Έριξε ένα σλόγκαν τον Πινοτσέτ; 30 χρόνια από το συνταγματικό δημοψήφισμα της Χιλής
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για το ρόλο της διαφημιστικής εκστρατείας του “ΟΧΙ” στην επικράτησή του στο δημοψήφισμα, θέτοντας τέλος στη δικτατορία του Πινοτσέτ.
Συμπληρώνονται σήμερα τρεις δεκαετίες από μια εκλογή-τομή στη σύγχρονη ιστορία της Χιλής, που άνοιξε το δρόμο για τη μετάβαση της χώρας στον κοινοβουλευτισμό. Ο δικτάτορας Πινοτσέτ, πεπεισμένος πως η νίκη του ήταν βέβαιη μετά από 15 χρόνια κυριαρχίας και ένα νόθο δημοψήφισμα το 1980 (που είχε εγκρίνει το “μεταβατικό σύνταγμα” με το οποίο η θητεία του ανανεωνόταν για 8χρόνια, επέτρεψε την ομαλή διεξαγωγή του δημοψηφίσματος.
Σύμφωνα με το προτεινόμενο σχέδιο, ο Πινοτσέτ προτεινόταν ως μοναδικός προεδρικός υποψήφιος, που θα αναλάμβανε καθήκοντα από τις 11 Μάρτη 1989 για 8 χρόνια αν εγκρινόταν το “ναι” και, δεσμευόμενος για διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών 9 μήνες μετά την ορκωμοσία του. Νίκη του “Όχι” θα σήμαινε παραμονή της χούντας για ένα ακόμα έτος, με τις βουλευτικές και προεδρικέ εκλογές να λαμβάνουν χώρα τρεις μήνες πριν τη λήξη της θητεία του Πινοτσέτ, στις 11 Μάρτη 1990.
Το “ναι” στηρίχθηκε από μια σειρά συντηρητικών πολιτικών κομμάτων, κάποια από τα οποία ήταν απλώς σφραγίδες, με στόχο να δώσουν πλουραλιστική επίφαση στο χουντικό συνασπισμό. Το μεγαλύτερο μέρος του στρατού, το σύνολο των ΜΜΕ, καθώς και ισχυρά τμήματα του κεφαλαίου στήριζαν την εκστρατεία του Πινοτσέτ. Στο άλλο συμπτύχθηκε μια ετερόκλητη συμμαχία με κοινό στόχο τον τερματισμό της δικτατορίας. Το ΚΚ Χιλής, διάφορα σοσιαλιστικά κόμματα, οι Χριστιανοδημοκράτες, αριστεριστές και οικολόγοι.
Κάθε πλευρά λάμβανε 15 λεπτά κάθε μέρα, νωρίς το πρωί ή αργά το βράδυ (με την κυβέρνηση να προβάλλει σποτ και στην prime-time ζώνη, υψηλής τηλεθέασης) για την προβολή των πολιτικών διαφημίσεων. Πολύ μελάνι έχει χυθεί για το ρόλο της διαφημιστικής εκστρατείας του “ΟΧΙ” στην επικράτησή του στο δημοψήφισμα. Γεγονός είναι πως τόσο τεχνικά, όσο και επικοινωνιακά, η εκστρατεία του “ΟΧΙ” ήταν πιο αποτελεσματική. Σύμφωνα μάλιστα με τον τότε υπουργό Εσωτερικών και συντονιστή της καμπάνιας του “ΟΧΙ” (la alegria ya viene – η χαρά ήδη έρχεται) ήταν τόσο μεταδοτική που ακόμα και οι δημιουργοί του σποτ του ΝΑΙ την σιγοτραγουδούσαν στις συσκέψεις τους.
Σήμα του “ΟΧΙ” ήταν το ουράνιο τόξο, με όλα τα χρώματα των κομμάτων που συμμετείχαν στο συνασπισμό. Στο περιεχόμενο ακολουθήθηκε διττή τακτική: από τη μια η προβολή των δεινών της χούντας με μαρτυρίες από βασανισθέντες και συγγενείς εξαφανισθέντων, κι από την άλλη, κατόπιν επιμονής των χριστιανοδημοκρατών, η διαβεβαίωση πως το “Όχι” δε σήμαινε επιστροφή στο “σοσιαλισμό” του Αγιέντε, αλλά απλώς αποκατάσταση της αστικής δημοκρατίας. Στα σποτ εμφανίστηκαν Χιλιανοί και διεθνείς σταρ, όπως η Τζέιν Φόντα και ο Στινγκ, αλλά και ο δημοφιλής ποδοσφαιριστής Κάρλος Καζέτι η μητέρα του οποίου επίσης κατέθεσε τη μαρτυρία του βασανισμού της μετά το πραξικόπημα.
Από την πλευρά του, το “στρατόπεδο” του ΝΑΙ πόνταρε στις οικονομικές επιτυχίες που είχε σε κάποιους δείκτες η νεοφιλελεύθερη πολιτική του καθεστώτος, προσπαθώντας παράλληλα να προβάλει ένα πιο φιλικό και πατρικό προφίλ του Πινοτσέτ. Όταν αυτό απέτυχε να συγκινήσει τον κόσμο, η εκστρατεία στράφησε σε δυσφήμηση του αντίπαλου στρατοπέδου, επίκληση του “χάους” που είχε προκαλέσει η περίοδος Αγιέντε και σε παρωδία του σποτ της Αντιπολίτευσης.
Λίγες μέρες πριν την κάλπη, μεγάλες διαδηλώσεις υπέρ του “ΝΑΙ” και του “ΟΧΙ” πραγματοποιήθηκαν στο Σαντιάγο, με εκείνη του “Όχι” που κράτησε δέκα μέρες, σε μια πορεία από τα δύο άκρα της χώρας στο Σαντιάγο, να παρεμποδίζεται με αστυνομικές παρεμβάσεις αλλά και με οπλισμένους υποστηρικτές του “ΝΑΙ”. Τα ΜΜΕ έδωσαν δυσανάλογη κάλυψη υπέρ της συγκέντρωσης του “ΝΑΙ” στο Σαντιάγο στις 2 Οκτώβρη.
Τελικά το ΟΧΙ επικράτησε με 55,9% των ψήφων. Ο Πινοτσέτ σεβάστηκε το αποτέλεσμα, καθώς η προφανής πια έλλειψη νομιμοποίησής του έκανε τόσο τις ΗΠΑ, όσο και το μεγαλύτερο πια μέρος της άρχουσας τάξης να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπό του. Οι εκλογές έγιναν στις 14 Δεκέμβρη 1989, αναδεικνύοντας το Χριστιανοδημοκράτη υποψήφιο Πατρίσιο Αϊλγουίν με 55% των ψήφων.
Η πορεία προς το δημοψήφισμα αποτέλεσε αντικείμενο της ταινίας “No”, του πολυβραβευμένου σκηνοθέτη Πάμπλο Λαραΐν, με επίκεντρο τη διαφημιστική εκστρατεία κυρίως της αντιπολίτευσης. Η ταινία, που απέσπασε για πρώτη φορά στην ιστορία της Χιλής υποψηφιότητα για “καλύτερη ξενόγλωσση ταινία”, παρακολουθείται με ενδιαφέρον εμπεριέχοντας αρκετό αυθεντικό υλικό από τα σποτ και τις συγκεντρώσεις εκείνων των ημερών. Δίκαια ωστόσο επικρίθηκε για τον επιφανειακό χαρακτήρα της, καθώς μοιάζει να ισχυρίζεται πως η νίκη ήταν αποτέλεσμα απλώς και μόνο καλού μάρκετινγκ κι όχι ενός κινήματος που, ενάντια στις αρχικές προγνώσεις, κέρδισε την πλειοψηφία μέσα από μια μαζική και συχνά ριψοκίνδυνη για τους συμμετέχοντες διαδικασία.