Η ναυμαχία της Σαλαμίνας 480 π.Χ – Τα “ξύλινα τείχη” κι η πονηριά του Θεμιστοκλή σώζουν την Αθήνα
Πώς ένα εξαφανισμένο φίδι, ένας αμφίσημος χρησμός και η ευρηματικότητα του Θεμιστοκλή έφεραν μια στρατηγικής σημασίας νίκη κατά των Περσών.
H ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ υπήρξε η πιο καθοριστική της δεύτερης φάσης των Μηδικών πολέμων, όταν ο Ξέρξης, που ηγούνταν της δεύτερης κατά σειρά εκστρατείας της Περσίας εναντίον των αρχαίων ελληνικών πόλεων είχε ήδη πετύχει μια δύσκολη, όσο και σημαντική νίκη στις Θερμοπύλες, που ανέδειξε όμως ανάγλυφα πως ο μοναδικός τρόπος να κριθεί η έκβαση του πολέμου ήταν ποιος θα ήταν ο νικητής σε μια μεγάλης κλίμακας ναυμαχία. Το ίδιο είχε αντιληφθεί και ο Θεμιστοκλής, που μια παράδοση που παραδίδει ο Πλούταρχος λέει πως ήθελε οπωσδήποτε να μοιάσει στον Μιλτιάδη και να μιμηθεί το κατόρθωμά του στο Μαραθώνα. Λέγεται πως είχε κλειστεί στον εαυτό του κι απέφευγε ακόμα και τα συμπόσια, καθώς “δεν τον άφηνε να κοιμηθεί η δόξα του Μιλτιάδη”.
Φτάνοντας στην Αθήνα ο Πέρσης βασιλιάς βρήκε μια έρημη πόλη, καθώς οι κάτοικοι την είχαν εγκαταλείψει. Οι Πελοποννήσιοι με επικεφαλής τους Σπαρτιάτες είχαν υψώσει αμυντικό τείχος στο ισθμό, ενώ την ίδια ώρα ο Θεμιστοκλής ήταν σε αντιπαράθεση με τον Σπαρτιάτη αρχηγό του στόλου Ευρυβιάδη για την καταλληλότητα του στενού της Σαλαμίνας. Ο Θεμιστοκλής επέμεινε πως στον περιορισμένο αυτό χώρο ήταν αδύνατον να παρατάξουν οι Πέρσες τα πλοία τους, σε αντίθεση με τις μικρές κι ευέλικτες τριήρεις των Ελλήνων. Οι Σπαρτιάτες μεταπείστηκαν, η αρχηγία του στόλου παρέμενε τυπικά τουλάχιστον στα χέρια του Ευρυβιάδη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο στόλος ήταν πρόσφατο απόκτημα των Αθηναίων, που ως τότε δε διέθεταν κάποια ιδιαίτερα αξιόλογη ναυτική παράδοση και οφείλεται στο λεγόμενο “τέχνασμα του Θεμιστοκλή”.
Αδυνατώντας να πείσει με λογικά επιχειρήματα τους συμπολίτες του, κατέφυγε σε χρησμούς, ερμηνεύοντας ως θεϊκό σημάδι την εξαφάνιση του ιερού φιδιού της Αθηνάς στο Ερέχθειο, δήθεν για να δείξει στους Αθηναίους το δρόμος προς τη θάλασσα. Ερμήνευσε επίσης το χρησμό της Πυθίας που είχε ζητήσει η πόλη από την Πυθία περί “ξύλινων τειχών” ως πλοία στην πραγματικότητα, πείθοντας τελικά την πόλη να χρηματοδοτήσει τον πολυδάπανο στόλο. Στο μεταξύ οι Αθηναίοι που μπορούσαν να πολεμήσουν πήραν θέσεις στις τριήρεις έχοντας στείλει γυναικόπαιδια και δούλους στην Τροιζήνα, όπου λέγεται πως οι ντόπιοι υποδέχτηκαν με θέρμη τους φιλοξενούμενους, πληρώνοντας ακόμα και δασκάλους για τη μόρφωση των παιδιών.
Όταν οι Πέρσες αντίκρυσαν τη συγκέντρωση των ελληνικών πλοίων στη Σαλαμίνα αποφάσισαν να περικυκλώσουν το νησί και ο Μεγάλος Βασιλιάς με μεγάλη αυτοπεποίθηση ανέβηκε σε πλαγιά του όρους Αιγάλεω για να έχει εποπτεία της ναυμαχίας.
Γρήγορα αποδείχτηκε ότι πράγματι ο περσικός στόλος δεν μπορούσε να αντέξει σε τέτοιες συνθήκες καθότι εξαιρετικά δυσκίνητος. Ως το απόγευμα είχε πρακτικά καταστραφεί ο στόλος τους, κατά την παράδοση 300 πλοία, αν και οι αριθμοί των πλοίων εκατέρωθεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με σημαντική επιφυλακτικότητα. Η εξοικίωση των Ελλήνων με το κολύμπι έσωσε σε πολλούς στη ζωή, σε αντίθεση με τους μαθημένους σε ηπειρωτικά περιβάλλοντα Πέρσες. Σύμμαχοι των Αθηναίων υπήρξαν οι Αιγινήτες, που αναλάμβαναν να αποτελειώσουν όποιον Πέρση γλίτωνε από τους πρώτους. Την αυλαία στους Περσικούς πολέμους, τουλάχιστον όπως τους διδασκόμαστε στο σχολείο, καθώς στην πραγματικότητα η αντιπαράθεση Περσών και Ελλήνων θα συνεχιζόταν για ακόμα μία τριακονταετία περίπου, έριξε μια άλλη ναυμαχία εκείνη της Μυκάλης το 479 π.Χ, που αν και λιγότερο προβεβλημένη ήταν εξίσου “επικών” διαστάσεων.
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
3 Σχόλια
Ο Στόλος του Αθηναϊκού Ναυτικού δεν έγινε για τις ανάγκες της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας ούτε ήταν αποτέλεσμα επιδέξιας ερμηνείας χρησμού της Πυθίας.
Ηταν συνέπεια των αντιθέσεων της αθηναϊκής κοινωνίας, και ασφαλώς, σε αυτά τα πλαίσια, μια προσωπική επιτυχία του Θεμιστοκλή. Συνδυασμός της διορατικότητάς του αλλά και των προσωπικών του οριζόντων, που καθορίζονταν και από την ταξική του θέση μέσα στην αθηναϊκή κοινωνία. Ηταν ταπεινής καταγωγής από τους Φρεαρρίους (=”Πηγαδίτες” θα τους λέγαμε σήμερα), μια παραθαλάσσια πόλη κοντά στην Ανάβυσσο. Ανήκε στην λεγόμενη “δημοκρατική” παράταξη, δηλαδή το τμήμα εκείνο του Λαού, που, μη έχοντας σπουδαία γαιοκτησία, στρεφόταν στο εμπόριο και στη θάλασσα και ήταν αντίπαλο των ολιγαρχικών, δηλαδή των οπισθοδρομικών ευγενών γαιοκτημόνων.
Ο Θεμιστοκλής έγινε Αρχων στα τριάντα του, γύρω στο 492-’91, δηλαδή δώδεκα χρόνια πριν από την Ναυμαχία. Η πολιτική του (το …”όραμά” του, στα σύγχρονα πασοκικά) ήταν να στραφεί η Αθήνα προς την θάλασσα για να λύσει τα προβλήματά της και να γίνει ισχυρή. Να βρούν δουλειά οι άνεργοι “θήτες”, να αναπτυχθεί το εμπόριο των σιτηρών για να λυθεί το επισιτιστικό και να εξαπλωθεί η αθηναϊκή ηγεμονία ώστε να βρεθούν οι απαραίτητοι πόροι και κυρίως οι δούλοι, που ήταν η βάση της ευτυχίας των ελευθέρων πολιτών.
Η πολιτική αυτή είχε γίνει αντικείμενο μακροχρόνιας διαμάχης μεταξύ Λαού και ευγενών, η αλλιώς “δημοκρατικών” και “ολιγαρχικών”, και στην πραγματικότητα μεταξύ εμποροβιοτεχνών-ναυτικών και θητών από την μια, και γαιοκτημόνων (“πεντακοσιομεδίμνων”) αριστοκρατών από την άλλη, που είχαν και τους περισσοτέρους δούλους, το “κεφάλαιο” της εποχής. Αντίπαλος αυτής της πολιτικής ήταν ο Αριστείδης ο “δίκαιος” (=συντηρητικός).
Η δεύτερη και άγνωστη εν πολλοίς συγκυρία, πέρα από την ηγεσία του Θεμιστοκλή, ήταν ότι μέσα στην δεκαετία του 490-480 τα Αθηναϊκά Μεταλλεία Λαυρίου (που ήταν κρατική ιδιοκτησία, άρα είχε λόγο γι αυτά ο Δήμος και η “Εκκλησία” του, δηλαδή η Συνέλευση του Λαού και όχι η καμαρίλα των αριστοκρατών) πέσανε κυριολεκτικά πάνω σε ένα υπόγειο βουνό αργύρου. Εκατό τάλαντα βρέθηκαν στη διάθεση του Αθηναϊκού Λαού και η μεγαλοφυϊα του Θεμιστοκλή, και όχι καμιάς Πυθίας, ήταν ότι κατάφερε να πείσει τους φτωχούς και πολυπληθείς συμπολίτες του, πως “μέγα το της θαλάττης κράτος” και σε απλά σύγχρονα ελληνικά “αντί να μας τα φάνε τα τάλαντα τα αρχοντογούρουνα, να τα ρίξουμε στη ναυπήγηση ισχυρού και σύγχρονου (=δηλαδή με τριήρεις, που ήταν το υπερόπλο της εποχής) στόλου, που θα εξασφαλίσει το εμπόριο, θα “δημιουργήσει θέσεις εργασίας” και θα μας κάνει υπερδύναμη“.
Το κατάφερε σαν άξιος πολιτικός, και έτσι βρέθηκε στη Ναυμαχία η Αθήνα με έτοιμες 147 τριήρεις και με έμπειρο προσωπικό επανδρωμένες. Οι αθηναϊκές τριήρεις π.χ. μπορούσαν να κάνουν και “όπισθεν” ενώ οι αντίπαλοι όχι, ακριβώς λόγω της ανώτερης εκπαίδευσης και της συνειδητής πειθαρχίας των ελευθέρων πολιτών-κωπηλατών τους.
Η συναρπαστική ιστορία του Αθηναϊκού Ναυτικού, που άλλαξε την Παγκόσμια Ιστορία, κράτησε μόλις 150 χρόνια!
Διαβάστε τον Κορδάτο έχει πολλές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες από τις αρχαίες πηγές και βάζει τα πράγματα στις σωστές επιστημονικές τους βάσεις.
—————————–
Α, και “ουκ εά με καθεύδειν το του Μιλτιάδου τρόπαιον” έλεγε ο Θεμιστοκλής και όχι …του Ξέρξη! Που διάολο το βρήκατε;
Δεν το βρήκαμε πουθενά. Λάθος από βιασύνη και έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης ήταν προφανώς. Ευχαριστούμε για τη διόρθωση.
Είναι πολύ σωστό και χρήσιμο το σχόλιο, όλα αυτά ισχύουν. Αντικειμενικά η έλλειψη χρόνου δεν επέτρεψε μια τέτοια ανάλυση, οπότε πράγματι το άρθρο βγήκε επιφανειακό και με lapsus calami (που είναι το λιγότερο σημαντικό βέβαια). Η μόνη μου ένσταση είναι πως η επιδεξιότητα του Θεμιστοκλή δεν έρχεται σε αντίθεση με το κοινωνικό και πολιτικό υπόβαθρο του ρόλου του στη ναυμαχία, οπότε δεν βλέπω το λόγο για τον οποίο τίθεται αντιπαραθετικά. Σαφώς και το δεύτερο είναι σημαντικότερο και απαραίτητο για μια σφαιρική προσέγγιση σαν αυτή που μας δώσατε.