Γαλιλαίος και Ιερά Εξέταση: Το χρονικό μιας καταδίκης
Η παροιμιώδης φράση “Κι όμως κινείται” ανήκει στη σφαίρα του θρύλου, ωστόσο ίσως να μην είναι εντελώς επινοημένη.
Ο Γαλιλαίος, γεννημένος σαν σήμερα το 1564, δικαίως θεωρείται από πρωτοπόρους της σύγχρονης έννοιας της επιστήμης. Τα επιτεύγματα του εκτείνονται σε πολλούς τομείς, καθώς μεταξύ άλλων διετύπωσε τους νόμους του εκκρεμούς και της πτώσης των σωμάτων, ανακάλυψε τις ηλικιακές κηλίδες και τους τέσσερις δορυφόρους του Δία, χάρη και στις τεχνικές βελτιώσεις που ο ίδιος επέφερε στο τηλεσκόπιο, και πραγματοποίησε σειρά εφευρέσεων. Η γνωστότερη συμβολή του αφορά την ένθερμη υποστήριξή του στην ηλιοκεντρική θεωρία του Κοπέρνικου (βασισμένης σε εκείνη του Αρίσταρχου του Σάμιου που έζησε τον 3ο π.Χ αιώνα), δηλαδή ότι οι πλανήτες κινούνται γύρω από τον Ήλιο, κι όχι το αντίστροφο, όπως ήταν η κρατούσα άποψη για χιλιετίες. Εξαιτίας αυτής ακριβώς της θέσης του αντιμετώπισε διώξεις από την Καθολική Εκκλησία, οι οποίες ακολούθησαν κλιμακούμενη πορεία.
Η πρώτη φορά που η Ιερά Εξέταση έρχεται σε επαφή με τις ιδέες του Γαλιλαίου ήταν το 1611, ενώ το 1615 ένας Δομηνικανός μοναχός, ο Νικολό Λορίνι, απηύθυνε γραπτή καταγγελία των ηλιοκεντρικών απόψεων του επιστήμονα στην Ιερά Εξέταση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Γαλιλαίος να γράψει υπερασπιστική επιστολή στον Μονσινιόρ Πιέρο Ντίνι, υψηλόβαθμο αξιωματούχο του Βατικανού, ενώ ζήτησε και την προστασία της Μεγάλης Δούκισσας της Τοσκάνης Χριστίνας, κάνοντας επίκληση της ελευθερίας της γνώμης. Το 1616 μια επιτροπή εμπειρογνωμώνων αποφαίνεται ενώπιον της Ιεράς Εξέτασης πως το ηλιοκεντρικό σύστημα είναι παράλογο φιλοσοφικά και αιρετικό θεολογικά. Ο Πάπας Παύλος Ε’ κάλεσε μέσω του Καρδιναλίου Μπελαρμίν το Γαλιλαίο στην κατοικία του, με την εντολή όχι απλά να μην υπερασπίζεται τη θεωρία του Κοπέρνικου, αλλά να μην την αναφέρει καν προφορικά ή γραπτά. Επί πάπα Ουρβανού Η’ ο Γαλιλαίος, αρχικά φίλος και προστατευόμενος του ποντίφηκα, αφήνεται ελεύθερος να εκθέσεις τις απόψεις του με τον όρο η θεωρία του Κοπέρνικου να αντιμετωπίζεται ως απλή μαθηματική υπόθεση.
Το 1625 μια ανώνυμη καταγγελία κατά του Γαλιλαίου στην Ιερά Εξέταση, βάσει της οποίας οι ιδέες του υπονόμευαν τη θεωρία της μετουσίωσης του άρτου και του οίνου σε σώμα κι αίμα Κυρίου κατά τη Θεία Ευχαριστία, απορρίφθηκε μετά από σύντομη έρευνα. Το 1630 ολοκληρώνεται ο “Διάλογος περί των δύο μεγίστων συστημάτων του κόσμου, πτολεμαïκού και κοπερνίκειου”, όπου το γεωκεντρικό και το ηλιοκεντρικό σύστημα αναλύονταν και συγκρίνονταν, έχοντας λάβει αρχικά την υπό όρους άδεια έκδοσης από το Βατικανό. Δυο χρόνια αργότερα το βιβλίο τυπώθηκε, ωστόσο ο Ουρβανός πείστηκε από διαμαρτυρίες πληθώρας εκκλησιαστικών αξιωματούχων να παρεμποδίσει τη διανομή του, παραπέμποντας το ζήτημα στην Ιερά Εξέταση και καλώντας το Γαλιλαίο στη Ρώμη να απολογηθεί. Η επίσημη ανάκριση του το 1633 κράτησε για 18 μέρες ώσπου στις 30 Απρίλη ο Γαλιλαίος ομολόγησε ότι υπερέβαλε στην προβολή της κοπερνίκειας άποψης, προθυμοποιούμενος να την αποκηρύξει σε επόμενο έργο του. Ο πάπας αποφασίζει την επ’αόριστον φυλάκιση του Γαλιλαίου, ενώ αργότερα, με την απειλή των βασανιστηρίων, ο Γαλιλαίος ανακρίνεται από την Ιερά εξέταση και καταδικάζεται σε φυλάκιση και θρησκευτικές μετάνοιες, μια καταδίκη ωστόσο στην οποία μειοψήφισαν 4 από τους 10 ιεροεξεταστές. Ακολούθησε τελετή στη Σάντα Μαρία Σοφία Μινέρβα, στην οποία ο Γαλιλαίος αποκήρυξε τις ιδέες του, για να ακολουθήσει ο κατ’οίκον περιορισμός του στη Σιέννα, ποινή που διατηρήθηκε ως το θάνατό του το 1642.
Η παροιμιώδης φράση “Κι όμως κινείται” ανήκει στη σφαίρα του θρύλου, ωστόσο ίσως να μην είναι εντελώς επινοημένη, όπως έδειξε η ανακάλυψη ενός ισπανικού πίνακα το 1911 στο Βέλγιο, όπου απεικονίζεται ο Γαλιλαίος σε φυλακή (αν και όπως είδαμε δεν εξέτισε τελικά εκεί την ποινή του) και την επιγραφή “E pur si muove”. Δεδομένου ότι ο εν λόγω πίνακας φιλοτεχνήθηκε ένα ή δύο χρόνια μετά το θάνατο του φυσικού, αντιλαμβάνεται κανείς ότι το ανέκδοτο για τη ρήση ήταν σε κυκλοφορία ζώντος ακόμα του Γαλιλαίου, κάτι που δεν αποκλείει να βασίζεται σε λόγια που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ειπώθηκαν, αν όχι ενώπιον των Ιεροεξεταστών, καθώς ούτε τα πρακτικά της δίκης μας πληροφορούν για κάτι τέτοιο, σε κάποια άλλη περίσταση. Υπάρχουν εξάλλου αρκετές φράσεις στην ιστορία, που ακόμα κι αν δεν ειπώθηκαν ποτέ, αποδίδουν συμπυκνωμένα την ουσία της εποχής τους, όπως συνέβη πχ. με το περίφημο “Το κράτος είμαι εγώ” του Λουδοβίκου ΙΔ’. Πολλούς αιώνες αργότερα, το 1939, ο επιστήμονας γίνεται πηγή έμπνευσης για το Μπέρτολτ Μπρεχτ, που συγγράφει τη “Ζωή του Γαλιλαίου” εξόριστος από τους ναζί στη Δανία. Στο θεατρικό αυτό έργο θέτει τα διαχρονικά επίκαιρα ζητήματα της σχέσης της επιστήμης και του επιστήμονα με την κοινωνία της εποχής του και τις ευθύνες που ο τελευταίος αναλαμβάνει απέναντί της.