Η μάχη της Βράχας – Όταν συνασπισμένοι Έλληνες και Τούρκοι δίωκαν τον απείθαρχο Καραϊσκάκη των Αγράφων
Στα 1824 και ενώ μαίνεται ο εμφύλιος μεταξύ των εξεγερμένων, ο Γιώργης Καραϊσκάκης κατηγορείται για προδοσία (δήθεν για συνεργασία με τον Ομέρ Βρυώνη). Στήνεται μία δίκη-παρωδία σκηνοθετημένη από τον εγγλεζόδουλο Μαυροκορδάτο και την αυλή του.
Στη Βράχα…
Τα παλιά μοναστήρια της Ευρυτανίας, εκτός του γεγονότος ότι αποτελούν σημαντικά βυζαντινά και υστεροβυζαντινά μνημεία, κρύβουν στα ανήλιαγα κελιά τους και σπουδαίες ιστορικές μνήμες καθώς τα περισσότερα εξ’ αυτών, απομονωμένα και καλά καμουφλαρισμένα μέσα στα απροσπέλαστα βουνά μας, αποτέλεσαν καταφύγια, τόπους περίθαλψης, αλλά και ορμητήρια επαναστατών αγωνιστών πριν και κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 1821. Ο Κατσαντώνης, ο Λεπενιώτης, ο γερο Δίπλας, ο Καραϊσκάκης, ο Μπότσαρης, ο Ανδρούτσος, ο Βελής και πολλοί ακόμη, βρήκαν, ανά καιρούς, απάγκιο και αποκούμπι στα διάφορα ευρυτανικά μοναστήρια. Να αναφέρουμε ενδεικτικά τις μονές Τατάρνας, Προυσού, Αγίας Τριάδας Σάϊκας, Παναγίας Γρανίτσας, Καταφυγίου, Μεσαμπελιάς, μα και πολλές άλλες για τις οποίες θα γίνουν μελλοντικά αφιερώματα από το blog μας. Σήμερα θα αναφερθούμε στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα στο χωριό της Βράχας.
Το παλιό πέτρινο μοναστήρι της Βράχας, βρίσκεται φωλιασμένο μέσα στην αγκαλιά της άγριας ευρυτανικής φύσης, περιτριγυρισμένο από γάργαρες πηγές, βελανιδιές και καστανιές εκατοντάδων ετών και με τον θηριώδη ψηλόβραχο της Τσούκας να στέκει ακοίμητος φρουρός από πάνω του. Πιθανολογείται μάλιστα ότι το όνομα Βράχα έλκει την καταγωγή του από αυτόν ακριβώς τον επιβλητικό βράχο. Το μοναστήρι χρονολογείται πολλούς αιώνες πριν, αλλά είναι άγνωστη η ακριβής χρονολογία της ίδρυσής του. Έχει, όμως, επιβεβαιωθεί η “εκ βάθρου και θεμελίου” ανακαίνιση της μονής στα 1745-1753. Το προγενέστερο της ανακαίνισης κτίσμα, που υπήρχε εκεί, καταστράφηκε, στο μεγαλύτερο μέρος του, από επιδρομές, ενώ γίνεται λόγος και για μία θανατηφόρα επιδημία που έπληξε, στις αρχές του 18ου αιώνα, τον τόπο και ερήμωσε και τη μονή για παραπάνω από δυόμιση δεκαετίες. Τοιχογραφίες, μια μικρή καμπάνα της μονής (1585), μια παλιά δεσποτική εικόνα (“Ο Σωτήρ” 1664), τμήματα τέμπλου, καθώς και χειρόγραφα κι άλλα αξιολογημένα κειμήλια που χρονολογήθηκαν από το 16ο αιώνα, μαρτυρούν ως πιθανότερη χρονολογία ίδρυσης της μονής της Βράχας περίπου το 1600.
Πρόκειται για αγιορείτικο τρίκογχο ναό, με στοιχεία παρόμοια με αυτά των παλιών μοναστηριών της Στάνας Επινιανών και της Σωτήρας στην Α. Φραγκίστα. Εντυπωσιάζει το μικρό καθολικό με το επίχρυσο τέμπλο, την εξαιρετική διακόσμηση, τις σπάνιες τοιχογραφίες και τις περίτεχνες εικονογραφήσεις με πλήθος θεμάτων από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Ως ζωγράφοι πιθανολογούνται οι αγιογράφοι Γεώργιος Γεωργίου και Γεώργιος Αναγνώστου μαθητές του Διονυσίου εκ Φουρνάς. Επίσης λέγεται ότι σε κάποιους τοίχους του ναού υπήρχαν και υπογραφές σημαντικών αγωνιστών της επανάστασης, μαζί και αυτή του Καραϊσκάκη, οι οποίες όμως σκεπάστηκαν με χρώμα (!) κατά τη δεκαετία του 1930, όπως δυστυχώς χαράχτηκε με τα ονόματα κάποιων άμυαλων επισκεπτών και ο διακοσμημένος εξωνάρθηκας του ιστορικού μοναστηριού! Οι Βραχηνοί μιλάνε και για μία υπόγεια σήραγγα διαφυγής που οδηγούσε από το μοναστήρι ως το ποτάμι και την οποία πιθανόν να χρησιμοποίησε και ο Καραϊσκάκης στην απόδρασή του που θα περιγράψουμε παρακάτω.
Να πούμε και “δυο κουβέντες γνωριμίας” για το χωριό της Βράχας, που αναπαύεται στη ραχοκοκαλιά της νότιας Πίνδου, στη Βορειανατολική Ευρυτανία, σε μια πανέμορφη φυσική θέση, μέσα σε μια ολοπράσινη βουνοπλαγιά με άφθονα κρύα νερά, σε υψόμετρο περίπου 880 μ. Πανέμορφοι ελατόφυτοι δασικοί δρόμοι ζώνουν ολόγυρα το χωριό. Σύμφωνα με το Γάλλο διπλωμάτη Πουκεβίλ η Βράχα επί τουρκοκρατίας ανήκε στα 28 χωριά των ευρυτανικών Αγράφων με 40 οικογένειες και ένα μοναστήρι. Στην επανάσταση του 1821 το χωριό βρέθηκε αρκετές φορές στο μάτι του κυκλώνα με αποτέλεσμα να πυρποληθεί ολοκληρωτικά από τούρκικα στρατεύματα. Η Βράχα επλήγη και από τους σεισμούς του 1966 (που είχαν επίκεντρο το παραπλήσιο φαράγγι του Μέγδοβα) και εξαιτίας αυτού του γεγονότος κάποιοι κάτοικοι του πληγωμένου χωριού μετοίκησαν, τότε, στη Νέα Βράχα στο Σταυρό Φθιώτιδας. Πολλοί, όμως, έμειναν! Στενά δεμένοι με τον τόπο τους, αρνήθηκαν να τον αποχωριστούν και κατόρθωσαν με την αγάπη και τη φροντίδα τους να αναστήσουν ξανά το λατρεμένο τους χωριό. Στη Βράχα ξεχωρίζει ο τεράστιος γέρο πλάτανος ηλικίας 350-400 ετών που βρίσκεται στο “χοροστάσι” (πλατεία) όπως και η ιστορική εκκλησία του Αγ. Νικολάου. Επίσης υπάρχουν παλιές βρύσες, μύλοι, αλώνια, γεφύρια και αρκετά λιθόστρωτα σοκάκια. Στο χωριό συναρπάζει η διάχυτη καλοσύνη, η ευγένεια και η αυθόρμητη φιλόξενη διάθεση των αξιαγάπητων Βραχηνών, που κάνουν τον επισκέπτη να αισθάνεται οικεία και άνετα.
Μοναστήρι τυλιγμένο στην ιστορία και στις εξεγέρσεις.
Το 1695 αλωνίζουν στην Ευρυτανία οι ορδές του πρώην Μανιάτη πειρατή Λυμπεράκη Γερακάρη, ο οποίος πουλά τις υπηρεσίες του εναλλάξ σε Τούρκους και Βενετσιάνους, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί μία χαοτική κατάσταση τρόμου στον τόπο. Οι συμμορίτες του Γερακάρη πληροφορούνται ότι στο μοναστήρι της Βράχας καταφεύγουν διάφοροι απείθαρχοι καθώς και εξεγερμένοι κλεφταρματολοί και έτσι επελαύνουν επιχειρώντας να το πυρπολήσουν. Παρεμβαίνουν όμως τα παλικάρια του ξακουστού Ευρυτάνα αρματολού του επονομαζόμενου “μικρού Χορμόπουλου”, που σε συνεργασία με τον ηγούμενο Δαμασκηνό δίνουν σκληρή μάχη και εντέλει γλυτώνουν το μοναστήρι, αν και μισοκαμμένο. Πιθανόν λόγω αυτού του συμβάντος, θα πρέπει να έγινε, πενήντα χρόνια μετά, δηλ. στα 1745, και η συνολική ανακαίνιση που προαναφέραμε, με έξοδα της οικογενείας Γεωργίου Χατζηδήμου από την Αγία Τριάδα. Να σημειώσουμε ότι στη συγκεκριμένη μάχη σκοτώθηκε το πρωτοπαλίκαρό του μικρού Χορμόπουλου, ο καπετάν Λίσκος, που θάφτηκε δίπλα από το μοναστήρι.
Εδώ στη Βράχα θα βρεθεί, ουκ ολίγες φορές, και ο θρυλικός Ευρυτάνας επαναστάτης ο Κατσαντώνης, που και αυτός θα χρησιμοποιεί πολύ συχνά τη μονή σαν επαναστατικό άντρο και κρησφύγετό του. Υπήρχε μάλιστα παλιότερα και κοντινή βρύση με το όνομά του, καθώς και ομώνυμη σπηλιά, ενώ η παράδοση αναφέρεται και σε πολλές διηγήσεις γερόντων της εποχής που μολογούσαν για τις απίθανες κόντρες του Κατσαντώνη με τον τότε ηγούμενο (λόγω κάποιων “δοσιμάτων” που απαιτούσε ο Αγραφιώτης επαναστάτης από την εύπορη μονή για λογαριασμό κάποιων χωρικών, απαίτηση όμως που αρνούνταν ο ηγούμενος) με αποτέλεσμα η μεταξύ τους διαφωνία να καταλήγει σε γερή… τσιπουροκατάνυξη!!! Επίσης, σύμφωνα με μία εκδοχή, και ο αδερφός του Κατσαντώνη, ο περίφημος Λεπενιώτης, μετά το βαρύ τραυματισμό του (πιθανότερη ημερομηνία το Πάσχα του 1812) από ενέδρα του τουρκολάτρη Νίκου Θέου και του κοτζαμπάση Γ. Κωστάκη, στην κοντινή Φουρνά, μεταφέρθηκε άμεσα από τους συντρόφους του στο μοναστήρι της Βράχας, όπου πιθανόν εκεί να απεβίωσε μετά από λίγες ημέρες.
Στην περίοδο της ακμής του μοναστηριού, στις αρχές του 19ου αιώνα, λειτουργεί σχολή γραμμάτων και ανώτερο διδασκαλείο, γεωπονική σχολή μελισσοκομίας και δεντροκομίας. Υπάρχει αρχονταρίκι, μετόχι, βιβλιοθήκη και… θεραπευτήριο!!! Επίσης η μονή διαθέτει σεβαστό αριθμό κοπαδιών, δεκάδες στρέμματα με καλλιέργειες, νερόμυλο κλπ. Εξαιτίας αυτού, το ακμαίο οικονομικά μοναστήρι γίνεται συχνός στόχος ληστειών από αρβανίτες και διάφορους άλλους περαστικούς επιδρομείς .
Ο Καραϊσκάκης και η άγνωστη μάχη της Βράχας.
Στα 1824 και ενώ μαίνεται ο εμφύλιος μεταξύ των εξεγερμένων, ο Γιώργης Καραϊσκάκης κατηγορείται για προδοσία (δήθεν για συνεργασία με τον Ομέρ Βρυώνη). Στήνεται μία δίκη-παρωδία σκηνοθετημένη από τον εγγλεζόδουλο Μαυροκορδάτο και την αυλή του. Παρεμπιπτόντως θα αναφέρουμε ότι ο λεγόμενος “διαβολοπρίγκηπας” ο Μαυροκορδάτος, ο ραδιούργος Φαναριώτης, το “τσογλάνι του Ρείζ εφέντη” όπως τον αποκαλούσε ο Καραϊσκάκης, υπήρξε και ο διαχειριστής του περιβόητου ληστρικού αγγλικού δανείου που αλυσόδεσε με τα χειρότερα δεσμά της εξάρτησης τη χώρα και το λαό μας… από τότε!!! Έτσι λοιπόν η κλίκα Μαυροκορδάτου χρησιμοποιώντας ένα δικό τους ψευδομάρτυρα ονόματι Βουλπιώτη, ανιψιό του εκλεκτού τους Ράγκου, καταφέρνουν να καταδικάσουν στη “δίκη της ντροπής” τον Καραϊσκάκη ο οποίος τελικά εξορίζεται. Τότε εκείνος, μαζί με 80 παλικάρια του, φεύγει από το Αιτωλικό και τραβά προς τα αγαπημένα του Άγραφα. Στη διαδρομή το ασκέρι του Καραϊσκάκη ενισχύεται με πολλούς εθελοντές, αγγίζοντας στο τέλος τους 1.500 μαχητές! Στόχος των “Καραϊσκάκηδων” είναι να ξαναπάρουν το αρματολίκι των Αγράφων που το θεωρούν ως το φυσικό τους οχυρό αλλά και σαν το ζωτικό τους χώρο ύπαρξης, αφενός λόγω του πρότερου βίου τους εκεί, και αφετέρου λόγω των φιλικά προσκείμενων ευρυτάνων χωρικών, οι οποίοι (αφού δεινοπαθούν από τον φιλάργυρο και τουρκολάτρη αρματολό Αγράφων Ράγκο που τους καταδυναστεύει, βασανίζει και λεηλατεί αλύπητα) προσδοκούν την επάνοδο του δίκαιου Καραϊσκάκη για να ανακουφιστούν. Κατά πόδας τον καταδιώκουν οι Γιαννάκης Ράγκος, Νίκος Στορνάρης, Γρηγόρης Λιακατάς με την υπόδειξη βέβαια του ύπουλου “πρεζιντέντε” Μαυροκορδάτου. Αργότερα προστίθεται και ο τουρκόφιλος Σταμούλης Γάτσος και ο αρβανίτης Καραταϊρης. Όλοι τούτοι λοιπόν, οι τάχα πατριώτες, έφτασαν να συνεργαστούν ακόμη και με τους Τούρκους και με το Σούλτζιε Κόρτζα αρκεί να εξουδετερώσουν το “γιο της καλόγριας” και να διατηρήσουν τα δικά τους “κεκτημένα” στην ταλαίπωρη περιοχή των Αγράφων. Μόνο ο Ν. Στορνάρης, ντροπιασμένος κάποια στιγμή από αυτή τη συνεργασία, αποχωρεί από την ανίερη συμμαχία των διωκτών. Οι υπόλοιποι συνεχίζουν την καταδίωξη του “ταραχοποιού” όπως τον αποκαλούν. Κλείνουν τα περάσματα, αλλά ο Καραϊσκάκης με συνεχείς ελιγμούς τους ξεφεύγει συνεχίζοντας το δρόμο του.
Όμως σε κάποια στιγμή παθαίνει σοβαρή κρίση από τη φυματίωση που τον ταλαιπωρεί αφάνταστα. Τότε λοιπόν, βαριά άρρωστος, μεταφέρεται από τους συντρόφους του πάνω σε ένα ξυλοκρέβατο και όλοι μαζί βαδίζουν ασταμάτητα με συνεχείς νυχτερινές πορείες μέσα στη δύσβατη ευρυτανική γη, ώσπου στις 15 Μάη 1824, μια επίλεκτη ομάδα, μαζί με τον άρρωστο καπετάνιο, φτάνει στο γνώριμο φιλόξενο Μοναστήρι της Βράχας. Οχυρώνονται εκεί. Ο αρχηγός είναι πλήρως εξουθενωμένος από την ασθένειά του. Οι καλόγεροι της μονής τον φροντίζουν, μάλιστα τρέφεται με… γάλα γαϊδούρας προσπαθώντας να ανακάμψει, αλλά δυστυχώς η υγεία του παραμένει σε άθλια κατάσταση. Έτσι την ηγεσία για την επικείμενη μάχη την αναθέτει στο αγαπημένο του πρωτοπαλίκαρο το γενναίο Αντώνη Ζαραλή. Εν τω μεταξύ οι συνασπισμένοι αντίπαλοι του Καραϊσκάκη καταφτάνουν από Ρεντίνα, Κλειστό, Φουρνά. Μαζί τους είναι και οι σύμμαχοί τους τα ασκέρια του Σούλτζιε Κόρτζα και άλλοι ακόμη Τούρκοι που έχουν έρθει από το Μαυρίλο. Στις 16 Μάη όλοι μαζί εφορμούν στο μοναστήρι της Βράχας. Οι οχυρωμένοι, έχοντας τις πλάτες τους καλυμμένες από το βουνό, ξεμπουκάρουν και λίγο πιο κάτω, στη θέση Κουκιά, κάνουν γιουρούσι στους αντιπάλους, τους οποίους σε πρώτη φάση κατατροπώνουν και τους εξαναγκάζουν σε προσωρινή υποχώρηση. Όμως εκεί, ο επικεφαλής Ζαραλής πληγώνεται θανάσιμα και σε λίγο ξεψυχάει μέσα στο μοναστήρι της Βράχας όπου έχει μεταφερθεί από τους συντρόφους του. Λένε ότι στο σελάχι του Ζαραλή βρέθηκε ένα πολυκαιρισμένο σημείωμα του Μαυροκορδάτου που τον προέτρεπε να δολοφονήσει τον Καραϊσκάκη με αντάλλαγμα το αρματολίκι των Αγράφων και άλλα οφίτσια. Ο πιστός και ανιδιοτελής Ζαραλής ούτε που καταδέχτηκε να το δείξει ποτέ στον αρχηγό του. Ο Καραϊσκάκης συγκλονίζεται από το θάνατο του καλύτερού του φίλου και καταρρέει ψυχολογικά. Αν και βαθιά συντετριμμένος, καταφέρνει να πραγματοποιήσει ένα έξυπνο αντιπερισπασμό και να ξεφύγει επιτυχώς από τον ασφυχτικό κλοιό. Ξεγλιστρώντας έτσι από το μοναστήρι της Βράχας, κατευθύνεται αρχικά προς τα Πολιτοχώρια πλησίον του Καρπενησίου, και από εκεί στη Γραμμένη Οξιά και στη Δομνίστα όπου θα βρει περίθαλψη, κατάλυμα και στήριξη από άλλους καπεταναίους. Από τη Δομνίστα λίγες μέρες αργότερα (27/5/1824) ο Καραϊσκάκης θα προβεί σε “δήλωση μετανοίας” προς το Μαυροκορδάτο επιδιώκοντας πρόσκαιρη συνθηκολόγηση με σκοπό να μεταβεί ακολούθως στο Ναύπλιο, όπου εδρεύει η Κεντρική Διοίκηση για να την μεταπείσει και να αποκατασταθεί το όνομά του. Οι πολιτικοί της Κεντρικής Διοίκησης για να εξασφαλίσουν τις λεγόμενες ισορροπίες θα μοιράσουν, λίγο αργότερα, το περιβόητο αρματολίκι των Αγράφων ανάμεσα στον Καραϊσκάκη και το Ράγκο μισό-μισό! Ο Μαυροκορδάτος θα συνεχίσει την υπονόμευση με δυσμενείς συνέπειες για τον Αγώνα στα Άγραφα, αλλά δεν είναι της παρούσης η συνέχεια επί αυτού του ζητήματος. Να σημειώσουμε ότι στη μάχη της Βράχας χάθηκαν 7 παλικάρια του Καραϊσκάκη, ενώ από τους αντίπαλους οι απώλειες ξεπέρασαν τις 40! Οι καλόγεροι έθαψαν τους νεκρούς “Καραϊσκάκηδες” στον περίβολο του Μοναστηριού, ενώ κατά μία εκδοχή το σώμα του Αντώνη Ζαραλή, για να μην ατιμαστεί, θάφτηκε σε μυστικό σημείο σε κοντινό βουνό.
Τo 1833 με βασιλικό διάταγμα διαλύονται όσα μοναστήρια διαθέτουν κάτω από 6 μοναχούς. Ανάμεσά τους και η ιστορική μονή της Βράχας. Από τότε το μοναστήρι πέφτει σε παρακμή. Κλάπηκαν σημαντικά ιστορικά κειμήλιά του, ενώ ο αδυσώπητος χρόνος άφησε τα ανεξίτηλα σημάδια του και πάνω στο πέτρινο κορμί του. Tο 1956 χαρακτηρίστηκε “Ιστορικό διατηρητέο μνημείο Ιερά μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρα την κατά Βράχας των Αγράφων”! Με την παρέμβαση που γίνεται τα τελευταία χρόνια, για αποκατάσταση της μονής, κυρίως με τις άοκνες προσπάθειες των Βραχηνών αλλά και τη συνδρομή της αρμόδιας εφορείας βυζαντινών αρχαιοτήτων, ενδεχομένως να μπορέσουν να αποκαλυφθούν ξανά αυτά τα μονάκριβα ιστορικά ίχνη. Μέχρι στιγμής κατασκευάστηκαν νέα κελιά πάνω στα θεμέλια των παλιών, αλλά οπωσδήποτε θα πρέπει να γίνουν πολλές ακόμη εργασίες για την πλήρη αποκατάσταση του ιστορικού μοναστηριού.
“Λεφτά υπάρχουν”, σε αυτή τη χώρα, μόνο για τους μεγαλοπρονομιούχους;
Για την Ιστορία και τον Πολιτισμό;
Πηγή: Ευρυτάνας Ιχνηλάτης