Ίμρε Νάγκι- Ο αρχάγγελος της Ουγγρικής Αντεπανάστασης
Ο Ίμρε Νάγκι δεν μπορεί να καταταχτεί απλώς στην κατηγορία των ρεφορμιστών, καθώς η πορεία του και ο ηγετικές του ρόλος στην Ουγγρική Αντεπανάσταση του 1956 δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για τη συνειδητή στράτευσή του στο στρατόπεδο της παλινόρθωσης του καπιταλισμού.
Στη διεθνή βιβλιογραφία, αλλά και σε πιο εκλαϊκευτικά κείμενα, ο Ίμρε Νάγκι εξακολουθεί να παρουσιάζεται ως επί το πλείστον ως “μεταρρυθμιστής κομμουνιστής”, προφανώς διότι ακόμα και σχεδόν 30 χρόνια μετά τις ανατροπές ο συγκεκριμένος τίτλος θεωρείται προπαγανδιστικά πιο εύηχος από εκείνον του “αντικομμουνιστή”. Στην πραγματικότητα βέβαια, ο Ίμρε Νάγκι δεν μπορεί να καταταχτεί απλώς στην κατηγορία των ρεφορμιστών, έστω κι αν ξεκίνησε από εκεί το δρόμο του προς την ανοιχτή απεμπόληση του σοσιαλισμού και την ενεργή προσπάθεια ανατροπής του στη χώρα του. Η πορεία του και ο ηγετικές του ρόλος στην Ουγγρική Αντεπανάσταση του 1956 δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για τη συνειδητή στράτευσή του στο στρατόπεδο της παλινόρθωσης του καπιταλισμού.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1896 σε αγροτική οικογένεια του Καποσβάρ στα ουγγρικά εδάφη της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Μαθήτευσε ως κλειδαράς κι έγινε μέλος του συνδικάτου μεταλλεργατών. Υπηρέτησε στον αυστροουγγρικό στρατό στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και κατέληξε το 1916 σε ρωσική αιχμαλωσία, όταν και ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τις μπολσεβίκικες ιδέες. Μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση πολέμησε μάλιστα στο πλευρό του Κόκκινου Στρατού. Στη διάρκεια των ουγγρικών σοβιέτ επέστρεψε στην πατρίδα του, ενώ μετά την καταστολή τους κατέφυγε και πάλι στην ΕΣΣΔ. Επιστρέφοντας το 1921 στην Ουγγαρία μπήκε στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, από το οποίο διαγράφηκε ως “αριστερός εξτρεμιστής”, ενώ την ίδια χρονιά μπαίνει στο παράνομο τότε Κομμουνιστικό Κόμμα Ουγγαρίας.
Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται το 1927 και μετά την απελευθέρωσή του καταφεύγει στην ΕΣΣΔ όπου αναδεικνύεται σε συνεργάτη του Μπουχάριν, αναλαμβάνοντας για λογαριασμό της ΚΔ την εκπόνηση του αγροτικού προγράμματος του κόμματος. Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου εργάστηκε στη Μόσχα ως αρχισυντάκτης του ουγγρικού “Ράδιο Κόσουτ”, που εξέπεμπε παράνομα στην Ουγγαρία του Χόρτι. Στο τέλος του πολέμου επιστρέφει στην Ουγγαρία και γίνεται υπουργός Γεωργίας, συμμετέχοντας στην αγροτική μεταρρύθμιση που οδήγησε σε διάσπαση της μεγάλης γαιοκτησίας της Ουγγαρίας. Το 1945 γίνεται υπουργός εσωτερικών, συμμετέχοντας στον εκτοπισμό των Γερμανών της Ουγγαρίας, που είχαν στηρίξει σε μεγάλο βαθμό το ναζιστικό καθεστώς. Εκλεγμένος από το 1944 στην ΚΕ του ΚΚ, αποκλείστηκε λόγω πολιτικών διαφορών από το ΠΓ και αφιερώθηκε στην ακαδημαϊκή του καριέρα στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του πανεπιστημίου της Βουδαπέστης. Δυο χρόνια αργότερα έγινε και πάλι μέλος του ΠΓ ενώ τον επόμενο χρόνο έγινε υπουργός Κολλεκτιβοποίησης και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Το 1953, στα πλαίσια της λεγόμενης “Νέας Πολιτικής” του ΚΚ Ουγγαρίας, που συνδεόταν με τις εξελίξεις στην ΕΣΣΔ μετά το θάνατο του Στάλιν, αναδείχθηκε σε πρωθυπουργό της χώρας, δίνοντας το ιδεολογικό του στίγμα, με την προπαγάνδιση του “εθνικού και ανθρώπινου σοσιαλισμού”. Στα πλαίσια της εσωκομματικής διαπάλης, ο Νάγκι αποκλείεται από το κόμμα λόγω “δεξιάς παρέκκλισης” το 1955, αλλά αποκαθίσταται πολιτικά και γίνεται πρωθυπουργός εκ νέου μετά το ξέσπασμα της αντεπανάστασης.
Αφορμή για τα γεγονότα ήταν μια φοιτητική διαδήλωση στις 23 Οχτώβρη, ενώ σοβούσε ήδη δυσαρέσκεια σε αρκετά στρώματα της ουγγρικής κοινωνίας, τόσο λόγω υπαρκτών προβλημάτων στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και παραβιάσεων της σοσιαλιστικής νομιμότητας, όσο και λόγω της ταξικής πάλης που εξακολουθούσε να μαίνεται σε λανθάνουσα μορφή από την πρώτη στιγμή της εγκαθίδρυσης της σοσιαλιστικής εξουσίας στη χώρα.
Ο Νάγκι, που ανέλαβε την πρωθυπουργία στις 24 Οκτώβρη έγινε πραγματική αιχμή του δόρατος της αντεπανάστασης, επιτρέποντας σε δυνάμεις που είχαν εγκαταλείψει την Ουγγαρία μεταπολεμικά, συχνά με διασυνδέσεις με το καθεστώς Χόρτι, να επιστρέψουν στη χώρα μέσω των αυστριακών συνόρων, που αφέθηκαν σκοπίμως διάτρητα. Με τον τρόπο αυτό εμιγκρέδες, εκπρόσωποι των Ούγγρων καπιταλιστών και μεγαλογαιοκτημόνων, εφοδιαζόμενοι μέσω της αερογέφυρας Βιέννης- Βουδαπέστης κυρίως από αμερικανικά αεροπλάνα, επιχείρησαν με ένοπλο πραξικόπημα να διαλύσουν τη ΛΔ Ουγγαρίας. Μετά τις πρώτες μέρες όπου επικρατούσαν συνθήματα περί δήθεν “δημοκρατικού σοσιαλισμού με σεβασμό των εθνικών ιδιαιτεροτήτων”, οι αντεπαναστάτες πέρασαν στην ανοιχτή τρομοκρατία, εξαπολύοντας ένα πραγματικό πογκρόμ κατά κομμουνιστών στην πρωτεύουσα και σε όλη τη χώρα. Παράλληλα, ο Νάγκι στις 31 Οκτώβρη εξήγγειλε την αποχώρηση της Ουγγαρίας από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, ανακηρύσσοντας την “ουδετερότητα” της Ουγγαρίας. Λίγες μέρες μετά οι κομμουνιστές ανασυγκροτήθηκαν, συγκροτώντας εργατοαγροτική κυβέρνηση υπό τον μετέπειτα ηγέτη της χώρας Γιάνος Κάνταρ, η οποία απηύθυνε έκκληση στην ΕΣΣΔ για βοήθεια. Πράγματι, η παρέμβαση του Κόκκινου Στρατού τσάκισε την πραξικοπηματική δράση της αντίδρασης και απομάκρυνε το ενδεχόμενο ενός παρατεταμένου εμφυλίου πολέμου στην Ουγγαρία.
Μετά τη συντριβή των αντεπαναστατών ο Νάγκι κατέφυγε στη γιουγκοσλαβική πρεσβεία, την οποία αφού εγκατέλειψε συνελήφθη και κρατήθηκε στη Ρουμανία. Δυο χρόνια μετά πραγματοποιήθηκε η δίκη του που κατέληξε στην επιβολή θανατικής ποινής, η οποία εκτελέστηκε δι’απαγχονισμού στο προαύλιο των κεντρικών φυλακών της Βουδαπέστης. Ο Νάγκι έγινε παγκόσμιο αντικομμουνιστικό και αντισοβιετικό σύμβολο, και δεν είναι τυχαίο ότι και στη χώρα μας το πρόσωπό του αξιοποιήθηκε προπαγανδιστικά από την τότε κυβέρνηση της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Πιο συγκεκριμένα, όταν το 1959 κυκλοφόρησαν στην ΕΣΣΔ γραμματόσημα με τη μορφή του τότε βουλευτή της ΕΔΑ Μανώλη Γλέζου, ως ένδειξη αλληλεγγύης για τη δίκη του ίδιου και άλλων κομμουνιστών της εποχής για κατασκοπία, η ελληνική κυβέρνηση ως αντίπραξη κυκλοφόρησε δυο γραμματόσημα με τη μορφή του Ούγγρου αντεπαναστάτη και την επιγραφή “Ελευθερίας εις τους λαούς”. Λέγεται μάλιστα ότι η αλληλογραφία που κατέφτανε στη ΛΔ Ουγγαρίας με αυτά τα γραμματόσημα επιστρέφονταν με βινιέτα στα ουγγρικά όπου εξηγούνταν οι λόγοι της επιστροφής. Τελικώς το ζήτημα έληξε σιωπηλά με την απόσυρση αμφότερων των γραμματοσήμων, τα οποία σαφώς απέκτησαν τεράστια συλλεκτική αξία τα χρόνια που ακολούθησαν.