Μαρτυρίες κρατούμενων κομμουνιστών φαντάρων απ’ το κολαστήριο του «Πειθαρχικού Ουλαμού» Καλπακίου
«Το αίσχος αυτό του πολιτισμού της καπιταλιστικής Ελλάδας, ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου, με πρωτοφανείς εγκληματικές μεθόδους έχει σκοπό να στέλνει αργά αλλ’ ασφαλώς στο θάνατο μια ατέλειωτη σειρά νέων, χακοφορεμένων παιδιών του εργαζόμενου λαού. Το έγκλημά τους το φοβερό είναι πως διατήρησαν και στο στρατό τη σκέψη τους λεύτερη…»
Τι ήταν το «Καλπάκι» το απέδωσε θαυμάσια και περιεκτικά ο δημοσιογράφος – ερευνητής Δημήτρης Σέρβος: «Το Καλπάκι, και πριν απ’ αυτό το Πολεμικό Πλοίο «Μαρμάρω» (Ναυτοφυλακή), αποτελεί τον προπομπό της Μακρονήσου.
Πρόκειται για τον «πειθαρχικό ουλαμό», «Τάφο των ζωντανών», όπως τον αποκαλούσαν, που άρχισε να λειτουργεί απ’ τον Αύγουστο του 1924, για να… συνετίσει τους απείθαρχους φαντάρους! Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ διαφορετική. Το Καλπάκι ήταν ένα απ’ τα πρώτα κάτεργα που οργάνωσαν οι στρατοκράτες του ταξικού κράτους και σ’ αυτό εφαρμόστηκαν μέθοδοι βασανισμού, που επαναλήφθησαν αργότερα προσαρμοσμένες στις πιο σύγχρονες μορφές τους.
Οι κομμουνιστές φαντάροι και ναύτες απ’ όλες τις μονάδες μεταφέρονταν εκεί «διότι το μικρόβιον του κομμουνισμού εισέδυσεν ολεθρίως διά το εθνικόν φρόνημα εις τον Στρατόν», όπως αναφέρει η διαταγή της ίδρυσής του.
Για το Καλπάκι και τα βασανιστήρια που γνώρισαν εκεί οι κρατούμενοι φαντάροι και ναύτες έχουν γραφτεί πολλά. Απ’ αυτό το κάτεργο πέρασαν και πολλοί δημοσιογράφοι συντάκτες του Ριζοσπάστη, ανάμεσά τους ο Θανάσης Κλάρας (Βελουχιώτης), ο αρθρογράφος Κώστας Καραγιώργης (Γυφτοδήμος), καθώς και οι Κουγιουμτζής, Μαυροκεφαλίδης, Δημήτρης Βλαντάς, Πανούσης, Τσακίρης, Γαμβέτας, Παπαγγέλου και άλλοι.
Η ίδρυση του «πειθαρχικού ουλαμού» στο Καλπάκι ήταν ένα αποτυχημένο μέτρο της κυρίαρχης τάξης για ν’ αντιμετωπιστεί η ανάπτυξη των αγώνων των στρατευμένων να υπερασπίσουν την ανεξαρτησία της πατρίδας και όχι να πολεμήσουν για ξένα συμφέροντα, αλλά και παράλληλα να κάνουν πιο ανθρώπινη τη ζωή τους μέσα στα πολεμικά πλοία και στους στρατώνες».
Στο βιβλίο – λεύκωμά του «Παράνομες χειρόγραφες εφημερίδες απ’ τις φυλακές και τις εξορίες» (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2003) ο κομμουνιστής δημοσιογράφος – ερευνητής συγκέντρωσε και πρόσφερε στο λαό μια σπάνια συλλογή παράνομων εφημερίδων από τα μεσαιωνικά κάτεργα – κολαστήρια που λειτούργησαν ανά την Ελλάδα κατά τον 20ο αιώνα, με σκοπό να συνετίσουν τους «εχθρούς της πατρίδας» κομμουνιστές. Παρεμπιπτόντως, στο Καλπάκι κυκλοφορούσαν οι εφημεριδούλες «Κόκκινος Ναύτης» και «Ο φαντάρος».
Όμως, σήμερα, δεν θα αναφερθούμε εκτενέστερα στις εφημερίδες· θα παρουσιάσουμε άγνωστες μαρτυρίες κρατούμενων φαντάρων από μεσαιωνικό κάτεργο του Καλπακίου, όπως καταγράφτηκαν σε γράμματά τους που έστελναν στο Ριζοσπάστη, και δημοσιεύματα της ίδιας εφημερίδας ως μοναδική διέξοδος για να φτάσει στο λαό η φρίκη που διαδραματιζόταν εκεί.
Πρόκειται για μια μικρή επιλογή επιστολών από τις πολλές που περιλαμβάνονται στο δεκάτομο έργο του Γιώργη Πικρού «Οι ρίζες του λαϊκού μας κινήματος 1912 – 1936», εκδ. Καρανάσης, Αθήνα 1978, (τ. 2, 3).
***
ΤΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΤΟ ΚΑΛΠΑΚΙ
Αφάνταστα είναι τα μαρτύρια που υφιστάμεθα εμείς εδώ οι φαντάροι του Πειθαρχικού Ουλαμού Καλπακίου από μέρους της στρατοκρατίας.
Ο στρατιώτης Ρωμάνος προ ημερών υπέστη δολοφονική επίθεση εκ μέρους μπράβων βαλμένων προφανώς από τους γαλονάδες αξιωματικούς, που τέτοιες διαταγές έχουν. Ο στρατιώτης Κοντός φοιτητής, γυμνός, ξυπόλητος και άρρωστος όπως τον άφησαν να πεθάνει ζήτησε ακρόαση αλλά δεν έτυχε τοιαύτης. Ο στρατιώτης αυτός θέλησε σύμφωνα με τον Στρατιωτικό Κανονισμό να παρουσιαστεί στο Διοικητή του τάγματος, μα ο διοικητής του Ουλαμού τον συνέλαβε και τον ετσάκισε κυριολεκτικώς στο ξύλο μ’ ένα δερμάτινο βούρδουλα. Τόσο πολύ τον έδειρε, ώστε ελιποθύμισε και σήμερα τον έστειλαν σε κάποιο νοσοκομείο. Μια ιατρική εξέταση μάς έβγαλε σχεδόν όλους για νοσηλεία, μα ο αιμοβόρος διοικητής του ουλαμού αγρόν ηγόρασε.
Πεινούμε, μας δέρνουν, μας έχουν ξυπόλητους και ψειριασμένους. Μας βάζουν να κάνουμε τις πιο βαριές και σκληρές δουλειές.
Πειθαρχικός Ουλαμός Καλπακίου
Πολλοί φαντάροι
Ρίζος 9 – 1 – 1927
***
Ύστερα από τα τελευταία συμβάντα τα οποία εδημοσιεύθηκαν στο «Ριζοσπάστη» 9ης τρέχοντος μηνός που έγιναν εξ αιτίας του σατραπίσκου αξιωματικού που διοικεί τον πειθαρχικό ουλαμό, αυτός βλέποντας την αδιαφορία του ανωτέρου στρατιωτικού οργανισμού δεν εσταμάτησε τη δράση του, πράγμα που δεν μπορούσε να γίνει άλλως. Δεν περνά λοιπόν μέρα που να μη δημιουργεί ζητήματα, τα οποία όπως είναι επόμενο ξεσπούν εις βάρος μας. Δεν μας επιτρέπει να βγαίνουμε καθόλου από το θάλαμο σαν να είμαστε φυλακισμένοι.
Η ζωή μας άρχισε να γίνεται αληθινό μαρτύριο. Φανταστείτε μόνο ότι και το νερό αν θέλουμε να πιούμε μάς στέλνει με συνοδεία. Επιπροσθέτως δεν μας επιτρέπει ούτε τα ρούχα να πλύνουμε και έχουμε φθάσει σε ανυπόφερτη κατάσταση από τη ψείρα και τη βρώμα. Μη μπορώντας να ανθέξουμε αυτή τη βρώμα θελήσαμε να πάμε να πλύνουμε τα ρούχα μας. Αλλά ο σατραπίσκος την παραπάνω απόφασή μας την χαρακτήρισε ως αντιπειθαρχική και αμέσως άρχισε να μας απειλεί με το χειρότερο τρόπο προσπαθώντας τοιουτοτρόπως να μας τρομοκρατήσει. Βλέποντας όμως την αταραξία μας εξεμάνη. Εφώναξε αμέσως τον συνάδελφο Ρωμαίον και άρχισε και του έκανε διάφορες συστάσεις και προσταγές, διέταξε τα όργανα της υπηρεσίας να τον δείρουν. Στις γοερές φωνές του προσέτρεξαν όλοι οι συνάδελφοι που ήσαν αγανακτησμένοι και από τα δύο προηγούμενα επεισόδια και τον βρήκαν σε απελπιστική κατάσταση. Ήταν αιμόφυρτος και κυλισμένος καταγής από τα κτυπήματα. Θα συνέβαιναν τότε σοβαρά γεγονότα αν δεν επενέβαιναν οι πιο ψύχραιμοι από μας.
Μετά τη δημιουργία των παραπάνω σκηνών για τις οποίες ολόκληρη την ευθύνη φέρει η διοίκηση του ουλαμού, άρχισαν να παίρνονται ανακρίσεις οι οποίες χωρίς καμιά αμφιβολία θα φέρουν ενόχους εμάς για να πληρώσουμε και πάλι ακριβά τις σκηνές. Με τα παραπάνω μέσα η διοίκηση προσπαθεί να μας τρομοκρατήσει δια να αλλάξουμε ιδέες. Εμείς φυσικά σαν συνειδητοί αγωνιστές δε θα βγούμε από το δρόμο που οδηγεί στην τελική απολύτρωσή μας.
Πειθαρχικός Ουλαμός Καλπακίου 14 – 1 1927
Πολλοί φαντάροι
Ρίζος 22 – 1- 1927
***
Ένα ταξίδι στην Κόνιτσα μάς δίδει την ευκαιρία να περάσουμε απ’ τον απαίσιο Πειθαρχικό Ουλαμό Καλπακίου. Ανάμεσα απ’ το Δέμα και Μπουραζάνι διακρίνονται οι στρατιωτικές σχηνές, και πιο πέρα οι στρατιώτες που ασχολούνται στο κόψιμο και κουβάλημα καυσοξύλων προορισμένων για τη φρουρά της πόλεως Ιωαννίνων.
Η περιέργεια με κάνει να προχωρήσω προς το μέρος των στρατιωτών να συνομιλήσω με κανέναν απ’ αυτούς, να μάθω κάτι απ’ τη φρικτή ζωή των, να πεισθώ τέλος πάντων αν είναι αληθή αυτά που και άλλοι στρατιώτες περνώντες απ’ τα Γιάννενα μάς διηγούνται.
Δυο στρατιώτες με αντιλαμβάνονται και τρέχουν προς συνάντησή μου. Η χαρά τους είναι μεγάλη, κλαίουν από συγκίνηση. Απ’ τη συγκίνηση η γλώσσα τους μπερδεύεται, δεν μπορούνε να αρθρώσουν λέξη. Τους κάνω κουράγιο με διάφορα παρηγορητικά λόγια και με την υπόσχεση πως θα γράψω στον τύπο να δει ο κόσμος πώς τυραννούνται τα παιδιά των και να διαμαρτυρηθεί για την κατάργηση του φρικτού Πειθαρχικού Ουλαμού Καλπακίου.
Με πάροδο ολίγων λεπτών σιγής αρχίζουνε κι οι δυο τους να μου εξιστορούνε τα φρικτά μαρτύρια που υφίστανται.
Τα βάσανά τους δεν είναι δυνατόν να περιγραφούν, εν ολίγοις χρειάζονται ολόκληρες στήλες εφημερίδος. Μου λένε για τα χάλια του συσσιτίου, για τις βαριές δουλειές που κάνουν νυχθημερόν, για το ξύλο που τρώνε χωρίς καμιά αιτία. Μου λένε για τον απαίσιο, για τον κτηνώδη διοικητή του Πειθαρχικού Ουλαμού, υπολοχαγό Παπαχρήστο, το σωστό αυτό τέρας υπό μορφήν ανθρώπου. Ότι κι αν γραφεί για το τομάρι αυτό δεν είναι δυνατόν να του δοθεί ο χρωματισμός εκείνος που πρέπει. Αρέσκεται στο να δέρνουν τους στρατιώτες μέχρις αίματος, εξαιρετικά και πιο πολύ εκείνους που κατηγορούνται ως κομμουνιστές.
Μου λένε πως μια μέρα οι βαθμοφόροι χτυπούσαν τους πειθαρχούμενους για κάποια ασήμαντη αιτία, όταν ξάφνου ξεπροβάλλει το τέρας αυτό, κι όλος λύσσα, φωνάζει: «Τι βαράτε αυτούς βρε; δε βλέπετε εκείνους τους άτιμους (δεικνύων τους κομμουνιστές), αυτούς χτυπάτε όσο μπορείτε, δεν έχουμε να δώσουμε πουθενά λόγο, τους έχουμε ξεγραμμένους απ’ τα δευτέρια μας».
Αφού είπαμε πολλά αποχωρισθήκαμε, οι μεν δυστυχείς φαντάροι τράβηξαν για τον καθημερινό τους Γολγοθά, εγώ δε για τα Γιάννενα, με την καρδιά γεμάτη από θλίψη για το ανοσιούργημα αυτό που διαπράττεται εις βάρος της νεολαίας η οποία φθίνει εκεί κάτω στο απαίσιο Καλπάκι.
Ιωάννινα, 26 – 7 – 27 Ι.Κ.
Ρίζος 29 – 7 – 1927
***
Η ΖΩΗ ΣΤΟ ΚΑΛΠΑΚΙ
Πόσες φορές και πόσα γράφτηκαν για την Ελληνική Σιβηρία, για τη Βαστίλλη της αστικής Ελλάδας, κατά τον εκφραστικό χαρακτηρισμό του Παναΐτ Ιστράτι.
Είδε πολλές φορές η ξυπνημένη συνειδητή εργατοαγροτική μάζα της Ελλάδας να ξεδιπλώνεται έστω και αμυδρά, από τις στήλες του εργατικού τύπου, η φριχτή τραγωδία που συντελείται στα χιονισμένα βουνά της Ηπείρου.
Το αίσχος αυτό του πολιτισμού της καπιταλιστικής Ελλάδας, ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου, με πρωτοφανείς εγκληματικές μεθόδους έχει σκοπό να στέλνη αργά αλλ’ ασφαλώς στο θάνατο μια ατέλειωτη σειρά νέων, χακοφορεμένων παιδιών του εργαζόμενου λαού. Το έγκλημά τους το φοβερό είναι πως διατήρησαν και στο στρατό τη σκέψη τους λεύτερη, πως δεν την υπόταξαν στη μπότα των μιλιταριστών.
Ωχριά ο μεσαίωνας
Οι δολοφονικές μέθοδοι της Τσαρικής Ρωσίας, τα μεσαιωνικά ιεροεξεταστικά μαρτύρια των Ρωμαίων, κιτρινίζουν μπροστά στα συντελούμενα καθημερινά εγκλήματα στο Καλπάκι, εγκλήματα που ο αστικός τύπος αρνείται ν’ αναγνωρίση!
«Δεν υπάρχει Καλπάκι!» λέγουν, γράφουν, δηλώνουν στον Ιστράτι. Δεν υπάρχει λοιπόν Καλπάκι; Μήπως τότε τα φτωχά παιδιά του εργαζόμενου λαού, που στέλνονται εκεί πάνω παίρνουν τίποτα σπουδές μορφωτικής φύσης;
Αλλά να τι συμβαίνει. Ο μεγάλος εγκληματίας δεν έχει το θάρρος να ομολογήση τα εγκλήματά του, τρέμει μπροστά στα θύματά του.
Ο «Ριζοσπάστης» η εφημερίδα των καταπιεζομένων και εκμεταλλευόμενων στρωμάτων δεν μπορούσε παρά να ξεσκεπάσει και αυτό το αίσχος, να διαφωτίσει τις μάζες των εργατών, αγροτών φαντάρων και ναυτών για τα άτιμα και απάνθρωπα μέσα που μεταχειρίζονται οι σακαράκιδες σαν όργανα του κεφαλαίου, για τη διαιώνιση του αστικού συστήματος.
Ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει αυτά και επιφυλλάσσεται για τη διενέργεια φαρδύτατης έρευνας για να σχισθεί ολοκληρωτικά ο βαθύς πέπλος που σκεπάζει την κόλαση αυτή.
Ασφαλώς τις αποκαλύψεις μας θα επακολουθήσουν καινούριες κτηνωδίες εις βάρος των δυστυχισμένων φαντάρων, αλλά παρ’ όλα αυτά θα κρατήσουν την επαναστατική τους πίστη και καρτερία, ενώ από την άλλη μεριά οι εργαζόμενες μάζες θα πρέπει κατόπι απ’ αυτές να κάνουν έντονον αγώνα, συνδεόμενες με τις λοιπές άμεσες διεκδικήσεις για την κατάργηση του Καλπακιού και της Μαρμάρως! (πλοίο που χρησιμοποιούσαν για την απομόνωση των ναυτών).
Διοικητής του πειθαρχικού ουλαμού είναι ο ανθυπολοχαγός Χ. Παπαχρήστου, ένας άνθρωπος με νοσηρή εγωμανία, μοναδικός στη σχεδίαση και εκτέλεση των βασανιστηρίων. Κάθε βράδυ μεθάει για να του έρθη η έξαρση του ξύλου. Ηθικό έκτρωμα, έχοντας εγκαταλείψη την οικογένειά του, αγωνίζεται για το στερέωμα της ηθικής, που θέλουν να καταργήσουν αυτοί οι κομμουνιστές. Από την εποχή που ανέλαβε τη διοίκηση του ουλαμού σημειώθηκε αρκετά μεγάλη πρόοδος.
Καθημερινά πριν να φύγουν τ’ άστρα από τον ουρανό, οι φαντάροι που «σωφρονίζονται» υποχρεώνονται να σηκωθούν για δουλειά. Το καλοκαίρι δουλεύουν 17 ώρες. Μετά την εξαντλητική δουλειά ξύλο αλύπητο από τους 15 οπλισμένους σαν αστακούς φαντάρους τους οποίους ονομάζουν «γενίτσαρους».
Είναι αποκαρδιωτικές οι σκηνές που δύο γιανίτσαροι, οι Κουσούμης και Γεννάτος, τα «παιδιά» του καθώς τα λέει ο Παπαχρήστου, όταν βγαίνει να επιθεωρήσει τη δουλειά, χαστουκίζουν τους κομμουνιστές φαντάρους και κάθε μη σπιούνο ενώ δουλεύουν κασμά με ματωμένα χέρια και ενώ ο Παπαχρήστου κοιτάζει από το ύψος του αλόγου του φωνάζοντάς «χτυπάτε τους!»
Στις 15 Δεκέμβρη, που οι φαντάροι δούλευαν στο μοναστήρι «Βελλά» ο μητροπολίτης Ιωαννίνων επί κεφαλής της εργασίας, όταν ο στρατιώτης Παπάς δήλωσε πως είναι βαριά άρρωστος και δεν μπορεί να δουλέψει, είπε «δεν βρίσκεται κανείς να δείρει αυτόν τον μπαγαπόντη;». Και οι αστακοί του προσωπικού που θίχτηκαν στο φιλότιμό τους, άρπαξαν το δυστυχισμένο φαντάρο και παρά τα γοερά βογγητά του τον αιμάτωσαν στις πλάτες και στα χέρια από το ξύλο κάτω από τις ευλογίες του σεβασμιώτατου, αντιπροσώπου στη γη του Χριστού που δίδαξε την αγάπη προς αλλήλους.
Τι αίσχος!!
Στις 13 του Γενάρη ο στρατιώτης Σκανδάλης δήλωσε ασθένεια. Ο επιλοχίας και δυό λοχίες τον πλάκωσαν στο ξύλο και σπάσαν απάνω του δυο μαγκούρες και ένα βούρδουλα. Έπεσε αναίσθητος με την απελπισμένη κραυγή: «βαράτε άτιμοι!». Κατά διαταγή του διοικητού τού δώσανε ένα δεύτερο, όπου επί τρεις μέρες ξερνούσε αίμα!
Τελείως λιπόθυμο τον μετέφεραν στον ταγματάρχη Λουτσάρη ο οποίος είπε στον επιλοχία «αυτόν τον άτιμο πρέπει να τον στείλουμε στο διάβολο». Έχουμε όλα τα μέσα. Πρέπει να του δίνετε τρεις φορές τη μέρα ξύλο και να τον ζέψετε στο κάρο!
Τα παραπάνω γεγονότα αποτελούν δυο επεισόδια μέσα στον άπειρο αριθμό των καθημερινά συντελούμενων εις βάρος των εγκαθείρκτων του ουλαμού.
Σταύλοι αντί θαλάμων
Για θάλαμοι χρησιμοποιούνται δυο σταύλοι που βρίσκονται στο 32 χιλιόμετρο του δημόσιου δρόμου Ιωαννίνων – Αλβανίας, στο «χάνι Περικλή». Γύρω είναι φραγμένοι σε βάθος 3 μέτρων με αγκάθια, παρουσιάζοντας την όψη μάντρας που φυλάττουν μ’ επιμέλεια αγρίμια.
Στο θάλαμο των κομμουνιστών, διαστάσεις 8 με 4 μέτρα κοιμούνται σαρδεληδόν 15. Ο Μέραρχος Παναγιωτόπουλος, όταν μας επισκέφτηκε στις 19 του Γενάρη κοντά στις άλλες διαταγές για την ένταση των πιέσεων, έδωσε εντολή να βάλουν περισσότερους.
Όλο το νερό της βροχής μπαίνει μέσα γιατί συχνά ο διοικητής στις προσπάθειές του για να καταστήσει φριχτότερη τη ζωή των φαντάρων, διατάζει και σπάζουν τα κεραμίδια, κατά τις ομολογίες του στρατιώτη του προσωπικού Κ. Σωτηρίου. Τη νύχτα της 25 Δεκέμβρη που έκανε μια πρωτοφανή νεροποντή, όλο το νερό ενός κοντινού αυλακιού λίμνιασε το θάλαμο.
Άλλες βαρβαρότητες
Συχνά μένουν χωρίς κουραμάνα γιατί λέει ένα…γουρούνι με διαβολεμένη δεξιοτεχνία κατεβάζει τα σακκίδια και τις τρώει…
Μια φορά τους πέταξαν τα εσώρουχα στα αποχωρητήρια πράγμα που κατά την ομολογία του πειθαρχούμενου – χαφιέ Γ. Στρακόπουλου – γίνηκε κατά ανώτερη διαταγή.
Κάθε βράδυ το κτήνος ο Παπαχρήστου μεθάει και κατόπι αρχίζει την ιεροεξέταση των κομμουνιστών τις μεταμεσονύκτιες ώρες. Με τον υποκόπανο που κατεβαίνει ανήλεα χωρίς διάκριση και με το πιστόλι στ’ αυτί ζητά ν’ αρνηθούν τον κομμουνισμό. Οι φαντάροι τα ανέχονται με πρωτοφανή γρανίτινη ψυχραιμία, γιατί πιστεύουν στον αγώνα για το ξεσκλάβωμα της τάξης τους.
Λυσσασμένο το κτήνος τους βρίζει και λέει πως επειδή δεν έχει δικαίωμα να τους περάσει από μια σφαίρα, θα τους στείλει φθισικούς και σακατεμένους στα σπίτια τους.
Συχνά δένουν τους πειθαρχούμενους χειροπόδαρα και σέρνουν, όπως το σ. Ντούσκα και άλλους πολλούς. Στους πειθαρχούμενους υπόσχονται πως θα τους στείλουν πίσω στα συντάγματά τους αν βρίζουν και δέρνουν τους κομμουνιστές· πολλές φορές τους κτύπησαν με πέτρες στο κεφάλι και μερικοί από αυτούς κατόρθωσαν να φύγουν από το Καλπάκι, σωφρονισθέντες κατ’ αυτό τον τρόπο.
Είναι απάνθρωπες οι σκηνές όταν δέρνουν τους φαντάρους νύχτα, ενώ κοιμούνται χωρίς φως. Τη Δευτέρα των Χριστουγέννων τους έδερναν επί ένα τέταρτο της ώρας.
Τους διατάζουν να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο, πράγμα που εξαναγκάζονται να κάμουν υπό τα χτυπήματα των μαστιγίων και υποκοπάνων. Φαντάζονται τα στρατοκρατικά κτήνη πως με το να τραγουδήσουν οι φαντάροι τον «Εθνικό» ύμνο, πως έσβησε και η φλόγα της πίστης τους προς την προλεταριακή επανάσταση.
Το καλοκαίρι απαγορεύεται να παν στις βρύσες για νερό. Κάθε συζήτηση απαγορεύεται. Απαγορεύεται το κάπνισμα και το ν’ αρρωστήσει κανείς. Αν κανείς τολμήσει να δηλώσει πως είναι άρρωστος με το ξύλο τον οδηγούν στη δουλειά κάτω από τον ήλιο ή το κρύο και του κόβουν το φαγητό. Έτσι ο στρατιώτης Τρανουδάκης λιποθυμισμένος με πυρετό 39 – 40 αναγκάστηκε να μένει στον καυστικό ήλιο. Με προδιαγραμμένο δολοφονικό σχέδιο δεν του δίναν φαγητό για να μην πάθη …τίποτα. Έτσι πέθανε το καλοκαίρι. Έτσι μεταχειρίζονται τους κομμουνιστές που δουλεύουν με 40 βαθμούς πυρετό.
Σάπια φαγητά
Το συσσίτιό τους αποτελείται από ρύζι, φασόλια, μακαρόνια. Μακαρόνια, φασόλια και ρύζι. Τίποτα άλλο. Και όχι μόνον τούτο αλλά όλα αυτά στην ουσία δεν έχουν καμιά σχέση με τις ονομασίες τους. Μακαρόνια της τελευταίας ποιότητας νερόβραστα. Φασόλια που πρέπει κανείς να κάνει μακροβούτια για να βρει κανένα φασόλι. Ρύζι που και τα γουρούνια δεν μπορούν να φαν. Καμιά φορά, αν ψοφήσει κανένα βόδι ή μουλάρι σάπιο τους το φέρνουν για να το φάνε. Συγκεκριμένα στις 25 Ιουνίου ο αντισυνταγματάρχης του τομέα Σακελλαρίου δήλωσε πως το κρέας «μύριζε ανυπόφορα».
Στις 13 Σεπτέμβρη ο σ. Μπεκιάρης τού παρουσίασε τη μερίδα του γεμάτη σκουλήκια. Η απάντηση ήταν βουρδουλισμοί μέχρι αιμάτωσης. Όταν στις 11 του ίδιου μήνα ο μάγειρας είπε στο κτήνος Σακελλαρίου ιδιαίτερα ότι το κρέας βρωμάει από απόσταση, αυτός απάντησε «δε βαριέσαι! γαϊδούρια είναι αυτοί και θα το φαν ότι τους δώσουμε!».
Πολλά άλλα παρόμοια επεισόδια μπορεί ν’ αναφερθούν κατά τις ομολογίες των δυστυχισμένων φαντάρων και του μάγερα Χατζηπέτρου.
Όταν το κρέας είναι σχετικά καλό δεν τους το δίνουν αλλά το κλέβουν αντικαθιστώντας το με ρύζι. Όταν συγκεκριμένα στις 25 Οκτώβρη διαμαρτυρήθηκαν γι’ αυτό ο διοικητής του Τομέα Χριστοδούλου απάντησε «κάθεστε και σκοτίζεσθε για τέτοια μικροπράγματα, αυτό είναι προστυχιά!!»
Οι σακαράκηδες της ελληνικής μπουρζουαζίας εισάγουν τη θεωρία της αεροφαγίας. Βέβαια γιατί αυτοί τρων τα πιο πολυτελή φαγητά ανάμεσα σε παρόμοια με τα Ρωμαϊκά όργια.
Περιττό ν’ αναφέρουμε για καθαριότητα, ψείρες κτλ. Επί 40 μέρες κάμαν να τους δώσουν σαπούνι.
Γράμματα από τους φίλους και συγγενείς τους κατάσχονται. Επιτρέπεται μόνο να στέλνουν μια μονάχα αν γράφουν επαίνους για τους διοικητές και πως τα περνούν καλά.
Αν καμιά φορά οι φαντάροι που πηγαίνουν έχουν αντικείμενα αξίας, αυτά εξαφανίζονται πολύ σύντομα, ο διοικητής κάνει ανακρίσεις, φασαρία και το ζήτημα ξεχνιέται ενώ έχει αποχτήσει τεράστια πλούτη από τις κλεψιές αυτές.
Και λωποδυσίες
Αναφέρουμε έναν μικρό αλλά εκφραστικό κατάλογο.
Από το σ. Μίλχο 45 κουτιά τσιγάρα «Κιτετσιλέρ» και που από αυτά κάπνιζε ο δεκανέας του προσωπικού Οικονομόπουλος. Από τον ίδιο 375 δρχ. Από τον σ. Κολοζώφ παντελόνι κιλότα, πουκάμισα ρολόι κτλ.
Από τον σ. Τσαγκαράκη ό,τι είχε και δεν είχε, ακόμη και τα άρβυλα, τα οποία ανακαλύφτηκε να τα φορεί ο χαφιές του προσωπικού Νικολίτσας. Επίσης του πήραν τρία επιστημονικά βιβλία και ένα ρολόι.
Από τους σ. Καπέταν, Σταμούλη, Γαργαλιάνον Αλέξανδρον, Γιανιγιώργην Κάρταν , Αργηρόπουλον, Μυκωνιάτην κλέψαν φανέλλες, σώβρακα, κάλτσες.
Ατέλειωτη σειρά ερευνών, ξυλοκοπημάτων, ύβρεων. Τους διατάζουν «κοιμηθήτε, σηκωθήτε, ψάλλετε, σκάσετε, τρέξετε, σταματήστε». Και όλα αυτά για να χάσουν κάθε ανθρωπισμό. Οι φαντάροι αναίσθητοι βγαίνουν από τα πρωτοφανή αυτά μαρτύρια.
Πολλά ακόμη θα μπορούσαμε ν’ αναφέρουμε, αλλά και αυτά μπορεί ν’ αποτελέσουν μικρό δείγμα της κόλασης του Καλπακιού.
Το καπιταλιστικό κράτος τρέμοντας μπροστά στην ιστορικά μοιραία άβυσσο που σπρώχνεται, νομίζει πως μπορεί με τέτοια μέσα να εκφυλίσει τις συνειδήσεις, να καταστρέψει, να διακόψει τον αγώνα των εξορίστων συντρόφων νέων του Καλπακιού.
Αλλά οι εξόριστοι νέοι ατσαλωμένοι από τον κνούτο της τσαρικής Ελλάδας παίρνουν καινούρια δύναμη από τα μαρτύρια αυτά. Μέχρι σήμερα κανένα παράδειγμα λιποψυχίας και προδοσίας δεν παρουσιάστηκε.
Τιμή στους επαναστάτες νέους του Καλπακιού! Τιμή στην Ομοσπονδία των Κομμουνιστικών Νεολαιών που τους διαπαιδαγωγεί κατά τέτοιον ατσαλένιο τρόπο.
Τα κτήνη μπορεί να περηφανεύονται για τα κατορθώματά τους. Αυτό όμως δε θα ξακολουθήσει πολύ. Οι φαντάροι όπως μέχρι σήμερα έτσι και στο μέλλον θα κρατήσουν ψηλά τη σημαία της ταξικής πάλης με την ατράνταχτη τους πίστη, κατά του σάπιου καθεστώτος της κοινωνικής αδικίας και με την ενίσχυση των λοιπών καταπιεζομένων κατά του αίσχους του αστικού πολιτισμού του Καλπακίου και για την προλεταριακή επανάσταση!
Όσο για τα μιλιταριστικά κτήνη, τους απαίσιους νέρωνες σακαράκηδες, θα’ ρθει ο καιρός!
Οι επαναστάτες νέοι όπως ξέρουν να υποφέρουν και το θάνατο ακόμα, θα ξέρουν να εφαρμόσουν και την επαναστατική εκδίκηση!
Ρίζος 21 – 3 – 1928
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
2 Trackbacks