Κυριακή Καμαρινού: Η Μακρόνησος αποτελεί Κορυφαίο Τόπο αναμέτρησης δυο κόσμων
«Ο αναγνώστης κυριολεκτικά με κομμένη ανάσα έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει στιγμές του αέναου καθημερινού αγώνα ηθικής και σωματικής επιβίωσης των «ελεύθερων πολιορκημένων». Τι σημαίνει να αξιοποιείς κάθε ζωντανό μόριο της ύπαρξής σου, την παραμικρή χαραμάδα ζωτικού χώρου, ρανίδα χρόνου για να ανασυνταχθείς, να αντέξεις, να στηρίξεις τον διπλανό σου».
Η ομιλία της Κυριακής Καμαρινού, στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια υπόμνηση για ό,τι έγινε, για ό,τι γράφτηκε» της Ρένας Λευκαδίτου – Παπαντωνίου, που διοργάνωσαν οι Εκδόσεις «Εντός».
Η Κυριακή Καμαρινού είναι εκπαιδευτικός, μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Θέματα Παιδείας».
Αναλυτικά για την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου δείτε εδώ.
Επιτρέψτε μου να μοιραστώ μαζί σας τη συγκίνηση και τον καλά φυλαγμένο στις καρδιές μας, αβάσταχτο, πλην όμως τρυφερό, πόνο, που νιώθουμε όλοι μας και μόνο στο άκουσμα της Μακρονήσου.
Παρά τις προσπάθειες του μετεμφυλιακού αστικού κράτους να σβήσει την αιμάτινη αυτή κηλίδα της νεότερης ιστορίας μας από το «δημοκρατικοφανές» προσωπείο του, το στίγμα της πρωτοφανούς, απάνθρωπης βαναυσότητας, των βασανισμών, των στυγερών δολοφονιών όχι απλώς θα το κατατρέχει, αλλά θα γιγαντώνεται, σε πείσμα των προσπαθειών (του) για μονομερή λήθη.
Γιατί αυτό που δεν μπορεί να σβηστεί είναι η αλήθεια των ιστορικών γεγονότων που αναδεικνύουν ότι τα πραγματικά αίτια βρίσκονται στον τρόμο, τον πανικό, της κυρίαρχης αστικής τάξης (ντόπιας και ξένης) μπροστά στον κίνδυνο να χάσει την εξουσία της- και η αλήθεια είναι ότι οι αγώνες του λαού μας στα χρόνια της Ε. Αντίστασης και του ΔΣΕ τραντάξανε συθέμελα το βάθρο της. Ίδιας υφής τρόμος οδηγεί και σήμερα τις προσπάθειες του Υπ. Παιδείας σχετικά με τη διδασκαλία της Ιστορίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, να εξαϋλώσει την ιστορία του 20 αιώνα, να «εξοριστούν» (γνώριμη τακτική !) από τη διδακτέα ύλη όλα εκείνα τα κεφάλαια που αναφέρονται στις οικονομικές κρίσεις, τους δύο παγκόσμιους πολέμους, μα κυρίως στις κινητήριες ωστικές δυνάμεις του λαϊκού παράγοντα που αναδύθηκε από τα κοσμοϊστορικά αυτά γεγονότα και επιβεβαίωσε το πεπερασμένο όριο του καπιταλιστικού συστήματος. Δεν μπορεί όμως να το αποφύγει! Σ αυτό θα συντελεί η ίδια η εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, οι αγώνες και οι κατακτήσεις της εργατικής τάξης, που σε πείσμα των δυσκολιών, θα φέρει στα μέτρα της μια νέα κοινωνία, όπου οι εργαζόμενοι θα διαφεντεύουν τον πλούτο που παράγουν!
Το φέγγος αυτής της προοπτικής το δίνουν οι νικηφόρες στιγμές του ανθρώπινου μεγαλείου, όταν η δύναμη της συνείδησης γίνεται δύναμη κρούσης και υπερνικά τη σωματική /ψυχική κακοποίηση. Γίνεται δύναμη υλική, φλογοβόλα μάζα υπεροπλίας του δίκιου στα πεδία των ταξικών αναμετρήσεων. Αυτό το φως μάς στάλθηκε από τη Μακρόνησο, από τη Γυάρο , από τη Λέρο, τους άλλους τόπους εξορίας και φυλακίσεων, τις «μόνες περγαμηνές μας», για να θυμηθούμε τον Γ. Ρίτσο1, αλλά και από όλα τα πανανθρώπινα κάστρα πεισματικής απαντοχής, …. όπου «υψώθηκαν στο φως κορμιά που δε λυγούν στην καταιγίδα…»2, για να χρησιμοποιήσουμε στίχους με οικουμενική αύρα κι ας είναι αγνώστου Μακρονησιώτη ποιητή.
Γιατί η Μακρόνησος αποτελεί Κορυφαίο Τόπο αναμέτρησης δυο κόσμων. Γιατί η Μακρόνησος δεν ήταν μια ατυχής , αλλά απεναντίας , μια συνειδητή επιλογή των λαβωμένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων μετά τον πόλεμο, και των ντόπιων εκφραστών τους. Γιατί το μένος τής πολιτικά ανέντιμης και αποτρόπαιης βαρβαρότητας στράφηκε κατά των νικητών του Β Παγκόσμιου Πολέμου, κατά του σοσιαλισμού και των υπερασπιστών του, των κομμουνιστών, όπου γης. Γι αυτό, το τεράστιο απόθεμα της δύναμης των ιδανικών, επάξια ταυτίστηκε διεθνώς με τον τιμητικό τίτλο του Μακρονησιώτη!
Σ αυτή τη δύναμη μεταλαμπαδεύεται ο αρχικός μας πόνος, σ΄ αυτή τη δύναμη μας καλεί να στηριχθούμε το βιβλίο της Ρένας Λευκαδίτου-Παπαντωνίου, αρχιτέκτονα, για πολλές θητείες μέλους του του Δ.Σ του ΣΑΔΑ (Συλλόγου Αρχιτεκτόνων). Το βιβλίο της είχαμε την τιμή να το παρουσιάσουμε και από τις σελίδες του περιοδικού «Θέματα Παιδείας»3, στο πλαίσιο των προτάσεών μας για τα βιβλία- συνοδοιπόρους γνώσης και ζωής. Από τις σελίδες του, δεν ήταν δυνατό να λείψει και ειδικό αφιέρωμα στη Μακρόνησο.4
Καρπός πολύχρονης μελέτης το πόνημά της κ. Λευκαδίτου-Παπαντωνίου, με στόχους που υπηρετήθηκαν με επιστημονική και αγωνιστική συνέπεια από το 1989, όταν μετά από αγώνες και πιέσεις επισφραγίζεται με υπουργική απόφαση5 ο χαρακτηρισμός ολόκληρου του νησιού ως ιστορικού τόπου για να, «… αποτελεί χώρο μνήμης όχι μόνο γι αυτούς που έζησαν όλη τη φρικαλεότητα της περιόδου 1946-1953, αλλά για όλους τους Έλληνες, και κυρίως για τις νέες γενιές…»6 και ιστορικά διατηρητέα μνημεία όλα τα κτήρια των στρατοπέδων «γιατί πολλά από αυτά κτίστηκαν από τους ίδιους τους κρατούμενους, μέσα στα οποία έζησαν κάτω από τις γνωστές συνθήκες και τα οποία χαρακτηρίζουν την εποχή στο συγκεκριμένο χώρο και την ιστορία του».7 Σωστά διατυπωμένοι στόχοι, χωρίς πραγματική όμως βούληση. Για κάθε επόμενο βήμα θα χρειαστούν δραστικοί αγώνες , γιατί ιστορικός τόπος σημαίνει να υπάρχουν μνημεία, προσβασιμότητα, δυνατότητα αξιοποιήσιμης λειτουργίας, χρηματοδότηση..….
Έτσι, συναντάμε τη συγγραφέα να συμμετέχει στη συγκρότηση Ομάδας Εργασίας, το 1990, για την προστασία και ανάδειξη της ιστορικότητας του τόπου, να αφοσιώνεται ολόψυχα συμμετέχοντας σε όλες τις διαδικασίες-συνέδρια-πρωτοβουλίες φορέων, προκειμένου να θεσμοθετηθούν οι χρήσεις γης (1995) και να μετουσιώνει κυριολεκτικά σε υπόθεση ζωής αυτό που ριζώθηκε μέσα της ως χρέος απέναντι στους νεκρούς, όπως σημειώνει η ίδια στον πρόλογο:
«…δέθηκα με την Ιστορία του νησιού, έφριξα με την κτηνωδία, υποκλίθηκα στον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των συντρόφων και είχα την τύχη να γνωρίσω πολλούς απ΄αυτούς. Πολλά χρόνια μετά, όταν διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν κατάλογοι των αγωνιστών που έζησαν-όπως έζησαν-στη Μακρόνησο εκείνα τα φοβερά χρόνια, σκέφτηκα να προσπαθήσω να συγκεντρώσω από τα βιβλία- μαρτυρίες όλα τα ονόματα που αναφέρονται και να καταγράψω, όσο το δυνατό, τη διαδρομή του καθενός…»
Μια στοχοθεσία που υποδηλώνεται στον υπότιτλο του βιβλίου ως «υπόμνηση» και συμπληρώνεται στη συνέχεια με τη διακριτική επισήμανση «…για ό,τι έγινε, για ό,τι γράφτηκε». Με συγκινητική ειλικρίνεια και εντιμότητα η συγγραφέας αναφέρεται με σεβασμό στο τρίτομο συλλογικό έργο του ΚΚΕ για τη Μακρόνησο8, που αποτέλεσε την κύρια πηγή της προσπάθειάς της να αποδελτιώσει βασικές πλευρές της «τιτάνιας και άνισης» αναμέτρησης, καθώς και σε άλλες μαρτυρίες που μπόρεσε να συλλέξει, ώστε να μη λείψει η παραμικρή πινελιά, για να μπορέσει να αισθητοποιηθεί από τις επόμενες γενιές κάθε πτυχή του μεγαλείου, μέσα από την ταυτοποίηση χιλιάδων αγωνιστών. Υπόμνηση όμως αποτελεί και η αγωνιώδης διεκδίκηση όλων αυτών των δεκαετιών για την ανάδειξη και προστασία της ιστορικότητας του τόπου από κάθε είδους αρπακτικές οικοπεδοφαγικές διαθέσεις της δήθεν τουριστικής και κερδοφόρας αξιοποίησης του νησιού.
Η δομή του βιβλίου ακολουθεί μια προσεκτικά σχεδιασμένη κλιμακωτή διάταξη, που κυριολεκτικά υπακούει στο πενάκι αρχιτεκτονικής ακρίβειας της συγγραφέως. Σα να ανεβαίνουμε σκαλιά, κεφάλαιο-κεφάλαιο, από τη γενική κατατόπιση για τη χωροταξική λειτουργία, το σύντομο ιστορικό, τους επτά κύριους σταθμούς μακάβριων γεγονότων, ξετυλίγεται μπροστά μας η ζοφερή καθημερινότητα των «γιγάντων» αγωνιστών και των άλλων, των «μικρών» ανθρωποειδών, ενός συνονθυλεύματος πρώην Χιτών, ταγματασφαλιτών, δωσίλογων, βιαστών κ.α, αυτών που οι ίδιοι οι πάτρωνές τους αποκαλούσαν «άθλιους εθνικόφρονες» (Τσακαλώτος). Από τις σελίδες του βιβλίου «περνούν» και οι τραγικές φιγούρες των «ανανηψάντων» βασανιστών, πρώην αγωνιστών, που όχι μόνο «έσπασαν», αλλά κατέληξαν ναυάγια ενός, επίσης, άθλιου γενιτσαρισμού.
Ξεχωριστή μνεία γίνεται, δικαίως, στις γυναίκες κρατούμενες. Στα τέλη του Γενάρη 1950 στο χώρο του θεάτρου παίχθηκε η πιο σκληρή τραγωδία. Χτύπησαν τις γυναίκες! Με φασιστικές σαδιστικές μεθόδους βασάνισαν τις νεαρές μητέρες, αποσπώντας από την αγκαλιά τους τα παιδιά. Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να επικαλεστώ μια προσωπική μαρτυρία της Ν. Αποστολοπούλου, που μου την εμπιστεύτηκε. Μού είπε πως , θεωρούσε ευτυχή συγκυρία, που στα τέλη του καλοκαιριού του ΄49 είχε στείλει από το Τρίκερι τα δυο αγοράκια της στη γιαγιά τους, στο χωριό. Για πολλά χρόνια αργότερα μέσα από θύμησες, βίωνε συχνά τον εφιάλτη της Μακρονήσου, τον σπαραγμό των παιδιών, τον εκβιασμό των δημίων και τον απάνθρωπο βίαιο αποχωρισμό. Πίστευε ότι δε θα μπορούσε να αντέξει αυτό που άντεξαν απλές γυναίκες του λαού μας, μανάδες, αδελφές, σύζυγοι αγωνιστών, οι οποίες με πείσμα αρνιόνταν να κηλιδώσουν το όνομα του καλού τους. Τα γεμάτα οδύνη λόγια της , σημάδευαν την τραγικότητα, όμως, από όσα διαβάσαμε στα έργα της, μεγάλο μέρος των οποίων εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο « Εντός»- πιστό συνοδοιπόρο διάσωσης της ιστορικής μνήμης -θα ήταν κι αυτή μέρος της «πέτρινης» γυναίκειας συλλογικότητας, όπως αυτή απαθανατίστηκε στους στίχους της Μ. Αλειφεροπούλου-Χαλβατζή9, στη δική της…Προμηθεϊκή Μακρόνησο
«… Κι οι μάνες πέτρα γίνανε, μια ψυχή, ένα σώμα
Σφιχτοδεμένες σκούξανε, μια κραυγή, ένα στόμα
«Σκυλιά δεν υπογράφουμε, κρατάμε Θερμοπύλες
Το κλάμα τούτων των παιδιών, μια μέρα θα σας πνίξει
Φωτιά θα γίνει, κεραυνός, τ΄ άδικο να σκορπίσει»…»
Ο αναγνώστης κυριολεκτικά με κομμένη ανάσα έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει στιγμές του αέναου καθημερινού αγώνα ηθικής και σωματικής επιβίωσης των «ελεύθερων πολιορκημένων». Τι σημαίνει να αξιοποιείς κάθε ζωντανό μόριο της ύπαρξής σου, την παραμικρή χαραμάδα ζωτικού χώρου, ρανίδα χρόνου για να ανασυνταχθείς, να αντέξεις, να στηρίξεις τον διπλανό σου. Από τις σελίδες του βιβλίου περνούν στιγμές ανείπωτου ηρωισμού των αφανών αλλά και γνωστών αγωνιστών-του Δ. Τατάκη, του Στ. Σαράφη, Γ. Σαμπατάκου, του Ν. Νικηφορίδη , του Ν. Μαλίκη, του Π. Ελλή κ.α . Γύρω από ένα ιδιότυπο ανθρώπινο χωνευτήρι περιπλέκεται η κοινή μοίρα όλων των αγωνιστών, όπου η ξεχωριστή ιδιότητα του καθενός-του μόνιμου αξιωματικού, του φαντάρου, του εργάτη, του αγρότη, της αγρότισσας, των διανοούμενων κτλ- μπολιάζει την λαϊκή ψυχή με την αφοβιά απέναντι στο θάνατο.
Το ξεπέρασμα του φόβου δεν μπορεί να αποτυπωθεί αριθμητικά, ούτε έχει να κάνει με την υπογραφή ή μη των «δηλώσεων μετανοίας», όπως αναίσχυντα επιδιώχτηκε πριν από δύο χρόνια σε μια εκπομπή , αφιέρωμα στη Μακρόνησο, της Ετ.1 ( «ιστορικοί περίπατοι», με τη δημοσιογράφο Κατσίμη), όπου παρερμηνεύτηκε επιδεικτικά το ιστορικό πλαίσιο και αγνοήθηκαν τα επιστημονικά δεδομένα που αφορούν την τάση για ανυπακοή, την κίνηση της άρνησης. Ένας τέτοιος αδιαμφισβήτητος δείκτης ήταν οι εκλογές του 1950, όταν σε συνθήκες απόλυτης τρομοκρατίας το 90% των φαντάρων καταψήφισε τα «επίσημα» κόμματα των δυναστών! Δείκτης απτός, της πολιτικής νίκης είναι η υποχώρηση του αντιπάλου, η εξ ανάγκης αναγνώριση της ιστορικότητας των τόπων Μακρονήσου, Γυάρου κ.α. Δείκτης αναγνώρισης, σεβασμού και συνέπειας του λαού μας είναι η υπεράσπιση των ιστορικών μνημείων του αγώνα με την οικονομική στήριξη από το υστέρημα του καθενός, η οποία πρέπει να ενταθεί, τώρα μάλιστα που το Κομμουνιστικό Κόμμα τιμώντας τους αγωνιστές στήνει τα μνημεία στη Γυάρο και το Μακρονήσι.(!)
Ένα ακόμα βάθρο προσπάθησε να στήσει και η Ρένα Λευκαδίτη. Αυτό των κοντά εξίμισι χιλιάδων ονομάτων, που με ιδιαίτερο κόπο κατάφερε να συγκεντρώσει, μέσα από ενδελεχή έρευνα, σχολαστική αποδελτίωση κειμένων, συνεντεύξεις και … μεγάλο απόθεμα προσδοκίας για τη συνέχεια του έργου της. Αναφερόμενη στους τρεις καταλόγους ονομάτων, «των εξόριστων στη Μακρόνησο Αντρών, των εξόριστων Γυναικών και ενός ακόμα, με τα ονόματα των παραγωγών της φρίκης» η συγγραφέας σημειώνει: Τους δύο πρώτους καταλόγους τούς παραδίδω σε νεότερους μελετητές με την ευχή να τους συμπληρώσουν με τα ονόματα όλων των αγωνιστών, που πέρασαν τη φοβερή δοκιμασία. Τον τρίτο τον κατάλογο τον «παραδίδω» στην κατάρα των γενεών» .
Τα όρια του ιστορικού χρέους για τη συμπλήρωση των ονομάτων, έχουν προ πολλού ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας μας. Το Μακρονησιώτικο άγος, τραγικά συμπληρώνει τον μακρύ κατάλογο των εγκλημάτων του φασισμού κατά της ανθρωπότητας. Αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα της κτηνωδίας του ιμπεριαλισμού, στην τελική, επιθετική του φάση. Κάθε όνομα αγωνιστή, είναι επώνυμο βόλι και ταυτόχρονα συσσώρευση οργής ενός τεράστιου ανθρώπινου κύματος συγγενών, φίλων, συντρόφων, που βίωσαν, πόνεσαν αλλά και στήριξαν τους… «ακριβούς τους».
Μέχρι σήμερα , το επίσημο αστικό κράτος αρνείται να παραδώσει αρχεία με ονόματα ή να διευκολύνει οποιαδήποτε έρευνα γύρω από το θέμα. (κατανοητό!!!).
Οι γραπτές πηγές και οι μαρτυρίες των γεγονότων, δεν αναφέρουν πολλά από τα ονόματα. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε την αντικειμενική βάση αυτής της δυσκολίας, μέσα στο ίδιο το ιστορικό πλαίσιο ολόκληρης της μετεμφυλιακής περιόδου. Το κράτος τρόμου και εκφοβισμού, με τις απηνείς διώξεις, τον κοινωνικό στιγματισμό , λόγω κοινωνικών φρονημάτων, τις στερήσεις δικαιωμάτων κτλ. οδήγησε στη συνειδητή απόκρυψη πολλών ονομάτων, ως μέτρο «περιφρούρησης» από τους ίδιους τους αγωνιστές. Να μη μας διαφύγει ότι οι επιφυλάξεις και οι φόβοι διατηρήθηκαν για πολύ καιρό, με διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά, και στη μεταπολίτευση. Δεν ήταν λίγοι οι αγωνιστές που φύλαξαν στα κατάβαθα της μνήμης τους όσα έζησαν, κατά την προσφιλή τους έκφραση «τα πήραν μαζί τους», μην και μεταδώσουν άθελά τους τον φόβο ή πληγώσουν τα παιδιά και τα αγαπημένα τους πρόσωπα για όσα αναγκάστηκαν να υποστούν. Μια ακόμα ερμηνεία μπορεί να δοθεί από τη στάση πολλών αγωνιστών, να μη θεωρούν ιδιαίτερα ηρωικό ένα αυτονόητο ταξικό καθήκον τους, αντάξιο των θυσιών της ατέλειωτης στρατιάς των ομοϊδεατών συντρόφων τους, από τη μια και από την άλλη, να μη θίξουν, να μην πικράνουν όσους συντρόφους τους λύγισαν για λίγο και παρέμειναν στη συνέχεια με εντιμότητα στις επάλξεις.
Τη λεπτή αυτή πτυχή μιας ιδιαίτερης σεμνότητας και ήθους είχαμε την τιμή να τη διακρίνουμε όσοι από μας γνώρισαν από κοντά τη γενιά αυτών των αγωνιστών. Σίγουρα το πρώτο που μας έρχεται στο νου , όταν τους φέρνουμε μπροστά μας , όταν τους παρατηρούμε στις φωτογραφίες, είναι ένα ιδιαίτερο χαμόγελο. Ακόμα και αν δε φαίνεται στα χείλη , βρίσκεται στα μάτια τους, φλογοβόλο, γεμάτο πείσμα και αισιοδοξία. Όσο περισσότερο μελετάμε την ιστορία τους, όσα περισσότερα βιβλία σαν αυτό της συναγωνίστριας Ρένας θα διαβάζουμε, τόσο περισσότερο κατανοούμε την πηγή του, όπως μοναδικά μας τη μεταφέρει ο Λειβαδίτης:
«… Ακόμα λίγο
Ο τοίχος είναι δίπλα
Σύντροφε μ ακούς
Ο άλλος χαμογελάει πίσω από τον τοίχο
Ένα μικρό βασανισμένο γέλιο
Ένα γέλιο
Σαν μια χαραμάδα φως
Ένα γέλιο που φέρνει το θάνατο
Σ όσους ξεχάσουν αυτό το γέλιο
Σύντροφε
Σ ακούμε
Αυτό το γέλιο ταπείνωσε τους εχθρούς.»10 (!!)
1.«Πέτρες, επαναλήψεις, κικλίδωμα», 1972
2.Εισαγωγή στον Α τ. «Μακρόνησος ιστορικός τόπος», Σ.Ε .2002.
3.Ελ. Μπιμπίρη, «Θέματα Παιδείας», τχ. 65-68, σελ. 159-160.
4.«Μακρόνησος (1947-1955)», ό.π., τχ. 61-64, σελ.238-241
5.ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/1285/24225-16Μαΐου 1989
6.«…, γιατί αποτελεί σύμβολο καταδίκης του εμφυλίου πολέμου, όλων των βασανιστηρίων και κάθε καταπίεσης από οπουδήποτε προερχόμενης, βωμό ελευθερίας της σκέψης και των ιδεών…», ό. π
7 Ό.π.
9.Μ. Αλειφεροπούλου-Χαλβατζή, «Προμηθέων Τόποι», Σ.Ε 2008.
10.Τ. Λειβαδίτης «Μάχη στην άκρη της νύχτας. Το χρονικό της Μακρονήσου»