Κόκκινες ασύρματες κλήσεις – Οι σοβιετικές ρίζες του κινητού τηλεφώνου
Οι βάσεις για την κινητή τηλεφωνία όχι απλώς υπήρχαν στη Σοβιετική Ένωση, αλλά η εξέλιξη της επιστήμης στη χώρα έδωσε σημαντική ώθηση σε μια τεχνολογία που βρισκόταν σε εμβρυακά στάδια.
Σε πολλούς μπορεί να έχει τύχει στη διάρκεια συζήτησης με θιασώτες της “ελεύθερης” αγοράς να ακούσουν το αήττητο επιχείρημα “μα στη Σοβιετική Ένωση δεν είχαν σμάρτφον”. Το γεγονός πως αυτά άρχισαν να αναπτύσσονται και δη σε μαζική κλίμακα δύο τουλάχιστον δεκαετίες μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, μικρή σημασία μοιάζει να έχει για εκείνους. Η ιστορία δε γράφεται με “αν” το μόνο σίγουρο όμως είναι ότι η σοσιαλιστική εκδοχή του “έξυπνου τηλεφώνου” δεν θα παρέμενε επιστημονική φαντασία. Κι αυτό γιατί οι βάσεις για την κινητή τηλεφωνία όχι απλώς υπήρχαν στη Σοβιετική Ένωση, αλλά η εξέλιξη της επιστήμης στη χώρα έδωσε σημαντική ώθηση σε μια τεχνολογία που βρισκόταν σε εμβρυακά στάδια.
Τα πρώτα πειράματα με την ασύρματη τηλεφωνία πραγματοποιήθηκαν για στρατιωτικούς σκοπούς στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Γερμανία και αργότερα στο Β’ Παγκόσμιο στις ΗΠΑ. Λίγο μετά τον πόλεμο, η εταιρεία Bell Labs στο Σεντ Λιούις του Μιζούρι ανέπτυξε το πρώτο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας, πολύ περιορισμένων δυνατοτήτων και εμβέλειας, που επέτρεπε την πραγματοποίηση κλήσεων μέσα από το αυτοκίνητο του χρήστη. Το πελατολόγιο παρέμενε εκ των πραγμάτων λιγοστό, κι έτσι η ιδέα της μαζικής εμπορικής επέκτασης της κινητής τηλεφωνίας θα περίμενε ακόμα αρκετές δεκαετίες για να υλοποιηθεί. Το ερευνητικό ενδιαφέρον ωστόσο δεν έπαψε, πολλώ δε μάλλον στη Σοβιετική Ένωση, όπου η προοπτική της άμεσης κερδοφορίας δεν αποτελούσε κίνητρο για την επιστημονική έρευνα.
Πρωτοπόρος ήταν ο ρόλος του ηλεκτρολόγου μηχανικού Λεονίντ Κουπριάνοβιτς, ο οποίος το 1955 δημοσίευσε την περιγραφή ενός walkie-talkie για προσωπική χρήση, βάρους 1,2 κιλών και εμβέλειας 1,5 χλμ. Δυο χρόνια αργότερα ο ίδιος παρουσίασε την ίδια συσκευή σε πολύ μικρότερο μέγεθος, συγκεκριμένα όχι μεγαλύτερο από εκείνο ενός σπιρτόκουτου, βάρους μόλις 50 γραμμαρίων και εμβέλειας 2 χλμ.
Την ίδια χρονιά κατασκεύασε και το πρώτο φορητό τηλέφωνο της ΕΣΣΔ, ονόματι LK-1, που αποτελούνταν από έναν σταθμό βάσης (βασισμένος στην έρευνα του επίσης Σοβιετικού Ντμίτρι Αγκέγιεφ, το έργο του οποίου έχει επίδραση στις τηλεπικοινωνίες ακόμα και σήμερα) και ένα φορητό τηλεφωνικό σετ. Η συσκευή ζύγιζε 3 κιλά, είχε εμβέλεια 20-30 χλμ και 20-30 ώρες μπαταρία. Ο Κουπριάνοβιτς κατοχύρωσε την ευρεσιτεχνία του και πολύ σύντομα, το 1958 παρουσίασε ένα ελαφρύτερο μοντέλο, με βάρος 500 γραμμαρίων.
Ακόμα πιο εντυπωσιακή όμως ήταν η εφεύρεση που παρουσίασε ο ίδιος το 1961, που δίκαια μπορεί να θεωρηθεί άμεσος πρόγονος των σύγχρονων κινητών τηλεφωνών: Μια συσκευή που χωρούσε στην παλάμη ενός χεριού και ζύγιζε μόλις 70 γραμμάρια, ελαφρύτερο δηλαδή από τα περισσότερα σημερινά κινητά. Προφανώς, η μοναδική λειτουργία του τηλεφώνου, αφορούσε στην πραγματοποίηση κλήσεων σε ακτίνα 80 χλμ. Μιλώντας στο ειδησεογραφικό πρακτορείο ΑΠΗ, ο Κουπριάνοβιτς ανήγγειλε τη παραγωγή της συσκευής, όπως και την κατασκευή δέκα σταθμών βάσης για τη δημιουργία ενός δικτύου κινητής τηλεφωνίας. O πρώτος σταθμός στη Μόσχα σχεδιάστηκε να κατασκευαστεί στο Μαζίλοβο.
To σύστημα κινητής τηλεφωνίας Altai άρχισε να δημιουργείται από το 1963 και ως το 1965 είχε επεκταθεί στις περισσότερες πόλεις. Η χρήση του προοριζόταν αρχικά μόνο για κρατικούς αξιωματούχους, εφοδιασμένους με μεγάλα φορητά τηλέφωνα που αποθηκεύονταν αρχικά στο πορτ – μπαγκάζ κι αργότερα στο πίσω κάθισμα του οχήματος, και περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Αργότερα ωστόσο επεκτάθηκε ευρύτερα, σε σημείο που σε κάποιες περιοχές χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα, εκεί που παρουσιάζει μεγαλύτερα πλεονεκτήματα έναντι των σύγχρονων δικτύων κινητής.