Μεγάλη Παρασκευή 1944: Μια ξεχασμένη θηριωδία των Ναζί
Οι Ναζί μαζί με τους ντόπιους συνεργάτες τους εξαπολύουν μια τρομοκρατία από συλλήψεις, γεμίζοντας τις φυλακές της πόλης. Αποκορύφωμα αυτών των αντίποινων ήταν και η εκτέλεση των 120 αγωνιστών Αγρινιωτών.
Στις 9 Απρίλη του 1944 ΕΛΑΣίτες αντάρτες από το Αρχηγείο του ΕΛΑΣ Μεσολογγίου, στήνουν ενέδρα μεταξύ των χωριών Σταμνάς και Αγγελοκάστρου και ανατινάζουν αμαξοστοιχία των SS που κινούταν προς το Αγρίνιο, η οποία μετέφερε κυρίως πολεμικό υλικό και καύσιμα. Αποτέλεσμα αυτού του σαμποτάζ ήταν ο θανάτος δεκάδων Γερμανών στρατιωτών, αλλά και η απαλλοτρίωση όπλων και των υπόλοιπων μεταφερόμενων υλικών από τον ΕΛΑΣ.
Σε αντίποινα γι’ αυτό, οι Ναζί μαζί με τους ντόπιους συνεργάτες τους εξαπολύουν μια τρομοκρατία από συλλήψεις, γεμίζοντας τις φυλακές της πόλης. Αποκορύφωμα αυτών των αντίποινων ήταν και η εκτέλεση των 120 αγωνιστών Αγρινιωτών. Στις 14 Απρίλη του 1944, όσο ξημέρωνε Μεγάλη Παρασκευή, ο Γερμανός λοχίας Καρλ Βέρνερ με τη συνοδεία τσολιάδων «ξεδιαλέγει», κυρίως από τις φυλακές Αγίας Τριάδας, τους 120 μελλοθάνατους. Οι 117 από αυτούς οδηγήθηκαν πίσω από τον ναό της Αγίας Τριάδας όπου και εκτελέστηκαν επί τόπου, ενώ οι υπόλοιποι τρεις οδηγήθηκαν στην κεντρική πλατεία του Αγρινίου, τότε πλατεία Μπέλλου πλέον Δημοκρατίας, με επί κεφαλής του αποσπάσματος τον ανθυπολοχαγό των ταγματασφαλιτών Γεωργόπουλο, όπου και απαγχονίστηκαν σε δημόσια θέα. Το ανατριχιαστικό στην υπόθεση είναι ότι τα σώματά τους τα άφησαν για παραδειγματισμό κρεμάμενα και εκτεθειμένα στους περαστικούς και στη βροχή, ως το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου! Οι τρεις αυτοί αγωνιστές ήταν οι Χρήστος Σαλάκος, Παναγιώτης Σούλος και Αβραάμ Αναστασιάδης, 23, 22 και 52 χρονών αντίστοιχα, με τους δύο πρώτους να είναι στελέχη της ΕΠΟΝ και ο τελευταίος υπάλληλος της Αγροτικής Τράπεζας. Ο Σαλάκος, σύμφωνα με μαρτυρίες, την ώρα που ετοιμαζόταν η θηλιά του φώναξε: «Θα με εκδικηθεί ο λαός του Αγρινίου, ζήτω το ΕΑΜ!»
Ένα χρόνο μετά την εκτέλεση, η εφημερίδα-όργανο του ΕΑΜ «Φωνή του Λαού», δημοσιεύει:
«Πέρασε ένας χρόνος από τη δραματική εκείνη Μεγάλη Παρασκευή, θυσία στο βωμό της λευτεριάς της πατρίδας. Ό,τι ιερότερο και καλύτερο έχει ο ελληνικός λαός. Το Αγρίνιο πρόσφερε στην ιστορία της αγωνιζόμενης Ελλάδας το ολοκαύτωμα των 120 δολοφονημένων παιδιών του. Ποιος θα μπορέσει ποτέ να περιγράψει σ’ όλη της την έκταση, τη φρίκη της ημέρας;»
“Μπροστά, μπροστά, κατάμπροστα,
μέσα στο φως που πρόβαλε μεγάλο απ’ τις πληγές τους,
μπροστά, μπροστά, φωνάζοντας:
εκεί που η Λευτεριά ανατέλλει απ’ το αίμα μας,
θάνατος δεν υπάρχει.
Λοιπόν μην κλαίτε μάνες Αγρινιώτισσες, θάνατος δεν υπάρχει
μόνο τα χέρια δώστε, αδέλφια μου, να βασιλέψει ειρήνη,
ν’ ανθίσει γέλιο στις ματιές, να λάμψει ο κόσμος όλος,
κι όλος ο κόσμος μια φωνή να τραγουδήσει: Ειρήνη, Ειρήνη, Ειρήνη.”
Απόσπασμα από το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου “Αναστάσιμο Μνημόσυνο”, για τους εκτελεσθέντες.
Σήμερα συμπληρώνονται 74 χρόνια από αυτήν την αποκρουστική για το Αγρίνιο, αλλά και για την αγωνιστική και αντιφασιστική μνήμη, ημέρα. Η ιστορική εμπειρία της είναι ένα λαμπρό παράδειγμα για τη γενναιότητα και το πείσμα του αγωνιζόμενου λαού, ενάντια στους φασίστες και τους δυνάστες του. Αλλά είναι και ένα καμπανάκι που θα πρέπει να μας υπενθυμίζει πόσο σημαντική είναι στο σήμερα, με την έξαρση του εθνικισμού και τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς να φιτιλιάζουν την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, η κινηματική θωράκιση. Να φυτευτεί για τα καλά στο μυαλό μας πως οι λαοί μεταξύ μας δεν έχουμε να χωρίσουμε απολύτως τίποτα και πως πρέπει να πετάξουμε οριστικά στο σκουπιδοφάγο της Ιστορίας αυτούς που ζουν από τον ιδρώτα μας και μας θέλουν κρέατα στην πολεμομηχανή τους. Να απομονώσουμε όχι μόνο τους φασίστες, αλλά και αυτούς που τους προσφέρουν πολιτική κάλυψη και τους νομιμοποιούν στην κοινωνία και το λαό. Να μην εμπιστευτούμε τους σχεδιασμούς καμιάς αστικής τάξης. Μόνη ελπίδα οι αγώνες και η αλληλεγγύη των λαών.