Ωτοκοπία

Ο Μερκάτης αποτελεί το κλασικότερο παράδειγμα προστατευτισμού και ευνοϊκής μεταχείρισης, που έδειχνε προνομιακά για τα χαϊδεμένα του παιδιά, τους δωσιλόγους, το Κράτος και τις περισσότερες φορές και η Δικαιοσύνη. Ελπίζω να μην έχετε την αυταπάτη ότι κάτι τέτοιοι τύποι σαν τον Μερκάτη και τον αστυνόμο τελικά «τιμωρούνται από το Θεό» και πάνε στην κόλαση…

Τον Ιανουάριο του 1943, το πλοίο «Città di Genova» (Πόλη της Τζένοβα), που χρησιμοποιήθηκε από την ιταλική φασιστική κυβέρνηση για στρατιωτικές αποστολές, ξεκίνησε από την Πάτρα για να μεταφέρει στην Ιταλία 158 έλληνες αιχμαλώτους πολέμου, με αποστολή να τους παραδώσει στις ιταλικές φασιστικές δυνάμεις στο Μπάρι. Ανάμεσά στους 158 υπήρχαν και 30 έλληνες έφεδροι αξιωματικοί που κατάγονταν από τη Ζάκυνθο. Το «Città di Genova», όμως, δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στον προορισμό του. Στις 13.15΄ της 21ης Ιανουαρίου 1943, καθώς έπλεε στην Ανδριατική, περίπου 25 μίλια δυτικά από το αλβανικό νησί Σάσων (αλβανικά: Sazan ή Sazanit), δέχτηκε δύο τορπίλες από το αγγλικό υποβρύχιο «Tigris» με αποτέλεσμα να βυθιστεί μέσα σε λίγα λεπτά και να χάσουν τη ζωή τους 173 άτομα, με πρώτους τους έλληνες αιχμαλώτους. [1]

Είναι περιττό να σημειώσω ότι για την αιχμαλωσία και το θάνατο των παραπάνω θυμάτων όπως και των άλλων Ελλήνων που υπήρξαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θύματα του ναζισμού και του φασισμού συνέβαλαν στο μέγιστο βαθμό οι έλληνες συνεργάτες των κατακτητών, με πρώτους εκείνους που ανήκαν στην άρχουσα τάξη. Μάλιστα, στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρήθηκε υπεύθυνος για την αιχμαλωσία και μεταγωγή στην Ιταλία των τριάντα εφέδρων αξιωματικών που πνίγηκαν στην Αδριατική, όταν βυθίστηκε το «Cittá di Genova» που τους μετέφερε, κάποιος ζακυνθινός αριστοκράτης, ο Φραγκίσκος (ή Κέκος) Μερκάτης.

Όπως αναφέρει ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας, ο γνωστός από τη δίκη για τη δολοφονία του Λαμπράκη, ο Μερκάτης κατείχε «στην ιεραρχία του Ζακυνθινού δωσιλογισμού την πρώτη θέση» [2]. Έτσι, όταν οι Ιταλοί αξιωματικοί προσθαλάσσωσαν κάποιο υδροπλάνο τους (1 Μαΐου 1941) στο λιμάνι της Ζακύνθου χωρίς να βρουν αντίσταση (στο νησί δεν υπήρχε από ημέρες καμιά στρατιωτική δύναμη), ο Μερκάτης ήταν από εκείνους που, μαζί μ’ έναν αστυνόμο και μια ομάδα χωροφυλάκων, πρόσφεραν πρώτοι τις υπηρεσίες τους στον ιταλικό φασισμό. Πιο συγκεκριμένα, ο αριστοκράτης μας ανέλαβε υπηρεσία ως νομικός και πολιτικός σύμβουλος της ιταλικής διοίκησης, ενώ ο αστυνόμος με τους χωροφύλακές του συνέλαβαν και παρέδωσαν δεμένους στους Ιταλούς (2 Μαΐου 1941) δυο Άγγλους που κρύβονταν στο νησί· κι από τότε χάθηκαν τα ίχνη τους.

Όταν τέλειωσε ο πόλεμος, τη δίωξη κατά του αστυνόμου και του Μερκάτη για τα εγκλήματα που διέπραξαν στη διάρκεια της φασιστικής κατοχής στη Ζάκυνθο ανέλαβε ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας. Για το λόγο αυτό, είναι μάλλον προτιμότερο να μεταφέρουμε κάποια αποσπάσματα από τις δικές του άμεσες μαρτυρίες:

«[Εναντίον του αστυνόμου] κινήθηκε ποινική δίωξη για παράβαση της 6 Συντακτικής Πράξεως περί δωσιλόγων, με την κατηγορία πως παρέδωσε συμμάχους στον εχθρό και ύστερα από πρότασή μου βγήκε σύμφωνο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, που τον παρέπεμπε να δικαστεί γι’ αυτή την πράξη στο Δικαστήριο Ζακύνθου. Ο παραπεμπόμενος αστυνόμος άσκησε έφεση κατά του βουλεύματος αυτού και το Συμβούλιο Εφετών Πατρών δέχτηκε την έφεση και τη σχετική πρόταση του Εισαγγελέως, που υποστήριξε, πως όλες οι κατηγορίες κατά του αστυνόμου είναι σκευωρίες κομμουνιστών και τον… απάλλαξε από την κατηγορία!!!». Τα τρία θαυμαστικά ανήκουν στον ίδιο τον Δελαπόρτα. Ακόμα και το ένα θαυμαστικό θα αρκούσε για «να υπογραμμίσει το απίστευτο» του λόγου για τον οποίο αθωώθηκε ο δωσίλογος αστυνόμος: «σκευωρίες κομμουνιστών!» [3]. Εδώ, όμως, η στίξη με τρία θαυμαστικά συνδηλώνει τη μεγάλη αφέλεια του Δελαπόρτα, που πίστευε πως θα καταδικαζόταν ο αστυνόμος. Η επόμενη αφέλειά του, σχετικά με την καταδίκη του Μερκάτη, ήταν ακόμα μεγαλύτερη.

Ο Φραγκίσκος (ή Κέκος) Μερκάτης, αμέσως μετά την απελευθέρωση, τρομοκρατημένος από την οργή του λαού της Ζακύνθου εναντίον του για τη συνεργασία του με τον εχθρό και για τα εγκλήματα που είχε διαπράξει στη διάρκεια της φασιστικής του θητείας, κατέφυγε ως «ασθενής» στο Νοσοκομείο της Ζακύνθου. Λάθος του. Τη νύχτα, κάποιος μπήκε στο νοσοκομείο και του έκοψε σύριζα τα δυο του αυτιά με ξυράφι. Κι ύστερα, τα πήρε μαζί του και χάθηκε μέσα στη νύχτα. Για την πράξη αυτή, όπως μας πληροφορεί ο Δελαπόρτας, «Δεν στάθηκε δυνατόν να διωχθεί κανένας για φυσικός ή ηθικός αυτουργός […] γιατί οι δράστες έμειναν άγνωστοι, κρυμμένοι ή προφυλαγμένοι μέσα στο γενικό μίσος που έτρεφε η Ζάκυνθος κατά του Μερκάτη και που κρατούσε τα στόματα κλειστά» [4]. Και πέρασαν τα χρόνια, και παραγράφηκε το «έγκλημα» του ακρωτηριασμού που άφησε άωτο τον Μερκάτη — πού να βρεθεί τότε κανένας φουστάνος και πώς να βρεθούν αυτιά για να του τα κολλήσει… (Πάντως, μετά από πολλά χρόνια, κι αφού είχε περάσει ο χρόνος της παραγραφής, κάποιος ψιθύρισε ότι τα δυο κομμένα αυτιά του Μερκάτη τα διατηρούσε βυθισμένα σ’ ένα βάζο με αντισηπτικά κάποιος φαρμακοποιός, του οποίου ο αδελφός ήταν μεταξύ των τριάντα ομήρων που πνίγηκαν στα νερά της Αδριατικής, τον Ιανουάριο του 1943. Αλλά δεν ήταν αυτός ο «φυσικός αυτουργός» της λαϊκής νέμεσης…)

Ο Φραγκίσκος Μερκάτης, μετά την απώλεια των αυτιών του, κατέφυγε για την επούλωση των οπών [5] στην Πάτρα, κι όταν ασκήθηκε εναντίον του δίωξη για τα εγκλήματά του, δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο Δωσιλόγων και καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο. Ήξερε καλά τι θα ακολουθούσε.

«Από δω και πέρα ο Μερκάτης αποτελεί το κλασικότερο παράδειγμα προστατευτισμού και ευνοϊκής μεταχείρισης, που έδειχνε προνομιακά για τα χαϊδεμένα του παιδιά, τους δωσιλόγους, το Κράτος και τις περισσότερες φορές και η Δικαιοσύνη. Πολύ υψηλά ιστάμενα πρόσωπα συντελέσανε, ώστε όχι μόνο να μην εκτελεσθεί η θανατική καταδίκη του Μερκάτη, αλλά να μην έμπει ούτε ώρα φυλακή, ούτε ως νοσηλευόμενος να μπει σε νοσοκομείο φυλακών ή άλλο υπό φρούρηση, ως κατάδικος. Του επιτρέψανε να μένει σε ιδιωτικό σπίτι [στην Πάτρα] αφρούρητος! Για να μην κάμει πολύ κακήν εντύπωση αυτό το μεγάλο σκάνδαλο, εβρήκανε μία φόρμουλα να εμφανίζεται ο Μερκάτης, πως βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση, δηλαδή πως είναι ετοιμοθάνατος και ελάχιστες μέρες, αν όχι ώρες, του μένουν να ζήσει. Τα περί κωματώδους καταστάσεως τα πιστοποιούσαν εγγράφως με πιστοποιητικά ή με ενόρκους βεβαιώσεις οι περισσότεροι και οι καλύτεροι γιατροί των Πατρών. […] Αυτά τα πιστοποιητικά […] η ανώτερη Δικαιοσύνη τ’ αποδέχονταν και τα υιοθετούσε, χωρίς να προκαλέσει μία εξέταση του Μερκάτη από ομάδα ανωτέρων στρατιωτικών γιατρών», γράφει ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας, κλείνοντας το φάκελο αυτής της υπόθεσης.[6]

Η κυβέρνηση άλλαξε το νόμο που δεν επέτρεπε να προσβάλει κανείς με ανακοπή τις αποφάσεις των Δικαστηρίων Δωσιλόγων κι έτσι ο καταδικασμένος σε θάνατο Μερκάτης άσκησε ανακοπή. Η δίκη ορίστηκε για τις 4 Απριλίου 1947, αλλά ούτε σ’ αυτή τη δίκη εμφανίστηκε, και απορρίφθηκε η ανακοπή του. Προφανώς, «ήξερε» τι θα συμβεί στη συνέχεια, αφού είχαν ήδη παρέμβει στην υπόθεσή του κάποια «πολύ υψηλά ιστάμενα πρόσωπα», όπως λέει ο εισαγγελέας, υπονοώντας τον τότε Υπουργό Δικαιοσύνης και τον Γενικό Επίτροπο Δωσιλόγων και Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου. Μετά από λίγο «οι μεγάλοι του προστάτες», λέει ο Δελαπόρτας, «πέτυχαν και του δόθηκε πλήρης χάρη. Μάλιστα διατάχθηκε και του αποδόθηκε και η περιουσία του που είχε δημευτεί από το Δικαστήριο. Τότε ζωντάνεψε και καρδάμωσε ο Μερκάτης και πήγε κι έζησε στην Κηφισιά όπου μετά πολλά χρόνια, σε βαθιά γεράματα, επέθανε.» [7]

Ελπίζω να μην έχετε την αυταπάτη ότι κάτι τέτοιοι τύποι σαν τον Μερκάτη και τον αστυνόμο τελικά «τιμωρούνται από το Θεό» και πάνε στην κόλαση…

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Μια λεπτομερή περιγραφή της βύθισης του «Città di Genova», μπορείτε να δείτε: α) στη διεύθυνση: www.soced.eu, Voci dal Sud, Anno VI° 4 Aprile 2010, «La guerra e le tragedie del mare» [http://www.sosed.eu/vocidalsud/vds-10-04-APR/vds%20-10%20-%2004%20-%20apr%20-%20pag%2022.pdf ] και

β) στη διεύθυνση https://www.wikiwand.com/it/Citt%C3%A0_di_Genova

2. Παύλος Γ. Δελαπόρτας, Το σημειωματάριο ενός πιλάτου, Θεμέλιο, Αθήνα 1977, σελ. 161. Το βιβλίο αυτό αποτέλεσε τη βασική πηγή για όλες τις πληροφορίες τις σχετικές με τα γεγονότα της Ζακύνθου και τον Μερκάτη, καθώς και με όσα ακολούθησαν στην υπόθεση αυτή μετά τον πόλεμο.

3. Στο ίδιο, σελ. 177

4. Στο ίδιο, σελ. 162-163

5. Στο ίδιο, σελ. 166. Ο Δελαπόρτας θα τον δει κάποια στιγμή αργότερα, μετά την καταφυγή του Μερκάτη στην Πάτρα: «Δοκίμασα κάποια φρίκη που ήταν χωρίς αυτιά. Δύο τρύπες έδειχναν τη θέση που άλλοτε ήταν τα αυτιά».

6. Στο ίδιο, σελ. 164

7. Στο ίδιο, σελ. 167

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: