Φερδινάνδος Λασάλ: Από προπάτορας του γερμανικού εργατικού κινήματος, υποτακτικός του Πρωσικού κράτους
Η ευθυγράμμισή του με την κρατική πολιτική της αντιδραστικής Πρωσίας αποτυπώνεται ασφαλώς και στις θέσεις του για το εργατικό κίνημα. Στις 20 Απρίλη εκφωνεί ενώπιον Γερμανών Εργατών το λεγόμενο “Εργατικό Πρόγραμμα”, όπου απορρίπτει την απεργία ως όπλο πάλης, αντιπροτείνοντας την επίτευξη αυξήσεων μέσω κοινοβουλευτικού αγώνα.
Από τους σημαντικότερους πρωτεργάτες του γερμανικού εργατικού κινήματος, ο Λασάλ υπήρξε αργότερα κι από τους πρωταστατούντες της ενσωμάτωσης των εργατών στο κυρίαρχο σύστημα, κάτι που τον έφερε σε οξεία σύγκρουση με τους άλλοτε συμμάχους του, Μαρξ και Ένγκελς.
Γεννήθηκε στις 11 Απρίλη 1825 στο Μπρέσλαου (σημερινό Wroclaw, στην Πολωνία), που τότε ανήκε στο βασίλειο της Πρωσίας. Η οικογένειά του ήταν εβραϊκής καταγωγής και ο πατέρας του ασχολούνταν με το εμπόριο μεταξιού. Μετά τη φοίτηση στο γυμνάσιο γράφτηκε στην Εμπορική Σχολή της γενέτειράς του, η οποία ωστόσο δεν τον συγκινούσε και την εγκατέλειψε σύντομα. Εντρύφησε ωστόσο μόνος του στη μελέτη φιλοσοφικών έργων, ιδίως του σπουδαίου φιλοσόφου Γκέοργκ Χέγκελ. Αργότερα, στο διάστημα 1843-1846 πραγματοποίησε σπουδές φιλοσοφίας και ιστορίας στο Μπρέσλαου και το Βερολίνο. Εκείνη την εποχή ξεκινά να ασπάζεται δημοκρατικές και σοσιαλιστικές ιδέες, ενώ ενθουσιάζεται από την εξέγερση των κλωστοϋφαντουργών της Σιλεσίας το 1844, συμμετέχοντας παράλληλα στο φοιτητικό κίνημα της πόλης του. Το 1845 πηγαίνει στο Παρίσι, όπου μελετάει δίκαιο, ενώ παράλληλα αναπτύσσει επαφές με Γερμανούς εξόριστους επαναστάτες και λογοτέχνες, όπως τον ποιητή Χάινριχ Χάινε , αλλά και το Γάλλο πρόδρομο της αναρχίας Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν. Τότε είναι που αλλάζει και την ορθογραφία του επιθέτου του σε Lasalle (από Lasal), προς τιμήν του στρατηγού της Γαλλικής Επανάστασης La Salle.
Συμμετέχει στα επαναστατικά γεγονότα του 1848 με ομιλίες και άρθρα του στον τύπο, ενώ την ίδια χρονιά γνωρίζεται με τους Μαρξ και Ένγκελς, με τους οποίους αρχικά είχε, επιφανειακά τουλάχιστον, φιλικές σχέσεις (στον 20ο αιώνα, πολλή συζήτηση έγινε για τις υποτιμητικές αναφορές του Μαρξ στον Λασάλ, τον οποίο χαρακτήριζε μεταξύ άλλων “Εβραίο νέγρο”, τροφοδοτώντας μια πλούσια παραφιλολογία για τον “αυτομισούμενο Εβραίο Μαρξ”. Μια τέτοια πολεμική παραβλέπει ωστόσο ότι αφενός οι ατυχέστατες αυτές κρίσεις διατυπώνοντας στα πλαίσια ιδιωτικής αλληλογραφίας με τον Ένγκελς, αφετέρου ότι ακόμα και πρωτοπόροι της σκέψης όπως οι θεμελιωτές του επιστημονικού σοσιαλισμού δεν έπαυαν να είναι τέκνα της εποχής τους, μιας εποχής πολύ μακρινής από τη σημερινή αντιμετώπιση τέτοιων ζητημάτων.)
Στις 22 Νοέμβρη του έτους εκείνου ο Λασάλ συλλαμβάνεται στο Ντύσελντορφ για αντιβασιλικές ενέργειες, λόγω της προτροπής του, από βήματος της πρώτης Γερμανικής Εθνοσυνέλευσης στη Φρανκφούρτη για την ανάληψη ένοπλου αγώνα. Τελικά το 1849 η αρχική κατηγορία αίρεται και καταδικάζεται σε έξι μήνες φυλάκιση για βίαιη αντίσταση σε κρατικούς λειτουργούς. Ένα χρόνο αργότερα, η “Ένωση των Κομμουνιστών” Κολωνίας απορρίπτει τη σύσταση του Μαρξ να γίνει μέλος της οργάνωσης ο Λασάλ. Ως αίτιο προβλήθηκαν οι επαφές του με την κόμισα Χάτσφελντ, την οποία είχε στηρίξει στη δικαστική της διαμάχη κατά το διαζύγιό της λίγα χρόνια πριν, καθώς και το περιορισμένο όπως πίστευαν ενδιαφέρον του για την υπόθεση της εργατικής τάξης. Ο ίδιος πάντως συμμετείχε στην υπεράσπισή τους και την οικονομική στήριξη των οικογενειώ τους, κατά τη δίκη μελών της “Ένωσης” δυο χρόνια μετά, της πρώτης δικαστικής δίωξης κατά κομμουνιστών στην ιστορία, βασισμένης κυρίως σε χαλκευμένα στοιχεία.
Το 1857 μετά από επανειλλημένες επιστολές του στον διευθυντή της Βερολινέζικης αστυνομίας επιτυγχάνει τελικά την άρση της απαγόρευσης διαμονής στην πρωτεύουσα της Πρωσίας. Εκεί δημοσιεύει στα τέλη της ίδιας χρονιάς μια πραγματεία του για τη φιλοσοφία του Ηρακλείτου, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την εισδοχή του στη Φιλοσοφική Εταιρεία του Βερολίνου, αν κι ο Μαρξ το θεωρούσε μια απλή αντιγραφή εγελιανών θεωριών. Ένα χρόνο μετά, η δημοσίευση του θεατρικού του “Φραντς φον Σίγκινγκεν”, που διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Χωρικών το 16ο αιώνα, τον φέρνει σε μια πρώτη σύγκρουση με τους Μαρξ και Ένγκελς, που επικρίνουν τη θετική οπτική του έργου του στους ευγενείς της περιόδου.
Στις αρχές της δεκαετία του 1860 ταξιδεύει στην Ελβετία και τη Γαλλία, όπου συναντάνται με τον Ιταλό Επαναστάτη Ιωσήφ Γαριβάλδη. Τότε είναι που ξεκινάει και η ανοιχτή του στήριξη στην Πρωσία, θεωρώντας σημαντική την ηγετική της παρουσία στα πλαίσια της υπό εξέλιξη γερμανικής ενοποίησης. Ο ίδιος ήταν υπέρ της λεγόμενης “μικρής Γερμανίας”, δηλαδή χωρίς την προσάρτηση της Αυστρίας, ακριβώς για να μην υπονομευτεί η θέση της Πρωσίας από τις βλέψεις της δυναστείας των Αψβούργων. Η ευθυγράμμισή του με την κρατική πολιτική της αντιδραστικής Πρωσίας αποτυπώνεται ασφαλώς και στις θέσεις του για το εργατικό κίνημα. Στις 20 Απρίλη εκφωνεί ενώπιον Γερμανών Εργατών το λεγόμενο “Εργατικό Πρόγραμμα”, όπου απορρίπτει την απεργία ως όπλο πάλης, αντιπροτείνοντας την επίτευξη αυξήσεων μέσω κοινοβουλευτικού αγώνα. Αποκηρύσει την επαναστατική ανατροπή του καθεστώτος ισχυριζόμενος πως ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να επιτευχθεί εντός των υφιστάμενων κρατικών πλαισίων. Το 1863 ιδρύει τον Γενικό Σύνδεσμο Γερμανών Εργατών, μιας από τις πρόδρομες οργανώσεις του μετέπειτα Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, στο οποίο η πάλη μεταξύ μαρξιστικών και ρεφορμιστικών τάσεων θα είναι συνεχείς ως και τη διάσπαση του λόγω της στάσης του στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τέσσερις μήνες μετά την ίδρυση του κόμματος ο Λασάλι συναντάται μυστικά με τον Πρώσο πρωθυπουργό και μετέπειτα καγκελάριο της Ενωμένης Γερμανίας, Όττο φον Μπίσμαρκ, θεωρώντας πως συνεργαζόμενος με το πρωσικό κατεστημένο θα πετύχαινε πλήγμα κατά των φιλελεύθερων μεγαλοαστών και την καθιέρωση του γενικού εκλογικού δικαιώματος. Ο Μπίσμαρκ ενδιαφερόταν από την πλευρά του για ένα χειραγωγημένο εργατικό κίνημα ως όπλο του ενάντια των Φιλελευθέρων, ωστόσο τελικά η αδύναμη αντίσταση από πλευράς τους κατέστησε περιττή μια συνεργασία των δυο ανδρών σε εκείνη τη φάση. Μάλιστα στις 22 Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς συνελήφθη στη διάρκεια εργατικής συγκέντρωσης στο Βερολίνο για εσχάτη προδοσία, ωστόσο στη δίκη του το Μάρτη του 1864 αθωώθηκε, καθώς έκανε λόγο για τη δυνατότητα συμμαχίας μεταξύ Πρώσων συντηρητικών κι εργατικού κινήματος κατά των Φιλελευθέρων. Πέθανε στις 31 Αυγούστου στη Γενεύη μετά από μονομαχία για τα μάτια της Χελένε φον Ντένιγκες, στην οποία αντί για τον πατέρα της, όπως περίμενε ο ίδιος, εμφανίστηκε ο αρραβωνιαστικός της. Η πολεμική του Μαρξ με τους οπαδούς του Λασάλ, συνεχίστηκε και μετά το θάνατό τους, δεν είναι τυχαίο πως “Η κριτική του προγράμματος της Γκότα” (1875) γράφτηκε ακριβώς για να αποτρέψει την σχεδιαζόμενη ένωση του λασαλικού AVAD με το νεοσύστατο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα Γερμανίας καθώς και για να στηλιτεύσει την επίδραση του Λασάλ στο υπό συζήτηση πρόγραμμα, το οποίο ωστόσο όντως υιοθετήθηκε μετά το συνέδριο της Γκότα, με μικρές μόνο αλλαγές.