Γιόζεφ Μένγκελε-Ο “Άγγελος Θανάτου” των ναζί
Τα διαβόητα πειράματα του στο Άουσβιτς με κρατούμενους ως πειραματόζωα τον κατέστησαν ένα από τα γνωστότερα σύμβολα φρίκης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
39 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το θάνατο του ιατρού που συνέδεσε το όνομά του όσο κανείς από τους-πολυάριθμους ομολογουμένως-συναδέλφους του- με τη ναζιστική μηχανή του τρόμου: Ο Ιωσήφ Μένγκελε. Τα διαβόητα πειράματα του στο Άουσβιτς με κρατούμενους ως πειραματόζωα τον κατέστησαν ένα από τα γνωστότερα σύμβολα φρίκης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Γεννήθηκε στις 16 Μαρτίου 1911 στο Γκίντσμπουργκ της Βαυαρίας, από μεγαλοαστική οικογένεια βιομηχάνων με ιδιαίτερα συντηρητικές πεποιθήσεις. Το 1930 ξεκινά τις σπουδές ιατρικής και αργότερα της ανθρωπολογίας σε σειρά πανεπιστημίων στη Γερμανία και την Αυστρία. Από νωρίς αναμειγνύεται ενεργά στο εθνικιστικό κίνημα της εποχής, εντασσόμενος το 1932 στη νεολαία της οργάνωσης “Stahlhelm”, που αποτελούνταν από βετεράνους του Μεγάλου Πολέμου, ωστόσο μετά την απορρόφηση της οργάνωσης από τα Τάγματα Εφόδου δυο χρόνια αργότερα, εγκαταλείπει την ενεργό πολιτική δράση λόγω προβλημάτων υγείας. Συνεχίζει τις σπουδές του στο πλάι του ανθρωπολόγου Τεόντορ Μόλισον, λαμβάνοντας το 1935 τον τίτλο του διδάκτορα χάρη στη διατριβή του “Φυλομορφολογική εξέταση του εμπρόσθιου τμήματος της κάτω γνάθου σε τέσσερις φυλετικές ομάδες”. Τον επόμενο χρόνο επιτυγχάνει στις κρατικές εξετάσεις ιατρικής και ξεκινάει την καριέρα του ως γιατρός στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Λειψίας. Το 1937 γίνεται βοηθός του διεθυντή του Ινστιτούτου Κληρονομικής βιολογίας και Φυλετικής υγιεινής της Φρανκφούρτης, ενώ μπαίνει και στο ναζιστικό κόμμα και λίγο αργότερα και στα Ες-Ες. Το 1940 καλείται στη Βέρμαχτ και δηλώνει εθελοντής στα Βάφεν Ες-Ες. Ως γιατρός τάγματος σε μεραρχία των Ες-Ες πολεμάει από το 1941 στην ΕΣΣΔ, όπου και τραυματίζεται σοβαρά ένα χρόνο αργότερα. Το 1943 σταματάει η στρατιωτική του δράση καθώς μετατίθεται στο Βερολίνο, όπου δραστηριοποιείται στο Ινστιτούτο Ανθρωπολογίας, Ευγονικής και Ανθρώπινης κληρονομικότητας. Το Μάη της ίδιας χρονιάς αντικαθιστά έναν άρρωστο συνάδελφο του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς, όπου αναλαμβάνει το λεγόμενο “Τσιγγάνικο στρατόπεδο”, με προϊστάμενό του τον αρχίατρο του Άουσβιτς, Εντουαρτ Βιρτς. Ως το τέλος του πολέμου διεξάγει τα διαβόητα ανθρωπολογικά και ιατρικά του πειράματα. Επέλεγε “κατάλληλο ιατρικό ερευνητικό υλικό” για να ελέγξει τις θεωρίες του περί κληρονομικότητας. Ασχολήθηκε κυρίως με άτομα που είχαν παραμορφώσεις στο σώμα τους και τη μελέτη των διδύμων. Η συνηθισμένη κατάληξη των ανθρώπινων πειραματόζωων ήταν ο θάνατος. Όπως όλοι οι γιατροί των Ες-Ες διαχώριζε παιδιά, αρρώστους και γερούς ως ανίκανους προς εργασία με τελικό προορισμό το θάλαμο αερίων.
Το καλοκαίρι του ’44, όταν διαλύεται για λόγους εξοικονόμησης χώρου το “τσιγγάνικο στρατόπεδο”, ο Μένγκελε αναλαμβάνει το διαχωρισμό των κρατουμένων, στέλνοντας 3000 ανθρώπους στο θάλαμο αερίων, ενώ 1400 ικανοί προς εργασία μεταφέρονται στο στρατόπεδο του Μπούχενβαλτ. Στις αρχές του ’45, καθώς ο Κόκκινος Στρατός προελαύνει, δραπετεύει αρχικά στο στρατόπεδο Γκροσρόζεν κι έπειτα στο Βερολίνο, για να λάβει εντολές από τα Ες-Ες, που τον στέλνουν πίσω στο Γκροσρόζεν, απ’όπου αποδρά εκ νέου λίγο πριν την άφιξη του Κόκκινου Στρατού. Τον Ιούνιο συλλαμβάνεται από αμερικανικά στρατεύματα, ωστόσο δεν αναγνωρίζεται και λίγο αργότερα απελευθερώνεται υπό το ψευδώνυμο “Φριτς Χόλμαν”. Επιστρέφει στη γενέτειρά του, όπου κρύβεται για λίγες εβδομάδες. Ως το 1949 εργάζεται με ψεύτικα στοιχεία σε αγρόκτημα κοντά στο Ρόζενχαιμ, αλλά την ίδια χρονιά κατορθώνει να καταφύγει μέσω Γένοβας στη Λατινική Αμερική, χάρη σε διαβατήριο που εκδίδει ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός στο όνομα “Χέλμουτ Γκρέγκορ”. Φτάνει στο Μπουένος Άιρες με το πλοίο “North King” όπου περνάει την επόμενη δεκαετία χάρη σε οικονομική υποστήριξη της οικογένειάς του, παρότι το 1954 χωρίζει τη σύζυγό του που είχε μείνει στην Ευρώπη. Το 1956 περνάει τις χειμερινές διακοπές με τη χήρα του αδερφού του Μάρθα και τα παιδιά τους στην Ελβετία. Κατόπιν αυτού αιτείται διακρίβωση της ταυτότητάς του και έκδοση νέου γερμανικού διαβατηρίου, το οποίο πράγματι του χορηγείται χωρίς κανένα πρόβλημα. Την ίδια χρονιά τον ακολουθεί η Μάρθα στη Ν.Αμερική, όπου παντρεύονται το 1958 στο Μοντεβιδέο της Ουρουγάης. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους ωστόσο αρχίζουν να γίνονται γνωστά τα εγκλήματα του Μένγκελε, μετά τη μήνυση του συγγραφέα Έρνστ Σνάμπελ εναντίον του, στα πλαίσια της ενασχόλησης του τελευταίου με την υπόθεσης της Άννας Φρανκ. Στις αρχές του ’59 εκδίδεται το πρώτο ένταλμα σύλληψης κατά του Μένγκελε, που λαμβάνει γρήγορα διεθνής διαστάσεις, οδηγώντας τον Μένγκελε σε μετοίκηση στην Παραγουάη, της οποίας την υπηκοότητα έλαβε για να γλιτώσει την έκδοση στη Γερμανία. Η σύλληψη του Άντολφ Άιχμαν από τις μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ το 1960 ωστόσο, θορυβεί το Μένγκελε που εγκαθίσταται κοντά στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, που για τα επόμενα 15 χρόνια ζει σε απομονωμένες φάρμες με ελάχιστες επαφές με τον έξω κόσμο. Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 μετακομίζει σε φτωχογειτονιά της πόλης. Ο θάνατος τον βρίσκει τελικά ατιμώρητο στις 7 Φλεβάρη 1979, όταν κατά τη διάρκεια του μπάνιου του στο θέρετρο Μπερτιόγκα παθαίνει εγκεφαλικό. Κηδεύεται με ψεύτικο όνομα στη Βραζιλία, χωρίς να μαθευτεί ο θανατός του στη Γερμανία, όπου εξακολουθούσε να ισχύει το ένταλμα σύλληψης, στο οποίο το 1982 προστέθηκε αμοιβή 10 εκατομμυρίων μάρκων. Ο τάφος του εντοπίζεται την άνοιξη του 1985 και ιατροδικαστικές εξετάσεις επιβεβαιώνουν την ταυτότητά του, με τις τελευταίες αμφιβολίες να αίρονται το 1992, χάρη στην ανάλυση του DNA του γιατρού-δολοφόνου.
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback