Αποχαιρετισμός σε έναν αντάρτη του ΔΣΕ – Ποτέ δε λύγισες γιατί πάντα πίστευες στα ιδανικά σου και της ισότητας και το Κόμμα σου, το ΚΚΕ
Το 1946, μόλις 16 χρόνων, όντας βοσκός βρήκες ανθρώπους που σου μίλησαν για κοινωνική δικαιοσύνη, έναν κόσμο ειρηνικό, που κανένας δεν θα πεινάει και κάθε παιδί θα μπορεί να πάει στο σχολείο. Με τον πατέρα σου στη φυλακή, τον αδερφό σου στη Μακρόνησο και το χωριό σου ρημαγμένο από τους συνεργάτες των ναζί, βγήκες στο βουνό και έγινες αντάρτης του ηρωικού Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Στις 13 Δεκέμβρη «έφυγε» από τη ζωή ο αγωνιστής του ΔΣΕ ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ, 89 ετών.
Παιδί Ποντίων προσφύγων από το Καρς, εσύ έκανες τα πρώτα σου βήματα στην Κοκκινιά Κιλκίς, όπου γεννήθηκες στις 25/5/1930. Ήταν δύσκολα χρόνια με ελλείψεις και κακουχίες. Σχολείο πήγες μέχρι τη Δευτέρα Δημοτικού και τα παιδιά σε κορόιδευαν γιατί αντί για ρούχα φορούσες ένα τσουβάλι. Αφού αναγκάστηκες ν’ αφήσεις το σχολείο, έγινες βοσκός για να βοηθήσεις την οικογένειά σου να έχει ένα πιάτο φαγητό.
Μετά την περίοδο της Κατοχής, όπου η πείνα θέριζε, ο πατέρας σου και ο αδερφός σου ήταν στη φυλακή, γιατί πολέμησαν μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και όταν πηγαίνατε με τη μάνα σου να τους επισκεφτείτε, την έβριζαν και την λέγανε παλιοκομμουνίστρια.
Το 1946, μόλις 16 χρόνων, όντας βοσκός βρήκες ανθρώπους που σου μίλησαν για κοινωνική δικαιοσύνη, έναν κόσμο ειρηνικό, που κανένας δεν θα πεινάει και κάθε παιδί θα μπορεί να πάει στο σχολείο. Με τον πατέρα σου στη φυλακή, τον αδερφό σου στη Μακρόνησο και το χωριό σου ρημαγμένο από τους συνεργάτες των ναζί, βγήκες στο βουνό και έγινες αντάρτης του ηρωικού Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Τρία χρόνια στα βουνά της Μακεδονίας από το Μπέλες, το Βέρμιο, την Πίνδο, τον Γράμμο και το Βίτσι, έδωσες πολλές μάχες σώμα με σώμα, έγινες διμοιρίτης και εκπαιδευτής στα έμπεδα του ΔΣΕ. Στη μάχη της Κόνιτσας τραυματίστηκες και σε στείλανε στην Αλβανία, όπου μόλις 18 χρόνων περίμενες να σου κόψουν το πόδι, αλλά τελικά το κράτησες χάρη σε έναν Ούγγρο γιατρό. Ποτέ δεν λύγισες γιατί πάντα πίστευες στα ιδανικά της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της ισότητας και στο Κόμμα σου, το ΚΚΕ.
Με την ήττα του ΔΣΕ περνάς στην Αλβανία, δίνοντας την τελευταία μάχη στη λίμνη της Πρέσπας, με τις ναπάλμ να πέφτουν πάνω από τα κεφάλια σας. Από την Αλβανία με καράβι δηλωμένο ως εμπορικό για κάρβουνο φτάνετε μαζί με άλλους συντρόφους έως τα βάθη της Ασίας, στη μακρινή Τασκένδη στη Σοβιετική Ενωση. Εκεί αποφοίτησες από τη σχολή αξιωματικών του Κόκκινου Στρατού, όπου για τρία χρόνια απέκτησες ανώτατη μόρφωση. Το 1956 με την οπορτουνιστική στροφή του ΚΚΣΕ μαζί με χιλιάδες συντρόφους σου διαγραφήκατε άδικα ως ζαχαριαδικοί, γεγονός που σε πίκρανε πάρα πολύ. Ομως συνέχισες τη ζωή σου στην Τασκένδη, όπου γνωρίστηκες με την γιαγιά Ελένη, κάνατε οικογένεια και παιδιά και ζήσατε μια ωραία ζωή, όπως πάντα έλεγες.
Γυρνώντας στην Ελλάδα, δουλεύοντας ασταμάτητα ως υδραυλικός καταφέρατε με την γιαγιά να δώσετε στα παιδιά σας και στα εγγόνια σας τεράστια βοήθεια. Μετά το θάνατο της γιαγιάς Ελένης αποφάσισες να συζήσεις στη Νάουσα με την γιαγιά Παρθένα, με την οποία είχατε γνωριστεί στο βουνό ως μαχητές του ΔΣΕ και σε φρόντισε ιδιαίτερα μέχρι το τέλος της ζωής σου. Δεν σταμάτησες μέχρι την τελευταία στιγμή να δίνεις το «παρών» σε αγωνιστικά ραντεβού του κινήματος για τα δίκαια λαϊκά αιτήματα. Ξεχωριστή στιγμή η επίσκεψη στην εκδήλωση για τα αποκαλυπτήρια του μνημείου της μάχης της Φλώρινας, όπου έχασες πολλούς από τους συντρόφους σου και εσύ δεν πήρες μέρος, καθώς ήσουν τραυματίας στην Αλβανία εκείνο το διάστημα.
Πηγή: Ριζοσπάστης