Η Ιστορία τον δικαίωσε
Στις 26 του Ιούλη 1953, 160 οπλισμένοι κουβανοί αντάρτες με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο επιτίθενται ταυτόχρονα στο στρατώνα Μονκάδα, στο Σαντιάγο της Κούβας, και στη στρατιωτική εγκατάσταση του Μπαγιάμο, με σκοπό να αιφνιδιάσουν τον κυβερνητικό στρατό και να ανατρέψουν τον δικτάτορα Μπατίστα.
Στις 26 του Ιούλη 1953, 160 οπλισμένοι αντάρτες επιτίθενται ταυτόχρονα στο στρατώνα Μονκάδα, στο Σαντιάγο της Κούβας, και στη στρατιωτική εγκατάσταση «Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεδες» του Μπαγιάμο, με σκοπό να αιφνιδιάσουν τον κυβερνητικό στρατό και να ανατρέψουν τον δικτάτορα Μπατίστα, που ένα χρόνο νωρίτερα είχε καταλάβει την εξουσία με πραξικόπημα.
Επικεφαλής των ανταρτών, σχεδιαστής και συντονιστής της επιχείρησης ήταν ο Φιντέλ Κάστρο Ρους, ο νεαρός δικηγόρος και γιος οικογένειας με αριστοκρατική καταγωγή, που συνειδητοποίησε ότι η δικτατορία του Μπατίστα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο με τα όπλα και πίστεψε πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Το σχέδιο του Φιντέλ ήταν τα χιλιάδες όπλα που βρίσκονταν αποθηκευμένα στο Μονκάδα να περάσουν στα χέρια του λαού.
Η επιχείρηση δεν έχει αίσιο τέλος. Δεκάδες αντάρτες συλλαμβάνονται και βασανίζονται από το καθεστώς φριχτά μέχρι θανάτου. Ο Φιντέλ Κάστρο γλιτώνει το θάνατο, αρχικά επειδή οι στρατιώτες που τον κρατάνε δεν τον αναγνωρίζουν και στη συνέχεια χάρη στην πάνδημη κινητοποίηση του κουβανικού λαού που υποχρεώνει τον Μπατίστα οι κρατούμενοι να περάσουν από δίκη.
Ο δικηγόρος Φιντέλ Κάστρο αναλαμβάνοντας ο ίδιος την υπεράσπισή του χρησιμοποιεί το βήμα του κατηγορουμένου για να καταγγείλει το δικτατορικό καθεστώς για την εκμετάλλευση των εργατών και των φτωχών αγροτών και τις άθλιες συνθήκες ζωής εκατομμυρίων Κουβανών και να αποκαλύψει την πλήρη εξάρτηση του Μπατίστα και των άλλων αχυρανθρώπων της χούντας από τις ΗΠΑ. Η κατακλείδα της «απολογίας» του είναι ότι η κατάσταση αυτή δεν θα συνεχιστεί για πολύ και ότι οι θυσίες των αγωνιστών γρήγορα θα δικαιωθούν και η Κούβα θα ελευθερωθεί. Τελείωσε την ομιλία του με την περίφημη φράση «Καταδικάστε με, η Ιστορία θα με αθωώσει», ενώ οι δικαστές κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή δεν τόλμησαν να τον στείλουν στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Η συνεχής πίεση του λαϊκού παράγοντα θα αναγκάσει τον δικτάτορα να δώσει χάρη στον Φιντέλ, δυο χρόνια αργότερα. Η συνέχεια της ιστορίας γράφτηκε στην οροσειρά της Σιέρα Μαέστρα, και συμπλήρωσε μερικά ακόμα κεφάλαια στους δρόμους της Αβάνας, όταν ο κουβανικός λαός μια γροθιά με τον Φιντέλ και τους κομαντάντε του, τον Τσε Γκεβάρα, τον Καμίλο, τον Ραούλ, τον Αλμέιδα κ.ά. θα γκρεμίσει από την εξουσία το μισητό δικτάτορα και θα βάλει τις βάσεις για την απελευθέρωσή του από την ταξική σκλαβιά.
Οι επιθέσεις σε Μονκάδα και Μπαγιάμο μπορεί να μη στέφτηκαν με επιτυχία, όμως προοιώνιζαν αυτό που θα ερχόταν έξι χρόνια αργότερα: η κουβανική επανάσταση, θα γινόταν η πρώτη εξέγερση στη Λατινική Αμερική που θα κατέληγε σε νίκη ενάντια στον ιμπεριαλισμό και στη συνέχεια στη δημιουργία του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στο έδαφος της αμερικανικής ηπείρου.
Η Κούβα έγινε φάρος και μαζί πυξίδα για τους καταπιεσμένους σε όλο τον κόσμο και ο λαός της έδωσε πνοή σε έννοιες όπως αξιοπρέπεια, περηφάνια, ανθρωπιά, αλληλεγγύη και περιφρουρεί τις κατακτήσεις του απέναντι στην επιθετικότητα των γερακιών του ιμπεριαλισμού εδώ και 58 χρόνια. Η Ιστορία όχι μόνο αθώωσε, αλλά δικαίωσε τον Φιντέλ που δίδαξε στο πεδίο της μάχης ότι οι σημαίες της επανάστασης και του σοσιαλισμού δεν παραδίνονται αμαχητί.