βιομηχανίες της ναζιστικής Γερμανίας. Είναι ένα από τα εκατοντάδες νεκροταφεία που  έχουν γίνει η τελευταία κατοικία δεκάδων χιλιάδων σοβιετικών μαχητών σ’ αυτή τη χώρα, παντοτινά μνημεία της αναμφισβήτητης και ανεξίτηλης προσφοράς και θυσίας του Κόκκινου Στρατού και της Σοβιετικής Ένωσης στη συντριβή του φασισμού.

Οι προσπάθειες διαγραφής και παραχάραξης της ιστορικής μνήμης που επιχειρούν η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα αστικά κράτη, οι τόνοι λάσπης και αντικομμουνισμού, οι βανδαλισμοί και οι απομακρύνσεις των μνημείων είναι στην ημερήσια διάταξη, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την κατεδάφιση του αντιφασιστικού μνημείου προς τιμήν του απελευθερωτικού Κόκκινου Στρατού, στη Σόφια, που το Κόμμα μας κατήγγειλε και καταδίκασε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο.

Το πιο χαρακτηριστικό δείγμα βανδαλισμού του γερμανικού αστικού κράτους είναι η καταστροφή του αγάλματος του Λένιν, που είχε φιλοτεχνήσει ο ίδιος γλύπτης που δημιούργησε και αυτό το άγαλμα εδώ, και που τοποθετήθηκε στο Βερολίνο το 1970, με την ευκαιρία των 100 χρόνων από τη γέννησή του μεγάλου επαναστάτη. Το 1992, και παρά τις διαμαρτυρίες πολλών κατοίκων, το άγαλμα κατεδαφίστηκε και θάφτηκε σε μια αμμώδη περιοχή έξω από το Βερολίνο. Το 2016 ως πράξη επισφράγισης του αντικομμουνιστικού μένους των αστών ανασύρθηκε το κεφάλι του αγάλματος για να εκτεθεί σε μουσείο και μάλιστα πεσμένο στο πλάι. Δεν είναι λίγα τα μνημεία, που αν δεν έχουν καταστραφεί και εξαφανιστεί, έχουν μπει σε «μουσεία» ακρωτηριασμένα και αποκομμένα από τον φυσικό τους χώρο, σαν «ντεκόρ» στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα.

Όμως υπάρχουν και πολλά μνημεία της ιστορίας του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, της αντιφασιστικής πάλης, της σοσιαλιστικής οικοδόμησης που στέκονται ακόμα. Εμείς, δηλώνουμε κατηγορηματικά από τη Ρίζα, όπου ο Λένιν είναι εδώ: Η προστασία και η ανάδειξη των μνημείων βρίσκονται σε καλά χέρια. Στα χέρια εκατομμυρίων εργαζόμενων και λαϊκών ανθρώπων που με τον αγώνα τους θα υπερασπιστούν την αλήθεια, θα ανοίξουν το δρόμο “στις λεωφόρους του μέλλοντος”, στον Σοσιαλισμό που παραμένει αναγκαίος και επίκαιρος. Κι ένα μικρό δείγμα ανάδειξης τους είναι και το ημερολόγιο που εξέδωσε η Κομματική Οργάνωση με μνημεία και έργα τέχνης αφιερωμένα στον μεγάλο επαναστάτη, από την περίοδο της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας.“

Η συγκινητική και λιτή εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την κατάθεση λουλουδιών.

Ριζοσπάστης – 902.gr

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: