Η κομματική ιστοριογραφία για τον χαρακτήρα και τις κινητήριες δυνάμεις της Επανάστασης του 1821 και η στρατηγική του ΚΚΕ (του Μάκη Μαΐλη)
Η ενασχόληση του ΚΚΕ με την Επανάσταση του 1821 καταγράφεται από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του έως τις μέρες μας. Αιτία, που ώθησε στην πραγματοποίηση αυτής της προσπάθειας, δεν ήταν μόνο και κυρίως η σημασία του ’21 και οι ανάγκες της ιδεολογικής διαπάλης με την αστική ιστοριογραφία, αλλά και το γεγονός ότι συνδεόταν με την αποτίμηση της ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα.
Ο «Ριζοσπάστης» εγκαινιάζει σήμερα μια νέα ενότητα αφιερωμένη στα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Η ενότητα που θα δημοσιεύεται κάθε Σαββατοκύριακο θα περιλαμβάνει αρθρογραφία και κείμενα που έχουν στόχο να φωτίσουν τον χαρακτήρα και τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες εκδήλωσης της Επανάστασης από τη σκοπιά του μαρξισμού – λενινισμού, καθώς και σε αντιπαράθεση με αστικές και αναθεωρητικές ιστορικές θέσεις. Η συγγραφή και επιμέλεια των κειμένων γίνεται με τη συνεργασία του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ.
Η ενασχόληση του ΚΚΕ με την Επανάσταση του 1821 καταγράφεται από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του έως τις μέρες μας. Αιτία, που ώθησε στην πραγματοποίηση αυτής της προσπάθειας, δεν ήταν μόνο και κυρίως η σημασία του ’21 και οι ανάγκες της ιδεολογικής διαπάλης με την αστική ιστοριογραφία. Αποφασιστικά επέδρασε και το γεγονός ότι η ανάλυση για τον χαρακτήρα της Επανάστασης του ’21, τις κινητήριες δυνάμεις της, τους στόχους και το αποτέλεσμά της, συνδεόταν με την αποτίμηση της ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα.
Ωστόσο, στην ερμηνεία της Επανάστασης επέδρασε αρνητικά η περιορισμένη μελέτη της ίδιας της γέννησης και ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων στην Ελλάδα. Εξάλλου, σε αυτή ασκούσαν σημαντική επιρροή αναλύσεις του ΚΚΣΕ και Κομμουνιστικών Κομμάτων των βαλκανικών χωρών, που ξεκινούσαν από την αντίληψη της Κομμουνιστικής Διεθνούς που κατέτασσε σε διαφορετικά επίπεδα τις χώρες στο πλαίσιο του ιμπεριαλιστικού συστήματος και πρότασσε αντίστοιχα διαφορετικές στρατηγικές για κάθε Κομμουνιστικό Κόμμα.
Στη διάρκεια ενός αιώνα οι επεξεργασίες του ΚΚΕ για το 1821 περιλαμβάνονται σε συλλογικές κομματικές εργασίες,1 όπως της 4ηςΠλατιάς Ολομέλειας της ΚΕ το 1953 και του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949, το 2018. Επίσης περιλαμβάνονται σε ατομικές μελέτες κομμουνιστών ιστοριογράφων,2 καθώς και σε επιστημονικές εκδηλώσεις, π.χ. του ΚΜΕ, το 1981.3
Επιπλέον, πλήθος άρθρων έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά ΚΟΜΕΠ, «Νέοι Πρωτοπόροι», «Νέος Κόσμος» κ.ά., όπως και στον «Ριζοσπάστη».
Όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια, η ανάλυση των κοινωνικών – ταξικών δυνάμεων της εποχής του 1821 και της στάσης που κράτησαν απέναντι στην Επανάσταση επηρεαζόταν από τις αναλύσεις της κάθε φορά σύγχρονης κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας και τη στρατηγική του ΚΚΕ ως τμήματος του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος.
Οι πρώτες επεξεργασίες του ΚΚΕ για το 1821
Στις 28 Μάρτη 1921, με αφορμή τα 100 χρόνια από το ’21, η εφημερίδα «Εργατικός Αγών», που κυκλοφορούσε ως το «επίσημον όργανον» του ΣΕΚΕ (Κ) και της ΓΣΕΕ, δημοσίευσε αποσπάσματα από το έργο του Γεωργίου Σκληρού «Το κοινωνικόν μας ζήτημα»,4που η εφημερίδα χαρακτήριζε ως την «πρώτη σοσιαλιστική μελέτη βαλμένη σε ελληνικό θέμα».
Ο Γεώργιος Σκληρός ήταν ο πρώτος που από το 1907 προσδιόρισε τον χαρακτήρα της Επανάστασης:
«Κατά βάθος ήτο αστική επανάστασις, προκληθείσα υπό της πρωτοφανούς οικονομικής ευεξίας των έσω και έξω αστικών στοιχείων (…) Ουκ ολίγον, εννοείται, συνέτεινε το παράδειγμα της γαλλικής επαναστάσεως».
Στις 25 Μάρτη 1922, ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε άρθρο του Κορδάτου, Γραμματέα τότε της ΚΕ του ΣΕΚΕ (Κ), στο οποίο στηλίτευε την αστική τάξη, γράφοντας ανάμεσα σε άλλα:
«Η αστική κυβερνώσα τάξις δεν ηδύνατο παρά να πλαστογραφήση τα πραγματικά αίτια της Ελληνικής Επαναστάσεως του ’21 και να παρουσιάση αυτήν ως καθαρώς Εθνικόν απελευθερωτικόν κίνημα κατά των Τούρκων. Παρείδε επίτηδες τα οικονομικά αίτια που επρουκάλεσαν την εξέγερσιν και τους αγώνας του ’21 και διαστρεβλώσασα τα γεγονότα εδίδαξεν εις τον λαόν εντελώς τ’ αντίθετα απ’ όσα συνέβησαν πριν και κατά την Επανάστασιν».
Αυτά γράφονταν τις μέρες που η Μικρασιατική Εκστρατεία είχε αρχίσει να πνέει τα λοίσθια και ο αστικός Τύπος επιχειρούσε με παραληρηματικά άρθρα να υπερτονίσει τα περί «εθνικής ενότητας», συνδέοντας το 1821 με την ιμπεριαλιστική επίθεση του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία, για την εκπλήρωση της Μεγάλης Ιδέας.
Στην κομματική ιστοριογραφία πρώτο χρονολογικά έργο για το 1821 είναι το βιβλίο του Γιάνη Κορδάτου, «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821»5 που κυκλοφόρησε το 1924.
Το πιο σημαντικό στο βιβλίο είναι ότι πραγματεύεται την Επανάσταση ως προϊόν της σύγκρουσης των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής με τις νέες παραγωγικές δυνάμεις, στο πλαίσιο της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Υπογράμμισε για την αστική τάξη:
«Η τάξις αυτή – άσχετον αν αργότερα επέρασεν εις την αντίδρασιν – έπαιξε κατά τους χρόνους εκείνους προοδευτικόν ρόλον και μάλιστα ρόλον πρωταγωνιστού εις την προπαρασκευήν και οργάνωσιν της εθνεγερσίας».6
Η απήχηση του βιβλίου προκάλεσε ισχυρές αρνητικές αντιδράσεις, με πρωταγωνιστές το επίσημο κράτος και την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδας. Η κυβέρνηση Πάγκαλου το κατέσχεσε και απαγόρευσε την κυκλοφορία του, ενώ η Ιερά Σύνοδος ανέθεσε σε θεολόγο «…να γράψει ειδική μελέτη με την οποία (…) ν’ αποδείξει πως η θεωρία του ιστορικού υλισμού και ο μαρξισμός είναι “έωλα κατασκευάσματα”».7
Επισημαίνοντας τα θετικά στοιχεία του βιβλίου, πρέπει να σημειωθούν βασικές πλευρές της προσέγγισης του Κορδάτου που είναι λαθεμένες, όπως ότι «η Επανάστασις του 1821 επροδόθη, όχι μόνον από τους κοτζαμπάσηδες και Φαναριώτες, αλλά και από τους αστούς», ότι η Ελλάδα «είναι συγκεκαλυμμένον προτεκτοράτον της Αγγλίας» και ότι ο ελληνικός λαός «ευρίσκεται εις την κατάστασιν του ημιαποίκου».8
Αυτά τα συμπεράσματα, με τη μία ή την άλλη μορφή, σημάδεψαν τις κομματικές αναλύσεις επί δεκαετίες, δείχνοντας ενδεχομένως και κάποια απλουστευτική αντίληψη για άλλες αστικές επαναστάσεις, όπως για τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση (1789).
Αναφερόμενοι στην Ελλάδα, υπενθυμίζουμε ότι από το πρώτο διάστημα της Επανάστασης, η αστική τάξη υποχρεώθηκε να προχωρήσει στη σύναψη δανείων με ετεροβαρείς όρους και υποθηκεύοντας τα εθνικά κτήματα. Επέλεξε τις διεθνείς συμμαχίες της, κυρίως με την Αγγλία και λόγω της στρατιωτικής – επιχειρησιακής αδυναμίας των ελληνικών εξεγερμένων δυνάμεων να κυριαρχήσουν επί των Οθωμανών. Αλλωστε, μέσω της συμμαχίας με την Αγγλία, οι πλοιοκτήτες και οι έμποροι αύξαναν τη δύναμη και τα κέρδη τους, ενώ το εγχώριο αστικό κράτος στηριζόταν κυρίως στον αγγλικό παράγοντα, για να νικήσει και για να επεκτείνει τα εδαφικά του όρια.
Επιπλέον, υπενθυμίζουμε ότι την περίοδο που ο Κορδάτος έγραφε το βιβλίο του, το αστικό κράτος είχε ήδη επεκταθεί και θωρακιστεί, ενώ και η ενσωμάτωση των προσφύγων της Μικράς Ασίας συνέβαλε στην καπιταλιστική ανάπτυξη.
Πάντως, το βιβλίο αποτέλεσε το βασικό ιδεολογικό όπλο για το 1821 στον μαρξιστικό χώρο, έως και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’30.
Αλλαγή στην τοποθέτηση του ΚΚΕ
Από το 1933-1934 άλλαξε η τοποθέτηση του ΚΚΕ σχετικά με τον ρόλο που έπαιξε η αστική τάξη στην Επανάσταση του 1821.
Συγκεκριμένα, τον Νοέμβρη 1933 η ΚΟΜΕΠ δημοσίευσε το άρθρο του Γιάννη Ζέβγου «Ο Κορδάτος σαν ιστορικός της επανάστασης του 1821».
Η πολεμική που ασκούνταν στον Κορδάτο ήταν ότι εξυμνούσε «με τη διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων, την ελληνική μπουρζουαζία» και επιχειρούσε «να την παραστήσει σαν κύρια δύναμη της επανάστασης», παραγνωρίζοντας τον ρόλο που έπαιξαν στην Επανάσταση οι λαϊκές μάζες.
Κατά τον Ζέβγο, η Επανάσταση ήταν εθνικοαπελευθερωτική.9 Επίσης, υποστήριζε ότι «η ελληνική μπουρζουαζία στα 1821, παίρνοντας την ηγεμονία της επανάστασης, λόγω της έλλειψης διαμορφωμένης συνεπούς επαναστατικής τάξης στηρίχτηκε στην αντίδραση, εσωτερικά και εξωτερικά…».10
Κατέληγε:
«Ποια ήταν τ’ αποτελέσματα της επανάστασης; Η συντηρητικότητα, η αναποφασιστικότητα, οι προδοσίες σ’ ορισμένες στιγμές της ελληνικής μπουρζουαζίας ματαίωσαν τις θυσίες του ελληνικού λαού, (…) Εβαλαν τη βάση της υποδούλωσης της χώρας στο ξένο κεφάλαιο. (…) Μα σήμερα (…) Το ελληνικό προλεταριάτο, καθοδηγούμενο από το ΚΚΕ, παλεύει να συγκεντρώσει γύρω του τις μάζες, για να λύσει τα απομεινάρια της μπουρζουαζοδημοκρατικής επανάστασης και να την περάσει σε προλεταριακή».11
Στο άρθρο του Γ. Ζέβγου απάντησε ο Γ. Κορδάτος με το ίδιο πολεμικό πνεύμα:
«Στα βιβλία μου βάζω μια κεντρική θέση: Πως η Επανάσταση του 1821 ήταν ένα εθνικοαστικό κίνημα (…). πουθενά δε γράφω [σ.σ. υπογράμμιση Γ.Κ.] ότι η Επανάσταση του 1821 και οι θυσίες της άνηκαν αποκλειστικά και είναι έργο της αστικής τάξης. Εκείνο που γράφω εγώ είναι ότι η ελληνική μπουρζουαζία – όχι βέβαια στο σύνολό της – έπαιξε ρόλο επαναστατικό και προοδευτικό (…). Τον προοδευτικό αυτόνε ρόλο (…) πρώτος απόλους τον τονίζει ο Μαρξ. Ο φτωχοαγροτικός πληθυσμός της επαναστατημένης Ελλάδας δεν είχε (…) συνείδηση ούτε της δύναμης, ούτε της κοινωνικής του οντότητας. Στο μεγαλύτερο μέρος του, επηρεαζόταν από τους ηγέτες της αστικής τάξης…».12
Οταν δημοσιεύτηκε το άρθρο του Ζέβγου, το ΚΚΕ προετοιμαζόταν για την 6η Ολομέλεια της ΚΕ (Γενάρης 1934), που διαμόρφωσε τη στρατηγική των σταδίων, δηλαδή ότι η επανάσταση στην Ελλάδα θα ήταν αστικοδημοκρατική, με «πορεία λίγο ή πολύ γρήγορου περάσματος της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική».13
Ακολούθησαν το 7ο Συνέδριο της ΚΔ και το 6ο του ΚΚΕ, το οποίο διατήρησε την ουσία της σταδιοποιημένης στρατηγικής, όμως τροποποίησε την πολιτική συμμαχιών, θέτοντας στόχο τη συνεργασία και με αστικές δυνάμεις.
Οι θέσεις του ΚΚΕ τη δεκαετία του 1940
Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συνέχεια με την ίδρυση του ΕΑΜ, οι τοποθετήσεις του Κόμματος προσαρμόστηκαν στη γραμμή της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης. Ο ΕΑΜικός αγώνας προβλήθηκε ως το «νέο 1821». Χαρακτηριστικό ήταν το άρθρο του Κώστα Καραγιώργη στην ΚΟΜΕΠ της Κατοχής με τίτλο: «ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ 1821 – ΚΟΡΥΣΧΑΔΕΣ 1944», όπου έγραψε:
«Η σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου (…) Συνδέει το σημερινό εθνικό και κοινωνικό κίνημα με όλη τη βασανισμένη οδυνηρή πορεία του ελληνικού λαού από το ’21 και την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου ως τα σήμερα».14
Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι από τη φύση και τον χαρακτήρα του ως το Κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ δεν ήταν δυνατό εξ αντικειμένου να γίνει ο συνεχιστής του 1821. Μπορούσε να γίνει ο συνεχιστής μόνο με την έννοια του να ηγηθεί της πάλης για την ανατροπή της αστικής εξουσίας, που αποτελεί συνέχεια στο ιστορικό γίγνεσθαι της διαδοχής των κοινωνικοοικονομικών συστημάτων.
Σε μία τέτοια πάλη θα ήταν συμβατή και σ’ έναν βαθμό επιβεβλημένη η επίκληση της ηρωικής δράσης των αγωνιστών του ’21, ως ένα στοιχείο οικείο για να συνεγείρει τη λαϊκή ορμή, ενσωματωμένο όμως στα νέα ιστορικά καθήκοντα των μαζών.
Μετά την απελευθέρωση, και ενώ είχε αναπτυχθεί η συζήτηση για τη βιομηχανική ανάπτυξη, κυκλοφόρησε το 1945 το Πρώτο Μέρος του έργου του Γιάννη Ζέβγου «Σύντομη Μελέτη της Νεοελληνικής Ιστορίας», στο οποίο αναφέρεται:
«Η βιομηχανική επανάσταση που από μισό αιώνα πριν είχε αρχίσει στην Αγγλία, ήταν άγνωστη στην Ελλάδα. Το εμπορικό κεφάλαιο δεν είχε αρχίσει να μετατρέπεται σε βιομηχανικό, και αυτό το εμπορικό κεφάλαιο ήταν δυνατό ιδίως στο εξωτερικό. Στην καθαυτή Ελλάδα το εμπορικό κεφάλαιο το αντιπροσώπευαν πιο πολύ οι γυρολόγοι. (…) Οι τσιφλικάδες ασχολιόνταν μ’ αυτή [σ.σ. την τοκογλυφία] καθώς και με το εμπόριο».15
Στην πραγματικότητα, πριν ακόμα το 1821, στα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου, αλλά και σε σημαντικές πόλεις όπου κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο (ανεξάρτητα από το αν εντάχθηκαν αργότερα στο ελληνικό κράτος), καθώς και στις παροικίες, είχε πραγματοποιηθεί η πρωταρχική συσσώρευση της ελληνικής αστικής τάξης. Οι πλοιοκτήτες λειτουργούσαν ως μεταφορείς και ως έμποροι, ενώ έδιναν ώθηση στη ναυπηγική δραστηριότητα. Παράλληλα, η ανάπτυξη της ναυτιλίας απαιτούσε δανεισμό και ενίσχυε τη δράση του τοκοφόρου κεφαλαίου. Στον τομέα της ναυτιλίας έγινε το διπλό ιστορικό πέρασμα που αναδεικνύει ο Μαρξ, δηλαδή του εμπόρου που γίνεται άμεσα βιομήχανος – εφοπλιστής και του βιομήχανου – εφοπλιστή που γίνεται έμπορος. Αλλά και η βαρύτητα των βιομηχανικών κλάδων – ορυχείων, μεταποίησης, Ενέργειας, ύδρευσης, μεταφορών κ.λπ. – στον προσδιορισμό του βαθμού ανάπτυξης των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής δεν αναιρείται λόγω της σημαντικής διείσδυσης του ξένου κεφαλαίου σε αυτούς.
Την περίοδο του αγώνα του ΔΣΕ, η θέση ότι ο λαϊκός αγώνας ήταν συνέχεια του ’21 διατηρήθηκε, παρότι δεν γινόταν καμία αναφορά για το 1821 στα Επίσημα Κείμενα του Κόμματος.16
Το σχέδιο Προγράμματος του 1953 και μετέπειτα επεξεργασίες
Στις 12-14 Δεκέμβρη 1953 συνήλθε στη Ρουμανία η 4η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ. Ανάμεσα στα θέματά της ήταν το «Σχέδιο Προγράμματος του ΚΚΕ», με εισηγητή τον Νίκο Ζαχαριάδη.17
Στο κείμενο που δόθηκε στη δημοσιότητα, υπάρχει ειδικό κεφάλαιο για το 1821:
«Ο χαρακτήρας της λαϊκής επανάστασης του 1821 ήταν εθνικός απελευθερωτικός (…) Η επανάσταση έπρεπε να είναι αστικοδημοκρατική. Κινητήριες δυνάμεις (…) ήταν: Το εμπορικό και ναυτεμπορικό κεφάλαιο, η αστική τάξη σαν ηγεμόνας της επανάστασης. Η αγροτιά, σαν ο κύριος φορέας της. Οι συντεχνίες και η φτωχολογιά στις πόλεις. Δηλαδή, όλος ο λαός (…)».18
Σε αυτό το σημείο εκφράζεται μια αντίφαση ανάμεσα στις σωστά προσδιορισμένες «κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης» και τον «χαρακτήρα της επανάστασης». Η αντίφαση αφορά την αναγνώριση του ηγετικού ρόλου της αστικής τάξης από τη μια πλευρά και τον προσδιορισμό της επανάστασης ως λαϊκής από την άλλη. Η ηγετική κοινωνική δύναμη της επανάστασης, δηλαδή η αστική τάξη, είναι ο φορέας των νέων σχέσεων παραγωγής που θεμελιώνει η επανάσταση και κατά συνέπεια προσδιορίζει τόσο τον ταξικό χαρακτήρα της επανάστασης, όσο και της επιδιωκόμενης εξουσίας. Ομως, στις κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης συμμετέχουν και κοινωνικές δυνάμεις που έχουν συμφέρον από την κατάργηση της παλιάς εξουσίας (η αγροτιά, οι τεχνίτες, οι προλετάριοι κ.λπ.), ακόμα και αν έχουν αντιθέσεις με τη νέα τάξη εξουσίας.
Το Σχέδιο αποσύρθηκε, αφού επικρίθηκε από το ΚΚΣΕ ως σεχταριστικό,19λύνοντας την αντίφαση σε λαθεμένη κατεύθυνση με τον ισχυρισμό ότι το 1821 ήταν «εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των Ελλήνων ενάντια στην οθωμανική αυτοκρατορία».20
Η θέση για τον χαρακτήρα της Επανάστασης του 1821 μόνο ως εθνικοαπελευθερωτικής σχετιζόταν με την αντίληψη ότι στην Ελλάδα, ακόμα και τη δεκαετία 1950, υπήρχαν άλυτα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, τη λύση των οποίων το Κόμμα έπρεπε να προτάξει έναντι του στόχου της εργατικής εξουσίας, συγκροτώντας δημοκρατικό μέτωπο με τις λεγόμενες προοδευτικές (αντιδεξιές – αντιβασιλικές κατά κανόνα) δυνάμεις.
Το 1958 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Πέτρου Ρούσου, «Βοήθημα Νέας Ιστορίας της Ελλάδας».
Κατά τον Π. Ρούσο, το ελληνικό εμπορικό κεφάλαιο παρέμεινε στη μορφή του διαμεσολαβητικό – διαμετακομιστικό (κομπραδόρικο). Το αποτέλεσμα ήταν οι μεγαλέμποροι και μεγάλοι εμποροκαραβοκυραίοι, έχοντας εθιστεί σε υψηλά ποσοστά κερδών, «να υιοθετήσουν και επίσημα μετά την επανάσταση την εμπορομεσιτική οικονομική πολιτική της στενής συνεργασίας με το ξένο κεφάλαιο, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τις παραγωγικές επενδύσεις, κάτι που μετά την επανάσταση αποτελεί και υπαγόρευση της αγγλικής, βασικά, πολιτικής, που με το συναγωνισμό της καταστρέφει την ελληνική βιοτεχνία».21
Στην ίδια κατεύθυνση επέμεινε και ο Λεωνίδας Στρίγκος (1959) στο βιβλίο του «Η επανάσταση του ’21».
Η ίδια κατεύθυνση διατηρήθηκε στην κομματική ιστοριογραφία από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και μέχρι το 1990.
Ορισμένα βασικά συμπεράσματα του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ
Μέσα στο καμίνι της καθημερινής ταξικής πάλης, στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν με την εκτεταμένη επικράτηση της αντεπανάστασης, δρομολογήθηκε και πραγματοποιήθηκε η μελέτη της Ιστορίας του Κόμματος από την ίδρυσή του έως το 1968.
Στο Δεύτερο Μέρος του Τόμου Α1 του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, που πραγματεύεται την ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα έως το 1918, υποχρεωτικά η ιστορική ανάλυση πηγαίνει και στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας.
Στο Δοκίμιο αναδεικνύονται οι κοινωνικές δυνάμεις που πήραν μέρος στην Επανάσταση του ’21, τεκμηριώνεται ο χαρακτήρας της Επανάστασης ως αστικής – εθνικοαπελευθερωτικής. Ιδιαίτερα επισημαίνεται ότι σε μια εποχή μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, μια σειρά από κοινωνικές δυνάμεις πατούσαν με το ένα πόδι στη φεουδαρχία και με το άλλο στον καπιταλισμό. Για παράδειγμα, οι κοτζαμπάσηδες από τη μια αντλούσαν τον πλούτο και την εξουσία τους από τον ρόλο τους στην οθωμανική διοίκηση και από την άλλη, παράγοντας με στόχο το εξαγωγικό εμπόριο και δραστηριοποιούμενοι όλο και περισσότερο στο εμπόριο, στη ναυτιλία, στις τραπεζικές και ασφαλιστικές επιχειρήσεις κ.λπ., έρχονταν σε σύγκρουση με τα όρια των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής.
Συνεπώς, διορθώνονται απλουστεύσεις που υποβάθμιζαν τον αστικό χαρακτήρα της Επανάστασης του ’21, απομόνωναν το εθνικοαπελευθερωτικό στοιχείο της. Παράλληλα, τονίζεται ότι η ερμηνεία από την κομματική ιστοριογραφία των σχέσεων παραγωγής ως φεουδαρχικές ή ημιφεουδαρχικές δεν ήταν πλήρως αντικειμενική. Το ίδιο αφορά και στην ανάλυση για τον χαρακτήρα του ελληνικού κράτους, στην εκτίμηση για την εγχώρια αστική τάξη, τους συμβιβασμούς της και τις σχέσεις με ισχυρά κράτη, πρώτα απ’ όλα με την Αγγλία. Ακόμα, σημειώνεται ότι οι προηγούμενες αδυναμίες συνδυάστηκαν με την εκτίμηση του ρόλου και του ταξικού χαρακτήρα του βασιλικού θεσμού, που αντιμετωπίστηκε ως ξένο σώμα και όχι ως συστατικό της μετεπαναστατικής αστικής κρατικής δομής, που αποσκοπούσε στην ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Οι παραπάνω αδυναμίες ήταν επόμενο ότι επηρέασαν και την στρατηγική επεξεργασία του ΚΚΕ.
Στις αναλύσεις του Κόμματος δέσποζε η ερμηνεία της υπερμεγέθους ανάπτυξης της ναυτιλίας και του εξωτερικού εμπορίου, αναφορικά με τη σχετική καθυστέρηση της ανάπτυξης στη μεταποίηση. Αυτή η υπαρκτή ανισομετρία αποδόθηκε στη θέληση ξένων καπιταλιστικών δυνάμεων και στην ξενόδουλη (υποτελή) στάση της ελληνικής αστικής τάξης.
Το ΚΚΕ σήμερα εξετάζει την πορεία της αστικής τάξης με τις αντιφάσεις της και ως τάξης ιστορικά παρωχημένης εδώ και πολλά χρόνια. Δίνει έτσι ένα ισχυρό ιδεολογικό όπλο στην εργατική τάξη και στους αυτοαπασχολούμενους της πόλης και της αγροτιάς, στην πάλη τους για την ανατροπή της αστικής εξουσίας και για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής κοινωνίας.
Παραπομπές:
- Ενδεικτικά αναφέρονται: Περιοδικό «Νέος Κόσμος», Μάρτης 1954, Σχέδιο Προγράμματος του ΚΚΕ, Απόφαση της 4ης Πλατιάς Ολομέλειας της ΚΕ και της ΚΕΕ του ΚΚΕ (12-14 Δεκέμβρη 1953), Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949, τόμ. Α1, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018 κ.ά.
- Ενδεικτικά αναφέρονται: Γιάνης Κορδάτος, «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», εκδ. «Γ. Βασιλείου», Αθήνα, 1924, Ι. Κ. Κορδάτος, «Νεολληνική Πολιτική Ιστορία», τόμ. Α΄, εκδ. «Γ. Βασιλείου», Αθήναι, 1925 (αφιερωμένο στη μνήμη του Δημοσθένη Λιγδόπουλου), Γιώργης Λαμπρινός, «Μορφές του Εικοσιένα», εκδ. «Αετός», Αθήνα, 1942, Γιάννης Ζέβγος, «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας, Μέρος Α΄ και Β΄», εκδ. «Τα Νέα Βιβλία», Αθήνα, 1945-1946, Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. 10ος, εκδ. «20ός Αιώνας», Αθήνα, 1957, Λεωνίδας Στρίγκος, «Η επανάσταση του εικοσιένα», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1959, Τάσος Βουρνάς, «Αρματολοί και Κλέφτες», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1962, Γιώργης Ι. Ζωίδης, «Ιστορία της Ελλάδας. Νέοι Χρόνοι», τόμ. Α1, Βαρσοβία, 1963, Δημήτρης Φωτιάδης, «Η επανάσταση του ’21», εκδ. «Μέλισσα», Αθήνα, 1971-1972 (έργο σε 4 τόμους), Πέτρος Ρούσος, «Βοήθημα της νέας ιστορίας της Ελλάδας» (2η έκδοση), εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1982, Λύσανδρος Παπανικολάου, «Κοινωνική ιστορία της ελληνικής επανάστασης του 19ου αιώνα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1991, Κώστας Αυγητίδης, «Εθελοντικά Στρατιωτικά Τμήματα από Ελληνες της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν και μετά το 1821», Αθήνα, 1993 κ.ά.
- ΚΜΕ, «Η επανάσταση του εικοσιένα», Επιστημονικό Συμπόσιο (21-23 Μάρτη 1981), εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981.
- Γεώργιος Σκληρός, «Εργα», εκδ. «Επικαιρότητα», Αθήνα, 1997, σελ. 114
- Γιάνης Κορδάτος, «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», εκδ. «Γ. Βασιλείου», Αθήναι, 1924.
- Γιάνης Κορδάτος, «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», (9η έκδοση), Αθήνα, 1975, σελ. 138-139.
- Βλ. Π. Ν. Τρεμπέλα, «Ο ιστορικός υλισμός από απόψεως φιλοσοφικής – Μελέτη απολογητική, εντολή της Ι. Συνόδου συνταχθείσα», Αθήναι, 1925.
- Γιάνης Κορδάτος, «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», Αθήνα, 1975, σελ. 272-273.
- ΚΟΜΕΠ, Νοέμβρης 1933, τεύχ. 21, σελ. 28.
- Ο.π., σελ. 29.
- Ο.π., σελ. 34.
- «Νέα Επιθεώρηση», τχ. 7, Δεκέμβρης 1933, σελ. 180, 183, 184, 187.
- «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1939», τομ. Α2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 412.
- «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», τευχ. 26-27 (5-6/1944), σελ. 8.
- Γιάννης Ζέβγος, «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας», τόμ. Α΄, εκδ. «Τα Νέα Βιβλία», Αθήνα, 1945, σελ. 28.
- «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», τόμ. 6ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987.
- Βλ. αναλυτικά «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1949-1968», τόμ. Β΄, 5η έκδοση, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2016, σελ. 315-319.
- «Νέος Κόσμος», 3/1954, σελ. 8-10.
- «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1949-1968», τόμ. Β΄, ό.π, σελ. 318.
- Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ – Εγγραφο 467200, σελ. 2.
- Πέτρος Ρούσος, «Βοήθημα της Νέας Ιστορίας της Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1982, σελ. 233.
Του Μάκη Μαΐλη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνου του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ