Φέλιξ Ντζερζίνκσι – Ο παρ’ολίγον Ιησουίτης που έγινε ο “Σιδερένιος Φέλιξ” της Τσέκα
Όπως έλεγε ο συμμαθητής και μετέπειτα θανάσιμος πολιτικός του αντίπαλος Γιόζεφ Πιλσούτσκι: “Σε κάθε περίπτωση, αυτός ο άνθρωπος δεν ήξερε να λέει ψέμματα.”
Φέλιξ στα λατινικά σημαίνει ευτυχισμένος κι αν δεν μπορεί να γνωρίζει κανείς πόσο ευτυχισμένη ήταν σε προσωπικό επίπεδο η ζωή του Φέλιξ Ντζερζίνσκι, ο “Σιδερένιος Φέλιξ”, όπως ονομάστηκε, το μόνο σίγουρο είναι πως έζησε τη μεγαλύτερη ευτυχία κάθε επαναστάτη, δηλαδή τη νίκη κι εδραίωση της επανάστασης. Η συμβολή του δε στην επικράτηση και κυρίως στην επιβίωσή της τα πρώτα κρίσιμα χρόνια ήταν πραγματικά πολύτιμη, καθώς ηγήθηκε της Τσέκα, της πρώτης σοβιετικής μυστικής αστυνομίας, . Γεννήθηκε στις 11 Σεπτέμβρη 1877 στα κτήματα του πατέρα του κοντά στη Βίλνα της Λιθουανίας, αλλά σε πριοχή που σήμερα ανήκει στη Λευκορωσία. Ο πατέρα του ήταν έκπτωτος οικονομικά πολωνολιθουανός αριστοκράτης που εργαζόταν ως δάσκαλος. Όπως ο συνεπαναστάτης του Ιωσήφ Στάλιν, είχε σκεφτεί να ακολουθήσει ιερατική καριέρα ως ιησουίτης κληρικός, χωρίς όμως να ξεκινήσει σχετικές σπουδές, όπως ο μετέπειτα Σοβιετικός ηγέτης. Η θεολογία πάντως, σύμφωνα με σχολικούς ελέγχους του Λυκείου ήταν το καλύτερό του μάθημα, παρότι λίγο πριν αποφοίτησει αποβλήθηκε λόγω “επαναστατικών δραστηριοτήτων”. Στο ίδιο σχολείο πήγαινε και μετέπειτα μέχρις εσχάτων πολιτικός του αντίπαλος και ηγέτης της Πολωνίας Γιόζεφ Πιλσούτσκι, που ανέφερε τα εξής για το νεαρότερο συμμαθητή του: “Διακρινόταν ως μαθητής με λεπτότητα και σεμνότητα. Ήταν μάλλον ψηλός, αδύνατος και συνεσταλμένος, δίνοντας την εντύπωση ασκητή σε αγιογραφία…Βασανισμένος ή όχι, αυτό είναι ένα θέμα που η ιστορία θα ξεκαθαρίσει…Σε κάθε περίπτωση, αυτός ο άνθρωπος δεν ήξερε να λέει ψέμματα. ”
Το 1900 έγινε ένας από τους ιδρυτές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Πολωνίας και Λιθουανίας, ως υπεύθυνος εξωτερικών σχέσεων και μέλος του ηγετικού κύκλου από το 1903. Στο εθνικό ζήτημα η θέση του προσέγγιζε εκείνη της Ρόζας Λούξεμπουργκ, που θεωρούσε ότι το αίτημα για ανεξάρτητο πολωνικό κράτος υπονόμευε τη διεθνιστική διάσταση του αγώνα των εργατών στη Ρωσική Αυτοκρατορία και ενίσχυε τις αναδυόμενες αστικές τάξεις σε βάρος της εργατικής. Ως το 1915 είχε συλληφθεί έξι φορές, ενώ εξορίστηκε και δυο φορές στη Σιβηρία, όπου συνέγραψε ένα αργότερα πολυδιαβασμένο ημερολόγιο εξορίας, Συνολικά πέρασε 11 χρόνια ως κρατούμενος φυλακών, όπου αρρώστησε από φυματίωση. Το καλοκαίρι του 1917 έγινε μέλος των μπολσεβίκων και μπήκε στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος. Στη διάρκεια της Οχτωβριανής Επανάστασης ηγήθηκε της ένοπλης εξέγερσης των μπολσεβίκων στην Πετρούπολη κατά της προσωρινής κυβέρνησης του Κερένσκι.
Με εντολή του Λένιν ιδρύει στα τέλη της χρονιάς τη μυστική αστυνομία Τσέκα, της οποίας ηγήθηκε ως το θάνατό του. H καταστολή των αντεπαναστατών και όσων με τον ένα ή άλλο τρόπο υπονόμευαν την εξουσία των μπολσεβίκων ήταν αμείλικτη, ιδιαίτερα μετά τις 5 Σεπτέμβρη του 1918, όταν σημειώθηκε η απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά του Λένιν από τη Φάνυ Καπλάν. Χαρακτηριστικά του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόταν το ρόλο του ο Ντζερζίνσκι είναι όσα αναφέρονται στο βιβλίο του αναρχικού Βικτόρ Σερζ “Αναμνήσεις ενός επαναστάτη”: “Ο Σερζ έτρεχε μαζί με τον Γκόρκι να διορθώσει αδικίες και να σώσει συντρόφους και φίλους του από την εκτέλεση. Προσπάθησε να το κάνει και για τον ποιητή Γκουμίλεφ που ήταν από τους πρωτεργάτες της κροστάνδης και πέρασε τις νύχτες του στη φυλακή απαγγέλλοντας στίχους του στους τσεκίτες. Ένας φίλος έθεσε στον τζερζίνσκι το ερώτημα: «μπορούμε άραγε να τουφεκίσουμε έναν από τους δυο-τρεις μεγαλύτερους ποιητές της ρωσίας;» Κι ο τζερζίνσκι απάντησε: μπορούμε άραγε να κάνουμε εξαίρεση για έναν ποιητή;”
Στη διάρκεια του πολωνοσοβιετικού πολέμου από το 1919 ως το 1921 ήταν μέλος του πολεμικού συμβουλίου υπό το Μιχαήλ Τουχατσέφκι και αργότερα της Πολωνικής Επαναστατικής Επιτροπής στο Μπιαλιστόκ, με στόχο να ετοιμάσει το πέρασμά της Πολωνίας στη σοβιετική σφαίρα, κάτι που ματαιώθηκε μετά την ήττα του Κόκκινου Στρατού στη Βαρσοβία το 1920. Μετά το πέρας του πολέμου, ο Ντζερζίνσκι παρέμεινε σε υψηλόβαθμες θέσεις, διατηρώντας πάντα εκείνη του αρχηγού τη Τσέκα, που πλέον ονομαζόταν Γκεπεού, ενώ υπηρέτησε και ως επίτροπος εσωτερικών υποθέσεων και συγκοινωνιών. To 1923 ίδρυσε την ιστορική ομάδα “Δυναμό Μόσχας” ενώ ένα χρόνο μετά έγινε προϊστάμενος του Ανώτατου Οικονομικού Σοβιέτ, επιβλέποντας την υλοποίηση φιλόδοξων οικονομικών σχεδίων σε όλη τη σοβιετική επικράτεια. Έφυγε από τη ζωή το 1926 σαν σήμερα, όταν υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου λίγο αφότου είχε εκφωνήσει ομιλία στην Κεντρική Επιτροπή.
Μετά το θάνατό του η ΕΣΣΔ γέμισε μνημεία προς τιμήν του, από τα οποία σήμερα επιβιώνουν λίγα μόνο αγάλματα, ονόματα δρόμων καθώς και δυο πόλεις που φέρουν το όνομά του. Με αφορμή τα 100χρονα από τη γέννησή του ανεγέρθηκε άγαλμα προς τιμήν του στη ρωσική πόλη Ριαζάν, ενώ συζητείται εδώ και χρόνια η επανατοποθέτηση του μνημείο του “Σιδερένιου Φέλιξ”, βάρους 15 τόνων, στην αρχική του θέση στην πλατεία Λουμπιάνκα, απ’όπου είχε αφαιρεθεί το 1991. Τιμές απαλαμβάνει στη μετασοβιετική εποχή παραδοσιακά στη Λευκορωσία, όπου το 2006 εγκιανιάστηκε ένα νέο μνημείο προς τιμήν του, ενώ ένας από τους κεντρικούς δρόμους του Μινσκ φέρει το όνομά του.