Ένας Βενιζέλος στην ΕΣΣΔ και η πρότασή του για νομιμοποίηση του ΚΚΕ
Ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ήταν υπέρμαχος της ισχυροποίησης του αστικού συστήματος, απέναντι στον κομμουνισμό και εργάστηκε για τη συνεννόηση του Κέντρου με τη Δεξιά, σε περιόδους ριζοσπαστικοποίησης του λαού κι ενίσχυσης της ΕΔΑ. Δε δίστασε, παρ’ όλα αυτά, να δεχθεί την πρόσκληση του Χρουστσώφ και να γίνει ο δεύτερος αρχηγός κόμματος –μετά το Μαρκεζίνη- που θα επισκεπτόταν τη χώρα των Μπολσεβίκων, το καλοκαίρι του 1960.
Ο Σοφοκλής Βενιζέλος, γιος του Ελευθέριου Βενιζέλου, γεννήθηκε το 1894 στα Χανιά. Υπήρξε ένας αστός πολιτικός, ο οποίος ανέλαβε την πρωθυπουργία πρώτη φορά το 1944 στο Κάιρο, για να εξαναγκαστεί σε παραίτηση από τους Άγγλους λίγες μέρες μετά, υπέρ του Γ. Παπανδρέου, με τον οποίον θα δημιουργήσουν μια σχέση αλληλοδιακοπτόμενων συνεργασιών και αντιπαλότητας. Θα ξαναγίνει πρωθυπουργός, για μικρά διαστήματα την περίοδο 1950-1951, συγκυβερνώντας πότε με άλλα κεντρώα κόμματα και πότε με δεξιά. Συνήθιζε, μετεμφυλιακά και μετά από πολιτικές αποτυχίες, να εγκαταλείπει για ένα διάστημα την πολιτική και το κόμμα του (Κόμμα των Φιλελευθέρων), φεύγοντας στο εξωτερικό και να επανέρχεται με μια νέα τακτική, ερχόμενος σε σύγκρουση με τον Παπανδρέου, με το ζητούμενο να είναι η αρχηγία ενός κατακερματισμένου Κέντρου.
Ο Βενιζέλος, ήταν υπέρμαχος της ισχυροποίησης του αστικού συστήματος, απέναντι στον κομμουνισμό και εργάστηκε για τη συνεννόηση του Κέντρου με τη Δεξιά, σε περιόδους ριζοσπαστικοποίησης του λαού κι ενίσχυσης της ΕΔΑ. Δε δίστασε, παρ’ όλα αυτά, να δεχθεί την πρόσκληση του Χρουστσώφ και να γίνει ο δεύτερος αρχηγός κόμματος –μετά το Μαρκεζίνη- που θα επισκεπτόταν τη χώρα των Μπολσεβίκων, το καλοκαίρι του 1960. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, στην Ελλάδα συζητιέται έντονα το ενδεχόμενο εγκατάστασης ΝΑΤΟϊκών πυραυλικών συστημάτων στην Ελλάδα. Η ΕΔΑ αρνείται κατηγορηματικά μια τέτοια περίπτωση, ενώ οι κεντρώοι πολιτικοί είναι διχασμένοι. Ο αρχηγός του ΚΦ, στηρίζει την προσπάθεια διεθνούς ύφεσης και προσέγγισης με την ΕΣΣΔ και την πρόταση του Ρουμάνου πρωθυπουργού Στόικα, για μια συνεννόηση των χωρών της Βαλκανικής προς αυτή την κατεύθυνση. Εν τω μεταξύ, οι Σοβιετικοί καταρρίπτουν ένα αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροπλάνο στις 5 Μαΐου, με αποτέλεσμα να αναβληθεί η Διάσκεψη Κορυφής που ήταν προγραμματισμένη.
Με αυτά τα δεδομένα ξεκίνησε ο Σοφοκλής Βενιζέλος, στις 7 Ιουνίου, το ταξίδι του, όπου συναντήθηκε και με τον Σοβιετικό ηγέτη Νικήτα Χρουστσώφ. Μετά την επιστροφή του, ο αρχηγός των Φιλελευθέρων, σε μια σειρά άρθρων στο Βήμα (26-30/6/1960), θα εκθέσει τις εντυπώσεις του και τα θέματα που συζητήθηκαν. Θα σπεύσει, όμως, να δηλώσει ότι το ταξίδι του πραγματοποιήθηκε για την προώθηση του εθνικού συμφέροντος και διαβεβαίωσε ότι δεν έχει κλονίσει την εθνικόφρονα στάση του. Σημαντικό ρόλο έπαιξε για το Βενιζέλο, η αλλαγή στρατηγικής στη σοβιετική ηγεσία, και η «άρνησις της Λενινιστικής θεωρίας», καθώς αρνείται το αναπόφευκτο ενός εμφυλίου πολέμου, για την επικράτηση του σοσιαλισμού. Αυτό ήταν κάτι που επέτρεπε, όχι μόνο την καλυτέρευση των σχέσεων των δύο συνασπισμών, αλλά ακόμα και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, καθώς –όπως υποστήριζε- είχε χάσει τον επαναστατικό του χαρακτήρα, εναρμονιζόμενο με τη σοβιετική πολιτική.
Οι συζητήσεις μεταξύ των δύο ανδρών, είχαν ως θέμα τις διμερείς σχέσεις της Ελλάδας, με Βουλγαρία κι Αλβανία, με το Βενιζέλο να υποστηρίζει μια βαλκανική συνδιάσκεψη. Αναγνωρίστηκε, επίσης, η ανάγκη για ανάπτυξη του εμπορίου, μέσω της αναθέρμανσης των σχέσεων των δύο χωρών, χωρίς όμως αυτές να καθορίζονται από πολιτικές δεσμεύσεις.
Η συζήτηση επεκτάθηκε και σε θέματα εσωτερικής επικαιρότητας. Ο Βενιζέλος, εξέφρασε την ανησυχία του για την πόλωση στην Ελλάδα, ομολογώντας εμμέσως πλην σαφώς, ότι το Κέντρο έμενε εκτός παιχνιδιού. Ο Κρητικός πολιτικός, έκανε λόγο για «βαρείαν ψύχωσιν», που είχε δημιουργήσει το ΚΚΕ στη δεκαετία του ’40 κι εκμεταλλεύεται η Δεξιά έκτοτε, με αποτέλεσμα να συμπιέζεται το κόμμα του ανάμεσα στα δύο «άκρα». Η θεωρία των δύο άκρων είχε ξεκινήσει να χρησιμοποιείται από τον κεντρώο χώρο, ήδη από το 1944 και εμφανίζεται και σήμερα ακόμα, ως κάτι το «αντικειμενικό» και το «καινούριο», εξισώνοντας τον κομμουνισμό με το φασισμό. Εκείνη την περίοδο η ρητορική του Κέντρου παρουσίαζε την ΕΔΑ και την ΕΡΕ, ως τα δύο «άκρα» τα οποία φανάτιζαν μέσω της πόλωσης και της βίας το λαό, με αποτέλεσμα να μην ακούγεται η φωνή της λογικής και της μετριοπάθειας, που δεν ήταν άλλη από αυτή του Κέντρου.
Ο Βενιζέλος, αλλά και το Κέντρο γενικότερα, επειδή δεν μπορεί να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία της Δεξιάς, ακόμα, κατηγορεί την ΕΣΣΔ ότι αυτή φταίει για την κατάσταση στην Ελλάδα, γιατί υποστηρίζει την ΕΔΑ κι επειδή η Αριστερά είναι ισχυρή, κερδίζει και η Δεξιά, ενώ το Κέντρο παραγκωνίζεται. Μέσα από τις περιγραφές του, ο Βενιζέλος προσπαθεί να πείσει το συνομιλητή του για τη φιλεργατική παράδοση του κόμματός του και να του προσδώσει μια κεντροαριστερή χροιά. Δεν ήταν και η πρώτη φορά, άλλωστε, που αυτός ο συντηρητικός πολιτικός, επιχειρούσε κάτι τέτοιο. Το 1954 είχε παρουσιάσει ένα φιλελεύθερο πρόγραμμα, που περιείχε τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ και μια ευρεία αμνηστία, με σκοπό τη συνένωση όλων των κεντρώων και κεντροαριστερών και στόχο να απομονώσει την ΕΔΑ και να ηγηθεί της αντιπολίτευσης. Ο Χρουστσώφ, από τη μεριά του θα αρνηθεί ότι κατευθύνει την ΕΔΑ, υποστηρίζοντας πως οι σχέσεις της Σοβιετικής Ένωσης με τις άλλες χώρες δε βασίζονται από τη θέση των ΚΚ σ’ αυτές, ενώ δήλωσε ότι θα επισκεπτόταν την Ελλάδα, αν γινόταν κυβέρνηση το Κόμμα των Φιλελευθέρων.
Μετά και το ταξίδι του στην ΕΣΣΔ, ο Βενιζέλος θα προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα και θα υποστηρίξει σε άρθρο του στο Βήμα (3/7/1960) τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Ξεκαθαρίζει από την αρχή, ότι δεν έχει επηρεαστεί από το ταξίδι του στην ΕΣΣΔ, θέλοντας να προλάβει τυχόν αντιδράσεις. Επίσης, ξεχωρίζει τη νομιμοποίηση από τη γενική αμνηστία, την οποία κι αρνείται. Πιστεύει ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων της ΕΔΑ είναι παραπλανημένοι κι ότι με την πρότασή του θα φανεί η σχέση ΚΚΕ-ΕΔΑ, οδηγώντας σε εκλογική απομόνωση την Αριστερά. Παρ’ όλα τα σαθρά επιχειρήματά του, αποτυπώνεται η ανησυχία του για τη συνεχή άνοδο της ΕΔΑ, από την οποία χάνει το Κέντρο και θέλει να αποτρέψει το ενδεχόμενο ενός Λαϊκού Μετώπου, το οποίο και ήταν ο μεγαλύτερος φόβος του.
Οι αντιδράσεις, φυσικά, δε θα λείψουν. Η κεντρώα εφημερίδα Ελευθερία, την ίδια κιόλας μέρα, θα επιτεθεί στο Βενιζέλο, κατηγορώντας τον για διαλυτική στάση όλα αυτά τα χρόνια και αντιπροτείνοντας ένα αυτόνομο κι ενοποιημένο Κέντρο, ως απάντηση στην Αριστερά. Ο υπουργός Εσωτερικών της ΕΡΕ Δ. Μακρής (αρθρογραφόντας κι αυτός στο Βήμα, 6/7/1960) θα αρνηθεί τη νομιμοποίηση, διότι αυτή θα δικαίωνε ηθικά τον ένοπλο αγώνα του ΚΚΕ, οδηγώντας σε γενική αμνηστία, ενώ φέρνει και παραδείγματα άλλων χωρών στις οποίες τα ΚΚ είναι παράνομα, λόγω του επαναστατικού τους χαρακτήρα και τελειώνει δηλώνοντας ότι η διεθνής κατάσταση δεν επιτρέπει τη νομιμοποίηση. Με τα επιχειρήματα του Μακρή θα συμφωνήσει κι ο Παπανδρέου (Το Βήμα, 7/7/1960), ο οποίος εκείνο το διάστημα βρισκόταν πολύ κοντά στην ΕΡΕ κι απέρριπτε την προσέγγιση με την ΕΣΣΔ.
Στον «καυγά», για το ποιος έχει δίκιο και τις προθέσεις του καθενός σχετικά με τη νομιμοποίηση ή μη του ΚΚΕ, μπήκαν και οι εφημερίδες Ελευθερία και Βήμα. Η πρώτη (9/7/1960) ζήτησε από τη δεύτερη να πάρει θέση. Το Βήμα (10/7), ενώ στην αρχή υποστήριξε την πρωτοβουλία του Βενιζέλου, στη συνέχεια αναδιπλώθηκε. Δεν παρέλειψε, όμως, να τονίσει την παραδοξότητα του να πολιτεύονται κομμουνιστές μέσω της ΕΔΑ, θέτοντας το ερώτημα, αν έπρεπε να τεθεί εκτός νόμου κι η ΕΔΑ. Αυτό το ερώτημα υποδήλωνε και την αμηχανία του αστικού συστήματος, το οποίο αν κι επιχειρούσε συνεχώς να διαλύσει την ΕΔΑ (με διώξεις, βία, εκλογικά συστήματα, κλείσιμο εντύπων, διάλυση νεολαίας), δεν τόλμησε να την θέσει ποτέ εκτός νόμου. Αυτό οφείλεται στο μεγάλο λαϊκό έρεισμα που εξακολουθούσε να έχει το ΚΚΕ, το οποίο παρ’ όλο που είχε αναθεωρήσει την επαναστατική του στρατηγική, προκαλούσε ακόμα το φόβο στους αντιπάλους του.
Ο Σοφοκλής Βενιζέλος, αν και ήταν ένας συντηρητικός, αντικομμουνιστής πολιτικός, ο οποίος προσπαθούσε να προλάβει την όποια πιθανότητα ριζοσπαστικοποίησης του λαού, εντούτοις πρότεινε ένα μοντέλο αντιμετώπισης του κομμουνισμού, που οι συνάδελφοί του στο χώρο του εθνικόφρονος Κέντρου, δεν ήταν έτοιμοι να δεχτούν. Η όποια φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος –όπως θα φανεί κι αργότερα- σταματούσε στο θέμα της νομιμοποίησης του ΚΚΕ. Η κόντρα με τον Παπανδρέου, για την ηγεσία στο χώρο του Κέντρου συνεχιζόταν. Μετά και την αποτυχία του εγχειρήματος του Βενιζέλου, να ενοποιήσει το Κέντρο χρησιμοποιώντας το Γρίβα της ΕΟΚΑ, η πλάστιγγα έγειρε υπέρ του Παπανδρέου.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε, φυσικά, και η προτίμηση του αμερικανικού παράγοντα ως προς τον τελευταίο. Σε αναφορά του, ο υπεύθυνος για τις επαφές με την αντιπολίτευση, αμερικανός αξιωματούχος, Μόντυ Στερνς αναφέρει: «Από τη σκοπιά του συμφέροντος που έχουμε για την ανάπτυξη υπεύθυνης, φιλοδυτικής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα, ο Παπανδρέου αξίζει τη διακριτική ενθάρρυνσή μας, ως αντίβαρο σε πολιτικούς, όπως ο Σοφοκλής Βενιζέλος, που προσπαθούν να ενισχύσουν την πολιτική τους θέση αποδυναμώνοντας τους δεσμούς της Ελλάδος με τη Δύση».
Ο Βενιζέλος ήταν καλός γνώστης των διεθνών εξελίξεων και πίστευε ότι η βαλκανική συνεννόηση και το ταξίδι στην ΕΣΣΔ θα εξυπηρετούσε τα σχέδια του ΝΑΤΟ. Αυτό, όμως, φαίνεται ότι του στοίχισε, μεταξύ άλλων. Κι ενώ η ΕΡΕ και ο Παπανδρέου δυσφορούσαν με την πίεση των ΗΠΑ να έρθει πιο κοντά η Ελλάδα με τη Βουλγαρία, με σκοπό τη χαλάρωση των δεσμών της με την ΕΣΣΔ, οι Αμερικανοί δεν ήθελαν να υπάρξει βελτίωση των σχέσεων με την ίδια τη Σοβιετική Ένωση. Ο Σοφοκλής Βενιζέλος, με τους μεγάλους πολιτικούς ελιγμούς, που υποβάθμιζαν την ίδια του τη στρατηγική για την ενοποίηση του Κέντρου γύρω του, δεν είχε την εύνοια των Αμερικανών. Υπήρξε πάντως μία από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες του χώρου (ο ισχυρότερος βουλευτικά) κι ο μεγαλύτερος αντίπαλος του Παπανδρέου. Πέθανε αιφνιδιαστικά, καθώς γυρνούσε από την Κρήτη στον Πειραιά, εν μέσω του προεκλογικού αγώνα της Ένωσης Κέντρου το 1964.