“Δεν πολεμάς τον καπιταλισμό με καπιταλισμό χωρίς μαύρους, πολεμάς τον καπιταλισμό με σοσιαλισμό» – Η διπλή δολοφονία Μαύρων Πανθήρων από την αστυνομία των ΗΠΑ
Ένα από τα πιο στυγνά κρατικά εγκλήματα στην αμερικανική ιστορία του 20ου αιώνα.
Συμπληρώνονται σχεδόν 50 χρόνια από τη διάπραξη ενός από τα στυγνότερα κρατικά εγκλήματα στην ιστορία των ΗΠΑ. Σε συμπαιγνία των ειδικών μονάδων της κομητειακής αστυνομία του Ιλινόις, της αστυνομίας του Σικάγο και του FBI δολοφονήθηκαν δυο μέλη των Μαύρων Πανθήρων, του ριζοσπαστικού κινήματος των Αφροαμερικανών, που συνδύαζε τα ζητήματα της χειραφέτησης των μαύρων με το αίτημα για ριζικές κοινωνικές αλλαγές. Τα θύματα ήταν ο μόλις 21 ετών Φρεντ Χάμπτον, επικεφαλής του παραρτήματος Ιλινόις των Μαύρων Πανθήρων και ο συναγωνιστής του Μαρκ Κλαρκ.
Ο Χάμπτον ήταν υπέρ της «διεθνούς προλεταριακής επανάστασης» με κάθε τρόπο, θέτοντας το ζήτημα της διαπλοκής ρατσισμού και του εκμεταλλευτικού κοινωνικού συστήματος:
«Πρέπει να αντιμετωπίσουμε κάποια ζητήματα: Ότι οι μάζες είναι φτωχές, ότι οι μάζες ανήκουν σε αυτό που λέτε κατώτερη τάξη, κι όταν μιλάω για μάζες, εννοώ τις μάζες των λευκών, των μαύρων, των έγχρωμων και των κίτρινων επίσης.
Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το γεγονός πως κάποιοι άνθρωποι λένε πως πολεμάς τη φωτιά καλύτερα με τη φωτιά, αλλά εμείς λέμε πως την πολεμάς καλύτερα με το νερό. Λέμε πως δεν πολεμάς το ρατσισμό με ρατσισμό. Εμείς θα παλέψουμε το ρατσισμό με αλληλεγγύη. Εμείς λέμε πως δεν πολεμάς τον καπιταλισμό με καπιταλισμό χωρίς μαύρους, λέμε πως πολεμάς τον καπιταλισμό με σοσιαλισμό».
Το χρονικό της δολοφονίας
Το Νοέμβρη του 1969, ο Χάμπτον βρέθηκε στην Καλιφόρνια για να συναντηθεί με την ηγεσία των Μαύρων Πανθήρων. Εκεί του προσφέρθηκε θέση στην κεντρική επιτροπή, όπως κι εκείνη του εκπροσώπου της οργάνωσης σε εθνικό επίπεδο. Τη στιγμή της απουσίας του σκοτώθηκαν δυο αστυνομικοί στο Σικάγο σε ανταλλαγή πυροβολισμών με τους Μαύρους Πάνθηρες, ενώ έχασε τη ζωή του και 19χρονος Μαύρος Πάνθηρας Σπέρτζον Γουίντερ Τζούνιορ. Σε ένα ανυπόγραφο κύριο άρθρο η εφημερίδα «Chicago Tribune» καλούσε τους αστυνόμους του Σικάγου να είναι «έτοιμοι να πυροβολήσουν» κάθε φορά που πλησίαζαν τους Μαύρους Πάνθηρες.
To FBI ήταν αποφασισμένο να ανακόψει την ενίσχυση των Μαύρων Πανθήρων, στοχοποιώντας τα πιο δραστήρια στελέχη τους. Για το λόγο αυτό προετοίμασε μια ένοπλη εισβολή στο διαμέρισμα του Χάμπτον στο Σικάγο, με τη βοήθεια του πληροφοριοδότη της υπηρεσίας, Γουίλιαμ Ο’ Νιλ. 14 άνδρες της Μονάδας Ειδικών Διώξεων, εξοπλισμένοι με ένα ένταλμα για έρευνα παράνομων όπλων συμμετείχαν στην εισβολή.
Το βράδυ της 3ης Δεκέμβρη, ο Χάμπτον δίδασκε πολιτική αγωγή σε τοπική εκκλησία, ενώ στη συνέχεια γύρισε σπίτι του με συντρόφους του. Ο πληροφοριοδότης Ο’ Νιλ στη διάρκεια του δείπνου, έριξε υπνωτικό στο ποτό του Χάμπτον, ο οποίος αποιμήθηκε πράγματι κατά τη 1.30 το πρωί, μιλώντας στη μητέρα του στο τηλέφωνο. Στις 4 το πρωί ξεκίνησε η εισβολή, ενώ ο Μαρκ Κλαρκ, που εκτελούσε χρέη φύλακα κρατώντας ένα όπλο στον μπροστινό χώρο του διαμερίσματος πυροβολήθηκε στο στήθος και πέθανε ακαριαία.
.Πεθαίνοντας ο Κλαρκ τράβηξε αντανακλαστικά τη σκανδάλη, που ήταν και ο μόνος πυροβολισμός που ακούστηκε. Οι αστυνομικοί άνοιξαν πυρ και μια σφαίρα βρήκε τον Χάμπτον στον ώμο, καθώς κοιμόταν με την 9 μηνών έγκυο κοπέλα του. Τότε ακούστηκε ο εξής διάλογος μεταξύ δυο αστυνομικών:
– Αυτός είναι ο Φρεντ Χάμπτον:
-Είναι νεκρός; Βγάλ’τον έξω
-Είναι σχεδόν πεθαμένος
-Θα τα καταφέρει
Τότε ακούστηκαν δυο πυροβολισμοί, που στη συνέχεια διαπιστώθηκε πως είχαν ριχτεί στο κεφάλι κι ένας από τους αξιωματικούς είπε:
«Τώρα είναι πεθαμένος για τα καλά».
Οι αξιωματικοί έβγαλαν το πτώμα στο διάδρομο και το άφησαν εκεί, ενώ στην συνέχεια έστρεψαν τα όπλα εναντίον άλλων Μαύρων Πανθήρων, κάποιοι από τους οποίους τραυματίστηκαν σοβαρά, ενώ στη συνέχεια τους έδειραν και τους έσυραν στο δρόμο. Ως αποκορύφωμα μάλιστα, τους κατηγόρησαν για επικίνδυνη σωματική βλάβη και απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά αστυνομικών.
Στη δίκη που ακολούθησε το Γενάρη του 1970, οι δολοφονίες θεωρήθηκαν «δικαιολογημένες ανθρωποκτονίες» από τους ενόρκους. Αργότερα όμως, στην αγωγή που κατέθεσαν επιζώντας του μακελειού και συγγενείς των θυμάτων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ, η κομητειακή αστυνομία και η πόλη του Σικάγου αναγκάστηκε, μετά από συμβιβασμό το 1982, να πληρώσει 1,85 εκ. δολάρια στους ενάγοντες.
Με πληροφορίες από Hampton Institute