Ο Χρουστσόφ και οι δηλώσεις περί “βομβαρδισμού της Ακρόπολης”
Μια αμετροεπής δήλωση, η παραποίηση της από τον αστικό τύπο και ένα κύμα αντισοβιετικής υστερίας.
Βρισκόμαστε στα 1961, ένα από τα “θερμά” έτη του Ψυχρού Πολέμου, καθώς έχει προηγηθεί η αποτυχημένη επέμβαση στον Κόλπο των Χοίρων και το κτίσιμο του τείχους του Βερολίνου. Αλλά και οι σχέσεις της Ελλάδας, μέλους του ΝΑΤΟ που από το 1958 συζητούσε την εγκατάσταση πυραύλων μέσου βεληνεκούς στο έδαφός της, με το σοσιαλιστικό στρατόπεδο βρισκόταν σε πολύ κακό σημείο. Το ζήτημα των πυραύλων ήταν μόνιμο σημείο τριβής τόσο με την ΕΣΣΔ, με την οποία δυο χρόνια πριν η χώρα είχε βρεθεί στο γνωστό “πόλεμο των γραμματοσήμων” Γλέζου από τη μια και Ίμρε Νάγκυ από την άλλη, όσο και με τη Βουλγαρία, που απειλούνταν και πιο άμεσα από μια ενδεχόμενη εγκατάσταση νατοϊκών πυραυλικών συστημάτων. Με τη γείτονα χώρα οι σχέσεις είχαν οξυνθεί ιδιαίτερα το καλοκαίρι του 1961, όταν στη Βόρεια Ελλάδα συνελήφθησαν από τη Χωροφυλακή τρία άτομα με την κατηγορία της κατασκοπίας υπέρ των Βουλγάρων, ενέργεια στην οποία η Λαϊκή Δημοκρατία απάντησε με αντίστοιχες συλλήψεις κατώτερου υπαλλήλου της ελληνικής πρεσβείας κι άλλων ατόμων, ενώ οι συνομιλίες για τις βουλγαρικές επανορθώσεις διεκόπησαν. Διπλωματικό επεισόδιο μάλιστα σημειώθηκε στα τέλη Ιούλη της ίδιας χρονιάς στη διάρκεια δεξίωσης στην Πολωνική πρεσβεία, όταν ο τότε Βούλγαρος πρωθυπουργός Γιούγκοφ κατηγόρησε την ελληνική κυβέρνηση πως δεν εκπροσωπεί τον ελληνικό λαό, με αποτέλεσμα την οργισμένη αποχώρηση του Έλληνα επιτετραμμένου, που ανακλήθηκε την επόμενη μέρα στην Αθήνα ταυτόχρονα με την απέλαση Βούλγαρου υπαλλήλου της πρεσβείας στην ελληνική πρωτεόυσα.
Μέσα σε αυτό το κλίμα πραγματοποιήθηκαν και οι διαβόητες δηλώσεις του Νικήτα Χρουστσόφ περί βομβαρδισμού της Ακρόπολης, στη διάρκεια εκδήλωσης για τη σοβιετορουμανική φιλία στο Κρεμλίνο, σαν σήμερα στις 11.8.1961, με τη συζήτηση να ξεκινά από τη φυλάκιση του Μανώλη Γλέζου και να καταλήγει ότι η παρουσία της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ θα σήμαινε μεγάλα δεινά σε περίπτωση εμπλοκής της σε πόλεμο ΝΑΤΟ και ΕΣΣΔ. Σύμφωνα με τα όσα μετέφεραν οι δεξιές κυρίως εφημερίδες της εποχής, ειπώθηκαν τα εξής:
«……. Ο φασισμός ηττήθηκε. Θα νόμιζε κανείς ότι οι άνθρωποι που αγωνίστηκαν γενναίως κατά της χιτλερικής Γερμανίας, θα ετύγχανον βαθέως σεβασμού και τιμής. Αλλά δυστυχώς , πολλοί απ αυτούς, ως πχ ο ήρως της Ακροπόλεως Μανώλης Γλέζος, είναι έγκλειστοι εις τας φυλακάς. Δεν θέλομεν να αναμειγνυώμεθα εις τας εσωτερικάς υποθέσεις της Ελλάδος. Τούτο δεν είναι εις τας συνήθειάς μας. Αλλά ημείς, οι Σοβιετικοί άνθρωποι, ως και οι λαοί άλλων χωρών, που έχυσαν πολύ αίμα αγωνιζόμενοι κατά του φασισμού, δεν ημπορούμε να τα παρακολουθούμεν αδιάφοροι, την στιγμήν κατά την οποίαν ο άνθρωπος του οποίου η ηρωική πράξις αποτελεί χρυσήν σελίδα εις την ιστορίαν του αγώνος της ανεξαρτησίας, φθίνει τώρα εγκάθειρκτος……. Και ιδού τώρα, η ελληνική κυβέρνησις συνεδέθη με τον επιθετικόν βορειοατλαντικόν συνασπισμόν του ΝΑΤΟ. Μας είναι γνωστόν ότι εις το ελληνικόν έδαφος έχουν εγκατασταθεί στρατιωτικές βάσεις, στρεφόμεναι κατά της ΕΣΣΔ………… Κατά συνέπειαν μας απειλούν με πόλεμον και χώραι ως η Ελλάς, η Ιταλία, η Νορβηγία…………Εις τον μέλλοντα θερμοπυρηνικόν πόλεμον, εάν θα τον εξαπολύσουν , δεν θα υπάρχει διάκρισις μεταξύ μετώπου και μετόπισθεν. Εδήλωσα εις τον Έλληνα πρεσβευτήν ότι η πλέον λογική πολιτική δια την Ελλάδα θα είναι όπως αυτή αποχωρήση του ΝΑΤΟ. Τούτο θα αποβή, επίσης, ωφέλιμον δι’ άλλα Κράτη, τα οποία εισήλθον εις τον επιθετικόν αυτόν συνασπισμόν, εκ παρεξηγήσεως. Εφ’ όσον συμβή τούτο η Ελλάς δεν θα υποφέρη , εις περίπτωσιν εκρήξεως πολέμου.
Ο πρεσβευτής μου είπεν :
-“Δεν πιστέυω οτι ο Σοβιετικός πρωθυπουργός θα διατάξη, ποτε, να ριφθούν ατομικαί βόμβαι κατά της Ακροπόλεως και άλλων ιστορικών μνημείων της Ελλάδος.”………
“Κύριε πρεσβευτά, δεν θα ήθελα να σας δυσαρεστήσω, αλλά απατάσθε σοβαρώς. Εγώ, φυσικά, ως πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν θα διατάξω, απ’ευθείας όπως ριφθούν βόμβαι κατά της Ακροπόλεως, δεν θα διστάσω όμως να δώσω διαταγήν εις τους εις τους στρατιωτικούς μου όπως επιτεθούν κατά των βάσεων του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, αι οποίαι ευρίσκονται εις την Ελλάδα και φυσικά ούτοι δεν θα φεισθούν ούτε των ελαιώνων, ούτε της Ακροπόλεως και άλλων ιστορικών μνημείων της Ελλάδος.»
Η ατυχέστατη ως προς τη διατύπωσή της δήλωση του σοβιετικού ηγέτη ήταν προφανώς βούτυρο στο ψωμί της αντικομμουνιστικής υστερίας στη χώρα. Ο αστικός τύπος με προεξάρχουσα τη “Μακεδονία” της Θεσσαλονίκης, μετέφερε παραποιημένη τη δήλωση, παρουσιάζοντας την ΕΣΣΔ έτοιμη να πλήξει απευθείας με ατομικές βόμβες την Ακρόπολη. Ο τότε πρωθυπουργός της ΕΡΕ, Κωνσταντίνος Καραμανλής, από τις διακοπές του στα Καμένα Βούρλα, βρήκε μια χρυσή ευκαιρία για να συσπειρώσει το αντισοβιετικό του ακροατήριο:
« Ο πρωθυπουργός της ΕΣΣΔ κ Χρουστσόφ συνηθίζει να διατυπώνει κατά καιρούς απειλές κατά της Ελλάδος……… Εάν δια της αδικαιολογήτου αυτής σταυροφορίας επιδιώκει τον εκφοβισμόν του ελληνικού λαού και την ενθάρυνσιν της Άκρας Αριστεράς ……… Εν πάση περιπτώσει δύναται , όπως απέιλησε, να καταστρέψει την ακρόπολιν. Δεν δύναται όμως να καταστρέψει τα ιδεώδη τα οποία συμβολίζει ο Ιερός Βράχος και τα οποία είναι ιερώτερα από τους πυραύλους». Σε παρόμοιο μήκος κύματος, η εξίσου αντικομμουνιστική εξάλλου Ένωση Κέντρου, δια στόματος Γεωργίου Παπανδρέου υπερθεμάτισε σε αντισοβιετικό μένος, εμφανίζοντας τον ελληνικό λαό έτοιμο για πολεμική αναμέτρηση με την ΕΣΣΔ “το έθνος δοκιμάζει ευλόγως βαθυτάτην έκπληξιν από την αδικαιολόγητον επίθεσιν των ηγετών της Σοβιετικής Ένωσης….όταν όμως συμβή η ιστορική ώρα να επιβάλλη επιλογήν, ο Ελληνισμός κατά την μακραίωνη Ιστορία του έχει αποδείξει ότι θυσιάζει την ειρήνη χάριν της ελευθερίας, αλλά ουδέποτε την ελευθερίαν χάριν της ειρήνης. Και ούτη είναι η λάμψις του εις την Ιστορίαν”. Η εκμετάλλευση του θέματος από τα αστικά κόμματα κορυφώθηκε με τη διοργάνωση αντισοβιετικών διαδηλώσεων στην Αθήνα, αλλά και την κυκλοφορία γραμματοσήμων με θέμα την Ακρόπολη, με προφανή συμβολισμό. Στη συνέχεια οι τόνοι έπεσαν εκατέρωθεν, καθώς και η σοβιετική πλευρά είχε προχωρήσει σε ανασκευή των δήλωσεων, ενώ τον επόμενο χρόνο πραγματοποιήθηκε σε ενθουσιώδες κλίμα η επίσκεψη του πρώτου κοσμοναύτη στο διάστημα Γιούρι Γκαγκάριν στην Αθήνα.