Αττίλας – Η μάστιγα του θεού
Ένας από τους πιο θρυλικούς κι επίφοβους λαούς της εποχής ήταν οι Ούννοι με επικεφαλής τον Αττίλα, τη μάστιγα του θεού (Flogellum Dei), όπως τον ονόμαζαν οι ρωμαϊκές πηγές, που αντιμετώπιζαν τις διαρκείς εισβολές ξένων φυλών ως τιμωρία για τις αμαρτίες τους (ή για τη στροφή στο χριστιανισμό, ανάλογα με τη θρησκευτική πίστη του συγγραφέα).
Η ύστερη αρχαιότητα ήταν μια περίοδος έντονων ανακατατάξεων για τον τότε γνωστό κόσμο, με βασικά χαρακτηριστικά τη δυναμική εισδοχή νέων λαών στο ιστορικό προσκήνιο, που ακόμα κι όταν δεν άφησαν σπουδαία παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές, η μνήμη τους ως κατακτητών έμεινε ανεξάλειπτη ως τις μέρες μας.
Ένας από τους πιο θρυλικούς κι επίφοβους λαούς της εποχής ήταν οι Ούννοι με επικεφαλής τον Αττίλα, τη μάστιγα του θεού (Flogellum Dei), όπως τον ονόμαζαν οι ρωμαϊκές πηγές, που αντιμετώπιζαν τις διαρκείς εισβολές ξένων φυλών ως τιμωρία για τις αμαρτίες τους (ή για τη στροφή στο χριστιανισμό, ανάλογα με τη θρησκευτική πίστη του συγγραφέα). Ο Αττίλας, βασιλιάς των Ούννων από το 434 ως το 453, πέρασε με το όνομα Έτσελ στο περίφημο έπος του Νιμπελούνγκεν των γερμανικών λαών, όπως και στους ισλανδικούς μύθους ως Άτλι.
Ο Αττίλας, με τον αδερφό του Μπλέντα, κληρονόμησαν μια τεράστια αυτοκρατορία, που εκτεινόταν από τη Βαλτική ως την Κασπία Θάλασσα. Η πρώτη τους ενέργεια ήταν να εξαναγκάσουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία να αυξήσει τις εισφορές χρυσού προς τους Ούννους, με τη συνθήκη του Μάργο (σημερινό Ποζάρεβατς). Η αυτοκρατορία δεν τήρησε τις δεσμεύσεις της, προκαλώντας το 441 μια καταστροφική εισβολή νότια του Δούναβη, που κατέστρεψε τ Βελιγράδι, τη Ναϊσό, τη Σαρδική (Σόφια), τη Φιλιππούπολη, ενώ έφτασε κοντά και στην Κωνσταντινούπολη. Τα απόρθητα τείχη της απέτρεψαν την κατάκτησή της, ωστόσο ο Αττίλας κέρδισε τη μάχη κατά των Βυζαντινών στην Καλλίπολη, υποχρεώνοντας την Αυτοκρατορία σε ακόμα μεγαλύτερους φόρους.
Το 445 ο Αττίλας δολοφόνησε τον αδερφό του κι έγινε μόνος βασιλιάς, ενώ δύο χρόνια μετά, εισέβαλε εκ νέου στα Βαλκάνια, φτάνοντας ως τις Θερμοπύλες. Οι πολυετείς διαπραγματεύσεις με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’ κατέληξαν σε νέα βαρύτερη για τους Βυζαντινούς συνθήκη ειρήνης το 449, με συνέχιση της καταβολής φόρου υποτελείας, αλλά και την παραχώρηση εδαφών νότια του Δούναβη.
Η επόμενη μεγάλη εκστρατεία του έγινε στη Γαλατία το 451, αρχικά -καθώς φαίνεται- σε συμφωνία με την αυτοκρατορία, για αντιμετώπιση των Βησιγότθων της Τολόζα (Τουλούζης). Ωστόσο, η Ονωρία, αδερφή του αυτοκράτορα Βαλεντινιανού Γ’, έστειλε το δαχτυλίδι της στον Αττίλα, ζητώντας να τη σώσει από ένα γάμο που δεν ήθελε. Ο Αττίλας προσβλήθηκε τότε ως υποψήφιος σύζυγος της Ονωρίας, διεκδικώντας το ήμισυ της δυτικής αυτοκρατορίας ως προίκα. Μόνο η συμμαχία του Ρωμαίου στρατηγού Αέτιου και του Βησιγότθου βασιλιά Θεοδώριχου Α’ κατόρθωσε να αναχαιτίσει την ορμή του Αττίλα στη μάχη των Καταλανικών πεδίων, σε άγνωστη σήμερα τοποθεσία. Ο Θεοδώριχος σκοτώθηκε, ωστόσο ο Αττίλας αναγκάστηκε να αποσυρθεί από τη Γαλατία, μετά την πρώτη και τελευταία ήττα του. Το 452 οι Ούννοι κατέστρεψαν μια σειρά πόλεις στην Ιταλία, αλλά ο λιμός και οι ασθένειες που ενέσκηψαν στη χερσόνησο τους υποχρέωσαν σε απόσυρση.
Πέθανε το 453 την ώρα που σχεδίαζε νέα επιδρομή στα ανατολικά, καθώς ο αυτοκράτορας Μαρκιανός είχε σταματήσει να του πληρώνει φόρους. Ο θάνατος τον βρήκε τη νύχτα του γάμου του με τη δωδέκατη σύζυγό του, μια γερμανίδα πριγκίπισσα, στον ύπνο του από υπερκατανάλωση οινοπνεύματος κι όχι επί του συζυγικού του καθήκοντος, όπως θέλει ο σκανδαλοθηρικός μύθος.