Όταν ο εγκέλαδος συνάντησε τη δίψα για το κέρδος (Μέρος Β) – 20 χρόνια από τον μεγάλο σεισμό της Πάρνηθας –
Ακόμη και σήμερα σοκάρουν οι αποκαλύψεις του Ριζοσπάστη εκείνων των ημερών…
Δυο δεκαετίες συμπληρώθηκαν από τον μεγάλο σεισμό της Αττικής, στις 7 Σεπτέμβρη 1999, που άφησε πίσω του 143 νεκρούς, πολλούς τραυματίες, χιλιάδες άστεγους και ανυπολόγιστες καταστροφές. Αναδημοσιεύουμε από τον Ριζοσπάστη το Β’ Μέρος του αφιερώματος (δείτε το πρώτο μέρος εδώ), πώς κάλυψε τα γεγονότα, αλλά κυρίως οι αποκαλύψεις που έκανε η εφημερίδα και δημιούργησαν μεγάλη αίσθηση.
Οι εκβιασμοί της εργοδοσίας στους εργάτες να μπουν να δουλέψουν μέσα σε ακατάλληλα κτίρια με αυτοσχέδια υποστυλώματα. Η κοροϊδία της αποκατάστασης των σεισμόπληκτων. Οι αποκαλύψεις που σόκαραν για τη «Ρικομέξ», που έπρεπε να έχει κατεδαφιστεί από το 1993. Οι κινητοποιήσεις σωματείων, μαζικών φορέων για τα στοιχειώδη στους καταυλισμούς. Αρθρογραφία για το σημαντικό θέμα της αντισεισμικής θωράκισης.
Ο πραγματικός ένοχος για την έλλειψη αντισεισμικής προστασίας
Ο σεισμός στις 19 Ιούλη στην Αττική ξύπνησε μνήμες 20 χρόνια μετά τον ισχυρό καταστροφικό σεισμό από την Πάρνηθα και έφερε στο προσκήνιο για ακόμα μια φορά το ζήτημα της αντισεισμικής θωράκισης και προστασίας στη χώρα μας.
Οι εξελίξεις αυτές ανέδειξαν, για μια ακόμα φορά, τον πραγματικό χαρακτήρα του αστικού κράτους, ενός κράτους ο πραγματικός ρόλος του οποίου δεν είναι η προστασία του λαού και η κάλυψη των αναγκών του, αλλά η διασφάλιση της κυριαρχίας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Οι τραγικές ανεπάρκειες του κρατικού μηχανισμού και της Τοπικής Διοίκησης (δήμοι, Περιφέρειες) στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων από τον πρόσφατο σεισμό και τους μετασεισμούς που ακολούθησαν και έπληξαν κυρίως λαϊκές περιοχές του Λεκανοπεδίου (Χαϊδάρι, Περιστέρι, Φυλή, Κερατσίνι – Δραπετσώνα κ.λπ.), δεν είναι απότοκο της ελλιπούς οργάνωσης και της αναποτελεσματικότητας του κρατικού μηχανισμού, αλλά, αντίθετα, αντανακλούν την αποτελεσματικότητα του κράτους στην πραγματική αποστολή του. Το τι χρηματοδοτείται και τι όχι δεν είναι τυχαίο, αλλά προέρχεται απ’ τον χαρακτήρα και την αποστολή του κράτους.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
- –Τις ελλείψεις σε προσωπικό στη ΔΑΕΦΚ. Οι μηχανικοί της Διεύθυνσης Αποκατάστασης Επιπτώσεων από Φυσικές Καταστροφές (ΔΑΕΦΚ) είναι οι αρμόδιοι να κρίνουν την καταλληλότητα των κτιρίων. Μέχρι σήμερα, 40 μέρες μετά το σεισμό, υπολείπεται μεγάλος αριθμός αιτήσεων ταχείας αυτοψίας – πρωτοβάθμιου ελέγχου (περίπου το 50% των αιτήσεων σε πολλούς δήμους).
- –Τις ελλείψεις σε προσωπικό στην Πολιτική Προστασία στους δήμους και τις Περιφέρειες, που καθιστούν τα σχέδια αντιμετώπισης χαρτιά χωρίς ουσία.
- –Τις ελλείψεις σε μηχανικούς και εργατοτεχνικό προσωπικό στους δήμους για τις άμεσες επισκευές σχολείων, παιδικών σταθμών, αθλητικών κέντρων, ΚΑΠΗ κ.λπ.
Οι βλάβες που παρατηρήθηκαν από το σεισμό στις 19/7 στα κτίρια επικεντρώνονται κυρίως στον οργανισμό πλήρωσης (τοιχοποιίες). Βλάβες παρατηρήθηκαν και σε φέροντα στοιχεία κυρίως λόγω ελλιπούς συντήρησης των κατασκευών και προβλημάτων υγρασίας. Μπορεί οι βλάβες που παρατηρήθηκαν να καθιστούν μη κατοικήσιμα άμεσα τουλάχιστον το 16,5% των κτιρίων που ελέγχθηκαν (απ’ τις 16.500 αιτήσεις έχουν ελεγχθεί μόλις τα 8.000 κτίρια και απ’ αυτά 1.320 έχουν κριθεί μη κατοικήσιμα), όμως σε πολλά κτίρια που έχουν κριθεί κατάλληλα θα απαιτηθούν επισκευές, οι οποίες θα επιφέρουν πρόσθετη επιβάρυνση στα λαϊκά νοικοκυριά. Υπάρχει αγωνία στις λαϊκές οικογένειες για το πώς θα επισκευάσουν τα σπίτια τους και το διαπιστώνουν και οι μηχανικοί κατά τη διάρκεια των ελέγχων.
Επίσης, στην Αττική υπάρχουν μερικές χιλιάδες (πάνω από 1.000 μόνο στο δήμο της Αθήνας) παλιά εγκαταλειμμένα και ερειπωμένα κτίρια, που μετά και από αυτόν το σεισμό έχουν καταστεί πλέον πολύ επικίνδυνα. Επειδή οι ιδιοκτήτες είτε δεν βρίσκονται, είτε έχουν αδυναμία οικονομική ακόμη και να τα κατεδαφίσουν, παραμένουν έτσι μέχρι να πέσουν από μόνα τους μετά από κάποιο φυσικό φαινόμενο (σεισμό, έντονες βροχοπτώσεις) ενέχοντας πολλούς κινδύνους.
Τα αποσπασματικά μέτρα των αστικών κυβερνήσεων
Τα μέτρα που αναγκάζονται να πάρουν οι αστικές κυβερνήσεις μετά από ένα μεγάλο σεισμικό γεγονός, είναι αποσπασματικά και πρώτης ανάγκης που δεν συνιστούν μια ολοκληρωμένη πολιτική αντιμετώπισης και διαχείρισης των φυσικών καταστροφών προς όφελος των λαϊκών αναγκών.
Ορισμένα στοιχεία που επιβεβαιώνουν την παραπάνω διαπίστωση:
α) Η λειτουργία του ΟΑΣΠ (Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας), του αρμόδιου κρατικού φορέα για την αντισεισμική θωράκιση, γίνεται με ελάχιστα κονδύλια, που ίσα ίσα καλύπτουν τα λειτουργικά του έξοδα.
β) Στη ΔΑΕΦΚ έχει ανατεθεί η ευθύνη της αντιμετώπισης των ζημιών των κτιρίων από τους σεισμούς αλλά και από πλημμύρες και πυρκαγιές.
Το έργο της στο σεισμό βασικά συνίσταται στα εξής:
- –Στον έλεγχο των κτιρίων μετά το σεισμό ως προς την ασφάλειά τους να κατοικηθούν και την οριοθέτηση των περιοχών που επλήγησαν.
- –Στον καθορισμό των τιμολογίων και των προδιαγραφών με βάση τα οποία θα γίνει η επισκευή ή ανακατασκευή των κτιρίων.
- –Στην έγκριση των μελετών επισκευής και στη δανειοδότηση.
Είναι αδύνατο η ΔΑΕΦΚ, με τις μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό, να ανταποκριθεί άμεσα και αποτελεσματικά στα παραπάνω. Ο πρωτοβάθμιος μετασεισμικός έλεγχος για το σεισμό στις 19/7 δεν έχει ολοκληρωθεί και η οριοθέτηση των πληγεισών περιοχών ακόμη δεν έχει γίνει.
Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι οι υπηρεσίες αυτές ουσιαστικά μετά από έναν σεισμό, με τα τιμολόγια και τις τεχνικές οδηγίες που έχουν υιοθετήσει με Υπουργική Απόφαση, έρχονται να εγκρίνουν επισκευές σε κτίρια που έχουν πληγεί, που αντί να τα ενισχύουν και να τα θωρακίζουν, τα οδηγούν στην κατάσταση που ήταν προ του σεισμού, δηλαδή στην κατάσταση που βρίσκονταν όταν έπαθαν ζημιές.
γ) Ανάλογη είναι η κατάσταση που επικρατεί, με αυτή που αναφέραμε για τους παραπάνω φορείς, και στους άλλους εμπλεκόμενους με την αντισεισμική προστασία φορείς όπως ΕΜΑΚ, Γεωδυναμικό Ινστιτούτο, Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ), Αστεροσκοπείο Αθηνών, δήμοι, Περιφέρειες, Κτιριακές Υποδομές (ΚΤΥΠ) κ.λπ.
Οι αστικές κυβερνήσεις διαχρονικά, ενώ το 75% – 80% των κτιρίων της χώρας έχουν χτιστεί πριν το 1985 (δηλαδή με βάση παλιούς ή και καθόλου αντισεισμικούς κανονισμούς), αρνούνται στην πράξη να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα προσεισμικού ελέγχου και ενίσχυσης των κατασκευών αυτών όπου απαιτείται.
Μέχρι σήμερα, από το 1999 που εξαγγέλθηκε, πρωτοβάθμιοι ταχείς οπτικοί έλεγχοι στα πάνω από 85.000 δημόσια και κοινωφελούς χρήσης κτίρια έχουν γίνει μόνο σε ένα μικρό ποσοστό. Καμία πρόβλεψη και ενέργεια για ουσιαστικούς ελέγχους με μη καταστροφικές μεθόδους της ποιότητας των υλικών των κτιρίων και την προσεγγιστική αποτίμηση της σεισμικής τους ικανότητας με βάση αναλυτικότερους υπολογισμούς, ώστε για όσα κτίρια προκύψει σεισμική ανεπάρκεια να γίνουν αναλυτική αποτίμηση της σεισμικής τους ικανότητας και σύνταξη μελέτης αποκατάστασης – ενίσχυσης.
Δηλαδή, αυτό που μέχρι σήμερα έχει υλοποιηθεί είναι ένας πρώτος γρήγορος επιφανειακός έλεγχος σε ένα μικρό ποσοστό δημόσιων κτιρίων της χώρας (κυρίως σχολεία), χωρίς να γίνει κανένας ενδελεχής και ουσιαστικός έλεγχος.
Η ασάφεια της σεισμικής επάρκειας των δημόσιων κτιρίων γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν ληφθεί υπόψη η πλημμελής συντήρησή τους, αφού προβλήματα που εμφανίζονται στη διάρκεια ζωής και λειτουργίας των δημόσιων κτιρίων (π.χ. διάβρωση) δεν αντιμετωπίζονται άμεσα ή ποτέ, με αποτέλεσμα στα κτίρια αυτά να απομειώνεται η αντοχή τους.
Σοβαρές ευθύνες για τη μη εφαρμογή ουσιαστικών μέτρων αντισεισμικής θωράκισης έχουν και οι φορείς της Τοπικής Διοίκησης.
Οι φορείς αυτοί, αντί να διεκδικήσουν την υλοποίηση τέτοιων έργων και μέτρων που ενισχύουν την ασφάλεια και προστατεύουν τη ζωή των κατοίκων, κοιτάζουν μόνο πώς θα διαχειριστούν τα ελάχιστα κονδύλια των κρατικών επιχορηγήσεων και τα πολύ περισσότερα που προέρχονται από το ανηλεές χαράτσωμα των δημοτών σε έργα βιτρίνας ή σε άλλα που εξυπηρετούν μόνο την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Ούτε η πρόταση του ΤΕΕ αναδεικνύει την ανάγκη ουσιαστικού κρατικού ελέγχου των ιδιωτικών κτιρίων, μεταθέτοντας τις ευθύνες στη λαϊκή οικογένεια.
Ο πραγματικός αντίπαλος
Οι ευθύνες των αστικών κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, που ούτε καν εξαγγέλλουν τα απαραίτητα έργα και μέτρα αντισεισμικής θωράκισης και προστασίας ώστε να ελαχιστοποιηθούν και να αποφευχθούν οι τραγικές επιπτώσεις των σεισμών, είναι τεράστιες.
Πραγματικός αντίπαλος είναι τελικά η ίδια η αγορά. Η πολιτική που αντιμετωπίζει και την αντισεισμική προστασία ως εμπόρευμα και καθορίζει το επίπεδο προστασίας με βάση τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και όχι με γνώμονα τις ανάγκες και την ασφάλεια της λαϊκής οικογένειας.
Η εμπορευματοποίηση της γης και των κατασκευών, οι χρήσεις γης με κριτήριο το κέρδος, οδηγούν σε φτηνές κατασκευές που δεν καλύπτουν τις ανάγκες, σε άναρχη δόμηση, μεγάλες οικιστικές πυκνότητες, εντατική χρήση της γης, στην έλλειψη προγραμμάτων λαϊκής στέγης. Το αστικό κράτος, και η αποστολή του, συστηματικά υποστελεχώνει και υποχρηματοδοτεί δομές προστασίας και διαχείρισης κινδύνων για να χρηματοδοτεί την καπιταλιστική ανάπτυξη, τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Η αντισεισμική προστασία και θωράκιση απαιτεί έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό, που να προωθεί ισόρροπα, αφενός δομικού χαρακτήρα, μακροπρόθεσμα μέτρα για την πρόληψη των σεισμικών επιπτώσεων και προστασία των κατασκευών απ’ αυτά και αφετέρου μέτρα άμεσης απόδοσης για την καλύτερη αντιμετώπιση της κατάστασης μετά από έναν καταστροφικό σεισμό.
Τον σχεδιασμό αυτόν μπορεί να υλοποιήσει μόνο η κοινωνική κρατική ιδιοκτησία του συνόλου των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, που θα κατανέμει σχεδιασμένα την κρατική χρηματοδότηση και το εργατικό δυναμικό, θα προγραμματίζει την υλοποίηση των έργων σύμφωνα με τις επείγουσες ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων (π.χ. αντισεισμική θωράκιση, αντιπλημμυρική και αντιπυρική προστασία), θα καλύπτει το σύνολο των φάσεων των δημόσιων έργων, στο πλαίσιο του κεντρικού σχεδιασμού της λαϊκής οικονομίας και θα εξασφαλίζει τις συνδυασμένες λαϊκές ανάγκες για κατοικία.
Η κοινωνική κρατική ιδιοκτησία μπορεί να περιορίσει δρστικά ζημιές και θύματα, και τις τεράστιες δαπάνες που έχουμε ως χώρα για την αποκατάσταση – και αυτή μίζερη, αποσπασματική και ελάχιστη – των καταστροφών από σεισμούς. Τα σημερινά επίπεδα της τεχνολογίας και της τεχνικής επιτρέπουν ένα ανώτερο επίπεδο κάλυψης των προβλημάτων του λαού. Μονόδρομος για τους εργαζόμενους είναι να οργανώσουν την πάλη τους για τον ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης της εργατικής εξουσίας. Αυτήν την πάλη οργανώνουμε από σήμερα, αναδεικνύοντας πως μόνο αυτή η ριζικά διαφορετική πολιτική μπορεί να οδηγήσει στη συνδυασμένη ικανοποίηση του συνόλου των λαϊκών αναγκών και να ικανοποιήσει το σύνολο των αιτημάτων των εργαζομένων.
Δημήτρης ΚΟΥΤΖΗΣ
Πολιτικός Μηχανικός – Εκπρόσωπος της «Πανεπιστημονικής» στη ΔΕ του ΤΕΕ
***
Δεν υπήρξε ποτέ πραγματική και πλήρης αποκατάσταση…
Στο πρώτο μέρος του αφιερώματος, την προηγούμενη Κυριακή, παρουσιάσαμε πλευρές από την προσπάθεια οργάνωσης της πάλης και της αλληλεγγύης στα χαλάσματα και στους τόπους δουλειάς μετά την 7η Σεπτέμβρη του 1999. Από τις πρωτοβουλίες που πήρε το ΠΑΜΕ, όπως με το μεγάλο συλλαλητήριο στο κέντρο της Αθήνας, διεκδικώντας την πλήρη αποκατάσταση των σεισμόπληκτων, μέχρι τη δραστηριότητα των Επιτροπών Αγώνα που στήθηκαν στις ισοπεδωμένες συνοικίες του Μενιδίου, των Α. Λιοσίων και άλλων περιοχών της Δυτικής Αθήνας.
Παρόμοια ήταν η κατάσταση και σε συνοικίες της Βόρειας – Βορειοδυτικής Αθήνας: Πολυκατοικίες γκρεμισμένες, όπως στην οδό Πίνδου στη Ν. Φιλαδέλφεια, όπου έχασαν τη ζωή τους 7 άτομα, με το σεισμό να αποκαλύπτει μέχρι και κολόνες χωρίς σίδερα, εικόνες φρίκης στη Μεταμόρφωση με πολυώροφα κτίρια να αποδεικνύονται χάρτινα, με τις εργατικές κατοικίες να χαρακτηρίζονται «κόκκινες», αφήνοντας στο δρόμο εκατοντάδες λαϊκά νοικοκυριά. Αντίστοιχα και στην Κάτω Κηφισιά, με δεκάδες σπίτια να παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα, ειδικά στις εργατικές κατοικίες.
«Αν δεν υπήρχε η οργάνωση της πάλης και της διεκδίκησης, δεν θα είχαν ληφθεί ούτε τα παραμικρά μέτρα ανακούφισης για τους σεισμόπληκτους», σημειώνει ο Κώστας Μαρκέτης, πολιτικός μηχανικός, που τότε ήταν δημοτικός σύμβουλος Μεταμόρφωσης, με τον συνδυασμό του ΚΚΕ. Θυμάται τις μεγάλες κινητοποιήσεις, τον πρωτοφανή συντονισμό μαζικών φορέων της περιοχής, ανεξάρτητα αν μέλη είχαν σεισμόπληκτους ή όχι. Κινητοποιήσεις είχαν οργανωθεί στο δημαρχείο, στο ΥΠΕΧΩΔΕ (υπουργείο Περιβάλλοντος), ενώ παρέμβαση είχε γίνει ακόμα και στην έδρα της ΕΕ στις Βρυξέλλες, με την Επιτροπή να απαντά ότι οι δαπάνες αποζημιώσεων είναι «μη επιλέξιμες»…
Ο Κ. Μαρκέτης στέκεται στον αγώνα για να ανακατασκευαστούν οι 8ώροφες εργατικές πολυκατοικίες, τονίζοντας ότι χρειάστηκε να ασκηθεί πολύ μεγάλη πίεση για να χαρακτηριστούν κατεδαφιστέες. Κι αυτά μαζί με την οργάνωση της αλληλεγγύης στους πληγέντες, όπως στον καταυλισμό της πόλης, ο οποίος μόνο προσωρινός δεν ήταν, αφού κόσμος έμεινε εκεί για σχεδόν δέκα χρόνια! Ακόμα κι εκεί, μόνο μετά από διεκδίκηση φτιάχτηκαν οι στοιχειώδεις υποδομές, εγκαταστάθηκε ύδρευση, εξασφαλίστηκαν συνθήκες υγιεινής κ.λπ. «Παράλληλα, οργανώσαμε ημερίδες με θέμα την αντισεισμική θωράκιση, για να αναδείξουμε τις αιτίες της μεγάλης καταστροφής αλλά και τι πρέπει να γίνει», αναφέρει ο Κ. Μαρκέτης. Στην ημερήσια διάταξη των μαζικών φορέων ήταν οι παρεμβάσεις στα γραφεία των αποζημιώσεων, η επίβλεψη για το πώς προχωρούν οι διαδικασίες των αιτήσεων, ακόμα και η «επόπτευση» χώρων δουλειάς για να μη θρηνήσει ο λαός άλλα θύματα.
Εξαρχής, κεντρικό αίτημα των φορέων από την τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ήταν να αναλάβει εξολοκλήρου το κράτος την αποκατάσταση, να μη στέλνουν τους σεισμόπληκτους στα νύχια τραπεζών και κατασκευαστικών εταιρειών, αίτημα που δεν ικανοποιήθηκε. Το αποτέλεσμα είναι ακόμα και σήμερα να υπάρχουν 100 οικογένειες στη Μεταμόρφωση, που και χρεωμένες είναι και δεν έχουν παραλάβει τα σπίτια τους, αφού κατασκευαστικές εταιρείες στο μεταξύ έκλεισαν, αφήνοντας τον κόσμο ξεκρέμαστο…
Οσο για το τι έχει αλλάξει; Λίγα πράγματα. Ο Κ. Μαρκέτης σημειώνει την ανάγκη να περιφρουρηθούν οι υπάρχοντες και να δημιουργηθούν νέοι ελεύθεροι υπαίθριοι χώροι, αναγκαίοι για τη συγκέντρωση του πληθυσμού σε έκτακτες καταστάσεις, όπως του 1999. Επισημαίνει ότι σήμερα, 20 χρόνια μετά και ακόμα δεν έχουν προχωρήσει οι αναγκαίοι έλεγχοι, ειδικά στα δημόσια κτίρια, ενώ είναι πολλά τα κτίρια όπου οι επισκευές έγιναν «άρπα κόλλα», πολυκατοικίες που έχουν χάσει την αντοχή τους, παρόλο που χαρακτηρίστηκαν επισκευασμένες.
Ο Πλάτωνας Καραντάνης, κάτοικος της επίσης χτυπημένης Ν. Φιλαδέλφειας, αναφέρει ότι από την πρώτη στιγμή στήθηκαν πρόχειροι καταυλισμοί από τους ίδιους τους κατοίκους χωρίς την παραμικρή μέριμνα του κράτους, όπως στη νησίδα παράλληλα της Δεκελείας, μέσα στο Αλσος κ.α.
«Διεκδικούσαμε μέτρα μπροστά στο χειμώνα, προσπαθήσαμε να συντονιστούμε με σωματεία, όπως τα παραρτήματα των Οικοδόμων και των Κλωστοϋφαντουργών, κάναμε κοινές κινητοποιήσεις», αναφέρει ο Πλ. Καραντάνης. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες στήθηκε η Επιτροπή Αγώνα, που μετατράπηκε σε Σύλλογο Σεισμοπλήκτων, παράλληλα με τις προσπάθειες συντονισμού με τις αντίστοιχες Επιτροπές Αγώνα από τις δυτικές συνοικίες. Τα αιτήματα περιλάμβαναν και διεκδικήσεις για τους χώρους δουλειάς, για να προστατεύονται οι εργαζόμενοι από την εργοδοτική αυθαιρεσία. Ο Πλ. Καραντάνης θυμάται επίσης την αντίδραση της κυβέρνησης στις πιέσεις των κατοίκων: Ακόμα και τραμπούκους επιστράτευε όπως σε κινητοποιήσεις όταν έρχονταν υπουργοί του ΠΑΣΟΚ στην περιοχή, για να καταστέλλουν, να μην αφήνουν τους σεισμόπληκτους να εκφράζουν τις δίκαιες διαμαρτυρίες τους.
Στην περιοχή της Ν. Φιλαδέλφειας ήταν και το γήπεδο της ΑΕΚ, που με τον σεισμό υπέστη σοβαρές ζημιές, και ο Πλ. Καραντάνης σημειώνει ότι από την πρώτη στιγμή ήταν στα αιτήματα η ανακατασκευή του με εξασφάλιση ελεύθερης πρόσβασης για τον λαό της περιοχής, κάτι που τελικά δεν έχει εξασφαλιστεί με την παραχώρηση στην εταιρεία.
«Δεν υπήρξε ποτέ πραγματική και πλήρης αποκατάσταση των πληγέντων. Από τη μια, οι ενισχύσεις με μπαλώματα στα ισόγεια πολυκατοικιών και η επισκευή σε πατώματα που είχαν πάθει καθίζηση ακόμα και σήμερα προκαλούν ανησυχία σε λαϊκά νοικοκυριά… Από την άλλη, ακόμα και εκεί που ανακατασκευάστηκαν οι πολυκατοικίες, οι σεισμόπληκτοι σύρθηκαν στο δανεισμό…».
***
Εκδηλώσεις στις σεισμόπληκτες περιοχές πραγματοποιεί η ΚΟ Αττικής με αφορμή τα 20 χρόνια από το σεισμό
Εκδηλώσεις με τίτλο «20 χρόνια από το σεισμό της Πάρνηθας. Επίκαιρα και αναγκαία τα μέτρα αντισεισμικής θωράκισης και προστασίας» διοργανώνουν Κομματικές Οργανώσεις του ΚΚΕ στην Αττική.
Πιο συγκεκριμένα:
Στα Ανω Λιόσια, το Σάββατο 7 Σεπτέμβρη, στις 7 μ.μ., στην κεντρική πλατεία, μπροστά στο μνημείο θυμάτων του σεισμού του 1999. Θα μιλήσει ο Κύριλλος Παπασταύρου, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.
Στο Μενίδι, την Κυριακή 8 Σεπτέμβρη, στις 7 μ.μ., στην πλατεία Αγίας Τριάδας. Θα μιλήσει ο Γιάννης Πρωτούλης, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.
Στη Μεταμόρφωση, την Τρίτη 10 Σεπτέμβρη, στις 7.30 μ.μ., στο Συνεδριακό Κέντρο (Δηλαβέρη). Θα μιλήσει ο Κύριλλος Παπασταύρου.
Σε ανακοίνωσή της, η ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ για την τραγική επέτειο του σεισμού της Πάρνηθας σημειώνει: «Αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά, με τραγικό δυστυχώς τρόπο, ο πραγματικός χαρακτήρας του αστικού κράτους. Μέσα σε αυτό η αντισεισμική προστασία, συνολικά η πολιτική προστασία για το λαό, με βάση και τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν αποτελούν προτεραιότητα, για να εξασφαλίζονται εκατομμύρια στο κεφάλαιο και όχι για έργα που υπηρετούν τις λαϊκές ανάγκες. Τα έργα, δημόσια και ιδιωτικά, γίνονταν και συνεχίζουν να γίνονται με κριτήριο το κέρδος. Προκειμένου να διασφαλιστεί αυτό, η λαϊκή ανάγκη για την προστασία από το σεισμό ήταν και παραμένει ανεκπλήρωτη. Τα έργα που χρειάζονται θεωρούνται κόστος και γι’ αυτό δεν είναι “επιλέξιμα”. Οι χρήσεις γης καθορίζονται με κριτήριο το κέρδος που “τρώει” τους ελεύθερους χώρους, χωροθετεί ανεξέλεγκτα βιομηχανικές μονάδες δίπλα σε σπίτια, δεν προβλέπει στοιχειωδώς χώρους συνάθροισης του λαού σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, ακόμα και ασφαλούς διαφυγής και εκκένωσης όπως είδαμε με αφορμή το Μάτι».
Η ΚΟ Αττικής τονίζει ότι σήμερα, 20 χρόνια μετά, παραμένουν οι ανεπάρκειες του κράτους σε μέτρα αντισεισμικής θωράκισης. «Στα ίδια ακριβώς πλαίσια, η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης περί κόστους – οφέλους καθορίζει την προστασία της ζωής του λαού. Θεωρείται προτιμότερο να δοθούν αποζημιώσεις σε εργατικές – λαϊκές συνοικίες, ακόμα και εάν χαθούν ανθρώπινες ζωές, από το να δημιουργηθούν υποδομές για να αποφευχθούν καταστροφές», αναφέρεται και σημειώνεται ότι οι ανεπάρκειες φάνηκαν για μια ακόμα φορά στο σεισμό της 19ης Ιούλη στην Αττική.
«Ο καπιταλισμός μετατρέπει τις λαϊκές ανάγκες σε ατομική υπόθεση και προσπαθεί να βγάλει και από τη μύγα ξίγκι, για τα συμφέροντα των λίγων», τονίζει η ανακοίνωση και συνεχίζει:
«Η προστασία και η ασφαλής στέγαση του πληθυσμού μπορεί να εξασφαλισθεί με βάση το κατακτημένο επίπεδο της επιστήμης και της τεχνικής, αλλά απαιτείται ένας ριζικά διαφορετικός δρόμος οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, που θα έχει στο επίκεντρο τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Αυτός ο δρόμος, που είναι ο μοναδικός προς όφελος του λαού, μπορεί να ανοίξει με την ισχυροποίηση του ΚΚΕ και την οικοδόμηση μιας ισχυρής κοινωνικής συμμαχίας εργατών, αυτοαπασχολούμενων, με τη συμμετοχή γυναικών και νεολαίας, δυναμώνοντας την πάλη για όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, βάζοντας στο στόχαστρο το σάπιο εκμεταλλευτικό σύστημα».
Η Οργάνωση του Κόμματος καλεί την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της Αττικής να οργανώσουν την πάλη τους και να απαιτήσουν:
— Να ληφθούν μέτρα προσεισμικού ελέγχου και προστασίας για τα δημόσια κτίρια και τους χώρους συγκέντρωσης πολλών ανθρώπων (εργασιακοί χώροι, νοσοκομεία, εκπαιδευτικά ιδρύματα, φροντιστήρια, χώροι συγκέντρωσης και διασκέδασης της νεολαίας κ.τ.λ.).
— Να διασφαλίζεται ουσιαστικός και συνεχής έλεγχος της στατικής επάρκειας και ασφάλειας σε περίπτωση σεισμού όλων των κτιρίων, ταυτόχρονα με άμεση και ουσιαστική στήριξη και αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων.
— Να υπάρξει προσανατολισμός των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους στον έλεγχο της εργοδοτικής ευθύνης για την ουσιαστική και συνδυασμένη εφαρμογή των κανονισμών για την εργασιακή και δημόσια ασφάλεια.
— Να εκπονηθεί ολοκληρωμένος σχεδιασμός αντιμετώπισης τεχνολογικών και φυσικών καταστροφών με εκπαίδευση και ενημέρωση του πληθυσμού, κρατική χρηματοδότηση για ανάπτυξη της έρευνας στον τομέα της αντισεισμικής προστασίας.
— Να γίνουν μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού στις υπηρεσίες που σχετίζονται με την Πολιτική Προστασία στην Τοπική, Περιφερειακή και Κεντρική Διοίκηση.
— Την κάλυψη των συνδυασμένων λαϊκών αναγκών για ασφαλή, ποιοτική, φτηνή κατοικία που θα καλύπτει το σύνολο των σύγχρονων προδιαγραφών.
***
Οι τότε αποκαλύψεις του «Ριζοσπάστη» προκαλούν ρίγος ακόμα και 20 χρόνια μετά!
Ας δούμε πιο συγκεκριμένα, μέσα από τις σελίδες της εφημερίδας μας, ένα προς ένα, όλα όσα αποκαλύψαμε τότε.
– Μία μέρα μετά το σεισμό, στις 8 Σεπτέμβρη, γινόμαστε μάρτυρες μίας ανατριχιαστικής καταγγελίας που δημοσιοποιεί η Ομοσπονδία Οικοδόμων. Εργολάβος κατήγγειλε στον πρόεδρο της οργάνωσης ότι πιέστηκε, αν και ο ίδιος δεν ήθελε, να τελειώσει οπωσδήποτε μία μέρα μετά το σεισμό στις 8 Σεπτέμβρη, τα καλουπώματα για να ρίξει στις 9 Σεπτέμβρη την πλάκα σε σχολείο που κατασκευάζει ο ΟΣΚ!!! Η Ομοσπονδία Οικοδόμων καλεί τους αρμόδιους να κινηθούν άμεσα για να εντοπίσουν έγκαιρα και να προλάβουν μια τέτοια πιθανή ασύλληπτη εγκληματική ενέργεια.
– Στις 10 Σεπτέμβρη, δημοσιεύουμε ρεπορτάζ που αποκαλύπτει πως με απειλές και εκβιασμούς επιχειρούν ορισμένοι εργοδότες να αναγκάσουν τους εργαζόμενους να δουλέψουν σε επιχειρήσεις που έχουν υποστεί ζημιές μετά το σεισμό. Και πως οι έλεγχοι καταλληλότητας των κτιρίων βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν ξεκινήσει καν!
– Την ίδια μέρα, στις 10 Σεπτέμβρη, ο «Ριζοσπάστης» έχει ρεπορτάζ για την περίπτωση του εργοστασίου «ΕΛΣΑ» στον Πειραιά. Και αποκαλύπτει το εξής: Διαπιστώθηκε από ελέγχους ότι ακόμα δεν έχουν αποκατασταθεί οι ζημιές που προκλήθηκαν από το μεγάλο σεισμό που είχε γίνει το 1981! Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο αρνήθηκαν να μπουν για δουλειά, παρά την πίεση που ασκήθηκε από πλευράς εργοδοσίας. Μάλιστα, εργαζόμενοι διαπίστωσαν ότι στο εργοστάσιο υπήρχαν σε ένα χώρο αποθηκευμένα υποστυλώματα που έπρεπε να είχαν τοποθετηθεί από το μεγάλο σεισμό το 1981!
– 11 Σεπτέμβρη: Αναλυτικό ρεπορτάζ στο οποίο αναδεικνύεται πως υπάρχουν επιχειρήσεις που ενώ τα κτίρια στα οποία στεγάζονται έχουν εμφανή δείγματα επικινδυνότητας από το σεισμό, οι εργαζόμενοι εκβιάζονται να εισέλθουν στο χώρο εργασίας, χωρίς να έχει ελεγχθεί και διαπιστωθεί η καταλληλότητά τους. Δημοσιεύουμε και συγκεκριμένα ονόματα επιχειρήσεων, όπως: «ΕΛΚΟ ΒΑΓΙΩΝΗΣ», «Κωνσταντόπουλος» και «ΞΥΝΗΣ» (Πατησίων).
Το ίδιο το κείμενο, που φέρει υπογραφές εργατών, είναι εντελώς αποκαλυπτικό για το ποιοι πραγματικά το συνέταξαν. Γράφει: «Δήλωση εργαζομένου: Οι εργαζόμενοι που υπογράφουμε παρακάτω, υπάλληλοι /εργάτες της εταιρείας Κ. Χρόνης, δηλώνουμε ότι λάβαμε γνώσιν του περιεχομένου (προσθία όψις) του ανά χείρας εγγράφου, το οποίο αξιολογήσαμε και λάβαμε ελεύθερα την απόφαση να συνεχίσουμε εργαζόμενοι στον τόπο εργασίας εκάστου εν αναμονή άλλωστε των επισκευών που θα γίνουν. Μεταμόρφωση 13/9/1999».
Χαρακτηριστική των εκβιασμών που ασκούνται είναι ακόμα μια περίπτωση. Πρόκειται για την εταιρεία «Ντόμους», η οποία κατασκευάζει συστήματα ασφαλείας και κλειδαριές, όπου ο ιδιοκτήτης πιέζει τους εργαζόμενους να μπουν για δουλειά, ενώ το κτίριο έχει προβλήματα! Μάλιστα, ο ιδιοκτήτης προχωράει ακόμα παραπέρα. Αναγκάζει τους εργαζόμενους να σοβατίσουν το κτίριο!
Στη μακαρονοποιία «Κορόνα» οι εργαζόμενοι, κάτω από πίεση του εργοδότη, αναγκάστηκαν να δουλέψουν τη μέρα του σεισμού μέχρι τις 9.30 το βράδυ! Οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να δουλεύουν, παρότι στο εργοστάσιο έχουν τοποθετηθεί κορδέλες σε διάφορα σημεία, που έχουν υποστεί ζημιές!
– Στις 15 Σεπτέμβρη, ο «Ριζοσπάστης» φέρνει στη δημοσιότητα μία ακόμα περίπτωση εκβιασμού από εργοδότη. Στην οδό Τατοΐου 297, το εργοστάσιο «ΤΕΧΝΟΛΙΝ» είναι χαρακτηρισμένο ακατάλληλο, αλλά πέντε – έξι εργαζόμενοι είναι μέσα και δουλεύουν. Το εργοστάσιο αυτό είναι μόλις λίγα μέτρα πιο πέρα από το κατεστραμμένο εργοστάσιο της «ΡΙΚΟΜΕΞ», όπου τα συνεργεία συνεχίζουν το έργο ανάσυρσης των εγκλωβισμένων εργαζομένων. Γύρω στα 50 μέτρα πιο κάτω βρίσκεται η επιχείρηση αλλαντικών «ΔΕΡΒΟ» (Τατοΐου 300). Το κτίριο είναι χαρακτηρισμένο ακατάλληλο, αλλά και εδώ εργαζόμενοι δουλεύουν.
Ο τίτλος της εφημερίδας μας γράφει: «”Ομαδικοί τάφοι” για χιλιάδες εργαζόμενους είναι τα εργοστάσια κατά μήκος του Κηφισού, που λειτουργούν με την εγκληματική ανοχή των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ εδώ και πολλά χρόνια!»
Αποκαλύπτουμε έγγραφα που αποδεικνύουν ότι εργοστάσια που υπέστησαν σοβαρές ζημιές από το σεισμό των 5,9 Ρίχτερ, λειτουργούν εδώ και χρόνια χωρίς άδεια, ενώ πολλές επεκτάσεις των μονάδων έχουν γίνει παράνομα! Πολλά από αυτά τα κτίρια έχουν χαρακτηριστεί «κόκκινα» (ακατοίκητα)… Γεγονός που αποδεικνύει ότι ως εκ θαύματος γλίτωσαν εκατοντάδες ακόμα εργαζόμενοι!
Ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει την Εκθεση Αυτοψίας της Διεύθυνσης Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, σύμφωνα με την οποία η «ΡΙΚΟΜΕΞ» έπρεπε να έχει κατεδαφιστεί ως αυθαίρετο μέχρι τις 18 Δεκέμβρη 1993. Γράφει συγκεκριμένα: «Σήμερα την 8.12.1993 διενεργήσαμε αυτοψία στην παραπάνω οικοδομή (σ. σ. “ΡΙΚΟΜΕΞ”) και διαπιστώσαμε το εξής: Την κατασκευή αυθαιρέτων κτισμάτων στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου χωρίς άδεια, σε περιοχή εκτός σχεδίου καθ’ υπέρβαση της υπ’ αριθμ. 6022/79 αδείας (!!!). Υστερα από τα παραπάνω η οικοδομή αυτή πρέπει να κατεδαφιστεί μέσα σε 10 μέρες…».
Ο «Ριζοσπάστης» αποκαλύπτει πρωτόκολλα κατεδάφισης που εκδόθηκαν από την Πολεοδομία Αχαρνών πριν από μια δεκαετία σχεδόν (!) και δεν υλοποιήθηκαν! Αποκαλύπτουμε ακόμα μία αναφορά υπαλλήλων του δήμου Αχαρνών με ημερομηνία 31.3.1993, στην οποία διαπιστώνονται σωρεία παραβάσεων από βιομηχανίες, όπως, για παράδειγμα, μπαζώματα στον Κηφισό για να επεκταθούν οι εγκαταστάσεις! Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η αναφορά αυτή συντάχθηκε ύστερα από έλεγχο σε 13 βιομηχανίες και βιοτεχνίες της περιοχής και στον οποίο συμμετείχαν: Αστυνομικοί, εισαγγελείς, εκπρόσωποι οικολογικών οργανώσεων, υπάλληλοι του δήμου Μενιδίου, εκπρόσωποι της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής!Εκτός από τη «ΡΙΚΟΜΕΞ» υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις. Συγκεκριμένα:
- –Στις 11 Μάη 1991 υπάλληλοι της Πολεοδομίας Αχαρνών, μετά από αυτοψία στη βιομηχανία «SILO» επί της λεωφόρου Τατοΐου, διαπιστώνουν: «Επιχώσεις, μπαζώματα από υπολείμματα τσιμέντου παραπλεύρως της κοίτης του Κηφισού ποταμού εκτός σχεδίου και κατά παράβαση του νόμου 1337/85». Και ζητούν με την έκθεση αυτοψίας (Φ. 50/91) να κατεδαφιστεί εντός δέκα ημερών.
- –Στις 6 Ιούλη 1990 και πάλι υπάλληλοι της Πολεοδομίας Αχαρνών κάνουν αυτοψία στην «ΙΝΤΕΡΦΙΛ ΕΛΛΑΣ ΑΕ» στην οδό Τατοΐου 4 και διαπιστώνουν: «Επιχώσεις κατά μήκος του Κηφισού, κατασκευή τοιχίων εκ μπετόν αρμέ, σε εκτός σχεδίου περιοχή και χωρίς άδεια». Και αυτή θα έπρεπε να κατεδαφιστεί εντός 10 ημερών, σύμφωνα με την έκθεση αυτοψίας (Φ. 100/90).
- –Το 1993 και πάλι υπάλληλοι της Πολεοδομίας κάνουν έλεγχο σε εργοστάσιο μαρμάρων («Ψωφάκη ΑΕ») στην οδό Τατοΐου και Καραμανλή. Διαπιστώνουν: «Επιχώσεις με επίστρωση από μπετόν και κατασκευή δεξαμενών υπολειμμάτων μαρμάρων και κατασκευή μεταλλικού κουβουκλίου κατά παράβαση του νόμου 1337/85». Στην έκθεση αυτοψίας ζητούν να κατεδαφιστεί εντός 10 ημερών.
Η συγκάλυψη των παρανομιών των βιομηχάνων από την κυβέρνηση δεν έχει όριο! Στις 31.1.1993 αναφορά υπαλλήλων του δήμου Μενιδίου και συγκεκριμένα της Δημοτικής Αστυνομίας αναφέρει δεκάδες παρανομίες που καταγράφηκαν από αυτοψία σε βιομηχανίες και βιοτεχνίες κατά μήκος της λεωφόρου Τατοΐου.
– Στις 16 Σεπτέμβρη φέρνουμε στη δημοσιότητα σχετικές μελέτες που υπάρχουν εδώ και χρόνια και αποδεικνύουν πως στα νοσοκομεία της Αθήνας πρέπει να γίνουν έργα που ξεπερνούν σε κόστος το 1 δισ. δραχμές, τότε. Αυτά τα έργα δεν γίνονται γιατί η κυβέρνηση δεν δίνει τα απαραίτητα χρήματα και αρκείται στο να κατηγορεί την τότε Νομαρχία ότι δεν κάνει τους αναγκαίους ελέγχους στις οικοδομές που ανεγείρονται. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι με το σεισμό της 7.9.1999 μεγάλες ζημιές υπέστησαν το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο και τα δύο κτίρια του Αντικαρκινικού Νοσοκομείου «Αγιοι Ανάργυροι». Επίσης υπήρξαν σοβαρά προβλήματα στο Εθνικό Ιδρυμα Αποκατάστασης Αναπήρων.
– Στις 7 Δεκέμβρη 1999, 4 μήνες μετά το σεισμό, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει στοιχεία που αναδεικνύουν ότι οι κυβερνητικοί αρμόδιοι μιλούν για επιτυχία, ενώ ακόμη και τα στοιχεία που δίνουν οι ίδιοι φανερώνουν με περισσή ευγλωττία τη χαοτική απόσταση μεταξύ λόγων και έργων. Συγκεκριμένα: Μέχρι τις 20 Δεκέμβρη 1999, υπήρχαν ακόμη σκηνές στο Μενίδι και σε άλλες σεισμόπληκτες περιοχές, παρά την εξαγγελία του ίδιου του πρωθυπουργού ότι «σε οχτώ βδομάδες δεν θα μένει κανείς σε σκηνή». Η κυβέρνηση είχε επίσης εξαγγείλει ότι μέχρι τις 20 Δεκέμβρη θα είχαν διανεμηθεί 7.500 λυόμενα για την προσωρινή στέγαση των σεισμοπαθών. Σύμφωνα με τα επίσημα όμως στοιχεία, μέχρι τις 22 Δεκέμβρη είχαν στηθεί 5.434 λυόμενα και 600 τροχόσπιτα σε 35 οικισμούς, ενώ ουδείς ακόμη γνωρίζει πόσα από αυτά έχουν διανεμηθεί στους σεισμόπληκτους. Η ίδια ακριβώς εικόνα παρατηρείται και στη χορήγηση του επιδόματος ενοικίου ή συγκατοίκησης, αφού μέχρι τις 22 Δεκέμβρη είχαν υποβληθεί 24.312 αιτήσεις από αντίστοιχες οικογένειες, και είχαν πληρωθεί μόνο 2,5 δισ. δρχ., ποσό που αντιστοιχεί σε 9.930 δικαιούχους.
– Στις 10 Δεκέμβρη 1999 έρχεται στο φως η εκτίμηση μηχανικών που έχουν ήδη ασχοληθεί με τις αναγκαίες μελέτες για συγκεκριμένα σπίτια. Και αναφέρουν ότι το ποσό του δανείου, μαζί με την κρατική αρωγή, φτάνει μόλις στο 50% του πραγματικού προϋπολογισμού. Βέβαια, ούτε λόγος να γίνεται για την ενίσχυση αυτών των κτιρίων, έτσι ώστε όχι μόνο να επανέλθουν στην προ του σεισμού κατάσταση, αλλά να μπορούν να αντέξουν σεισμούς ανάλογους ή και μεγαλύτερους αυτού της 7ης Σεπτέμβρη.
– Στις 23 Δεκέμβρη 1999, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει αποκαλυπτικό ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο: Μελέτη που έγινε κατόπιν παραγγελίας του ΥΠΕΧΩΔΕ κρίνει πως τα εδάφη της Δυτικής Αττικής, που δέχτηκαν το κυριότερο πλήγμα από το σεισμό της 7ης Σεπτέμβρη, κρίνονται απολύτως κατάλληλα για δόμηση! Μοναδική εξαίρεση οι περιοχές που βρίσκονται εντός ή πλησίον της κοίτης του Κηφισού ποταμού και των κυρίων ρεμάτων, για τις οποίες η αντισεισμική δόμηση απαιτεί ειδικές μελέτες και κατάλληλα μέτρα αντισεισμικής προστασίας του εδάφους και των κτιρίων.
Το πιο εντυπωσιακό συμπέρασμα βέβαια που προκύπτει από τη μελέτη είναι ότι κρίνονται κατάλληλα για δόμηση ακόμη και τα εδάφη που βρίσκονται πάνω στο ρήγμα του σεισμού της 7ης Σεπτέμβρη, αλλά και πάνω σε άλλα χαρακτηριζόμενα ως ανενεργά ρήγματα στην Αττική!
***
Σαν να ήταν χτες…
Αν και ο σεισμός αυτός δεν ήταν από τους μεγαλύτερους που έχουν σημειωθεί στην Ελλάδα, είχε αυτές τις τραγικές συνέπειες, αποδεικνύοντας ότι δεν είναι τόσο πολύ το μέγεθος του σεισμού, όσο η εγγύτητα της εστίας του σε κατοικημένη περιοχή που καθορίζει την καταστρεπτικότητά του. Αν ο ίδιος σεισμός ήταν μερικά χιλιόμετρα μακριά από κατοικημένη περιοχή, π.χ. στη θάλασσα, δεν θα είχε τις συνέπειες αυτές.
Ομως το πού και πότε θα γίνει ένας σεισμός δεν είναι κάτι που το ελέγχει ο άνθρωπος, ενώ, αντίθετα, από τον άνθρωπο εξαρτώνται τόσο η ποιότητα των κατασκευών, η λήψη μέτρων πρόληψης, ετοιμότητας του λαού, για την ελαχιστοποίηση του σεισμικού κινδύνου, όσο η πλήρης και γρήγορη αποζημίωση των πληγέντων και η αποκατάσταση των ζημιών. Οι συνέπειές του, αλλά και οι συνέπειες και άλλων σεισμών, όπως στη Λέσβο και την Κω, αλλά και οι πλημμύρες στη Μάνδρα και η πυρκαγιά στο Μάτι, με τις εκατόμβες των θυμάτων, ανέδειξαν με τον πλέον δραματικό τρόπο τις συνέπειες από τον δρόμο ανάπτυξης και παραγωγής που ακολουθείται στη χώρα, στην ΕΕ, αλλά και σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, που θυσιάζει στο βωμό του κέρδους ακόμα και την ανθρώπινη ζωή. Η «ανάπτυξη» αυτή θεωρεί ότι «το κόστος για τις αποζημιώσεις είναι κατά πολύ μικρότερο από το κόστος για την κατασκευή π.χ. αντιπλημμυρικών έργων» και κυνικά ομολογεί ότι «η δικαιοσύνη δεν είναι μέρος της ανάλυσης κόστους – οφέλους» (βλέπε «Οδηγός ανάλυσης Κόστους – Οφέλους» που χρηματοδοτείται από τη Γενική Διεύθυνση Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας της ΕΕ).
Η έλλειψη μέτρων αντισεισμικής προστασίας, ειδικά στους επαγγελματικούς χώρους, όπου συγκεντρώνονται πολλοί εργαζόμενοι, φάνηκε καθαρά στο σεισμό της Αθήνας, αφού από τους 143 νεκρούς οι 47, δηλαδή το 1/3, ήταν στα εργοστάσια της «Ρικομέξ» (39) και της «Φαράν» (8), όπως επίσης στα κτίρια που κρίθηκαν κατεδαφιστέα η σχέση επαγγελματικών χώρων προς κατοικίες ήταν 1:1,3, ενώ η φυσική τους σχέση είναι 1:10.
Επίσης, το μέγεθος της καταστροφής ήταν πολύ μεγαλύτερο στους σχετικά φτωχότερους δήμους όπως Μενίδι, Ανω Λιόσια, Νέα Φιλαδέλφεια, Πετρούπολη, Περιστέρι, Μεταμόρφωση, Ελευσίνα κ.λπ., με κατασκευές είτε άναρχες, είτε όχι ιδιαίτερα γερές, ενώ στους πλουσιότερους δήμους, όπως Κηφισιά και Εκάλη, οι ζημιές ήταν πολύ λιγότερες έως ανύπαρκτες.
Ετσι αναδεικνύεται για άλλη μια φορά ότι οι επιπτώσεις από το σεισμό έχουν ταξικό πρόσημο, όπως και οι άλλες φυσικές καταστροφές, και πλήττουν τις οικονομικά, κοινωνικά και οικιστικά υποβαθμισμένες περιοχές.
Σε ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα όπου τα πάντα περνούν μέσα από τον παραμορφωτικό φακό και την προκρούστεια κλίνη του κέρδους, δαπάνες για την αντισεισμική, αλλά και για την αντιπλημμυρική και αντιπυρική θωράκιση δεν είναι επιλέξιμες γιατί δεν φέρνουν γρήγορα και μεγάλα κέρδη. Αυτό γίνεται ακόμα πιο έντονο σε περιόδους κρίσης.
Ας θυμηθούμε ότι το 1999, που η Ελλάδα ζούσε τις μέρες της «φούσκας» του Χρηματιστηρίου, με επικεφαλής τις κατασκευαστικές εταιρείες και την προσδοκία «για καλές δουλειές για να ξαναχτίσουν όσα γκρεμίστηκαν», το ράλι της Σοφοκλέους συνεχίστηκε.
Αν και το 2001 αποφασίστηκε να γίνει ένας ταχύς οπτικός έλεγχος στα περίπου 90.000 δημόσια κτίρια, μέχρι σήμερα το 85% από αυτά παραμένει ανέλεγκτο. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι σε αυτά που έγινε αυτός ο έλεγχος, βρέθηκε ότι κοντά στο 30% έχριζε ανάγκης άμεσων παρεμβάσεων, που μόνο σε ελάχιστα απ’ αυτά έχουν γίνει.
Παρόλο που το πρωτογενές κόστος ξεπέρασε τα 600 εκατ. ευρώ, υπάρχουν ακόμα τα κοντέινερ, οι περισσότερες επισκευές έγιναν με αδιαφάνεια και στο «άρπα – κόλλα», και ως εκ τούτου με πάρα πολύ μικρή αποδοτικότητα, ακριβώς επειδή έλειψαν ο κεντρικός σχεδιασμός και ο συντονισμός. Ολα αυτά στο όνομα του «μικρού κράτους», της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, της ανταγωνιστικότητας και του ευρωμονόδρομου.
Αυτό όμως είναι το πρωτογενές κόστος. Δεν υπολογίζουμε τον κόσμο που χάθηκε ή υπέστη σοβαρούς σωματικούς και ψυχολογικούς τραυματισμούς, που για πολλά χρόνια ή και ισόβια δεν μπορεί να ξεπεράσει, τον κόσμο που έμεινε άνεργος επειδή έχασε την επαγγελματική του στέγη και τα μέσα παραγωγής της δουλειάς του, είτε διότι έκλεισε η επιχείρηση ή μεταφέρθηκε ή βρήκε ευκαιρία ο εργοδότης μέσα από διάφορα παραθυράκια του νόμου να πετάξει στο δρόμο τους εργαζόμενους χωρίς αποζημίωση. Το πραγματικό κόστος εκτιμάται ότι είναι περί τα 5 – 6 δισ. ευρώ.
Με δεδομένο ότι ακριβής πρόγνωση σεισμού σήμερα δεν είναι δυνατή, ότι οι όποιες στατιστικές εκτιμήσεις εμπεριέχουν το στοιχείο της αβεβαιότητας, και τόσο ο σεισμός των Γρεβενών – Κοζάνης όσο και ο σεισμός της Αθήνας με δραματικό τρόπο κατέδειξαν ότι δεν υπάρχει περιοχή του ελληνικού χώρου που να μπορεί να θεωρηθεί ασεισμική, καμιά περιοχή του ελληνικού χώρου δεν μπορεί να εξαιρεθεί από τη λήψη μέτρων ελαχιστοποίησης του σεισμικού κινδύνου.
Στόχος μιας φιλολαϊκής αντισεισμικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η λήψη όλων των μέτρων αντισεισμικής θωράκισης που η επιστήμη και η τεχνική παρέχουν στη δεδομένη ιστορική στιγμή σε κάθε κατοικημένο σημείο του ελληνικού χώρου, με την παραδοχή ότι ο επόμενος καταστρεπτικός σεισμός θα γίνει στο σημείο αυτό την επόμενη στιγμή. Μέτρα ετοιμότητας του λαού, προσεισμικοί έλεγχοι μεγάλων δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων (σχολεία, νοσοκομεία, εργοστάσια, χώροι διασκέδασης κ.λπ.) και αποκατάστασή τους, όπου αυτό χρειάζεται, ή αντικατάστασή τους από άλλα κτίρια με τις απαιτούμενες αντισεισμικές προδιαγραφές, όπου η αποκατάστασή τους δεν επαρκεί.
Οι επιστημονικά τεκμηριωμένες εκτιμήσεις για την εξέλιξη της σεισμικής δράσης θα πρέπει πάντα να παίρνονται υπόψη, μαζί με κοινωνικά κριτήρια, στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων και όχι στον αποκλεισμό περιοχών. Σε κάθε περίπτωση, η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στις οικονομικά, οικιστικά και κοινωνικά υποβαθμισμένες περιοχές.
Η βασική αρχή της αποκατάστασης θα πρέπει να είναι σε ένα ποσοστό 10% – 20% ενίσχυση και όχι η επαναφορά του κτίσματος στην προ του σεισμού κατάσταση. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι στόχος των στοιχειωδώς απαιτούμενων επεμβάσεων πρέπει να είναι η προστασία των δομημάτων έναντι κατάρρευσης.
Η αποκατάσταση να γίνεται με κρατική μέριμνα και στην περίπτωση που απαιτείται νέα κατασκευή, αυτή να γίνεται με βάση κάποια πρότυπα προσαρμοσμένα με τέτοιο τρόπο στις εδαφολογικές και οικιστικές συνθήκες της περιοχής, ώστε να παρέχουν τη μέγιστη δυνατή αντισεισμική ασφάλεια και καλαισθησία και να αναβαθμίζουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων.
Η αντισεισμική, αλλά και γενικότερα η θωράκιση από φυσικές καταστροφές, σημαίνει πλέγμα άμεσων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων, ενταγμένων σε έναν ολοκληρωμένο κεντρικό σχεδιασμό. Απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του λαού και μια πολιτική εξουσία και οικονομία που λειτουργούν με αποκλειστικό κριτήριο την κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Μια πολιτική εξουσία που θα αντιμετωπίζει τη γη και την κατοικία ως κοινωνικά αγαθά και όχι ως εμπορεύματα και θα προβλέπει ένα πρόγραμμα λαϊκής στέγης από έναν εθνικό δημόσιο φορέα κατασκευών που θα παρέχει καλαίσθητους και σεισμικά ασφαλείς χώρους κατοικίας, εργασίας, άθλησης, πολιτισμού και διασκέδασης στο λαό και τους εργαζόμενους.
Σεισμολόγος,Περιφερειακός σύμβουλος με τη «Λαϊκή Συσπείρωση» στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου